Πόσο θα διαφέρουν (ή δεν θα διαφέρουν) Τραμπ - Μπάιντεν για την Ανατολική Μεσόγειο

Η Ανατολική Μεσόγειος εξελίσσεται σε «προβλέψιμη πίστα» για την αμερικανική εξωτερική πολιτική την επόμενη ημέρα της προεδρικής εκλογής.
3d illustration of national flag with background texture
3d illustration of national flag with background texture
btgbtg via Getty Images

Τί θα αλλάξει και τί μπορεί να παραμείνει ίδιο την επόμενη ημέρα των Αμερικανικών εκλογών, σε σχέση με την εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον;

Κατ′ εξαίρεση, δανείζομαι για τις ανάγκες αυτής της σύντομης ανάλυσης τρεις απαντήσεις που μου έδωσαν στην εκπομπή Special Report (ΑΝΤ1) τρία πρόσωπα, με βαθιά γνώση των τριγωνικών σχέσεων Ουάσιγκτον-Αθήνας-Άγκυρας.

Η ιστορία διδάσκει. Από τις καμπάνες που χτυπούσαν πανηγυρικά στην Κύπρο για την εκλογή του Δημοκρατικού Τζίμι Κάρτερ τέτοιες ημέρες (...και ώρες) πριν από 44 χρόνια για να μετατραπεί γρήγορα σε απογοήτευση η υπέρμετρη αισιοδοξία λίγους μήνες αργότερα, μέχρι τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ που ψηφίστηκε με ενθουσιασμό από την πλειοψηφία (έτσι λένε όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα) των Ελλήνων ομογενών για να καταλήξουμε σε αυτό που ο πρώην σύμβουλος ασφαλείας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον βάφτισε “bromance” στο βιβλίο του ″Τhe room where it all happened” (Ιούνιος 2020).

Φωτογραφία αρχείου: Απρίλιος 2018. Όταν οι σχέσεις Τραμπ - Μπόλτον παρέμεναν ζωντανές. (Photo by Mark Wilson/Getty Images)
Φωτογραφία αρχείου: Απρίλιος 2018. Όταν οι σχέσεις Τραμπ - Μπόλτον παρέμεναν ζωντανές. (Photo by Mark Wilson/Getty Images)
Mark Wilson via Getty Images

“...πολλές αποφάσεις του Τραμπ για θέματα εθνικής ασφάλειας ελήφθησαν όχι με βάση τα πλεονεκτήματα των συγκεκριμένων πολιτικών που εξετάστηκαν, αλλά με βάση την πολιτική αντίδραση που υπολόγιζε ότι θα εισπράξει στο εσωτερικό των ΗΠΑ.”

- Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας ΗΠΑ

Θυμηθείτε: ο Μπόλτον υπήρξε δεξί χέρι του Τραμπ στις αρχές της προεδρικής του θητείας, ωστόσο δεν διστάζει τώρα πια να «δείξει» τον Αμερικανό Πρόεδρο ως παράγοντα αποσταθεροποίησης(!).

Δείτε πως απάντησε στο ερώτημα, σχετικά με το τί περιμένει από τον Τραμπ σε μία δεύτερη προεδρική θητεία, ειδικότερα στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής:

«Νομίζω ότι ο Τραμπ είναι μια ανωμαλία αν δούμε τη στάση του σε σχέση με την ευρεία προοπτική της αμερικανικής πολιτικής έναντι του υπόλοιπου κόσμου. Και ελπίζω ότι στην Ελλάδα και αλλού στην Ευρώπη οι άνθρωποι το εκλαμβάνουν με αυτόν τον τρόπο, σε αντίθεση με τους περισσότερους Αμερικανούς. Εγώ εξήγησα στο βιβλίο μου, ότι πολλές αποφάσεις του Τραμπ για θέματα εθνικής ασφάλειας ελήφθησαν όχι με βάση τα πλεονεκτήματα των συγκεκριμένων πολιτικών που εξετάστηκαν, αλλά με βάση την πολιτική αντίδραση που υπολόγιζε ότι θα εισπράξει στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Και προφανώς, δεν ήθελε να υποστεί αρνητικές αντιδράσεις και αυτό συχνά καθοδηγούσε τις αποφάσεις του (...) Και στη δεύτερη θητεία του, έχοντας κερδίσει την επανεκλογή, νομίζω ότι θα ήταν λιγότερο συγκρατημένος πολιτικά από ό, τι στην πρώτη θητεία. Έτσι, όσον αφορά τον Ερντογάν, θα είχα την ανησυχία ότι η συμπεριφορά που έδειξε κατά την πρώτη θητεία του, ίσως γίνει ακόμη χειρότερη. Από την άλλη πλευρά, δεν γνωρίζουμε πολλά για την εξωτερική πολιτική που θα ασκήσει ο Μπάιντεν, όμως αν προσπαθούσα να μαντέψω θα έλεγα ότι θα μοιάζει πολύ με την διακυβέρνηση Ομπάμα».

Ο Μπόλτον μου εξομολογήθηκε ότι δεν θα ψηφίσει - για πρώτη φορά στη ζωή του - τους Ρεμπουμπλικάνους σε αυτές τις εκλογές.

“Ένας νόμος των ΗΠΑ που παραβιάζει η Τουρκία αναφέρεται στην κατοχή των ρωσικών πυραύλων  S-400. Η Τουρκία θα πρέπει να τιμωρηθεί σύμφωνα με το αμερικανικό Δίκαιο και να λάβει ένα σαφές μήνυμα ότι δεν μπορεί να παραβιάζει το αμερικανικό Δίκαιο.”

- Μπομπ Μενέντεζ - Δημοκρατικός Γερουσιαστής
O Mπομπ Μενέντεζ, επικεφαλής των Δημοκρατικών στην πανίσχυρη επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας. (AP Photo/J. Scott Applewhite)
O Mπομπ Μενέντεζ, επικεφαλής των Δημοκρατικών στην πανίσχυρη επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας. (AP Photo/J. Scott Applewhite)
ASSOCIATED PRESS

Στον αντίποδα, ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, από τους ισχυρότερους πολιτικούς συμμάχους της Αθήνας στην σκακιέρα της Ουάσιγκτον, θεωρεί ότι η εξωτερική πολιτική υπήρξε ένα πεδίο όπου η «ζημιά» που αφήνει πίσω της η διακυβέρνηση Τραμπ είναι τεράστια.

Τον ρώτησα: Λαμβάνοντας υπόψη το υποθετικό σενάριο μίας κρίσης ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία αύριο το πρωί, ποια θα ήταν η αντίδραση από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών; Ποιά θα ήταν η επιλογή, Τουρκία ή Ελλάδα;

«Πρώτα απ′ όλα, αν είχαμε ηγεσία, αυτή θα απέφευγε την πιθανότητα ενός τέτοιου σεναρίου, θα απέφευγε την πιθανότητα μιας επιθετικής Τουρκίας. Η Τουρκία συνεχίζει να στέλνει μαχητικά αεροσκάφη στον ελληνικό εναέριο χώρο, κάνει προκλητικές ενέργειες στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας, προσπαθεί να δημιουργήσει μια αποκλειστική οικονομική ζώνη που «κόβει» τη νόμιμη αποκλειστική οικονομική ζώνη της Ελλάδας. Έτσι, λοιπόν, θα είχαμε μία ηγεσία που θα φρόντιζε να αποφύγουμε μια τέτοια πιθανότητα. Δεύτερον, εάν ήταν σαφές ότι η Τουρκία ήταν ο επιτιθέμενος, τότε θα υπήρχαν θεμιτές συνέπειες. Θα ήθελα να δω καταρχήν, ότι τηρούνται οι νόμοι των ΗΠΑ. Ένας νόμος των ΗΠΑ που παραβιάζει η Τουρκία αναφέρεται στην κατοχή των ρωσικών πυραύλων S-400. Η Τουρκία θα πρέπει να τιμωρηθεί σύμφωνα με το αμερικανικό Δίκαιο και να λάβει ένα σαφές μήνυμα ότι δεν μπορεί να παραβιάζει το αμερικανικό Δίκαιο. Δεν μπορεί να αγοράζει ρωσικά όπλα που δεν είναι διαλειτουργικά με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και υπάρχουν συνέπειες για αυτούς τους τύπους ενεργειών. Αν το κάναμε αυτό, νομίζω ότι η Τουρκία θα ήταν πολύ λιγότερο αποφασισμένη να κάνει τις ενέργειες που κάνει σε διάφορα μέρη του κόσμου, επειδή βασικά έλαβε ένα πράσινο φως - όχι μόνο από την κυβέρνηση Τραμπ, αλλά ακόμη και σε μεγάλο βαθμό από άλλους. Οι ευρωπαϊκές χώρες επίσης δεν έχουν αντιδράσει όπως πρέπει απέναντι στην Τουρκία.»

Ακόμα περισσότερο, ωστόσο, με εντυπωσίασε το συμπέρασμα - πρόβλεψη από τον αναλυτή Νίκολας Ντάνφορθ της δεξαμενής σκέψης German Marshall Fund και (εσχάτως και συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ στην Ελλάδα), ο οποίος πιστεύει ότι με την ανεξέλεγκτη επιθετικότητα που έδειξε ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, ουσιαστικά υποχρεώνει την επόμενη αμερικανική διοίκηση να αντιδράσει.

“Υπάρχει αυξανόμενη κατανόηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι η τουρκική επιθετικότητα αποσταθεροποιεί την ανατολική Μεσόγειο και ότι η βοήθεια σε άλλες περιφερειακές χώρες ώστε να συγκρατήσουν την τουρκική επιθετικότητα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σταθεροποίηση της περιοχής.”

- Νίκολας Ντάνφορθ, αναλυτής German Marshall Fund - EΛΙΑΜΕΠ

Ανεξάρτητα από το πρόσωπο του Προέδρου, λέει ο Ντάνφορθ, διαμορφώνεται πλέον στις ΗΠΑ μία «αντίληψη» για τη νέα πραγματικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή η νέα πραγματικότητα, είναι η συμπεριφορά του Ερντογάν, ο οποίος αποσταθεροποιεί την Ανατολική Μεσόγειο:

«Νομίζω ότι παρακολουθύμε μία μεταβολή στην αμερικανική προσέγγιση σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο, από μια πολιτική που δίνει προτεραιότητα στη διαχείριση των τουρκο-ελληνικών εντάσεων - σε μια πολιτική που δίνει προτεραιότητα στην συνεννόηση με τους άλλους εταίρους της Αμερικής... Με την Ελλάδα, με το Ισραήλ, με την Αίγυπτο, σε μια προσπάθεια περιορισμού της Τουρκίας. Για να το θέσω διαφορετικά, νομίζω ότι διαμορφώνεται μια αντίληψη στις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι η τουρκική επιθετικότητα αποσταθεροποιεί την Ανατολική Μεσόγειο και ότι η βοήθεια σε άλλες περιφερειακές χώρες ώστε να συγκρατήσουν την τουρκική επιθετικότητα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σταθεροποίηση της περιοχής. Και νομίζω ότι, είτε με αποσπασματικό τρόπο υπό τον Τραμπ - είτε πιο συστηματικά υπό τον Μπάιντεν, θα δείτε μια αργή, ίσως αποσπασματική, αλλά πάντως σταδιακή μετάβαση προς αυτήν την πολιτική. Δε νομίζω ότι θα θέλει κανείς για να επιδιώξουμε ανταγωνισμό με την Τουρκία. Νομίζω ότι οι ανησυχίες για τον κίνδυνο ”απώλειας” της Τουρκίας θα παραμείνουν στην Ουάσιγκτον, ειδικά υπό μια κυβέρνηση Μπάιντεν. Αλλά νομίζω ότι θα δείτε πολύ μια τάση προς τον περιορισμό (της Τουρκίας) και όχι απλώς τη διαχείριση της σχέσης μας.»

Δημοφιλή