Αιμίλιος Χειλάκης - Αθηνά Μαξίμου: Είμαστε μπουλουκτσήδες

«Εμείς επισκεπτόμαστε έναν μύθο, το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας». Τον αναλύουμε, τον ανασυντάσσουμε και σας τον δείχνουμε για να τον επισκεφθείτε».
Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

«... Εκτός όλων των άλλων, ο Σαίξπηρ, όπως και ο Μολιέρος, ακουμπάει ένα αρχετυπικό σύστημα θεάτρου. Εννοώ, το μπουλούκι. Το έργο τελειώνει με τον Πουκ να λέει στο κοινό συγγνώμη αν σας ενοχλήσαμε, πείτε στους άλλους ότι σας άρεσε να′ ρθούνε. Το λέει με έναν τρόπο εκβιαστικό, πολύ απλά, γιατί τότε, στην εποχή του Σαίξπηρ, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι θεατές ήταν όρθιοι, οι θέσεις ήταν πολύ λίγες -μιλάμε για λαϊκό θέαμα- κι αν δεν τους άρεσε η παράσταση κάνανε φασαρία. Εάν σήμερα λέμε για τον θεατή που ανοίγει το κινητό και φωτίζεται η φατσούλα του, τότε ήταν πολύ πιο άγριο το πράγμα. Αν δεν τους άρεσε άρχιζαν το γιουχάρισμα και πετούσαν στη σκηνή ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Και ξαφνικά, στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» έρχεται ένα ξωτικό και λέει, εάν δεν σας άρεσε, λυπούμαστε, την επόμενη φορά θα είμαστε καλύτεροι. Γι αυτό αν είστε φίλοι μας χειροκροτήστε μας....»

Λίγο πριν από την πρεμιέρα, τη Δευτέρα 15 Ιουλίου, στο Θέατρο Πέτρας, της νέας παράστασης τους με το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του Σαίξπηρ, ο Αιμίλιος Χειλάκης και η Αθηνά Μαξίμου, ζευγάρι στη ζωή και στη σκηνή, μιλούν στη HuffPost.

Για τον Σαίξπηρ, τον Μολιέρο και τον τρόπο που οι ίδιοι διαχειρίζονταν τόσο τα έργα τους όσο και το κοινό, για την «ερμηνεία» και το «έπος», για το «έτσι ζούμε, δεν είμαστε πνευματικοί άνθρωποι, είμαστε μπουλουκτσήδες με πολύ χαρά», για το γιορτινό και την ίδια στιγμή σκοτεινό ερωτικό γαϊτανάκι μια νύχτα του μεσοκαλόκαιρου που αφηγείται το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας», αλλά και για τη σχέση τους που μετράει δεκαπέντε χρόνια.

-Το Ονειρο Καλοκαιρινής Νύχτας είναι γοητευτικό, αλλά και δύσκολο έργο.

Μόνο δύσκολο (γέλια).

Α.Χ.: Νομίζω ότι ο Σαίξπηρ το έγραψε για να εκδικηθεί για τα επόμενα τριακόσια χρόνια -πιθανώς, και χίλια- όποιον επιχειρήσει να ασχοληθεί μαζί του.

Α.Μ.: Είναι ένα έργο κατά παραγγελία, έτσι κι αλλιώς. Λέγεται ότι γράφτηκε για έναν γάμο που θα γινόταν σε κάποιο ανάκτορο στην Αγγλία.

Α.Χ.: Έχει μέσα τέσσερα διαφορετικά προσχέδια. Όλη η πρώτη σκηνή μοιάζει λες και είναι κλεμμένη από τον «Οθέλλο». Η σκηνή του θεατρικού με τη Θίσβη και τον Πύραμο είναι «Ρωμαίος και Ιουλιέτα».

Α.Μ. ...Το οποίο ήταν ακριβώς το προηγούμενο του έργο.

Α.Χ.: Η αίσθηση των δαιμονίων και τελωνίων είναι Άριελ και Πρόσπερο. Αλλά δεν είναι με το βάθος της «Τρικυμίας». Ο Όμπερον, ο Πουκ δεν έχουν το βάθος του Πρόσπερο και του Άριελ, είναι κάτι τύποι που τα κάνουν λίγο μπάχαλο. Μόνο και μόνο για να δημιουργηθεί μια αίσθηση καρναβαλιού. Το πιο «σοβαρό» που συμβαίνει μέσα στο έργο είναι τα δύο ζευγάρια. Αυτό που ψάχνουμε να βρούμε και διαρκώς μάς έρχονται ύφαλοι...

Α.Μ.: ... Όλο και γλιστράει.

Α.Χ.: Είναι τέσσερις νέοι μέσα σε ένα δάσος. Πόσο πιο η αποθέωση των ορμών; Κι αυτό ξεγλιστράει. Γιατί έρχεται η επόμενη σκηνή των μαστόρων που μαγεύονται, που είναι όχι απλά μία σκηνή comic relief, αλλά χωριάτικα comic relief. Εδώ δεν σ′ αφήνει ο Σαίξπηρ να εμβαθύνεις.

“Όταν παίζονταν τα έργα του Σαίξπηρ στο θέατρο Γκλόουμπ οι παραστάσεις δεν ξεπερνούσαν τις δύο ώρες. Τα έργα του Σαίξπηρ –αυτά που έχουν εκδοθεί- είναι τετράωρα. Σημαίνει πως ο Σαίξπηρ έκανε μικρές βερσιόν των έργων που αργότερα τύπωνε.”

Α.Μ.: Σ′ αφήνει μόνο εάν μπεις στη διαδικασία να το πειράξεις πολύ.

Α.Χ.: Το έχουμε πειράξει πολύ.

-Τα πειράζουμε ή όχι τα μεγάλα -τα κλασικά- έργα;

Α.Μ.: Οι παραστάσεις μιλούν σε ανθρώπους του 2019 και όχι του 1500.

Α.Χ.: Η απάντηση είναι ότι τα κείμενα της αρχαίας τραγωδίας που έχουμε στους κώδικες οι οποίοι βρίσκονται στην Οξφόρδη και στα άλλα μεγάλα πανεπιστήμια, είναι πειραγμένα. Δεν είναι αυτά που έγραψε ο Ευριπίδης, ο Σοφοκλής και ο Αισχύλος.

Α.Μ.: Εκτός αυτού -που ίσχυε και για τους ίδιους τους συγγραφείς- τα κείμενα είναι εργαλεία με τα οποία ήθελαν να πουν κάτι στους σύγχρονους τους. Να διατυπώσουν την άποψη τους. Να καταθέσουν μία ιδέα την οποία ήθελαν να μοιραστούν. Να πάνε παρακάτω την ανθρωπότητα, εν πάση περιπτώσει. Το ίδιο ισχύει και σήμερα. Είναι εργαλεία προκειμένου να μιλήσουμε για τον άνθρωπο, τα λάθη που επαναλαμβάνει, τα σημεία στα οποία υπολείπεται, αυτά που συμβαίνουν στις κοινωνίες μας. Αυτό είναι η λογοτεχνία.

Α.Χ.: Όταν παίζονταν τα έργα του Σαίξπηρ στο θέατρο Γκλόουμπ οι παραστάσεις δεν ξεπερνούσαν τις δύο ώρες. Τα έργα του Σαίξπηρ –αυτά που έχουν εκδοθεί- είναι τετράωρα. Σημαίνει πως ο Σαίξπηρ έκανε μικρές βερσιόν των έργων που αργότερα τύπωνε.

Α.Μ.: Ο ίδιος δηλαδή, τα «έκοβε». Από μόνος του.

Α.Χ.: Σύμφωνα με τους μελετητές του Σαίξπηρ αυτά -δεν πρόκειται για ευφυολόγημα δικό μας. Δεν παίχτηκε ποτέ ο τυπωμένος «Άμλετ» που είναι τέσσερις ώρες. Παιζόταν μία παράσταση δύο ωρών. Οι πηγές λένε ότι ο μονόλογος του Άμλετ «To be or not to be» ήταν κάθε φορά σε διαφορετική θέση μέσα στην παράσταση. Τυπώθηκε κάποια στιγμή να είναι στη συγκεκριμένη θέση. Με άλλα λόγια, ο Σαίξπηρ δεν είχε καταλήξει. Είχε γράψει έναν μονόλογο. Είπε στον πρωταγωνιστή, πες τον μετά τον Πολώνιο και την άλλη μέρα του είπε, όχι, σήμερα θα τον πεις πριν από αυτό το σημείο. Τα μεγάλα κείμενα, είναι, όπως είπε η Αθηνά, με έναν τρόπο, φάροι. Σηματωροί.

Α.Μ.: Είμαστε ευτυχισμένοι που έχουμε μία τέτοια εργαλειοθήκη και ευγνώμονες που υπήρξαν αυτοί οι άνθρωποι και που θα υπάρξουν και άλλοι στο μέλλον.

Α.Χ.: Η Αθηνά, ο Μανώλης Δούνιας κι εγώ, που τα τελευταία χρόνια συνεργαζόμαστε, είμαστε οπαδοί της ερώτησης. Εννοώ, ρωτάμε κι εμείς από σκηνής τον κόσμο με το εργαλείο που έχει ο Σαίξπηρ, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης ή, ο Αισχύλος. Αυτοί κάνουν μεγάλες ερωτήσεις, δεν δίνουν απαντήσεις.

Α.Μ.: Σα να ζητάμε, κάνοντας αυτή τη δουλειά, να συναντηθούμε με άλλους ανθρώπους. Αντί για μία προεκλογική συγκέντρωση -το λέω επειδή είχαμε πρόσφατα εκλογές- είναι σα να δίνουμε ραντεβού, σκύβοντας όλοι μαζί και εμείς και οι θεατές (εμείς λίγο παραπάνω επειδή έχουμε ασχοληθεί πριν από το ραντεβού, σαν να έχουμε γράψει την ομιλία μας) σε ένα θέμα κάνοντας ερωτήσεις. Σαν να λέμε, παιδιά, τι γίνεται με αυτό σήμερα;

-Μία πρόσκληση σε δημόσιο διάλογο.

Α.Χ. Το θέατρο γεννήθηκε ως ανάγκη, ως εργαλείο δημοκρατίας. Είναι ένας επισκέψιμος χώρος. Εμείς επισκεπτόμαστε έναν μύθο, το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας». Τον έχουμε προεπισκεφθεί, τον αναλύουμε, τον ανασυντάσσουμε, σας τον δείχνουμε για να τον επισκεφθείτε. Όλοι μαζί είμαστε επισκέπτες του. Και εμείς επί σκηνής και εσείς.

-Εσείς ως ξεναγοί μας.

Α.Μ.: Ακριβώς.

Α.Χ.: Γι αυτό και κάνουμε λόγο για «ερμηνεία». Η μεγάλη ερμηνεία του Αιμίλιου Βεάκη στον «Βασιλιά Λιρ» σημαίνει ότι ήταν μεγάλος ο τρόπος που αντιλήφθηκε αυτός ο άνθρωπος τι λέει το κείμενο. Εμείς σας καλούμε να επισκεφθούμε όλοι μαζί...

Α.Μ.: ... Μια ιστορία. Κι ως συνήθως όλοι οι γνωστοί μύθοι κάτι θέλουν να μας πουν.

-Έτσι κι αλλιώς οι μύθοι μετασχηματίζονται μέσω της αφήγησης.

Α.Χ.: Είπες τη λέξη αφήγηση. Ξέρεις τι θα πει «επικό θέατρο» που λέμε για τον Μπρεχτ; Αυτό το οποίο έχει ειπωθεί. Αυτό είναι το έπος. Τα ομηρικά έπη είναι ακριβώς αυτό: Έτσι το είπε τότε ο Αχιλλέας, έτσι το είπε ο Αγαμέμνων, ο Πάρις, ο Πρίαμος, έτσι το είπε ο Έκτορας.

Α.Μ.: Με τον καιρό έχασε την πρώτη σημασία και έννοια της η λέξη.

Α.Χ.: Έπος δεν είναι το πολύ μεγάλο, το γιγάντιο, το φαραωνικό. Το επικό θέατρο που έφερε ξανά κάποια στιγμή στον 20ό αιώνα ως ανάγκη ο Μπρεχτ είναι, σας λέω, πώς ειπώθηκε κάτι, κάποια στιγμή, σε ένα λογοτεχνικό παρελθόν.

Α.Μ.: Και για να μπορώ να σας το πω πρέπει να πάρω απόσταση. Όπως κάνουμε κι εμείς στη δική μας, ιδιωτική μυθολογία, όταν πρέπει να πάρουμε μία απόφαση. Εν θερμώ δεν μπορείς να δεις καθαρά.

“Σε ένα φανταστικό λογοτεχνικό παρελθόν του μύθου ήμουν εκεί. Το είδα και θα σας πω πώς έγινε. Γιατί μιλάω με το φαντασιακό. Εν λίγοις, τα πάντα πειράζεις.”

Α.Χ.: Σε ένα φανταστικό λογοτεχνικό παρελθόν του μύθου ήμουν εκεί. Το είδα και θα σας πω πώς έγινε. Γιατί μιλάω με το φαντασιακό. Εν λίγοις, τα πάντα πειράζεις.

Α.Μ.: Μπορεί να χρειαστεί να πειράξεις το έργο για να το καταλάβεις. Δεν λέω ότι είναι αυτοσκοπός να πειράζεις τα κείμενα.

-Σε ένα νεαρό θεατή που κάπου -ίσως- έχει ακούσει το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας», ξέρει ότι πρόκειται για έργο του Σαίξπηρ, αλλά δεν του είναι οικείο όπως ο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», πώς συνοψίζεις την υπόθεση, τι του λες γι′ αυτό το ερωτικό πανηγύρι;

Α.Χ.: Κατ′ αρχάς μία ατάκα: Κλείσε τα πορνοσάιτ και έλα να δεις τι είναι ο σεξουαλισμός. Σε ένα έργο γραμμένο πριν από τετρακόσια χρόνια. Για να καταλάβεις γιατί μεταμορφώνεται ο Πάτος σε γαϊδούρι. Επειδή είναι το πιο αφελές; Όχι, επειδή είναι το οικόσιτο με τα μεγαλύτερα προσόντα. Ή, γιατί η βασίλισσα των ξωτικών μαγεύεται να ερωτευθεί ένα γαϊδούρι.

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Α.Μ.: Στο έργο έχει τα μαγικά φίλτρα. Ξαφνικά στάζει ο Πουκ ή ο Όμπερον στα μάτια κάποιου ένα φίλτρο και από κει που είναι ερωτευμένος με ένα πρόσωπο το ξε-ερωτεύεται και ερωτεύεται άλλο. Και σκεφτόμουν τις προάλλες ποια είναι η έννοια του φίλτρου στη δική μας κοινωνία. Και μου ήρθε αυτός ο πανικός που συμβαίνει στα social media, όπου επίσης ξαφνικά, νέοι και μεγαλύτεροι, μέσα από αυτό το φίλτρο, βλέποντας ένα κείμενο, μία ανάρτηση, ερωτεύονται κάποιον που δεν έχουν δει ποτέ. Κι ενώ αρχίζουν τα κατεβατά, όταν συναντιούνται δεν συμβαίνει τίποτα.

Α.Χ.: Το θέμα είναι ότι τη στιγμή που ερωτεύονται ή ξε-ερωτεύονται (τα δύο αγόρια ειδικά, τα κορίτσια δεν μαγεύονται, τα αγόρια μαγεύονται), είναι τόσο προσβλητικά στα κορίτσια, τόσο χυδαία -ξαφνικά κάποιος απλά θέλει κάποιον. Ο Δημήτριος θέλει την Ελένη και η Ελένη δεν τον θέλει πια, γιατί βλέπει κάτι πάρα πολύ χυδαίο.

Α.Μ.: Ξαφνικά τα δύο αγόρια μέσα στο δάσος -αλλά και τα κορίτσια, κατά την ταπεινή μου γνώμη- γίνονται πολύ επιθετικά το ένα με το άλλο και λέγονται πράγματα τα οποία σε μία φυσιολογική κατάσταση -όχι θεατρική- δεν θα ξυπνούσαν την άλλη μέρα και θα ταν όλα μέλι - γάλα. Δεν θα έλεγαν, εντάξει, πάμε να παντρευτούμε τώρα, θα ’λεγαν, δεν θέλω να σε ξαναδώ στη ζωή μου, ενδεχομένως. Λέγονται πολύ σκληρά πράγματα.

-Η σχέση σας με τον Σαίξπηρ έχει παρελθόν.

Α.Χ.: Έχουμε κάνει μαζί «Οθέλλο» πριν από δώδεκα - δεκατρία χρόνια.

-Δεν αναφέρω καν τον «Άμλετ» -μόνος ή με άλλους.

Α.Χ.: Ανήκει στην προσωπική μας μυθολογία. Μπαίνεις στη δραματική σχολή δεκαετία του ’80 και για τρία χρόνια κάνεις Σαίξπηρ, Τσέχωφ, Γκόρκι, Ίψεν. Θυμάμαι που μου είχε δώσει Αμλετ η Ρένη Πιττακή στη σχολή. Άθλιος ήμουν (το θυμάται και η Ρένη). Πέραν αυτού, μπαίνεις στη διαδικασία να μελετήσεις ποιητές οι οποίοι έκαναν παραστατική τέχνη, μεγάλους ποιητές που κάνουν και μεγάλες ιστορίες -φαντάσου τον Καβάφη να γράφει θεατρικό. Οι μελετητές λένε ότι ο Σαίξπηρ στα κείμενα του σπάνια χρησιμοποιεί δύο φορές την ίδια λέξη. Έχει μιλήσει για τα πράγματα με τον πιο ποιητικό των λόγων.

“Ο Μολιέρος ανέβαινε στη σκηνή και έπαιζε με το πουγκί της είσπραξης. Ξέρεις πόσες φορές έχω παίξει όταν ήμουν παραγωγός με την είσπραξη; Έπαιζα Οιδίποδα και είχα το τσαντάκι με την είσπραξη μαζί μου. Έτσι ζούμε, δεν είμαστε πνευματικοί άνθρωποι.”

Α. Μ.: Εκτός αυτού, αυτό που σε ερεθίζει είναι ότι ο Σαίξπηρ, όπως και ο Μολιέρος, ακουμπάει ένα αρχετυπικό σύστημα θεάτρου. Εννοώ, το μπουλούκι. Το έργο τελειώνει με τον Πουκ να λέει στο κοινό συγγνώμη αν σας ενοχλήσαμε, πείτε στους άλλους ότι σας άρεσε να′ ρθούνε. Το λέει με έναν τρόπο εκβιαστικό, πολύ απλά, γιατί τότε, στην εποχή του, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι θεατές ήταν όρθιοι, οι θέσεις ήταν πολύ λίγες -μιλάμε για λαϊκό θέαμα- κι αν δεν τους άρεσε κάνανε φασαρία. Εάν σήμερα λέμε για τον θεατή που ανοίγει το κινητό και φωτίζεται η φατσούλα του, τότε ήταν πολύ πιο άγριο το πράγμα. Αν δεν τους άρεσε άρχιζαν το γιουχάρισμα και πετούσαν στη σκηνή ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Και ξαφνικά, στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» έρχεται ένα ξωτικό και λέει, εάν δεν σας άρεσε, λυπούμαστε, την επόμενη φορά θα είμαστε καλύτεροι. Γι αυτό αν είστε φίλοι μας χειροκροτήστε μας.

Α.Χ.: Ο Μολιέρος πολλές φορές ξεκινούσε την παράσταση αφότου έκλεινε το ταμείο (το οποίο κρατούσε ο ίδιος).

Α.Μ.: Ο Ταρτούφος εμφανίζεται μισή ώρα αφότου έχει ξεκινήσει το έργο. Και ξέρεις γιατί; Επειδή έπρεπε ο Μολιέρος πρώτα να κάνει ταμείο και μετά να βγει στη σκηνή.

Α.Χ.: Ο Μολιέρος ανέβαινε στη σκηνή και έπαιζε με το πουγκί της είσπραξης. Ξέρεις πόσες φορές έχω παίξει όταν ήμουν παραγωγός με την είσπραξη; Έπαιζα Οιδίποδα και είχα το τσαντάκι με την είσπραξη μαζί μου. Ευτυχώς δεν είμαι παραγωγός πια (γέλια)... Έτσι ζούμε, δεν είμαστε πνευματικοί άνθρωποι. Ασχολούμαστε με το πνεύμα, αλλά δεν είμαστε εμείς πνευματικοί άνθρωποι. Δημιουργούμε επισκέψιμους χώρους. Είμαστε μπουλουκτσήδες με πολύ χαρά.

Α.Μ.: Γιατί οι ιστορίες είναι πιο σημαντικές από εμάς και θα είναι εδώ και μετά από εμάς. Αν θεωρήσω τον εαυτό μου πιο σπουδαίο από την ιστορία -κοιτάξτε πώς σας λέω εγώ την ιστορία αυτή- έχει γίνει παρεξήγηση.

Α.Χ.: Πρέπει να είσαι πολύ βλάκας για να νομίζεις ότι είσαι σπουδαιότερος από τον Άμλετ. Κανένας Λόρενς Ολιβιέ δεν είναι μεγαλύτερος από τον Άμλετ.

“Οι μεγάλες σχέσεις αποδεικνύουν πόσο γενναίος είσαι.”

-Κι αυτή η άποψη που θέλει την περίοδο της ενασχόλησης με τα κλασικά έργα οι ηθοποιοί να είναι σε μία άλλη συνθήκη, σε ένα άλλο mood, πόση αλήθεια ή ψεύδος εμπεριέχει;

Α.Μ.: Είναι αυτισμός. Τι λέμε τώρα;

Α.Μ.: Όποιος το λέει πουλάει κάτι για να το αγοράσουν κάποιοι και να τον θεωρήσουν σημαντικό. Όχι. Σας αφηγούμαστε μια ιστορία. Μετά θα πάμε να φάμε.

-Δουλεύετε μαζί στο θέατρο -το επιδιώκετε- οπότε το ερώτημα είναι, αυτό το «μαζί» στη δουλειά και στο σπίτι δεν είναι βάρος;

Α.Μ.: Δεν το αισθάνομαι έτσι, καθόλου. Το μόνο, ας πούμε, μειονέκτημα, παρότι καταλαβαίνει απόλυτα ο ένας στον άλλον, είναι ότι υπάρχει μία μεγαλύτερη οικειότητα -φαντάζομαι και ο Αιμίλιος συμφωνεί σε αυτό. Αν, ας πούμε, με σκηνοθετούσε ένας άλλος άνθρωπος μπορεί να μην γυρνούσα με την ίδια ευκολία να του πω, αυτό νομίζω ότι είναι χάσιμο χρόνου. Να το κάνω, αλλά νομίζω ότι δεν θα το χρειαστούμε. Τώρα, λόγω αυτής της οικειότητας, ενδεχομένως μπορώ να το πω. Και να στερήσω από τον Αιμίλιο κάτι που δεν θα στερούσα από έναν άλλον σκηνοθέτη -να το κάνω κι αν το χρειάζεται να το κρατήσει.

-Ναι, αλλά δεν είναι περιοριστικό; Μπορείς να πεις ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα συνεργαστώ με πέντε διαφορετικούς σκηνοθέτες;

Α.Μ.: Όχι, γιατί ήδη από τον Οκτώβριο οπότε και θα μπούμε στο θέατρο Βεάκη με το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» θα συνεργαστούμε και με άλλους: Ο Δημήτρης Καραντζάς θα κάνει «Τρεις Αδελφές» -είμαστε ηθοποιοί του Δημήτρη- και μετά...

“Εγώ έχω ερωτευθεί την Αθηνά από σκηνής.”

Α.Χ.: ... Το 2021 θα είμαστε με την Κατερίνα Ευαγγελάτου.

-Είστε περίπου δεκαπέντε χρόνια μαζί. Πότε και πώς γνωριστήκατε;

Α.Μ.: Μας είχε γνωρίσει στο «Γκαζάκι», ένα στέκι που δεν υπάρχει πια, ο Νίκος Καραθάνος. Δούλευα τότε με τον Νίκο και συναντηθήκαμε -ήταν και ο Αιμίλιος με την τότε σχέση του- είπαμε ένα γειά, αυτό ήταν. Έτσι συναντηθήκαμε.

Α.Χ.: Μετά, τον Απρίλιο του 2004, πήγα να δω μία παράσταση του Βασίλη Παπαβασιλείου, με τον οποίον επρόκειτο να συνεργαστούμε την επόμενη χρονιά, στην οποία έπαιζε η Αθηνά κι εκεί ξεκίνησε. Εγώ έχω ερωτευθεί την Αθηνά από σκηνής.

Α.Μ.: Κάναμε αυτόν τον ερωτικό διάλογο.

Α.Χ.: Είναι κάτι που λέω συχνά σε συναδέλφους, μπορείτε τη στιγμή που παίζετε να διαρρήξετε τον χωροχρόνο; Να σας δει κάποιος και να ξεχάσει τι ώρα είναι; Δεν εννοώ κατ′ ανάγκη να σε ερωτευθεί, αλλά να νιώσει ότι για ώρες έχει διαλυθεί ο χωροχρόνος.

-Και η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε κληθεί να αντιμετωπίσετε;

Α.Μ.: Νομίζω ότι η πρόκληση που μπορεί να σημαίνει και κρίση για δύο ανθρώπους, είναι η μετατόπιση, η μετακίνηση, είτε από τον έναν είτε από τον άλλον -ή και των δύο μαζί. Πόσο παρών είσαι σε αυτή τη μετακίνηση, πόσο σε αφορά η μετακίνηση που κάνει ο άλλος, ή πόσο η δική σου μετακίνηση αφορά τον άλλον. Αυτή είναι η μεγάλη πρόσκληση, όταν κάτι μετακινείται προς κάπου το οποίο είναι και άγνωστο. Το άγνωστο φοβίζει.

Α.Χ.: Οι μεγάλες σχέσεις αποδεικνύουν πόσο γενναίος είσαι. Το εύκολο είναι να φεύγεις. Το δύσκολο είναι να μείνεις. Κοιτάς τον σύντροφο σου μετά από δέκα χρόνια και λες, δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που γνωριστήκαμε.

Α.Μ.: Μόνο τα νευρικά κύτταρα είναι ίδια που δεν πολλαπλασιάζονται. Όλα τα άλλα αλλάζουν.

Α.Χ.: Και λες, αυτό που είμαστε τώρα ενδιαφέρει; Μας ενδιαφέρει αυτό που έχουμε γίνει; Αν είσαι γενναίος λες, κάτι έχει χαθεί αλλά μπορούμε να το ξαναψάξουμε,

Α.Μ.: Πρέπει να έχεις τη γενναιότητα -κάτι που έχει πει ο Τσέχωφ- να αντέξεις την αλλαγή. Θέλει πολύ κουράγιο για να καταλάβεις ότι για να αλλάξει κάτι πρέπει να αποχωριστείς κάτι. Σε όλες τις σχέσεις, όχι μόνο σε μία ερωτική. Ακόμη και στην προσωπική μας σχέση με τη δουλειά μας, με τους γονείς μας, με έναν φίλο μας. Εκεί απαγοητευόμαστε και παθαίνουμε κρίσεις.

Α.Χ.: Μέσα στον χρόνο ανακαλύπτεις ότι ο πιο σημαντικός συγγενής σου είναι ο σύντροφος σου. Γιατί είναι εξ αγχιστείας και είναι απόφαση σου.

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Info

«Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» του Σαίξπηρ

Πετρούπολη - Θέατρο Πέτρας 15 Ιουλίου

Κηποθέατρο Παπάγου 17 Ιουλίου

Θέατρο Βεάκειο 18 Ιουλίου

και περιοδεία σε όλη την Ελλάδα

Συντελεστές

(Νέα) μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας

Σκηνοθεσία: Αιμίλιος Χειλάκης – Μανώλης Δούνιας

Πρωτότυπη μουσική: Κωνσταντίνος Βήτα

Σκηνικά- Κοστούμια: Τέλης Καρανάνος – Αλεξάνδρα Σιάφκου

Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Κίνηση: Αντωνία Οικονόμου

Βοηθός Σκηνοθετών: Δημήτρης Κακαβούλας

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Παίζουν:

Στους κεντρικούς ρόλους ο Αιμίλιος Χειλάκης που αναλαμβάνει τον διπλό ρόλο του Θησέα και του βασιλιά των ξωτικών Όμπερον και ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης που θα ερμηνεύσει τον Πάτο, έναν από τους πιο αξιαγάπητους και κωμικούς χαρακτήρες του παγκόσμιου δραματολογίου. Τον ρόλο της βασίλισσας των ξωτικών Τιτάνιας θα ερμηνεύσει η Αθηνά Μαξίμου και τον εμβληματικό Πουκ ο Μιχάλης Σαράντης.

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν ακόμα ο Αλέξανδρος Βάρθης, η Λένα Δροσάκη, ο Κωνσταντίνος Γαβαλάς και η Χριστίνα Χειλά- Φαμέλη στους ρόλους των νεαρών εραστών και οι Κρις Ραντάνοφ, Παναγιώτης Κλίνης, Τίτος Λίτινας, Μιχάλης Πανάδης και Κωνσταντίνος Μουταφτσής στους ρόλους των μαστόρων.

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Υπόθεση: Λίγο πριν το γάμο του δούκα της Αθήνας Θησέα με την βασίλισσα των Αμαζόνων Ιππολύτη, τέσσερις νέοι καταφεύγουν στο δάσος της Αθήνας για να διεκδικήσουν το ερωτικό αντικείμενο του πόθου τους. Είναι η νύχτα του μεσοκαλόκαιρου - μια νύχτα που όλα μπορούν να συμβούν- οι πιο μύχιες σκέψεις και φαντασιώσεις τους σύντομα θα πραγματοποιηθούν.

Στο μυθικό δάσος της Αθήνας έρχονται σε επαφή με τον κόσμο των ξωτικών: με τον βασιλιά Όμπερον που φιλονικεί με την Τιτάνια και τον Πουκ και ξεκινάει ένα παιχνίδι παρεξηγήσεων και μαγικών παρεμβάσεων.

Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο όταν στο δάσος καταφθάνει μια ομάδα ερασιτεχνών θεατρίνων. Άνθρωποι και ξωτικά, πραγματικότητα και φαντασία γίνονται ένα κάτω από τον μανδύα του παραμυθιού και του ονείρου.

Μέσα στο δάσος - ένα χώρο μαγεμένο, επικίνδυνο- οι φόβοι διογκώνονται, τα πάθη εκφράζονται ανεξέλεγκτα και άνθρωποι και θεοί γίνονται έρμαια του ερωτικού τους πάθους.

Προπώληση εισιτηρίων Viva.gr

Δημοφιλή