Αυτοκριτική της κοινωνίας που διψά για αίμα

Αυτοκριτική της κοινωνίας που διψά για αίμα
GOLFX via Getty Images

Όλα όσα παρακολούθησα στον ψηφιακό κοσμοχώρο και ευρύτερα στην κοινωνία, ομολογώ πως καθόλου έκπληξη δε μου προκάλεσαν. Θλίβομαι, αλλά έκπληξη δε νιώθω.

Δεκάδες σενάρια γράφτηκαν, κι άλλα τόσα ειπώθηκαν για το διπλό φονικό στην Κύπρο. Πέρα όμως από το απαράδεκτο της κίνησης συγκεκριμένων μέσων ενημέρωσης να αναπαράγουν την κάθε ατεκμηρίωτη βλακεία, οφείλουμε να αναρωτηθούμε γιατί εμείς οι ίδιοι συμμετείχαμε σε όλο αυτό.

Στα δικά μου μάτια βλέπω μια κοινωνία ανίκανη να αποδεχθεί τα όρια και τις αδυναμίες της, τις αρετές και τις ικανότητες, και να πορευθεί τον Ρουβικώνα της. Ξέρεις, εμείς μπορεί να χτίζουμε πύργους θεόρατους αλλά Κολοσσαίο δεν έχουμε, και μιας που δεν έχουμε πρέπει κάθε φορά να αρπάζουμε την ευκαιρία και να πίνουμε αίμα. Πολύ αίμα.

Κολλημένοι μπροστά από τις κάθε λογής οθόνες, περιμένουμε τα νέα για το τραγικό συμβάν, ώστε να μπορούμε να κομπάσουμε ότι ξέρουμε και καλά την «παρτιτούρα», ότι διαβάσαμε καλά «τον συγγραφέα του σεναρίου». Αναρωτήθηκες μήπως γιατί η τόση πρεμούρα να πεις πρώτος το μάθημα σε καθετί τραγικό που χρειάζεται να ερευνηθεί; Και η έρευνα ποτέ δεν είναι μπες-βγες.

Σ’ αυτό λοιπόν το απαράδεκτο σκηνικό, η απάντηση είναι απλή: αίμα. Δε χάνουμε ευκαιρία να ζητήσουμε όλο και περισσότερο αίμα κι έτσι καθοδηγούμε υποσυνείδητα τις πράξεις των μέσων - που διόλου αθώα είναι. Η κίτρινη προσπάθεια διέγερσης των ενστίκτων της κοινωνίας που διψά για αίμα, δυστυχώς παίρνει τον ρόλο του λειτουργήματος.

Δεν είναι η πρώτη φορά που το αίμα των συνανθρώπων μας γίνεται νέκταρ για να ξεδιψάσει το εθνοκτόνο δίπολο στο οποίο ζούμε από τότε που η πατρίδα μας δεν ήταν μισή. Με τις φωτογραφίες των 121 που χάθηκαν άδικα από το αεροπορικό της «Ήλιος» στο Γραμματικό, των νέων που σέρνονται στον Μολώχ της ασφάλτου, κι εμείς σπεύδουμε να δούμε το στραπατσαρισμένο αμάξι, και να καταδικάσουμε μετά εκείνους που ψάχνουν στα σκουπίδια για ένα κομμάτι φαΐ.

Μέσα σ’ όλα αυτά θυμήθηκα και την τραγική υπόθεση που είχα παρακολουθήσει πριν μερικά χρόνια στην καναδική εκπομπή «Μέι-ντει», με την συντριβή του αεροπλάνου που μετέφερε τους Μπέμπηδες της Μάντσεστερ, από το Μόναχο το 1958. Αποτυπώθηκε στο μυαλό μου ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία με τι ευλογίες των μίντια, βρήκε κάποιον για να τον ονομάσει «κακό» και να κλείσει γρήγορα την υπόθεση. Όχι απλά στιγμάτισαν αλλά οδήγησαν τον πιλότο του αεροσκάφους σε μια σειρά επίπονων και μακροχρόνιων δικαστικών αγώνων. Χρειάστηκαν δέκα ολόκληρα χρόνια για να καταφέρει να αποδείξει ότι δεν ήταν παρά λάθος του γερμανικού αεροδρομίου.

Βέβαια, τότε δεν υπήρχε καν διαδίκτυο και η δουλειά γινόταν από τον έντυπο τύπο. Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν, έγιναν γρηγορότερα αλλά ένα πράγμα παραμένει το ίδιο και απαράλλακτο: ο θάνατος, ο πόνος και η τραγωδία εξακολουθούν να χρηματίζονται. Είναι πραγματικά ελπιδοφόρα η προσπάθεια που γίνεται για να σταματήσει αυτό. Τουλάχιστον διαδικτυακά, το Facebook απαγορεύει τη δημιουργία εσόδων από τέτοιες δημοσιεύσεις.

ΥΓ: Είναι για αυτό που η δική μου η «δίψα για καθαρό ουρανό» με κάνει να αισιοδοξώ. Αισιοδοξώ, μου λέω, και απορώ.

Δημοφιλή