Ξεπλένοντας τη βία

Σύμφωνα με έρευνα της Kappa Research που διενεργήθηκε το 2010, το 61,4% των ερωτηθέντων πολιτών αντιμετώπιζε ως αυθόρμητες τις επιθέσεις εναντίον των πολιτικών, ενώ το 49,2% τις ενέκρινε. Η ανοχή απέναντι στη βία που επωαζόταν υποδόρια στη χώρα μας αρκετά χρόνια πριν, βρήκε στην βάναυση φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας το τέλειο ιδεολογικό και θεωρητικό της άλλοθι και η έρευνα απεικονίζει αυτή την πραγματικότητα και συγχρόνως μας προειδοποιεί...
sooc

«Η ανοχή είναι μια τρομερή αρετή, αλλά οι πλησιέστεροι συγγενείς της ανοχής είναι η απάθεια και η αδυναμία», έλεγε πριν από περίπου 250 χρόνια ο βρετανός συγγραφέας Οliver Goldsmith. Σύμφωνα με έρευνα της Κappa Research που διενεργήθηκε το 2010, το 61,4% των ερωτηθέντων πολιτών αντιμετώπιζε ως αυθόρμητες τις επιθέσεις εναντίον των πολιτικών, ενώ το 49,2% τις ενέκρινε. Η ανοχή απέναντι στη βία που επωαζόταν υποδόρια στη χώρα μας αρκετά χρόνια πριν, βρήκε στην βάναυση φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας το τέλειο ιδεολογικό και θεωρητικό της άλλοθι και η έρευνα απεικονίζει αυτή την πραγματικότητα και συγχρόνως μας προειδοποιεί...

Απέναντι στη βία αυτών που έκοβαν συντάξεις, για πολλούς συμπολίτες μας επιτρέπονταν όλα, ή και επιβάλλονταν, ως μια ελάχιστη ανταπάντηση στη βία που οι κρατούντες πολιτικοί ασκούσαν. Κάπως έτσι, στα βήματα αυτής της επικίνδυνης συμψηφιστικής λογικής εδραιώθηκε τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας η απάθεια, η ανοχή καθώς και η αποδοχή της βίας ως δικαιολογημένης έκφρασης της λαϊκής αγανάκτησης. Το πέρασμα από το στάδιο της απάθειας, στο στάδιο της ανοχής και κατόπιν στο στάδιο της επιδοκιμασίας αντανακλά το «ξέπλυμα» της βίας που συντελείται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με έρευνα της Καppa Research που διενεργήθηκε το 2010, το 61,4% των ερωτηθέντων πολιτών αντιμετώπιζε ως αυθόρμητες τις επιθέσεις εναντίον των πολιτικών, ενώ το 49,2% τις ενέκρινε.

Τα κίνητρα ποικίλλουν και η ποικιλία αυτή διευρύνει τον κύκλο των πρόθυμων, στη διολίσθηση της άσκησης, ή της αποδοχής της βίας. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, η καθαρότητα των ιδανικών της φυλής, η «πάλη» ενάντια στους ολιγάρχες και την εξουσία των ελίτ, και τελικά ο κοινός παρανομαστής: η αντίσταση στο σάπιο και διεφθαρμένο σύστημα. Όλα αυτά «απαιτούν» αντισυστημική συμπεριφορά και καθιστούν ανεκτές και σε επόμενα βήματα αποδεκτές και επιβεβλημένες πράξεις βίας και τραμπουκισμούς. Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, η διάβρωση των θεσμών και η ατιμωρησία ενισχύουν ασφαλώς τις προυποθέσεις που καθιστούν τη βία αποδεκτό μέσο αντίδρασης απέναντι στους «διεφθαρμένους» εκπροσώπους ενός καταρρέοντος οικοδομήματος.

Η κρίση και η φτώχεια περιθωριοποιούν κοινωνικά και οικονομικά πλατιά κοινωνικά στρώματα και τα καθιστούν ευάλωτα και χωρίς αντιστάσεις σε καλέσματα μίσους. Κάπως έτσι οι ζοφεροί «Ρόμποκοπ» της Χρυσής Αυγής εκλέχτηκαν στο Κοινοβούλιο ως οι στρατονόμοι του πολιτικού συστήματος. Κάπως έτσι η ρητορική της βίας έγινε το κυρίαρχο αφήγημα και η Πλατεία Συντάγματος, χώρος δημοκρατικών αγώνων αλλά και εθνικής ενότητας στο παρελθόν, έγινε η αφετηρία απ' όπου εκτοξεύθηκαν τα πιο σκληρά συνθήματα αντικοινοβουλευτισμού και ολοκληρωτισμού, απτά δείγματα της συντελούμενης λουμπενοποίησης και του εκφασισμού της κοινωνίας.

Μέσα σε αυτό το εφιαλτικό και επικίνδυνο περιβάλλον οι δράστες του ξυλοδαρμού Χατζηδάκη παραμένουν ασύλληπτοι, οι δράστες του ξυλοδαρμού Κουμουτσάκου το ίδιο, στη Θεσσαλονίκη ο ξυλοδαρμός Κουμουτσάκου «αντισταθμίζεται» με τον ξυλοδαρμό χρυσαυγιτών που εκλαμβάνεται από μερικούς ως «δημοκρατική» απάντηση και την ίδια στιγμή οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανταλλάσσουν μεταξύ τους κατηγορίες περί ηθικής αυτουργίας για τα επεισόδια στο Ποντιακό συλλαλητήριο.

Το βούτυρο στο ψωμί των θιασωτών της βίας, Χρυσαυγιτών και μη, απλώνεται αδιάκοπα και η αρένα διαρκώς μεγαλώνει με τη δημοκρατία να εκπέμπει πλέον σήμα κινδύνου.

Δημοφιλή