Ποιοι είναι οι πιο «δικτυωμένοι» πολιτικοί στην Ελλάδα;

Οι Έλληνες πολιτικοί έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο είναι η είσοδος της Νέας Δημοκρατίας στο instagram και η δυναμική παρουσία του Ποταμιού στο YouTube.
Jason A. Howie/Flickr

Έχετε αναρωτηθεί ποτέ ποιοι είναι οι πιο δημοφιλείς Έλληνες πολιτικοί στα κοινωνικά δίκτυα; Πώς τα χρησιμοποιούν; Κάνοντας μία έρευνα, αλλάξαμε εντελώς την οπτική της ανάλυσης μίας εκλογικής καμπάνιας, αφήνοντας πίσω τις πλατείες και τις τηλεοπτικές εμφανίσεις, εστιάζοντας στον διαδραστικό, διαπροσωπικό κόσμο της ψηφιακής επικοινωνίας.

«Οι Έλληνες πολιτικοί έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης» λέει η Λία Γκασούκα, ειδικός σε θέματα ψηφιακού μάρκετινγκ και κοινωνικών δικτύων ενώ συμπληρώνει, «χαρακτηριστικό παράδειγμα στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο είναι η είσοδος της Νέας Δημοκρατίας στο instagram και η δυναμική παρουσία του Ποταμιού στο YouTube». Αυτό αποδεικνύει, ότι οι πολιτικοί συνειδητοποιούν ότι η απόκτηση μίας μεγάλης κοινότητας στον κόσμο του διαδικτύου, αλλά και η αλληλεπίδραση μαζί της, ενδέχεται να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό, την επιτυχία της εκλογικής τους καμπάνιας.

Για να βρούμε τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς και κόμματα στα social media, χρησιμοποιήσαμε τη γερμανική ιστοσελίδα pluragraph, της οποίας συν-ιδρυτής και χειριστής είναι ο Γερμανός Martin Fuchs, ειδικός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σύμβουλος πολιτικής. Στην ουσία, το pluragraph, συλλέγει δεδομένα για τον αριθμό των «ακόλουθων» των πολιτικών και των κομμάτων από μέρα σε μέρα. Είναι ένα ποσοτικό εργαλείο, δεν γνωρίζει αν είναι απλά ακόλουθοι ή/και υποστηρικτές, δηλαδή δεν βγάζει συμπεράσματα για το αν είναι θετικά ή αρνητικά προσκείμενοι στα συγκεκριμένα προφίλ. Η κατάταξη αυτή, αντικατοπτρίζει μόνο το ενδιαφέρον του κοινού στους πολιτικούς και τα κόμματα, αλλά όχι την πρόθεση ψήφου.

Σύμφωνα λοιπόν με το pluragraph οι δέκα πιο δημοφιλείς Έλληνες πολιτικοί είναι κατά σειρά:

Αλέξης Τσίπρας με 673.319 ακόλουθους

Γιάνης Βαρουφάκης με 634.093 ακόλουθους

Πάνος Καμμένος με 175.242 ακόλουθους

Άδωνης Γεωργιάδης με 119.258 ακόλουθους

Ντόρα Μπακογίαννη με 86.960 ακόλουθους

Κυριάκος Μητσοτάκης με 86.002 ακόλουθους

Αντώνης Σαμαράς με 74.114 ακόλουθους

Ευάγγελος Βενιζέλος 64.704 ακόλουθους

Νίκος Παπάς με 45.419 ακόλουθους

Ανδρέας Λοβέρδος με 36.332 ακόλουθους

Παρατηρούμε ότι, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Γιάνης Βαρουφάκης όντας οι πιο δημοφιλείς πολιτικοί, έχουν περίπου 560.000 ακόλουθους διαφορά σε σχέση με τον ακριβώς επόμενο, Πάνο Καμμένο και ούτω καθεξής. Δεύτερον, αν εξαιρέσουμε τον Αλέξη Τσίπρα και τον Πάνο Καμμένο, οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί δεν περιλαμβάνονται στην πρώτη δεκάδα. Η Φώφη Γεννηματά, έρχεται 15η με 27.977 ακόλουθους, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης 20ός με 16.297 (σημειώνεται ότι πρόσφατα δημιούργησε προφίλ μόνο στο facebook), ο Σταύρος Θεοδωράκης 26ος με 6.930, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης 28ος με 1.351 και ο Δημήτρης Κουτσούμπας 31ος με 117. Σύμφωνα με την κ. Γκασούκα, «σε γενικές γραμμές, το λάθος που κάνουν πολλοί πολιτικοί όταν ανοίγουν έναν λογαριασμό είναι ότι τον χρησιμοποιούν ως 'μονόδρομο' μέσο επικοινωνίας. Αυτό είναι κάτι που το twitter ειδικά δεν συγχωρεί και έχει ως συνέπεια να διαμορφώνεται μία δημόσια εικόνα δειλή και άνευρη». Οι πολιτικοί στην Ελλάδα χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα κυρίως ως μέσο αυτοπροβολής και όχι ως μέσο επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους τους. Οι πολιτικοί και οι ψηφοφόροι, στηρίζονται στις πορείες και τις συγκεντρώσεις στις πλατείες για να έρθουν σε επαφή και να εκφράσουν τα πιστεύω τους, το θαυμασμό ή/και την αποδοκιμασία τους. Η άμεση επικοινωνία με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ακόμα λίγο πολύ άγνωστη στην Ελλάδα.

Εξετάζοντας την κατάταξη των κομμάτων στο pluragraph παρατηρούνται τα εξής :

1ο κόμμα έρχεται το ΣΥΡΙΖΑ με 177.096 ακόλουθους

2η η Νέα Δημοκρατία με 102.437

3ο το ΠΑΣΟΚ με 56.805 και

4ο το ΠΟΤΑΜΙ με 55.415.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι αμέσως μετά στην κατάταξη, βρίσκεται μια σειρά μικρών κομμάτων, κατά σειρά: Δημιουργία ξανά, Δράση, Ένωση Κέντρων. Συνεπώς , το κόμμα του Πάνου Καμμένου Ανεξάρτητοι Έλληνες έρχεται 8ο με 15.824 ακόλουθους, η Χρυσή Αυγή 10η με 6.837 και το ΚΚΕ 15ο με 2.368. Η Λαϊκή Ενότητα έρχεται 14η με 5.932 ακόλουθους.

Το ερώτημα που προκύπτει, είναι πως είναι δυνατόν οι αρχηγοί των κομμάτων να έχουν τεράστια απόκλιση στους ακόλουθους αλλά τα κόμματα τους μικρή; Για παράδειγμα ο Αλέξης Τσίπρας και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, έχουν σχεδόν 657.000 ακόλουθους διαφορά αλλά το ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία σχεδόν 74.600. Σύμφωνα, με τον Martin Fuchs, αυτό συμβαίνει γιατί τα social media είναι φτιαγμένα για πρόσωπα, οπότε, τα κόμματα είναι πιο δύσκολο να αναδειχθούν μέσα από αυτά. Ο Fuchs, τόνισε ότι οι Έλληνες πολιτικοί φαίνεται να χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολύ λιγότερο από ότι ξένοι. Από την άλλη όμως, στη Γερμανία, τα πολιτικά κόμματα έχουν λιγότερους ακόλουθους (αναλογικά με το πληθυσμό), σε σχέση με την Ελλάδα. Συνεπώς, το πρόβλημα στην ελληνική περίπτωση εντοπίζεται στην λάθος αξιοποίηση των social media και όχι στην έλλειψη των κοινοτήτων.

«Η επικοινωνιακή στρατηγική του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, εστίασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία ενεργή online κοινότητα. Κάτι το οποίο φαίνεται ότι απέτυχε η Νέα Δημοκρατία ακολουθώντας μία πιο παραδοσιακή επικοινωνιακή στρατηγική», σημειώνει η κ. Γκασούκα.

Στο σημείο αυτό, τίθεται και ένα δεύτερο ερώτημα. Μπορούν οι ακόλουθοι που έχει ένας πολιτικός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να καθορίσουν το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών ή να είναι ένδειξη αυτού; Η απάντηση είναι ότι είναι αρκετά δύσκολο. Ενδέχεται ένας πολιτικός ή και ένα κόμμα να έχει πολλούς ακόλουθους αλλά αυτό που πρέπει να εξεταστεί είναι η κινητικότητα των χρηστών ή των πολιτικών τις μέρες πριν τις εκλογές. Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, το προφίλ του στο facebook από τις 4/9/15 μέχρι και τις 17/9/15 έχασε 1910 ακόλουθους, ενώ το προφίλ του στο twitter κέρδισε 922. Σημειώνεται όμως, ότι μετά το δεύτερο τηλεοπτικό debate στις 14-9-15 όπου πρωταγωνιστές ήταν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, το προφίλ του πρώτου, αυξήθηκε κατά 100 ακολούθους στο facebook και 300 στο twitter. Ο Βαγγέλης Μεϊμάρακης στο προφίλ του στο facebook από τις 6/9/15 μέχρι και τις 17/9/15 κέρδισε σχεδόν 14.200 ακόλουθους.

Διάγραμμα της κινητικότητας στο προφίλ του Αλέξη Τσίπρα στο Facebook

Διάγραμμα της κινητικότητας στο προφίλ του Βαγγέλη Μεϊμαράκη στο Facebook.

Όσον αφορά τα κόμματα τους, από τις 2/9/15 έως και τις 17/9/15 το προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ στο facebook κέρδισε 2.275 ακόλουθους ενώ, αυτό στο twitter 267. Στην ίδια χρονική περίοδο, το προφίλ της Νέα Δημοκρατίας στο facebook κέρδισε 4.100 ακόλουθους, ενώ αυτό του twitter 600.

Διάγραμμα της κινητικότητας στο προφίλ του Σύριζα στο facebook και στο twitter (1. facebook 2. twitter)

Διάγραμμα της κινητικότητας στο προφίλης της ΝΔ στο facebook και στο twitter (1.facebook, 2. twitter).

Δεύτερο στοιχείο που πρέπει να εξεταστεί, είναι η χώρα καταγωγής. Στη γερμανική ιστοσελίδα Face Book Like Check, μαθαίνουμε ότι, το 55,2% των ακολούθων του Αλέξη Τσίπρα προέρχονται από την Ελλάδα, το 14,9% από την Ιταλία, το 4,3% από την Γερμανία και ένα 17,5% από άλλες χώρες. Επομένως, μόνο οι 370.325 από τους ακόλουθους του προέρχονται από την Ελλάδα και άρα θα μπορούσαν ενδεχομένως να τον ψηφίσουν. Απεναντίας, το 98,7% των ακολούθων του Βαγγέλη Μεϊμαράκη είναι από την Ελλάδα. Ουσιαστική διαφορά των δύο πολιτικών στη χώρα μας είναι σχεδόν 354.000 ακόλουθοι.

Φτάνει όμως μόνο αυτό; Ίσως πρέπει να ελέγξουμε και την ποιότητα της αλληλεπίδρασης. Σύμφωνα με την κ. Γκασούκα, «στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σημασία έχει η προσωπικότητα ενός χρήστη και οι πεποιθήσεις που χτίζονται γύρω από αυτήν. Αυτή διαμορφώνεται μέσα από τα λεγόμενά του, τις διασυνδέσεις που έχει με άλλους χρήστες, τα ενδιαφέροντά του, και φυσικά, την εικόνα του. Κυρίως όμως, διαμορφώνεται από τις αντιλήψεις που έχουν οι υπόλοιποι χρήστες για αυτόν. Πόσο συστηματικά και με ποιον συναισθηματικό τόνο μιλούν για εκείνον. Το ίδιο ισχύει και για τα πολιτικά κόμματα. Προφανώς εκείνα τα κόμματα που δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στα social media, έχουν αποτύχει να κινητοποιήσουν και να δημιουργήσουν αφοσίωση μέσω της αλληλεπίδρασης στις κοινότητες τους, αλλά και να διαμορφώσουν εκείνη την ιδιαίτερη φωνή που χρειάζεται ώστε να αξίζει να τα παρακολουθήσει κανείς μέσα στον βομβαρδισμό tweets και facebok posts που δέχεται ο μέσος χρήστης». Είναι πολύ λογικό, ένας χρήστης social media να ενδιαφέρεται περισσότερο να ακολουθήσει έναν πολιτικό που διαχειρίζεται μόνος του το προφίλ του, απαντά στους ακόλουθους του και αλληλεπιδρά μαζί τους. Ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Γιάνης Βαρουφάκης, είναι ενδεικτικά παραδείγματα αφού ανεξάρτητα του περιεχομένου των σχολίων, συχνά απαντούν στους ακόλουθους τους.

Ποια η πρόβλεψη για το εκλογικό αποτέλεσμα; Καμία! Εφόσον, οι πολιτικοί στην Ελλάδα έχουν σχετικά φτωχή παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα, ο αριθμός των ακολούθων που έχει κάθε πολιτικός και κάθε κόμμα δεν μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα για την πρόθεση ψήφου προς το πρόσωπό τους. Αυτό που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι οι κατατάξεις αυτές παρουσιάζουν το ποιοι πολιτικοί και ποιά κόμματα τραβούν το ενδιαφέρον του κοινού. Το ενδιαφέρον αυτό μπορεί να προέρχεται είτε από την αλληλεπίδραση και τη διαδραστικότητα που προσφέρουν οι πολιτικοί στους ακολούθους τους, είτε απλό ενδιαφερόν λόγω της πολιτικής τους θέσης. «Ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό, είναι γιατί οι Έλληνες χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δεν είχαν έως και πριν λίγα χρόνια τη δυνατότητα να επικοινωνούν άμεσα με τους πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής. Η οικονομική κρίση όμως έχει αναδείξει μία ενεργή διαδικτυακή και μη, κοινωνία πολιτών, που ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στη λήψη πολιτικών αποφάσεων και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάλυψαν αυτό το κενό που υπήρχε έως σήμερα. Έχουν καταφέρει να προσφέρουν τη δυνατότητα αμφίδρομης και ισότιμης επικοινωνίας μεταξύ πολιτών και πολιτικών», αναφέρει και η κ. Γκασούκα. Ίσως δεν απέχουμε πολύ από τη στιγμή που η κινητικότητα στα διαδικτυακά προφίλ των πολιτικών αρχηγών και κομμάτων, θα μπορούσε να οδηγήσει στην πρόβλεψη των εκλογικών αποτελεσμάτων, ως μία απλή δημοσκόπηση, με αποτελέσματα πιο σίγουρα από τις απαντήσεις των πολιτών στο σταθερό τηλέφωνο.

*Το άρθρο γράφηκε και πρωτοδημοσιεύθηκε στα πλαίσια του σεμιναρίου Dialoggers 2015 που διοργάνωσε το Ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ με την συμμετοχή νέων Ελλήνων και Γερμανών δημοσιογράφων

Δημοφιλή