Η κρίση και το Σύνταγμα

Μια συζήτηση έχει ήδη ανοίξει, ιδέες έχουν ήδη διατυπωθεί για ένα λιτότερο, λειτουργικότερο Σύνταγμα, με λιγότερα προνόμια και περισσότερη λογοδοσία για εκείνους που ασκούν εξουσία, με ισχυρότερα και λειτουργικότερα αντίβαρα στην εξουσία τους, με μικρότερα περιθώρια για πολιτικάντικη χειραγώγηση των θεσμών (π.χ. πρόκληση εκλογών λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας), με ένα πιο ενεργό και κυρίαρχο κοινοβούλιο, με βουλευτές που δεν είναι απλώς υπουργοί εν αναμονή, με ισχυρότερη κατοχύρωση της αυτοτέλειας της Δικαιοσύνης και της Δημόσιας Διοίκησης έναντι του νικητή των εκλογών... Η συζήτηση είναι ευπρόσδεκτη. Αλλά το σημαντικότερο- νομίζω- είναι η διαδικασία η ίδια να αποκαθιστά τη χαμένη εμπιστοσύνη στη λειτουργία του δημόσιου χώρου.
ASSOCIATED PRESS

Αν η κρίση, όπως την έζησε η Ελλάδα, έχει ισχυρές αναλογίες με το Μεγάλο Κραχ του 1929- όπως είπε και ο Γιάννης Στουρνάρας- θα πρέπει να σκεφτούμε ξανά τον τρόπο που αντιδράσαμε ως κοινωνία σ' αυτήν, τις πολιτικές της συνέπειες.

Στα χρόνια του Κραχ, ως γνωστόν, ούτε μία από τις κυβερνήσεις που είχαν την ατυχία να βρεθούν στην εξουσία, όταν χτύπησε ο κεραυνός, δεν επέζησε. Ανατράπηκαν όλες- είτε ήταν κυβερνήσεις της Δεξιάς, όπως η κυβέρνηση Χούβερ στις ΗΠΑ, είτε ήταν της Αριστεράς, όπως οι κυβερνήσεις των Εργατικών στη Βρετανία και την Αυστραλία. Όπως σημειώνει ο ιστορικός Έρικ Χόπσπμπαουμ, μέσα σ' ένα μόνο χρόνο, το 1930-31, στη Λατινική Αμερική ανατράπηκαν δώδεκα κυβερνήσεις, οι δέκα με στρατιωτικό πραξικόπημα. Στη βόρεια Αμερική το πολιτικό εκκρεμές μετακινήθηκε αριστερά (Ρούσβελτ, Κάρντενας). Στην Ευρώπη μετακινήθηκε δεξιά (με εξαίρεση τις Σκανδιναβικές χώρες). Ο κοινοβουλευτισμός δεν είχε επιβιώσει σχεδόν πουθενά στον νότο και τα ανατολικά της ευρωπαϊκής ηπείρου, ούτε στην Ελλάδα, μέχρι τα μέσα εκείνης της δεκαετίας. Και σε δύο μεγάλες δυνάμεις, στην Ιαπωνία το 1931 και τη Γερμανία το 1933, η κρίση είχε φέρει στην εξουσία τα επιθετικά, στρατοκρατικά καθεστώτα που θα οδηγούσαν τον κόσμο στο σφαγείο του πολέμου.

Τηρουμένων των αναλογιών, η κρίση των καιρών μας μεταγράφηκε στο πεδίο της πολιτικής με μάλλον ηπιότερο τρόπο. Ο Τραμπ στις ΗΠΑ, ο Ορμπάν και ο Κατσίνσκι στην ανατολική Ευρώπη, οι Εναλλακτικοί στη Γερμανία, οι ακροδεξιοί που χτύπησαν την πόρτα της Βιέννης, η Λεπέν στη Γαλλία και οι σταυροφόροι του brexit στην Αγγλία, θα μπορούσαν να είναι μακρινός απόηχος της μεγάλης αναταραχής της δεκαετίας του '30. Μα, από την άλλη μεριά, σε καμιά χώρα η κρίση του 2008 δεν είχε οικονομικές επιπτώσεις και κοινωνικές συνέπειες που να πλησιάζουν εκείνες του Μεγάλου Κραχ. Σε καμία-πλην μιας, της Ελλάδας.

Έχει, γι' αυτό, νομίζω, ξεχωριστή σημασία ότι, μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έμεινε έξω από το «κλίμα μεσοπολέμου», που απειλούσε να την καταπιεί. Μπορεί να έζησε ένα μεγάλο σεισμό, στον οποίο κατέρρευσε το παλιό πολιτικό σκηνικό και εξαφανίστηκαν κόμματα που ήταν κάποτε κυρίαρχα. Μπορεί να έζησε την ανάδυση μιας φαιάς απειλής, μιας νεοναζιστικής φάλλαγγας που ζητούσε από τους οπαδούς της «ν' ακονίζουν τις ξιφολόγχες στα πεζοδρόμια». Μπορεί την περίοδο 2011-12 να απειλήθηκε σοβαρά, θανάσιμα, ο ίδιος ο φέρων οργανισμός της δημοκρατίας. Αλλά, εν τέλει, η δημοκρατία άντεξε, τα βασικά στοιχεία του πολιτεύματος, με τη μορφή που του έδωσε η μεταπολίτευση, επιβίωσαν της κρίσης. Η Κρίση επιβεβαίωσε την αντοχή του Συντάγματος- όπως έχει πει ο Νίκος Αλιβιζάτος.

Ανοίγει τώρα μια συζήτηση για θεσμικές παρεμβάσεις, συνταγματική αναθεώρηση και αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Ερώτημα πρώτο: Είναι κατάλληλη η στιγμή; Είναι και παραείναι. Γι' αυτό και έχουμε κάθε λόγο να ευχόμαστε να είναι ειλικρινής η πρόθεση και όχι προσχηματική. Να μην είναι, δηλαδή, άλλη μια απόπειρα «στρίβειν δια του Συντάγματος», όπως άλλα κυβερνητικά κόμματα έκαναν στα προ κρίσης χρόνια, για να πετάξουν, σε μια πολιτικά δύσκολη συγκυρία, τη μπάλα στην εξέδρα.

Ερώτημα δεύτερο: Τι είδους αναθεώρηση χρειάζεται το Σύνταγμα; Προφανώς, μια αναθεώρηση που ανταποκρίνεται στην εμπειρία που ζήσαμε. Την εμπειρία των χρόνων της κρίσης, αλλά και των αμέριμνων χρόνων που οδήγησαν στον παροξυσμό της Κρίσης. Το Σύνταγμα άντεξε στην κρίση- αλλά η κρίση έφερε στο φως τις ρωγμές του. Οι αλλαγές, λοιπόν, πρέπει να αποκαταστήσουν τις βλάβες. Και πρέπει προπάντων να αποκαταστήσουν αυτό που κυρίως χάθηκε τα έξι προηγούμενα χρόνια- την εμπιστοσύνη. Η οποία ακόμη εξατμίζεται με σταθερούς ρυθμούς.

Μια συζήτηση έχει ήδη ανοίξει, ιδέες έχουν ήδη διατυπωθεί για ένα λιτότερο, λειτουργικότερο Σύνταγμα, με λιγότερα προνόμια και περισσότερη λογοδοσία για εκείνους που ασκούν εξουσία, με ισχυρότερα και λειτουργικότερα αντίβαρα στην εξουσία τους, με μικρότερα περιθώρια για πολιτικάντικη χειραγώγηση των θεσμών (π.χ. πρόκληση εκλογών λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας), με ένα πιο ενεργό και κυρίαρχο κοινοβούλιο, με βουλευτές που δεν είναι απλώς υπουργοί εν αναμονή, με ισχυρότερη κατοχύρωση της αυτοτέλειας της Δικαιοσύνης και της Δημόσιας Διοίκησης έναντι του νικητή των εκλογών... Η συζήτηση είναι ευπρόσδεκτη. Αλλά το σημαντικότερο- νομίζω- είναι η διαδικασία η ίδια να αποκαθιστά τη χαμένη εμπιστοσύνη στη λειτουργία του δημόσιου χώρου. Και να μην παίζει με την φωτιά που ανάβει εύκολα ο πολιτικός καιροσκοπισμός.

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ιστορικά βιβλία των τελευταίων χρόνων (Ian Buruma: Year Zero) θυμίζει ότι η χειρότερη χρονιά του πολέμου στην Ευρώπη, η πιο αιματηρή, σκληρή, τερατώδης και πολύνεκρη ήταν, παραδόξως, η τελευταία, το 1945. Και η κρίση, στην αποδρομή της- αν βρισκόμαστε εκεί- θα μπορούσε να αποδειχθεί για το δημόσιο πράγμα πιο επικίνδυνη από ότι ήταν στον παροξυσμό της- αν της το επιτρέψουμε.

Δημοφιλή