Αστάθεια στον μετασοβιετικό χώρο: ο πόλεμος Γεωργίας-Αμπχαζίας (1992-1993)

Το ιστορικό παρασκήνιο: από τον Μεσαίωνα μέχρι τα τέλη της σοβιετικής περιόδου
Patrick Robert - Corbis via Getty Images

Η Αμπχαζία βρίσκεται στη βορειοδυτική Γεωργία, διαθέτοντας σύνορο με τη Ρωσία και ακτή στη Μαύρη Θάλασσα. Επικρατούσα θρησκεία είναι η Χριστιανική Ορθόδοξη, ενώ υπάρχει και μια σημαντική σουνιτική μουσουλμανική μειονότητα. Η ιστορική σχέση των Αμπχάζιων με τους Γεωργιανούς είναι νεφελώδης, χαρακτηριζόμενη από αλλεπάλληλες περιόδους ενότητας και διαφοροποίησης. Από τον 8ο μέχρι τον 10ο αιώνα υφίσταντο ένα αυτόνομο αμπχαζικό πριγκιπάτο, οι ελίτ του οποίου είχαν ωστόσο επηρεαστεί από τη γεωργιανή κουλτούρα και χρησιμοποιούσαν τη γεωργιανή γλώσσα, αν και η γλώσσα των Αμπχάζιων είναι διακριτή της γεωργιανής. Το 1001 εγκαθιδρύθηκε το ενιαίο βασίλειο της Γεωργίας, μετά από ένωση των αμπχαζικών και γεωργιανών κυβερνωσών δυναστειών. Η περιοχή της Αμπχαζίας κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς τον 16ο αιώνα, ενώ η Ρωσία εδραίωσε την κυριαρχία της στον Καύκασο κατά τον 19ο αιώνα.

Το 1918, με το χάος που προκλήθηκε από τη Ρωσική Επανάσταση, η Γεωργία ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος, και υπό το φόβο της κομμουνιστικής απειλής, μια αμπχαζική αντιπροσωπία έσπευσε να υπογράψει την ένωση της περιοχής με τη Γεωργία. Το 1921 υιοθετήθηκε το γεωργιανό Σύνταγμα, σύμφωνα με το οποίο η Αμπχαζία αποτελούσε αδιαίρετο μέρος της Γεωργίας, αν και της παραχωρήθηκε σημαντικός βαθμός αυτονομίας. Ωστόσο, η συχνά καταπιεστική συμπεριφορά των γεωργιανών αρχών προς τον αμπχαζικό πληθυσμό όξυνε τις εθνικιστικές εντάσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Τον Φεβρουάριο του 1921 η Γεωργία κατελήφθη από τον σοβιετικό στρατό, και αυτή και η Αμπχαζία ανακηρύχθηκαν Σοβιετικές Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες (ΣΣΔ). Το ίδιο έτος, οι δύο ΣΣΔ ενώθηκαν και το νέο σοβιετικό σύνταγμα του 1925 τις ανέφερε ως δύο διακριτές σοσιαλιστικές δημοκρατίες που τελούσαν υπό πολιτική ένωση.

Η περίοδος της σοβιετικής κυριαρχίας διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική σύγκρουση. Κατά τη σταλινική περίοδο, η σοβιετική πολιτική μεταβλήθηκε και κατέστη εχθρική απέναντι στην αμπχαζική κοινότητα, αποσκοπώντας στην καταναγκαστική «γεωργιανοποίησή» της. To 1931 η Αμπχαζία υποβαθμίστηκε από ξεχωριστή ΣΣΔ σε αυτόνομη περιοχή εντός της Γεωργίας, της επιβλήθηκε η γεωργιανή γλώσσα και γεωργιανοί πληθυσμοί υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν στην Αμπχαζία, δημιουργώντας στον αμπχαζικό πληθυσμό, ο οποίος ήδη αποτελούσε μειονότητα, φόβους για πλήρη απώλεια της πατρίδας του. Επίσης, όλες οι σημαντικές αποφάσεις (για τους τομείς που δεν υπάγονταν στον έλεγχο της Μόσχας) λαμβάνονταν στην Τιφλίδα, εντείνοντας την δυσαρέσκεια των Αμπχάζιων.

Η πολιτική της Μόσχας άρχισε ωστόσο να μεταβάλλεται κατά τη δεκαετία του 1980. Λόγω της σταδιακής αποδυνάμωσης του κράτους, η σοβιετική ηγεσία μετέβαλε και πάλι την στάση της, αυτή τη φορά ευνοϊκά προς τους Αμπχάζιους. Ο γεωργιανός εθνικισμός αποτελούσε πλέον την κύρια απειλή για τη σοβιετική κυριαρχία στην περιοχή και επιχείρησε έτσι να τον αποδυναμώσει, εντείνοντας τις εθνικιστικές διαιρέσεις εντός της Γεωργίας. Αυτό όξυνε περαιτέρω την αντίθεση μεταξύ των δύο κοινοτήτων.

Ανεξαρτησία και σύγκρουση

Οι πολιτικές της φιλελευθεροποίησης που επιχείρησε να εφαρμόσει ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, κατά τα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, ενέτειναν τις εθνικιστικές και αποσχιστικές διαθέσεις των διάφορων ΣΣΔ. Η διαδικασία αυτή έλαβε χώρα και στη Γεωργία, με γεωργιανές και αμπχαζικές εθνικιστικές οργανώσεις να ξεκινούν πολιτικές εκστρατείες για ανεξαρτητοποίηση. Το 1988 το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γεωργίας, υπό την πίεση του γενικότερου εθνικιστικού κλίματος, επέβαλε μια σειρά νόμων που αποσκοπούσαν στη «γεωργιανοποίηση» του πληθυσμού, αντικαθιστώντας τη ρωσική με τη γεωργιανή ως επίσημη γλώσσα της διοίκησης και της εκπαίδευσης.

Η αντίδραση των Αμπχάζιων, η πλειοψηφία των οποίων δεν γνώριζε τη γεωργιανή, ήταν άμεση. Φοβούμενοι πως θα καθίσταντο πολίτες δεύτερης κατηγορίας σε ένα ανεξάρτητο γεωργιανό κράτος, είχαν προηγουμένως απευθύνει αίτημα στη Μόσχα για απόσχιση από τη Γεωργία, χωρίς αποτέλεσμα. Τους φόβους ενέτεινε η συνεχής μείωση του αμπχαζικού πληθυσμού. Χαρακτηριστικά, οι Αμπχάζιοι αποτελούσαν το 1989 μόλις το 17,8% του συνολικού πληθυσμού της περιοχής, ενώ οι Γεωργιανοί το 45,7%, με τον υπόλοιπο πληθυσμό να αποτελείται κυρίως από Ρώσους, Αρμένιους και Έλληνες. Τον Μάρτιο του 1989, μια συνέλευση 5,000 υποστηρικτών της αμπχαζικής απόσχισης, η οποία περιλάμβανε εθνικά Αμπχάζιους καθώς και μέλη των υπόλοιπων μειονοτήτων που δεν επιθυμούσαν την ένταξή τους σε ένα ενιαίο γεωργιανό κράτος, δημοσίευσε διακήρυξη, η οποία απαιτούσε την επαναφορά του Συντάγματος του 1925, σύμφωνα με το οποίο η Αμπχαζία αποτελούσε δημοκρατία διακριτή από τη Γεωργία. Κατά τους επόμενους μήνες ξέσπασαν βίαια επεισόδια μεταξύ Γεωργιανών και Αμπχάζιων. Τα επεισόδια αυτά σύντομα εξελίχθηκαν σε γεωργιανές διαδηλώσεις για πλήρη απόσχιση της Γεωργίας από τη Σοβιετική Ένωση ως ενιαίο κράτος. Από την άλλη πλευρά, οι Αμπχάζιοι επιχείρησαν να κερδίσουν την εύνοια της Μόσχας και να προβληθούν ως πιστοί σοβιετικοί πολίτες.

TASS via Getty Images

Τον Μάρτιο του 1990 το Ανώτατο Σοβιέτ της Γεωργίας, έχοντας προηγουμένως ανακοινώσει πως θα απέρριπτε κάθε σοβιετικό νόμο που θα ήταν «αντίθετος προς τα γεωργιανά συμφέροντα», ανακήρυξε τη χώρα κυρίαρχο κράτος και νομιμοποίησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά όχι αυτά με περιφερειακή βάση, αποκλείοντας ουσιαστικά τα αιτήματα των Αμπχάζιων από την πολιτική διαδικασία. Σε απάντηση, το Ανώτατο Σοβιέτ της Αμπχαζίας την ανακήρυξε κυρίαρχο κράτος εντός της Σοβιετικής Ένωσης.

Τον Οκτώβριο και Δεκέμβριο του 1990, μετά από εκλογές, ανήλθαν στην εξουσία σε Γεωργία και Αμπχαζία αντίστοιχα ο Zviad Gamsakhurdia και ο Vladislav Ardzinba, αμφότεροι σκληροπυρηνικοί εθνικιστές. Τον Μάρτιο του 1991, οι Αμπχάζιοι συμμετείχαν σε σοβιετικό δημοψήφισμα, το οποίο οι Γεωργιανοί μποϋκόταραν, και ψήφισαν υπέρ της παραμονής στη Σοβιετική Ένωση. Η αμπχαζική πλευρά είχε εν τω μεταξύ κερδίσει τη στήριξη των σοβιετικών στρατιωτικών μονάδων που βρίσκονταν στην περιοχή, οι οποίες ξεκίνησαν να εξοπλίζουν τους Αμπχάζιους. Υπό την πίεση των εξελίξεων και φοβούμενη εδαφικό διαμελισμό, η γεωργιανή ηγεσία ανακήρυξε την πλήρη ανεξαρτησία της Γεωργίας τον Απρίλιο, με τον Gamsakhurdia να εκλέγεται Πρόεδρος.

Ο Gamsakhurdia επιχείρησε την προσέγγιση με την αμπχαζική πλευρά, προκειμένου να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση. Αυτό ωστόσο προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια εντός της χώρας, και ο Gamsakhurdia ανετράπη μετά από πραξικόπημα τον Δεκέμβριο. Με την Σοβιετική Ένωση να έχει διαλυθεί, η νέα κυβέρνηση υπό τον Eduard Shevardnadze επανέφερε το γεωργιανό Σύνταγμα του 1921, σύμφωνα με το οποίο η Αμπχαζία αποτελούσε αυτόνομη περιοχή εντός της Γεωργίας. Σε απάντηση οι Αμπχάζιοι, με την παρότρυνση Ρώσων στρατιωτικών διοικητών, κήρυξαν τον Ιούλιο του 1992 την επαναφορά του Συντάγματος του 1925 και ουσιαστικά την απόσχισή τους. Στη Γεωργία είχε εν τω μεταξύ ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους οπαδούς του έκπτωτου Gamsakhurdia. Τον Αύγουστο, γεωργιανός στρατός εισήλθε στην Αμπχαζία με κατεύθυνση την πρωτεύουσα Σουχούμι, αποσκοπώντας στην συντριβή των αποσχιστών και την επιβολή του γεωργιανού ελέγχου στην περιοχή.

Ο πόλεμος και η ρωσική παρέμβαση

Ο πόλεμος είχε ξεκινήσει. Μετά από σκληρές μάχες, οι γεωργιανές δυνάμεις κατέλαβαν το Σουχούμι. Η αμπχαζική ηγεσία ωστόσο απέδρασε από την πόλη και η αντίσταση των Αμπχάζιων συνεχίστηκε. Οι Αμπχάζιοι είχαν τη στήριξη εθελοντών μαχητών από τον Καύκασο, όπως επίσης και των ρωσικών στρατιωτικών μονάδων που βρίσκονταν στην περιοχή, οι οποίες ωστόσο δρούσαν χωρίς ξεκάθαρη εντολή από τη Μόσχα. Οι Γεωργιανοί αδυνατούσαν επομένως να θέσουν ολόκληρη την περιοχή υπό έλεγχο και να συντρίψουν την αντίσταση.

Στις 3 Σεπτεμβρίου, η γεωργιανή και αμπχαζική ηγεσία ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις στη Μόσχα, με ρωσική διαμεσολάβηση. Η κυβέρνηση του Boris Yeltsin είχε εκφράσει τη στήριξή της στην εδαφική ακεραιότητα της Γεωργίας και είχε μάλιστα εξοπλίσει τους Γεωργιανούς, παρά την αντίθετη στάση των τοπικών Ρώσων διοικητών. Ο Yeltsin επιθυμούσε τη σταθεροποίηση της περιοχής του Καυκάσου, εξαιρετικά σημαντικής για τα ρωσικά συμφέροντα, χωρίς ωστόσο να προβάλλει τότε «επεκτατικές» διαθέσεις. Η ρωσική κυβέρνηση αρνήθηκε το αμπχαζικό αίτημα για επίσημη στρατιωτική στήριξη και έπεισε τις δύο πλευρές να υπογράψουν ανακωχή ευνοϊκή προς τη γεωργιανή πλευρά, καθώς δεν προέβλεπε την αποχώρηση των γεωργιανών στρατευμάτων από την Αμπχαζία.

Γεωργιανοί στρατιώτες εισέρχονται στο Σουχούμι.
Γεωργιανοί στρατιώτες εισέρχονται στο Σουχούμι.
Patrick Robert - Corbis via Getty Images

Η φιλο-γεωργιανή στάση του Yeltsin προκάλεσε ωστόσο αντιδράσεις εντός της Ρωσίας. Η κοινοβουλευτική εξουσία, το Ανώτατο Σοβιέτ, κυριαρχούμενο από κομμουνιστικές και εθνικιστικές δυνάμεις, εκδηλώθηκε υπέρ της αμπχαζικής πλευράς, με σκοπό την άσκηση πίεσης στη Γεωργία και την επαναφορά της υπό ρωσική επιρροή. Το Ανώτατο Σοβιέτ καταδίκασε τις γεωργιανές στρατιωτικές ενέργειες και κάλεσε τον Πρόεδρο Yeltsin να διακόψει την παροχή όπλων στη Γεωργία και να υποστηρίξει τους Αμπχάζιους. Οι εξελίξεις αυτές εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο της μεταβολής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής κατά τα πρώτα μετασοβιετικά χρόνια, από τον αρχικό φιλοδυτικό προσανατολισμό, προς μια πιο «ηγεμονική» πολιτική, με σκοπό την επανασύσταση της ρωσικής επιρροής στην πρώην σοβιετική περιφέρεια. Η στήριξη προς τους Αμπχάζιους ήταν για το Ανώτατο Σοβιέτ ένα μέσο για την «υποταγή» της νεοσύστατης Γεωργίας στα ρωσικά συμφέροντα, έχοντας πιθανότατα επηρεαστεί και από τη φιλορωσική στάση της αμπχαζικής ηγεσίας. Μετά από πολλές πιέσεις, ο Yeltsin υπέκυψε στα αιτήματα του Ανώτατου Σοβιέτ.

Με τη στήριξη πλέον της Μόσχας και έχοντας εξασφαλίσει σταθερή παροχή ρωσικών όπλων και πληροφοριών, οι αμπχαζικές δυνάμεις παραβίασαν την ανακωχή και ξεκίνησαν αντεπίθεση, επανακτώντας σημαντικό έδαφος. Τον Νοέμβριο, οι Αμπχάζιοι ξεκίνησαν να πολιορκούν το Σουχούμι, που βρισκόταν ακόμη υπό γεωργιανό έλεγχο. Μεγάλος αριθμός αποτρόπαιων πράξεων διαπράχθηκαν και από τις δύο πλευρές, όπως μαζικές εκτελέσεις, αιχμαλωσία και ισοπέδωση πόλεων και χωριών. Η κατάσταση άρχισε να γίνεται όλο και πιο δύσκολη για τη Γεωργία, καθώς ρωσικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τις γεωργιανές δυνάμεις στο Σουχούμι και μονάδες του στρατού ξηράς υποστήριξαν τους Αμπχάζιους σε επιθέσεις εναντίον της πόλης, ενώ εντός της Γεωργίας μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος με τους οπαδούς του Gamsakhurdia. Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η γεωργιανή ηγεσία υπέγραψε τον Ιούλιο του 1993 νέα ανακωχή, τη Συμφωνία του Σότσι, με ρωσική διαμεσολάβηση. Η συμφωνία προέβλεπε την αποχώρηση όλων των στρατιωτικών δυνάμεων από την ζώνη της σύγκρουσης, την εγκατάσταση δυνάμεων διατήρησης της ειρήνης σε συνεννόηση με τον ΟΗΕ, και τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του ζητήματος. Ο γεωργιανός στρατός εξακολουθούσε να ελέγχει το Σουχούμι και σημαντική έκταση της Αμπχαζίας.

Στα μέσα Σεπτεμβρίου ωστόσο, οι Αμπχάζιοι, παραβιάζοντας τη συμφωνία, εξαπέλυσαν μαζική επίθεση με στόχο τον έλεγχο ολόκληρης της περιοχής. Η ρωσική πλευρά δεν αντέδρασε, επιτρέποντας στις αμπχαζικές δυνάμεις να συντρίψουν τον εξαντλημένο γεωργιανό στρατό, να ανακαταλάβουν το Σουχούμι και να προελάσουν μέχρι τον ποταμό Ενγκούρι, το όριο ανάμεσα στην Αμπχαζία και την υπόλοιπη Γεωργία. Ο Shevardnadze κατηγόρησε τη ρωσική κυβέρνηση πως οργάνωσε και υποστήριξε την επίθεση, κατηγορία που μάλλον ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Προκειμένου να πετύχουν την εθνική ομογενοποίηση και την κυριαρχία του αμπχαζικού στοιχείου, οι αμπχαζικές δυνάμεις υποχρέωσαν περίπου 200,000 Γεωργιανούς κατοίκους της περιοχής να τραπούν σε φυγή, μαζί με το γεωργιανό στρατό. Ο στόχος των Αμπχάζιων είχε επιτευχθεί και οι συγκρούσεις σταδιακά ατόνησαν. Η κατάρρευση του γεωργιανού στρατού επέτρεψε επίσης στις δυνάμεις του Gamsakhurdia να αποκτήσουν το πάνω χέρι στον εμφύλιο πόλεμο και να καταλάβουν σημαντικές περιοχές εντός της Γεωργίας, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο.

Αμπχάζιοι στρατιώτες κατά την επιχείρηση ανακατάληψης του Σουχούμι.
Αμπχάζιοι στρατιώτες κατά την επιχείρηση ανακατάληψης του Σουχούμι.
ASSOCIATED PRESS

Με τις γεωργιανές δυνάμεις να έχουν ηττηθεί, τις αντικυβερνητικές δυνάμεις να έχουν αποκόψει την Τιφλίδα από τις πηγές ανεφοδιασμού, και φοβούμενος διαμελισμό της χώρας, ο Shevardnadze απεύθυνε έκκληση στη Ρωσία για στρατιωτική στήριξη, προκειμένου να αποτρέψει την πλήρη ανεξαρτησία της Αμπχαζίας και να καταπνίξει την εξέγερση. H Ρωσία τελικά επενέβη και συνέτριψε τις δυνάμεις του Gamsakhurdia, ο οποίος σκοτώθηκε. Το τίμημα ωστόσο ήταν βαρύ: ως αντάλλαγμα για τη ρωσική στήριξη, η Γεωργία υποχρεώθηκε να ενταχθεί στην Κοινοπολιτεία των Ανεξάρτητων Κρατών [1], αποδέχτηκε τη δημιουργία ρωσικών στρατιωτικών βάσεων στο έδαφός της, και τον Μάιο του 1994 υπέγραψε τη Συμφωνία της Μόσχας, με την οποία ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις εγκαταστάθηκαν κατά μήκος μιας ζώνης ανάμεσα στην Αμπχαζία και την υπόλοιπη Γεωργία, διαχωρίζοντάς τες, όπως απαιτούσε η αμπχαζική πλευρά. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ενέκρινε τη ρωσική παρέμβαση ως διεθνή ειρηνευτική αποστολή, μετά από απειλές της Ρωσίας για άσκηση βέτο ενάντια στην επέμβαση των ΗΠΑ στην Αϊτή.

Συνέπειες

Λόγω του πολέμου, έχασαν τη ζωή τους περίπου 4,000 Γεωργιανοί και 10,000 τραυματίστηκαν, ενώ η αμπχαζική πλευρά είχε περίπου 4,040 νεκρούς και 8,000 τραυματίες. Περίπου 200,000-250,000 άνθρωποι, κυρίως Γεωργιανοί, εγκατέλειψαν την Αμπχαζία. Ως συνέπεια της ήττας της, η Γεωργία επανήλθε υπό ρωσική επιρροή και έχασε τον έλεγχο επί της Αμπχαζίας, η οποία κατέστη de facto ανεξάρτητη, αν και υπό την επιρροή της Ρωσίας. Οι Αμπχάζιοι κατόρθωσαν, πέραν της απόκτησης της ανεξαρτησίας, να αντιστρέψουν την δυσμενή για αυτούς δημογραφική κατάσταση, διώκοντας τον γεωργιανό πληθυσμό που μέχρι τότε αποτελούσε τη μεγαλύτερη εθνική ομάδα της περιοχής. Ο πόλεμος επέτρεψε στη Ρωσία να ανακτήσει την επιρροή της στην περιοχή του Καυκάσου, μέσω της ειρηνευτικής δύναμης και των στρατιωτικών βάσεων που εγκατέστησε στη Γεωργία. Νέες συγκρούσεις ξέσπασαν το 1998, το 2001 και το 2008, με το ζήτημα να μην έχει επιλυθεί μέχρι σήμερα.

Αμπχαζικό μνημείο για τον πόλεμο του 1992-1993.
Αμπχαζικό μνημείο για τον πόλεμο του 1992-1993.
SOPA Images via Getty Images

[1] Η Κοινοπολιτεία των Ανεξάρτητων Κρατών (ΚΑΠ) είναι διακυβερνητικός οργανισμός ιδρυθείς τον Δεκέμβριο του 1991, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, από τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και την Ουκρανία. Αργότερα εντάχθηκαν το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν, το Τατζικιστάν, το Κιργιστάν, το Τουρκμενιστάν, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και η Μολδαβία. Ως σκοπός της ΚΑΠ τέθηκε ο συντονισμός των πολιτικών των κρατών-μελών στους τομείς της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας, της μετανάστευσης, της επιβολής του νόμου και του περιβάλλοντος.

Βιβλιογραφία

Encyclopedia Britannica. (1998). Commonwealth of Independent States. [online] Available here. [Accessed 10 Aug. 2019].

Fain, S. (2006). Russian Power Brokering, Peacemaking, and Meddling in the Georgian-Abkhaz Conflict. Journal of Public Affairs, [online] 18. Available here. [Accessed 10 Aug. 2019].

Jasutis, G. (2018). The War Report 2018 - Georgia-Abkhazia: The Predominance of Irreconcilable Positions. [ebook] Geneva Academy, pp.2-4. Available here. [Accessed 10 Aug. 2019].

Kasaev, A., Payin, E., Popov, A., Dubnov, A., Selivanova, I., Kozhokin, E., Kelly, J., Kansteiner, W., Pastor, R., Millet, R., Kanter, A., Zimmermann, W., Azrael, J. and Lambeth, B. (1996). U.S. and Russian Policymaking With Respect to the Use of Force. [ebook] RAND, pp.75-85. Available here. [Accessed 10 Aug. 2019].

Petersen, A. (2008). The 1992-1993 Georgia-Abkhazia War: A Forgotten Conflict. [ebook] Center for Strategic & International Studies. Available here. [Accessed 10 Aug. 2019].

Δημοφιλή