Πορνογραφικό το άρθρο μου για τον Ουμπέρτο Έκο ;

Σε ένα ιστορικό άρθρο του στην Repubblica, ο Έκο προσπαθεί να διασαφηνίσει τι ακριβώς ορίζει και διαχωρίζει την τέχνη από την πορνογραφία. Κατ' επέκταση (δικιά μου παρατήρηση) τον δοκιμιακό λόγο από το χυδαίο στραπάτσο. Για τον Έκο, η διαφορά έγκειται αποκλειστικά στα δρώμενα του υλικού αυτού που στερείται κάθε σεξουαλικού περιεχομένου.
Das blaue Sofa/Flickr

Το τελευταίο μου άρθρο πάνω στον Ουμπέρτο Έκο ενέπνευσε δυσφορία σε μία μερίδα αναγνωστών που θεώρησαν χυδαίες δυο λέξεις.

Το άρθρο το έγραψα στα γαλλικά και πρωτοδημοσιεύτηκε στο Huffington Post-Le Monde. Το ότι η ελληνική μετάφραση έγινε από μια γνωστή διανοούμενο και εκδότρια, φαίνεται: είναι ένα αριστούργημα ελληνικών, λόγιων όχι όμως εξεζητημένων, πολύ μακριά απο τα δικά μου, πλέον σκουριασμένα.

Οι επίμαχες λέξεις (pleurnichards και nostalgiques aigris στο πρωτότυπο) αποδόθηκαν με γνώση και χιούμορ άξιες του Ουμπέρτο Έκο σαν "κλαψομούνες" και (κατ' αντιστοιχία) "πικρομούνες".

Πρόκειται για συμπαθείς λέξεις, ποτισμένες με μια αγαθή λαϊκή ειρωνεία που θα ενθουσίαζε τον Rabelais, σίγουρα χυδαίες γι'αυτούς που ταυτίζουν τον λαό με τη χυδαιότητα. Η δε επιπλέον χιουμοριστική φροντίδα της μεταφράστριας, με την παρένθεση ["Please excuse my French"] αίρει κάθε υποψία όσο αφορά την διάθεση: ειρωνική σαφώς, χυδαία επ'ουδενί.

Με την ευκαιρία που μας δίνει αυτή η παρεξήγηση και με τον χαμό του Έκο πάντα νωπό στο μυαλό, θα ήθελα να εξετάσω την πιθανή επιλογή χρησιμοποίησης λέξεων που είναι de facto χυδαίες, σε ένα άρθρο δημοσιευμένο στον τύπο (Le Monde, Huffington Post, κλπ). Και για την διεξαγωγή αυτού του πειράματος, τρεις τέτοιες λέξεις θα υπάρξουν, αναγκαστικά, στο παρόν άρθρο.

Σε ένα ιστορικό άρθρο του στην Repubblica, ο Έκο προσπαθεί να διασαφηνίσει τι ακριβώς ορίζει και διαχωρίζει την τέχνη από την πορνογραφία. Κατ'επέκταση (δικιά μου παρατήρηση) τον δοκιμιακό λόγο από το χυδαίο στραπάτσο.

Για τον Έκο, η διαφορά έγκειται αποκλειστικά στα δρώμενα του υλικού αυτού που στερείται κάθε σεξουαλικού περιεχομένου.

Ας το κάνουμε πιο λιανά: για τον Έκο πάντα, η πληροφορία ότι ένα κείμενο περιλαμβάνει τις λέξεις «ψωλάρα», «κωλοτρυπίδα», «μουνάρα» (ή ενα κινηματογραφικό έργο την απεικόνισή τους) είναι πλήρως ανεπαρκής για να ορίσει την κατηγορία στην οποία ανήκει. Μοναδικός τρόπος να βρούμε άκρη είναι να παρατηρήσουμε αποκλειστικά το υπόλοιπο, «καθαρό» υλικό. Αν αυτό αποτελείται απο την έλευση ενός υδραυλικού που λέει στην οικοδέσποινα «Αχ κυρά-Μαρίκα μου, ο νιπτήρας σου μάνα μου είναι κάργα στουμπομένος, για να στον ξεβουλώσω εγώ», είμαστε σίγουροι πως πρόκειται για πορνογραφία. Αν αντιθέτως, ανάμεσα στις ίδιες ακριβώς εκφράσεις (ή απεικονίσεις) διαπιστώνουμε μια δομημένη εξιστόρηση, πρόκειται σίγουρα για έργο, (τέχνης ή στοχασμού). Μπορούμε να το απορρίψουμε αν δεν μας αρέσει. Όχι όμως να αμφισβητήσουμε την ταυτότητά του.

Εν είδει συμπερασματικού επιλόγου, επιτρέψτε μου δύο παρατηρήσεις:

Αν η γραφή μου προκαλεί δυσφορία σε μερίδα αναγνωστών, αυτό μόνο εκτίμηση μπορεί να μου εμπνεύσει. Όχι, δεν πρόκειται για αυτομαστίγωση, ακόμα λιγότερο για ταπεινοφροσύνη σαν απόδειξη ταλέντου και άλλες συναφείς αρλούμπες: απλά, ο ίδιος γνωρίζω μία εικοσαριά δοκιμιογράφους ασύγκριτα πιο ενδιαφέροντες.

Αν αντιθέτως οι ίδιοι αναγνώστες φαντάζονται ότι αριστεύω στην τέχνη ξεβουλώματος νιπτήρος, απατώνται: την τελευταία φορά που μας βούλωσε ο νιπτήρας, η σύζυγός μου κάλεσε έναν ειδικό. Επιστρέφοντας το βράδυ στη συζυγική κατοικία, αντελήφθην τον νιπτήρα διαυγή ως καταρράκτη του Νιαγάρα. Την δε σύζυγό μου, ως εκ τούτου, καρδιόθεν χαμογελούσα.