Η Συνθήκη της Λωζάνης και η ανάγκη για εθνική στρατηγική στην εξωτερική πολιτική

Η αυξανόμενη επιθετικότητα της γειτονικής μας χώρας, ακόμη και αν σε αυτό το σημείο παραμείνει σε ρητορικό επίπεδο, απέναντι στην Ελλάδα, οι συνεχόμενες λεκτικές προκλήσεις από στελέχη του στενού περιβάλλοντος του Τούρκου Προέδρου και η συνεχιζόμενη εξαγωγή της εσωτερικής έντασης στο Αιγαίο, σίγουρα δεν αποτελεί και τον καλύτερο οιωνό για την εξέλιξη των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων. Και αν την πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου δε μπορεί να τη μαντέψει ή να την αποκλείσει κανείς, το δεδομένο είναι ότι η Τουρκία δε θα έχει ως προτεραιότητα τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα οδηγήσουν σε μια κανονικότητα τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις.
Anadolu Agency via Getty Images

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανάλυση ενός ζητήματος που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας είναι η αδυναμία συγκρότησης ενός οργανωμένου, ήρεμου και προσηλωμένου στην εξαγωγή συμπερασμάτων διαλόγου.

Αυτό ακριβώς το ζήτημα αντιμετωπίζουμε και με τις τελευταίες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και με τις συνακόλουθες δηλώσεις και άλλων Τούρκων πολιτικών αξιωματούχων της κυβερνώσας παράταξης που συνεχίζουν στο ίδιο προκλητικό μοτίβο απαξίωσης και αποκαθήλωσης της συνθήκης της Λωζάνης.

Μια πρώτη ανάγνωση, που έχει ήδη γίνει από την πλειοψηφία αναλυτών και δημοσιογράφων, είναι ότι οι δηλώσεις του Ερντογάν εντάσσονται στη μακροχρόνια προσπάθεια που καταβάλλει ο Τούρκος Πρόεδρος να κόψει κάθε γέφυρα με το κυρίαρχο δόγμα και μοντέλο που διαπερνούσε κάθε πτυχή της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της γειτονικής μας χώρας, τον Κεμαλισμό. Είναι γνωστό ότι πρότυπο του Ταγίπ Ερντογάν αποτελεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η προσπάθεια του για τη δημιουργία ενός νέο-οθωμανικού Μουσουλμανικού τόξου επιρροής δεν είναι κάτι που αποτελεί καινοφανή πρακτική για τον Ερντογάν και τα άλλα πολιτικά στελέχη της Κυβερνητικής Παράταξης. Ιδιαίτερα δε μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα η ανάγκη ενός διαζυγίου με το κεμαλικό, και συνακόλουθα κοσμικό, παρελθόν της Τουρκίας αλλά και η δημιουργία ενός νέο εχθρού είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ.

Παράλληλα, δε θα πρέπει να λείπει και από την εξίσωση και μια σημαντική λεπτομέρεια. Η ομιλία του Τούρκου Προέδρου κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε και η επίμαχη αναφορά για τη Συνθήκη της Λωζάνης, πραγματοποιήθηκε την ίδια ημέρα που ανακοινώθηκε και η χρονική επέκταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που είχε θεσπιστεί από το πραξικόπημα και έπειτα στη γειτονική μας χώρα. Η συνισταμένη είναι κοινή: η δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για τη μετατροπή της Τουρκίας από ένα κοσμικό κράτος σε ένα κράτος με χαρακτηριστικά απολυταρχικού και θεοκρατικού καθεστώτος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στελέχη του Κυβερνώντος κόμματος σε δηλώσεις τους παραλληλίζουν τον «αγώνα επιβίωσης» που δίνει ο αρχηγός τους με ένα «δεύτερο πόλεμο ανεξαρτησίας», που στο πλαίσιο αυτό δικαιολογείται και η καθυστέρηση στην άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, αλλά και η αναφορά σε ζητήματα ταμπού για πολιτική και δημοσιογραφική νομενκλατούρα της γειτονικής μας χώρας για δεκαετίες. Ζητήματα που έχουν άμεση αναφορά στην ίδια την αυθυπαρξία και το πολιτικό DNA πάνω στο οποίο δομήθηκε το σύγχρονο Τουρκικό Κράτος.

Και μπορεί στο εσωτερικό πεδίο οι αναφορές των τελευταίων ημερών περί αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης να αποτελούν έμμεσο μοχλό αλλαγής του καθεστώτος και του τρόπου λειτουργίας του πολιτεύματος στο εξωτερικό πεδίο και συγκεκριμένα σε σχέση με την πατρίδα μας η ανάγνωση είναι διαφορετική.

Η αυξανόμενη επιθετικότητα της γειτονικής μας χώρας, ακόμη και αν σε αυτό το σημείο παραμείνει σε ρητορικό επίπεδο, απέναντι στην Ελλάδα, οι συνεχόμενες λεκτικές προκλήσεις από στελέχη του στενού περιβάλλοντος του Τούρκου Προέδρου και η συνεχιζόμενη εξαγωγή της εσωτερικής έντασης στο Αιγαίο, σίγουρα δεν αποτελεί και τον καλύτερο οιωνό για την εξέλιξη των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων. Και αν την πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου δε μπορεί να τη μαντέψει ή να την αποκλείσει κανείς, το δεδομένο είναι ότι η Τουρκία δε θα έχει ως προτεραιότητα τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα οδηγήσουν σε μια κανονικότητα τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις και σε ένα δεύτερο χρόνο, ακόμη και την επίλυση των διαφορών που ταλανίζουν εδώ και χρόνια τις δύο χώρες.

Για αυτούς τους λόγους η ανάγκη για μια εθνική στρατηγική, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, με ορίζοντα μακρόπνοο και στόχευση μακροχρόνια, αποτελεί όχι μόνο επιτακτική ανάγκη αλλά και μονόδρομο, αν επιθυμούμε η πατρίδα μας να είναι ο διαμορφωτής των εξελίξεων στην περιοχή μας και όχι θεατής σε εξελίξεις που ίσως καθορίσουν και το μέλλον της για τα χρόνια που έρχονται. Σε αυτή την εκστρατεία για μια σταθερή εθνική στρατηγική που δε θα αλλάζει μαζί με την εκάστοτε κυβέρνηση ή τον εκάστοτε υπουργό εξωτερικών δε χωράνε μικροπολιτικές στρατηγικές και καθυστερήσεις, γιατί η ιστορία κρίνει τους πάντες. Και κυρίως αυτούς που δεν έδρασαν όταν είχαν τη δυνατότητα να το πράξουν.

Δημοφιλή