ΝΔ: Από τον Μιλτιάδη Έβερτ στον Κώστα Καραμανλή, 1997-2009

Μια από τις πρώτες κινήσεις που έκανε ο Μιλτιάδης Έβερτ ως πρόεδρος της ΝΔ ήταν να ανακηρύξει Επίτιμο Πρόεδρο της ΝΔ τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Επιπλέον, επισκέπτεται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπου φιλώντας το χέρι του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δέχεται την παρατήρηση: «Δεν θέλω ασπασμούς».Η ραγδαία βιολογική και πολιτική φθορά του Ανδρέα Παπανδρέου και η στήριξη του Τύπου της οποίας εξακολουθεί να τυγχάνει ο Μ. Έβερτ τον καθιστούν φαβορί για τις πρόωρες εκλογές που όλοι βλέπουν ότι θα γίνουν λόγω αδυναμίας της Βουλής να εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας.

«Μιλτιάδης Έβερτ: Στηρίχθηκε και λοιδορήθηκε από τα ίδια πρόσωπα. Η πορεία του προς την ηγεσία της ΝΔ και η αποκαθήλωσή του από εκείνους που τον στήριξαν».

Ο Μιλτιάδης Έβερτ ήταν ο πέμπτος κατά σειρά πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ενώ έχει την ιδιαιτερότητα, όπως και ο προκάτοχός του Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, να έχει εκλεγεί δύο φορές για την ίδια θέση από το εκλεκτορικό σώμα της ΝΔ.

Την πρώτη φορά, ανέλαβε την ηγεσία, όπως όλοι οι πρόεδροι της ΝΔ πλην του Γεωργίου Ράλλη, ύστερα από μια εκλογική ήττα, η οποία επήλθε υπό περίεργες συνθήκες, οι οποίες έχουν σχέση με την επιλογή του από το εκλεκτορικό σώμα.

Η Νέα Δημοκρατία στα προηγούμενα εννέα χρόνια (εκ των οποίων τα τριάμισι ήταν κυβέρνηση) είχε στην ηγεσία της τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Έναν πολιτικό που την οδήγησε σε τρεις αλλεπάλληλες εκλογικές νίκες του 1989 και κατάφερε να πετύχει το μεγαλύτερο ποσοστό που έχει λάβει ποτέ η ΝΔ υπό ομαλές πολιτικές συνθήκες, αγγίζοντας το 48%, με πενιχρή όμως κοινοβουλευτική πλειοψηφία μίας έδρας, λόγω του εκλογικού νόμου Κουτσόγιωργα.

Σήμερα οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι η πολιτική των αποκρατικοποιήσεων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην περίοδο 1990- 1993 ήταν η σωστή πολιτική που θωράκιζε την οικονομία της χώρας. Η πολιτική αυτή όμως, οδηγούσε σε απώλεια θέσεων στο δημόσιο και σε ανατροπή κεκτημένων δεκαετιών. Την αναγκαιότητα της πολιτική αυτής ακόμα και κορυφαία στελέχη και υπουργοί της τότε κυβέρνησης αδυνατούσαν να κατανοήσουν κι επακόλουθα να στηρίξουν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα εσωτερικό αντιπολιτευτικό μέτωπο.

Επικεφαλής αυτού του μετώπου αναδείχθηκε ο Μιλτιάδης Έβερτ ο οποίος από τις αρχές της περιόδου διακυβέρνησης της ΝΔ άρχισε να διαφοροποιείται σε πολλά ζητήματα.

Λίγους μήνες μετά το σχηματισμό κυβέρνησης, από το φθινόπωρο του 1990 κατήγγειλε την κυβέρνηση για την αύξηση του πληθωρισμού και την κατανομή των φορολογικών βαρών. Το Δεκέμβρη, διαφωνεί και παραιτείται από την επιτροπή για τον περιορισμό των προσλήψεων στο Δημόσιο. Τον Αύγουστο του 1991 διατυπώνει την πλήρη του διαφωνία για τις αποκρατικοποιήσεις που προωθεί η κυβέρνηση. Τελικά, τον Οκτώβρη του 1991 παραιτείται από υπουργός.

Το συνεχές αντάρτικο στην κυβέρνηση Μητσοτάκη

Αλλά οι διαφοροποιήσεις του Μιλτιάδη Έβερτ δεν σταμάτησαν με την έξοδό του από την κυβέρνηση. Αντιθέτως. Με ένα διαρκές «αντάρτικο», σε κάθε ευκαιρία λαμβάνει θέσεις απέναντι στην κυβέρνηση και ασκεί δριμεία κριτική.

-Την άνοιξη του 1992 τάσσεται κατά του σταθεροποιητικού προγράμματος του Στέφανου Μάνου και των αλλαγών στο ασφαλιστικό.

-Το φθινόπωρο του 1992, με τους Κανελλόπουλο και Δήμα, αποστέλλουν επιστολή στον Πρωθυπουργό, όπου αναφέρουν πως η κυβέρνηση απειλείται με κατάρρευση, λόγω των μετώπων που έχει ανοίξει.

-Ακολουθεί δημόσια δήλωση των τριών, όπου τάσσονται κατά τη διαιτητικής διαδικασίας για το Μακεδονικό και κατά της σύνθετης ονομασίας που είχε επιτύχει ο τότε υπουργός Εξωτερικών Μιχάλης Παπακωνσταντίνου.

-Το καλοκαίρι του 1993 ασκεί έντονη κριτική στην αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ, την οποία τελικώς υπερψηφίζει, τον Αύγουστο του 1993, αφού η κυβέρνηση αποδέχεται κάποιους από τους όρους που έθεσε.

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Μιλτιάδης Έβερτ εξέφραζε ουσιαστικά την αντιπολιτευτική τάση στο εσωτερικό της ΝΔ, κατά την περίοδο που ήταν πρωθυπουργός ένα πρόσωπο που η λεγόμενη «καραμανλική» πτέρυγα της ΝΔ, θεωρούσε «μεταγραφή».

Ο Μιλτιάδης Έβερτ, όμως, ασκώντας εσωκομματική αντιπολίτευση στον Κ. Μητσοτάκη δεν το έκανε ορμώμενος από προσωπικά ελατήρια. Αντίθετα πάντα έλεγε πως εκτιμούσε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη διότι «είχε το θάρρος της γνώμης του. Και συχνά έλεγε ότι στην τελευταία μεγάλη κρίση πριν πέσει η κυβέρνηση του 1993, πως «τον υποστήριξα ίσως περισσότερο από κάθε άλλον». Άλλωστε ο Μιλτιάδης Έβερτ παρά τις σημαντικές πολιτικές του διαφοροποιήσεις, υπήρξε πάντοτε θιασώτης της ενότητας της Νέας Δημοκρατίας. «Αν διαφωνείς, σήκω φύγε, παραιτήσου. Όχι, όμως, να στήσεις άλλο μαγαζί δίπλα», είπε στην τελευταία του συνέντευξη στο Γιάννη Τζανετάκο, το 2006. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τελευταία πολιτική πράξη του το 2009 ήταν η αμέριστη στήριξη που προσέφερε στη Ντόρα Μπακογιάννη στη διεκδίκηση της ηγεσίας της ΝΔ.

Πολιτικές οι διαφορές

Η αντιπολίτευση που άσκησε ο Μιλτιάδης Έβερτ ήταν κυρίως πολιτική. Γαλουχημένος πολιτικά στην περίοδο του κρατικού παρεμβατισμού, αδυνατούσε να κατανοήσει τις κοσμογονικές αλλαγές που επέφερε στην Ευρώπη- και στον κόσμο ολόκληρο- η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τις αλλαγές που επιβεβλημένα έπρεπε να γίνουν στην οικονομία για να προληφθεί η καταστροφή που τελικώς επήλθε δύο δεκαετίες αργότερα. Πίστευε στον κρατικό παρεμβατισμό αλλά ήταν βαθύτατα ευρωπαϊστής και υπέρμαχος της εθνικής συμφιλίωσης.

Στη δεκαετία του 1980 ο Μιλτιάδης Έβερτ λόγω του αυθορμητισμού του και της πληθωρικής πολιτικής του συμπεριφοράς γίνεται συμπαθής στους νεοδημοκράτες και αποκτά το προσωνύμιο «Μπουλντόζας», το οποίο πολιτικά εκμεταλλεύεται. Πάντα δηλώνει «παιδί του Καραμανλή» και το 1986, με την υποψηφιότητά του για την Δημαρχία της Αθήνας (την οποία αρχικώς αρνείτο, αλλά τελικώς απεδέχθη αφού και οι άλλοι δύο υποψήφιοι σε Πειραιά Ανδρέας Ανδριανόπουλος και στη Θεσσαλονίκη Σωτήρης Κούβελας είχαν θέσει ως όρο για να κατέλθουν υποψήφιοι να είναι και ο Μιλτιάδης Έβερτ στην Αθήνα), προσφέρει την πρώτη μεγάλη νίκη στην παράταξη μετά τη σαρωτική ήττα του 1981.

evert

Η δημοφιλία του ανεβαίνει συνεχώς και φθάνει στο αποκορύφωμά της με την ίδρυση του ραδιοφωνικού σταθμού «Αθήνα 9,84» που ήταν ένα σοβαρό πλήγμα στην προσπάθεια της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για έλεγχο των ΜΜΕ.

Έχοντας εξουσία στα χέρια του ο Μιλτιάδης Έβερτ δημιουργεί συμμαχίες κι έτσι, όταν μετά από λίγα χρόνια εκ των πραγμάτων αναδεικνύεται ως ο βασικός αντιπολιτευτικός πόλος στο εσωτερικό της ΝΔ, υπερκαλύπτοντας ακόμα και τον άλλοτε αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Θανάση Κανελλόπουλο αλλά και τον πρώην υπουργό Βιομηχανίας Σταύρο Δήμα που εν τω μεταξύ λόγω διαφωνιών έχουν κι αυτοί παραιτηθεί, αποκτά προβάδισμα στη διεκδίκηση της ηγεσίας.

Συμμαχίες με στόχο την ηγεσία

Οι συμμαχίες του Μιλτιάδη Έβερτ, το 1990- 1993, δεν περιορίζονται στην κοινοβουλευτική ομάδα, η οποία βρίσκεται σε δύσκολη θέση καθώς απολογείται για μια πολιτική που στην πλειονότητά της δεν πιστεύει, όσο κι αν θεωρεί αναγκαία. Οι συμμαχίες του επεκτείνονται και στους οικονομικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της εποχής.

Έτσι λοιπόν όταν μετά την ήττα της 10ης Οκτωβρίου 1993, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανακοινώνει ότι θα παραιτηθεί από την ηγεσία της ΝΔ, ο Μιλτιάδης Έβερτ σαν έτοιμος από καιρό δηλώνει ότι θα διεκδικήσει την ηγεσία του κόμματος, κάτι το οποίο φαντάζει φυσιολογικό στα αυτιά των νεοδημοκρατών. Το ίδιο φυσιολογική όμως φαντάζει και η φιλοδοξία του Γιάννη Βαρβιτσιώτη, υπουργού Άμυνας μέχρι τότε στην κυβέρνηση της ΝΔ και με μακρά κι επιτυχημένη κυβερνητική θητεία και εμπειρία και στις κυβερνήσεις Κ. Καραμανλή και Γ. Ράλλη.

Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης ήταν ένα πρόσωπο που ποτέ δεν είχε απασχολήσει τον Τύπο με «αντάρτικα». Είχε την αρχή ότι τις διαφοροποιήσεις και τις διαφωνίες του έπρεπε να τις καταθέτει στα όργανα του κόμματος ή κατ' ιδίαν στον αρχηγό του κόμματος. Και αυτός, ωστόσο, ήταν «παιδί» του Καραμανλή, γεγονός, όμως, που δεν μπόρεσε να εξαργυρώσει όπως ο «Μπουλντόζας». Σε εκείνο στο οποίο στηριζόταν ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης ήταν η κυβερνητική και κοινοβουλευτική εμπειρία του, το γεγονός ότι στην Ευρώπη είχε σημαντικές συμμαχίες χρήσιμες για το κόμμα και τη χώρα, αλλά και στο ότι - όπως πίστευε- η Μητσοτακική πλευρά θα τον στήριζε απέναντι στον μόνιμο αντάρτη Μιλτιάδη Έβερτ.

Δυστυχώς όμως για τον ίδιο δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως ο ίδιος ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης αναφέρει στο δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Οπως τα έζησα: 1981- 2001» την προπαραμονή της ψηφοφορίας, συναντήθηκαν στην οικία του Γιώργου Βουλγαράκη ο Μιλτιάδης Έβερτ και η Ντόρα Μπακογιάννη. Κατά τη συνάντηση αυτή έκλεισε μία συμφωνία που καθόρισε εν πολλοίς το αποτέλεσμα της εσωκομματικής αναμέτρησης. Φέρεται ειδικότερα οι μητσοτακικοί να υποσχέθηκαν στον Έβερτ στήριξη και εκείνος με τη σειρά του να δεσμεύθηκε ότι δεν θα αμφισβητούσε τα μητσοτακικά πεπραγμένα στο κόμμα- άλλο που δεν τήρησε απολύτως τη δική του πλευρά της συμφωνίας ξεκινώντας την επομένη της εκλογής του την «απομητσοτακοποίηση» της Ν.Δ.

Ο Βαρβιτσιώτης έμαθε για τη συνάντηση αυτή κατόπιν εορτής (και εκλογής), την παραμονή όμως της ψηφοφορίας κατάλαβε πως θα έχανε όταν στελέχη που του είχαν πει πως θα τον στήριζαν δεν απαντούσαν στα τηλεφωνήματα του. Επέστρεψε στην οικία του και είπε στην οικογένεια του πως η εκλογή είναι χαμένη υπόθεση. «Γιατί δεν παραιτείσαι τότε;», τον ρώτησε ο γιος του Μίλτος. «Έχω δώσει μία μάχη και έχω υποσχεθεί σε ορισμένους ανθρώπους», απάντησε ο Βαρβιτσιώτης, τον οποίο εν συνεχεία ο 'Εβερτ έχρισε αντιπρόεδρο του κόμματος στο συνέδριο της Χαλκιδικής το 1994.

Σαρωτική νίκη με τη στήριξη μητσοτακικών και όχι μόνο...

Στις εκλογές που έγιναν στις 3 Νοεμβρίου 1993 από τους 182 εκλέκτορες (τότε τον αρχηγό εξέλεγε η Κοινοβουλευτική Ομάδα, οι Ευρωβουλευτές και εκλέκτορες που είχαν αναδειχθεί για τον σκοπό αυτό από τις Οργανώσεις του κόμματος), ο Μιλτιάδης Έβερτ κέρδισε τους 141, έναντι 37 που κέρδισε ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης και 4 λευκών.

evert

Αρχικώς, μετά την τυπική παραίτηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις 14 Οκτωβρίου 1993, τη διάθεσή τους να διεκδικήσουν την ηγεσία της ΝΔ είχαν εκφράσει και οι κ.κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης, Σωτήρης Κούβελας και Γιώργος Σουφλιάς.

Μετά από ένα δραματικό παρασκήνιο στην κούρσα της διαδοχής έμειναν μόνον οι Μιλτιάδης Έβερτ και Γιάννης Βαρβιτσιώτης. Είχε προηγηθεί σειρά επαφών και συναντήσεων μεταξύ των υποψηφίων αρχηγών, συμφωνίες στήριξης και φυσικά καταμέτρηση δυνάμεων στην κοινοβουλευτική Ομάδα. Μεταξύ των συμφωνιών που έγιναν γνωστές, ήταν και των δύο «μονομάχων» με τριτεγγυητή τον Αθανάσιο Τσαλδάρη, η οποία διέρρευσε στον Τύπο και, σύμφωνα με πηγές της εποχής, προέβλεπε ότι ο ηττημένος θα αναλάμβανε θέση αντιπροέδρου (βλέπε: Άγγελος Μπρατάκος: «Η ιστορία της ΝΔ»). Η διαρροή της συμφωνίας προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των υπολοίπων διεκδικητών, οι οποίοι αναζήτησαν τρόπο αντίδρασης, αλλά τελικά αποσύρθηκαν από την κούρσα.

Στην εσωκομματική εκλογική μάχη απέναντι στον Γιάννη Βαρβιτσιώτη που είχε να προτάξει την αποτελεσματικότητά του ως ένας καλός υπουργός, πιστός στον εκάστοτε αρχηγό και στην πολιτική του κόμματος, ο κ. Έβερτ προέταξε μια σειρά από καθοριστικές συμμαχίες που του έδωσαν τη νίκη:

-Με τους συνδικαλιστές του δημοσίου

-Με την Τοπική Αυτοδιοίκηση

-Με μια μεγάλη ομάδα βουλευτών εκμεταλλευόμενος την ανάγκη επιστροφής στην καραμανλική ιδεολογική καθαρότητα

-Με εκπροσώπους του οικονομικού κατεστημένου

-Με βαρόνους των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Και τελικά,

-Με το περιβάλλον του ιδίου του Κ. Μητσοτάκη.

Μια από τις πρώτες κινήσεις που έκανε ο Μιλτιάδης Έβερτ ως πρόεδρος της ΝΔ ήταν να ανακηρύξει Επίτιμο Πρόεδρο της ΝΔ τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Επιπλέον, επισκέπτεται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπου φιλώντας το χέρι του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δέχεται την παρατήρηση: «Δεν θέλω ασπασμούς».

Η χαμένη ευκαιρία και η αποκαθήλωση

Η ραγδαία βιολογική και πολιτική φθορά του Ανδρέα Παπανδρέου και η στήριξη του Τύπου της οποίας εξακολουθεί να τυγχάνει ο Μ. Έβερτ τον καθιστούν φαβορί για τις πρόωρες εκλογές που όλοι βλέπουν ότι θα γίνουν λόγω αδυναμίας της Βουλής να εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας.

Το σχέδιο του Μ. Έβερτ ήταν ή να οδηγηθούμε σε εκλογές και να εκλεγεί πρωθυπουργός, όπως έδειχναν όλες οι δημοσκοπήσεις ή να αναγκάσει το ΠΑΣΟΚ να ψηφίσει στην τρίτη και καθοριστική ψηφοφορία τον πρώην Πρόεδρο της Βουλής Αθανάσιο Τσαλδάρη. Τα σχέδιά του όμως ανατρέπονται από την προθυμία του τότε προέδρου της Πολιτικής Άνοιξης Αντώνη Σαμαρά, να προσφέρει «σωσίβιο» στον Ανδρέα Παπανδρέου προτείνοντας ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Κωστή Στεφανόπουλο (8 -3-1995).

Στη συνέχεια με την ανάδειξη Σημίτη στην πρωθυπουργία και στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν και στο εσωτερικό της ΝΔ.

Μια σειρά από αυθορμητισμούς του Μιλτιάδη Έβερτ και λεκτικούς νεολογισμούς, όπως «ο γιoς της θυρωρούς μου» και «κυβέρνηση ελικοπτέρων», αμαυρώνουν την εικόνα του τότε προέδρου της ΝΔ, για χάρη του οποίου το περιοδικό «Αντί» κάνει ειδική έκδοση σε μια προσπάθεια να τον γελοιοποιήσει.

Είναι φανερό ότι ο Μιλτιάδης Έβερτ χάνει ένα - ένα τα ερείσματά του και στο οικονομικό κατεστημένο και στον Τύπο και επακόλουθα και στην κοινωνία. Ο εκσυγχρονισμός που επαγγέλλεται ο Κώστας Σημίτης βρίσκει υποστηρικτές σε εκείνους που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Στις πρόωρες εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου 1996, ο Σημίτης κερδίζει με 41,49% έναντι 38,12% του Μιλτιάδη Έβερτ (-1,18% από ό,τι είχε λάβει ο Μητσοτάκης το 1993), έχοντας όμως και αυτός στα δεξιά του το συγγενές προς τη ΝΔ κόμμα της ΠΟΛΑΝ που έλαβε 2,94%.

Η νέα πύρρειος εσωκομματική νίκη

Το ίδιο βράδυ ο Μιλτιάδης Έβερτ παραιτείται από την ηγεσία της ΝΔ. Ο Γιώργος Σουφλιάς μετά από λίγες μέρες ανακοινώνει την υποψηφιότητά του. Το ίδιο έπραξαν ο Στέφανος Μάνος και η Ντόρα Μπακογιάννη, ενώ ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης βολιδοσκόπησε τον παραιτηθέντα πρόεδρο της ΝΔ, εάν θα τον στήριζε σε μια πιθανή δική του υποψηφιότητά. Ο Έβερτ από την πλευρά του βολιδοσκόπησε τον Κώστα Καραμανλή, ο οποίος απάντησε αρνητικά. Τότε ο Μιλτιάδης Έβερτ αποφασίζει να διεκδικήσει εκ νέου την ηγεσία της ΝΔ.

Στις 4 Οκτωβρίου έγινε η εκλογή του νέου προέδρου, σε κλίμα άγριας εσωκομματικής πόλωσης.

Ψήφισαν 193 βουλευτές, ευρωβουλευτές και εκλέκτορες της οργανωμένη βάσης, και ο Μιλτιάδης Έβερτ κέρδισε λαμβάνοντας 103 ψήφους έναντι 84 ψήφων του Γιώργου Σουφλιά.

Ήταν μια πύρρειος νίκη, αφού η εσωκομματική αντιπαράθεση δεν εκτονώθηκε. Αντιθέτως η συμφωνία που παρασκηνιακά είχε γίνει και μέρος της οποίας δημοσιοποιήθηκε, ήταν ότι ο Μιλτιάδης Έβερτ θα υπερψηφιζόταν εκ νέου υπό την προϋπόθεση να οδηγηθεί το κόμμα σε Συνέδριο από το οποίο θα εκλεγόταν νέος πρόεδρος.

Ήταν φανερό σε όσους καλύπταμε το ρεπορτάζ ότι η εσωκομματική πλευρά, με επικεφαλής πλέον τον Γιάννη Βαρβιτσιώτη και τον Γιάννη Κεφαλογιάννη απαιτούσε χρόνο για να προετοιμάσει το έδαφος για τον επόμενο και μακροβιότερο, μέχρι σήμερα, πρόεδρο της ΝΔ, τον Κώστα Καραμανλή, κάτι που ο Μιλτιάδης Έβερτ συνειδητοποίησε μόνο την ημέρα της εκλογής Καραμανλή στις 21 Μαρτίου 1997.

karamanlis

Η αναδρομή στην περίοδο του 1990- 1993 μέχρι το 1996, δείχνει ότι δεν αρκεί κάποιος να γίνει πρόεδρος της ΝΔ. Οι εθνικές εκλογές δείχνουν ότι ο ελληνικός λαός εξακολουθεί να ψηφίζει ηγέτες. Η παράταξη, όπως δείχνει η ιστορία της, είχε πολλούς προέδρους. Αλλά ελάχιστους ηγέτες...

Δημοφιλή