Ανταποκρίτρια του CNN χάνει το βραβείο της και ο λόγος είναι πάλι ο Ντόναλντ Τραμπ

Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν δέχεται την κριτική και το έχει αποδείξει πολλάκις. Είναι όμως αυτός ο λόγος να στερεί σε δημοσιογράφους την ελευθερία του λόγου;
HuffPost US

O θεσμός του «International Women of Courage» που λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο στις ΗΠΑ αναγνωρίζεται σε ολόκληρο τον κόσμο, αφού σε ετήσια βάση τιμά «γυναίκες με θάρρος» που ξεχώρισαν σε έναν συγκεκριμένο τομέα. Ο Αμερικανός ωστόσο πρόεδρος φαίνεται πως δεν έχει την ίδια άποψη για την ετήσια βράβευση που ξεκίνησε από τη χώρα του και συνήθως αποτίει φόρο τιμής σε γυναίκες που εφιστούν την προσοχή τους στα ανθρώπινα δικαιώματα και την προάσπιση αντίστοιχων αξιών, αφού για μια ακόμα φορά απέδειξε πως όχι μόνο δεν δέχεται την κριτική δημοσιογράφων που εργάζονται σε συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης, αλλά παράλληλα αποφασίζει ενάντια στην κοινή γνώμη, ενάντια ακόμα και σ′ αυτούς που τον ψήφισαν.

Ο Ντόναλντ Τραμπ το περασμένο καλοκαίρι επιτέθηκε στον Καρλ Μπέρνστιν, έναν από τους δημοσιογράφους που έκαναν τις σημαντικότερες αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Ουότεργκεϊτ — το οποίο ανάγκασε τον πρώην πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον να παραιτηθεί το 1974 — προσάπτοντας στο μεγάλο όνομα της αμερικανικής δημοσιογραφίας πως «εφευρίσκει ιστορίες». Λίγους μήνες αργότερα, ακύρωσε τη διαπίστευση του ανταποκριτή του CNN, Τζιμ Ακόστα, αφού εκείνος έθεσε επίμονα ερωτήματα στον Τραμπ, έκανε δηλαδή τη δουλειά του.

Aπό την πρώτη του όμως μέρα στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εξαπολύσει επίθεση εναντίον των μέσων ενημέρωσης, κατηγορώντας αυτά ότι μεταδίδουν ψευδείς ειδήσεις σχετικά με τον αριθμό των ανθρώπων που παρευρέθηκαν στην τελετή ορκωμοσίας του. «Στ’ αλήθεια, φαινόταν ότι ήταν 1.500.000 άνθρωποι, το πλήθος έφτανε ως το Μνημείο Ουάσιγκτον», είχε πει κατά την επίσκεψη του στο αρχηγείο της CIA. Κι αυτά είναι μόνο λίγα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της τακτικής του Αμερικανού προέδρου απέναντι στα μέσα ενημέρωσης.

Πρόσφατα, ο Ντόναλντ Τραμπ απασχόλησε εκ νέου τον Τύπο, όταν σύμφωνα με καταγγελίες, ήταν η αφορμή για να ακυρωθεί το βραβείο που έλαβε η ανταποκρίτρια του CNN, Τζέσικα Άρο, μετά από tweet που ανήρτησε η ίδια ασκώντας κριτική σε εκείνον. «Πιστεύω ακόμα αυτό που είπα και θα συνεχίσω να στηρίζω την άποψή μου. Θεωρώ πως οι επιθέσεις που εξαπολύει ο Αμερικανός πρόεδρος εναντίον των μέσων ενημέρωσης είναι αποτροπιαστικές. Το βραβείο που με αφορούσε τιμούσε το θάρρος, το οποίο προφανώς εκείνος δεν αντέχει», δήλωσε σχετικά η Άρο. Κι όλα αυτά ενώ η ανταποκρίτρια του αμερικανικού δικτύου έχει υποστεί δεκάδες επιθέσεις και άλλες τόσες απειλές -κυρίως από το 2014 που ξεκίνησε να γράφει για τις εκφάνσεις της ρωσικής προπαγάνδας.

Σημειώνεται ότι η Τζέσικα Άρο βρέθηκε στη θέση των υποψήφιων για το βραβείο μετά από τη δημοσίευση σειράς ερευνητικών άρθρων αναφορικά με τον τρόπο που το Κρεμλίνο χρησιμοποίησε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για προπαγανδιστικούς λόγους επηρεάζοντας τις διεθνείς εξελίξεις και φυσικά το εκλογικό αποτέλεσμα. Ήταν επίσης από τα πρώτα πρόσωπα -εκτός Ρωσίας- που ανακάλυψαν και κατήγγειλαν τη χρηματοδότηση του Internet Research Agency από στενό συνεργάτη του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Για όλους αυτούς και για δεκάδες ακόμα λόγους που αφορούν τη δουλειά της, η Άρο ένιωσε χαρά και ευγνωμοσύνη για τη βράβευσή της. Σε συνέντευξη που έδωσε σχετικά είχε μάλιστα πει πως «νιώθει τεράστια ικανοποίηση, αφού το βραβείο ήρθε μετά από συντονισμένες επιθέσεις μίσους που είχε υποστεί». Λίγες όμως ημέρες πριν τη βράβευσή της, η ίδια ξαφνικά ενημερώθηκε πως το βραβείο που επρόκειτο να λάβει είχε ακυρωθεί. Οι υπάλληλοι του υπουργείου Εξωτερικών, που ήταν αρμόδιοι για τη βράβευση, δεν της έδωσαν ποτέ περαιτέρω εξηγήσεις, όταν εκείνη επικοινωνήσε μαζί τους.

Σύμφωνα με πηγές του Foreign Police magazine, ένα tweet που η ίδια είχε αναρτήσει στις 17 Φεβρουαρίου απαντώντας ουσιαστικά στον Αμερικανό πρόεδρο ήταν μάλλον αρκετό για να οδηγήσει και στην ακύρωση του βραβείου. Τότε ο Ντόναλντ Τραμπ είχε τονίσει μέσω twitter: «Η παρέμβαση στα μέσα ενημέρωσης είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου». Λίγες ώρες αργότερα, η Άρο του είχε απαντήσει: «Το Κρεμλίνο πάντως δεν χρειάζεται κανένα “εργοστάσιο τρολ” αφού έχει εσάς να υποδύεστε τον ρόλο αυτό».

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο ίδιο δημοσίευμα, κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς ποιος έλαβε την απόφαση της ακύρωσης. Η Άρο πάντως μετά τη γνωστοποίηση του γεγονότος σημείωσε: «Χρησιμοποιώ το twitter για να καταγγέλλω γεγονότα και να μοιράζομαι πληροφορίες ελεύθερα. Η τάση της αμερικανικής κυβέρνησης να μου στερεί το δικαίωμα αυτό είναι βαθιά προσβλητική». Στις 7 Απριλίου, μέσα από καινούριο της σχόλιο στο twitter, η δημοσιογράφος ανέφερε πως είναι σημαντικό να εξηγεί στον κόσμο γιατί ασκεί κριτική στον Ντόναλντ Τραμπ κι αυτό θα συνεχίσει να γίνεται ανεξάρτητα από τις συνέπειες.

(Mε πληροφορίες από HuffPost, CNN, Foreign Policy)

Δημοφιλή