Σχέδιο νόμου για τη θαλάσσια χωροταξία: Πολιτική ατολμία VS «η θάλασσα ως νέος ορίζοντας για την Ελλάδα»

Είναι, ωστόσο προφανές οτι δεδομένης της οικονομικής κρίσης και της αναζήτησης αναπτυξιακής προοπτικής στη χώρα, απαιτείται επιτέλους όραμα και συγκρότηση στρατηγικής για μια πραγματική χωρική αλλαγή που θα ενσωματώνει και το θαλάσσιο χώρο. Η Ελλάδα οφείλει να συνειδητοποιήσει οτι η θάλασσα βρίσκεται στην καρδιά των πλανητικών διακυβευμάτων, τόσο ως προς την αστικοποίηση- η ανθρωπότητα είναι περισσότερο πολυπληθής και αστική από ποτέ με τις πλέον δυναμικές και πολυπληθείς αστικές συγκεντρώσεις να βρίσκονται στον παράκτιο χώρο-, όσο και ως προς τις διεθνείς γεωπολιτικές προκλήσεις και τις προκλήσεις που συνεπάγεται η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή μετάβαση.
stock_colors via Getty Images

Αναφορικά με την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της θαλάσσιας χωροταξίας, εν όψει της εφαρμογής της Οδηγίας 2014/89/Ε.Ε./23 Ιουλίου 2014 «Περί θεσπίσεως πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό», η Ελλάδα υποχρεούται να ενεργήσει στην κατεύθυνση της ενσωμάτωσης της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Για το σκοπό αυτό, μόλις εξέδωσε και έθεσε σε διαβούλευση σχετικό σχέδιο νόμου.

Η αλήθεια είναι οτι προ της ανάγκης προσαρμογής στην Οδηγία, η διοίκηση ισχυριζόταν οτι η χώρα δεν έχει άμεση ανάγκη στρατηγικού θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού λόγω μη εκδηλωμένων σοβαρών ανταγωνισμών μεταξύ των θαλάσσιων τομέων σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο και υπάρχει έλλειψη πραγματικής ανάγκης σε συνδυασμό με το μεγάλο μήκος ακτογραμμής (European Commission, country report, 2011). Η θεώρηση αυτή αντανακλούσε ασφαλώς τη γνωστή περιοριστική λογική του χερσαίου σχεδιασμού που επιβάλλεται εν πολλοίς από την δημοσιοϋπαλληλία, μη υπάρχοντος υψηλού επιπέδου διυπουργικού οργάνου με ισχυρή συντονιστική αρμοδιότητα που να ασχολείται προοπτικά με το χωροταξικό σχεδιασμό, με άλλα λόγια από την έλλειψη ουσιαστικής στρατηγικής χωροταξίας, απολύτως απαραίτητης σε μία χώρα με κατακερματισμένο κοινωνικό ιστό όπως η Ελλάδα της κρίσης.

Είναι, ωστόσο προφανές οτι δεδομένης της οικονομικής κρίσης και της αναζήτησης αναπτυξιακής προοπτικής στη χώρα, απαιτείται επιτέλους όραμα και συγκρότηση στρατηγικής για μια πραγματική χωρική αλλαγή που θα ενσωματώνει και το θαλάσσιο χώρο. Η Ελλάδα οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι η θάλασσα βρίσκεται στην καρδιά των πλανητικών διακυβευμάτων, τόσο ως προς την αστικοποίηση- η ανθρωπότητα είναι περισσότερο πολυπληθής και αστική από ποτέ με τις πλέον δυναμικές και πολυπληθείς αστικές συγκεντρώσεις να βρίσκονται στον παράκτιο χώρο-, όσο και ως προς τις διεθνείς γεωπολιτικές προκλήσεις και τις προκλήσεις που συνεπάγεται η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή μετάβαση. Η θάλασσα είναι άλλωστε ένας τομέας κατ'εξοχήν έκφρασης δημοσίου συμφέροντος. Η Ελλάδα μετά την κρίση μπορεί λοιπόν να δώσει το παράδειγμα.

Προκειμένου όμως ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός να είναι «προληπτικός» και όχι εκ των υστέρων και να αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική, απαιτείται άμεσα να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος, πολιτικός, κοινωνικός και ακαδημαϊκός για τις ανάγκες, τους στόχους, τους όρους και τις προοπτικές διαμόρφωσης και εφαρμογής του. Μια απλή διαβούλευση σε ένα νομοσχέδιο που έχει παραχθεί από ένα τομεακό υπουργείο (το Ενέργειας και Περιβάλλοντος) δεν είναι επαρκής για ένα τέτοιας εμβέλειας ζήτημα. Για τη θαλάσσια χωροταξική πολιτική απαιτούνται καταρχήν:

•Ισχυρή πολιτική βούληση και διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής.

•Ενσωμάτωση στο Εθνικό Σύστημα σχεδιασμού, αρχών και κατευθύνσεων για την θάλασσα και τον παράκτιο χώρο (όπως για παράδειγμα η διάδραση γης-θάλασσας). Θα πρέπει να εξετασθεί αν ο ΘΧΣ θα συνδεθεί με τον ήδη υπάρχοντα χερσαίο σχεδιασμό που όπως είναι γνωστό χαρακτηρίζεται από πλήθος παθογενειών και ελλειμμάτων εφαρμογής. Η περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου που εισήγαγε διακριτό σύστημα ΘΧΣ θα πρέπει, κατά την άποψή μας να εξετασθεί και για τη χώρα μας. Ο ΘΧΣ αποτελεί μια πραγματική ευκαιρία να αξιοποιηθούν τα αρνητικά διδάγματα από τον χερσαίο χωροταξικό σχεδιασμό και δεδομένου του διαφορετικού ιδιοκτησιακού καθεστώτος, να προβεί η χώρα σε ένα στρατηγικό ολοκληρωμένο σχεδιασμό απαλλαγμένο από τις πελατειακές λογικές, τη διακριτική εκμετάλλευση της γεωπροσόδου και λοιπές παθογένειες του υφιστάμενου χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.

•Για την έξοδο από την οικονομική κρίση, η εκμετάλλευση των θαλάσσιων φυσικών και άλλων πόρων παράλληλα με αυτούς των χερσαίων παράκτιων περιοχών προυποθέτει, πρώτα απ΄όλα την κατανόηση της πολυεπίπεδης διάστασης της διάδρασης ξηράς-θάλασσας και το κατά πόσον το μοντέλο του χερσαίου χωροταξικού σχεδιασμού μπορεί να μεταφερθεί στη θάλασσα, δεδομένης και της δυσκολίας που έχει διαφανεί διαχρονικά στη διευθέτηση του παράκτιου χώρου που αποτελεί μιά ζώνη μετάβασης. Κατόπιν, ο συντονισμός μεταξύ των διαφορετικών οικονομικών τομέων (οριζόντια) και μεταξύ των επιπέδων διακυβέρνησης (κάθετα) αποτελούν επίσης κρίσιμα ζητούμενα και προυποθέσεις για να αποφευχθεί η επανάληψη της άναρχης και πολλές φορές ασυντόνιστης, χωροβόρου και αναποτελεσματικής χωροταξίας του χερσαίου χώρου, στη θάλασσα.

•Εγκαθίδρυση ουσιαστικής διυπουργικής (και ενδοϋπουργικής) συνεργασίας, ενδεχομένως με τη σύσταση διυπουργικού οργάνου που μπορεί να υπάγεται στο Γρ. πρωθυπουργού ή στο Γραφείο του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης (στο βαθμό που τα ζητήματα αυτά εμπλέκουν ζητήματα γεωπολιτικής σημασίας (Kassinis 2014 & Kyvelou et al., 2014), ασφάλειας και εθνικής άμυνας.

•Ανάληψη του εγχειρήματος από Οργανισμό με ικανότητα άσκησης στρατηγικού χωρικού σχεδιασμού που συμπεριλαμβάνει ευρύτατες συμμετοχικές διαδικασίες και διαβούλευση, αλλά και άσκησης οριζόντιων πολιτικών που θα εμπλέκουν πολλούς διαφορετικούς συμμετόχους (stakeholders), συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτών επενδυτών. Τα σημερινά Υπουργεία που ασκούν κατακερματισμένες αρμοδιότητες ως προς τον χωρικό και οικονομικό/αναπτυξιακό σχεδιασμό ( Γενική Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υπουργείο Ανάπτυξης κλπ) δεν μπορούν κατά την άποψή μας να συνεχίσουν να λειτουργούν κατ' αυτό τον τρόπο και ως προς τη θαλάσσια χωροταξία. Είναι βέβαιο οτι η απόκλιση έως σύγκρουση που εκφράζεται στην ΕΕ μεταξύ της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής (ΟΘΠ) και της Οδηγίας-Πλαίσιο για τη Θαλάσσια Στρατηγική (ΟΠΘΣ) θα μεταφερθεί και στο επίπεδο αυτό με αποτέλεσμα την αναποτελεσματικότητα εφαρμογής των επενδυτικών σχεδίων στη θάλασσα.

•Συγκέντρωση από επί μέρους φορείς, Ευρωπαϊκούς και εθνικούς, της απαραίτητης χωρικής πληροφορίας και δημιουργίας νέας. Απαιτείται μια «evidence-based policy» εναρμονισμένη με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Τέλος, όσον αφορά στους στόχους, θα πρέπει να περιλαμβάνονται, κατά προτεραιότητα εκτός από την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, η καλή οικολογική κατάσταση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, η αειφόρος διαχείριση των θαλάσσιων πόρων, η αντιμετώπιση των συσσωρευμένων επιπτώσεων του τουρισμού, η σύνδεση με τις ρυθμίσεις στον παράκτιο χώρο, η προσαρμοστική διαχείριση (adaptive management) και η εισαγωγή της νέας έννοιας και πρακτικής της «πράσινης υποδομής» (green infrastructure) η οποία μπορεί, εκτός των άλλων να παίξει ρόλο στη διάχυση του οφέλους από τη γαλάζια ανάπτυξη στην ενδοχώρα, δηλαδή στην περιφερειακή θεώρηση του θαλάσσιου σχεδιασμού (Κυβέλου 2015) με τις αντίστοιχες μεταφορές αρμοδιοτήτων στις περιφέρειες και στις πόλεις (Kern και Gilek 2015), κάτι που μπορεί να αποτελέσει υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης, καταλύτη για την περιφερειακή και εθνική οικονομία.

Μια προσαρμοστική, οικοσυστημική και ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη διαχείριση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στους παράκτιους και θαλάσσιους χώρους φαίνεται να είναι ο καλύτερος δρόμος που θα μπορούσε να ακολουθήσει ο ΘΧΣ στο πλαίσιο της μετατόπισης του ενδιαφέροντος από τη «δικαιοδοτική» σημασία της θάλασσας σε μιά έννοια «κληροδοτηματοποίησής» της (patrimonialisation) που αποτελεί τη σύγχρονη τάση στην αντιμετώπιση αυτού του παγκόσμιου κοινού αγαθού.

Υπάρχει φυσικά και το ζήτημα του σχεδιασμού του θαλάσσιου συστήματος με βάση τις αρχές της «σκληρής» ή αντίστοιχα της «ήπιας» βιωσιμότητας κάτι που ελλοχεύει πραγματικές διαφορές και κινδύνους. Αν και η διαχείριση με βάση το οικοσύστημα (σκληρή βιωσιμότητα, hard sustainability) είναι περισσότερο «προληπτική», δίδοντας έμφαση στην επίτευξη/διατήρηση των οικοσυστημάτων και στην καλή περιβαλλοντική κατάσταση, δεν υπάρχει καμία διαβεβαίωση ότι θα είναι πιο αποτελεσματική σε σχέση με ένα ολοκληρωμένο ΘΧΣ (ήπια βιωσιμότητα, soft sustainability) στην επίτευξη βιώσιμης διαχείρισης των θαλασσών και των ωκεανών. Τελικά, όλα θα εξαρτηθούν από το πώς οι θαλάσσιες διαδικασίες προγραμματισμού και διαχείρισης θα διεξαχθούν καθώς και από το πώς θα υπολογισθούν και θα αξιολογηθούν τα όρια του θαλάσσιου οικοσυστήματος, στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας.

Η θάλασσα, νέος ορίζοντας για την Ελλάδα;

«Τα δάκρυα των υπηκόων μας έχουν την αλμυρή γεύση της θάλασσας που έχουν αγνοήσει» - Richelieu.

H φράση αυτή του Richelieu, αν και αφορά στη Γαλλία η οποία τόσο ιστορικά όσο και σήμερα φαίνεται να έχει «γυρίσει την πλάτη» στη θάλασσα (Jean-Luc Melenchon, 2014), θα μπορούσε κάλλιστα να αφορά, εξαιρώντας φυσικά τη ναυτιλία, και στην Ελλάδα. Μεσογειακή χώρα, άρρηκτα συνδεδεμένη με την θάλασσα, με μήκος ακτών 16.000 χλμ., δεύτερη μετά τη Νορβηγία στην Ευρώπη και 10η στον κόσμο, με το 80% του πληθυσμού της να κατοικεί στην παράκτια ζώνη των 10χλμ. και με σημαντικό παράκτιο τουρισμό, η Ελλάδα θα έπρεπε να ήταν πρωτοπόρος στην υιοθέτηση ολοκληρωμένης πολιτικής θαλάσσιου χωρικού σχεδιασμού με εθνικούς στόχους και επιδιώξεις.

H θάλασσα θα έπρεπε να έχει τη «γεύση του μέλλοντος» για τους Έλληνες. Αντ' αυτού, η χώρα παρουσιάζει αδυναμία εφαρμογής της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών και σημαντική καθυστέρηση αλλά και όπως δείχνει και το πρόσφατο νομοσχέδιο, ελλιπείς, άτολμες έως και ανεπιτυχείς προσπάθειες ως προς την οργάνωση μιας συντονισμένης κρατικής στρατηγικής για τη θαλάσσια χωροταξία.

Βλ. Νομοσχέδιο με τίτλο «Θαλάσσιος Χωροταξικός σχεδιασμός. Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014»

Στο θέμα αυτό η γνώση που έχει παραχθεί από το Πρόγραμμα ESPONμπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμη. Για τα ευρήματα του Προγράμματος ESPON βλέπετε και www.espon.eu

Η προσαρμοστική διαχείριση (adaptive management) είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των οικοσυστημάτων, και συνεπώς για τη μακροπρόθεσμη επάρκεια του ΘΧΣ, μέσω ενός μηχανισμού που θα επιτρέπει στους υπεύθυνους φορείς την αναθεώρηση, επανασχεδιασμό και επανεξέταση των σχεδιαστικών και διαχειριστικών επιλογών κατά μήκος του χρόνου.

Για μιά πληρέστερη προσέγγιση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) βλέπετε και Κυβέλου Στ.(επιμέλεια), «Θαλάσσια χωρικά Ζητήματα : θαλάσσια διάσταση της εδαφικής συνοχής, θαλάσσια χωροταξία, βιώσιμη γαλάζια ανάπτυξη», Εκδόσεις ΚΡΙΤΙΚΗ, Αθήνα, 2016

Δημοφιλή