Ρετζαίοι στην Academia...

Όταν ο Erving Goffman έγραφε το γοητευτικό του βιβλίο The Presentation of Self in Everyday Life στοιχηματίζω ότι δεν γνώριζε την ιστορία των αδελφών Ρετζαίων, διαβόητων ληστών της Ηπείρου, αν και σε πολλά σημεία φωτογράφιζε τη συμπεριφορά τους. Γιατί εκτός από καλοί ληστές, οι Ρετζαίοι ήταν άριστοι σεναριογράφοι, σκηνοθέτες και ηθοποιοί στο πραγματικό θέατρο της ζωής. Για τους σεναριογράφους, τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς η πραγματικότητα είναι πάντοτε ισχυρότερη πηγή έμπνευσης απ' ό,τι η φαντασία. Αντί, λοιπόν, να κλείσουν τα μάτια για να φανταστούν σενάρια και ρόλους, δεν έχουν παρά να βγουν από το σπίτι τους και να κάνουν μια βόλτα στον πραγματικό κόσμο, όπως λ.χ. στον κόσμο των ελληνικών πανεπιστημίων.

Όταν ο Erving Goffman έγραφε το γοητευτικό του βιβλίο The Presentation of Self in Everyday Life στοιχηματίζω ότι δεν γνώριζε την ιστορία των αδελφών Ρετζαίων, διαβόητων ληστών της Ηπείρου, αν και σε πολλά σημεία φωτογράφιζε τη συμπεριφορά τους. Γιατί εκτός από καλοί ληστές, οι Ρετζαίοι ήταν άριστοι σεναριογράφοι, σκηνοθέτες και ηθοποιοί στο πραγματικό θέατρο της ζωής. Για τους σεναριογράφους, τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς η πραγματικότητα είναι πάντοτε ισχυρότερη πηγή έμπνευσης απ' ό,τι η φαντασία. Αντί, λοιπόν, να κλείσουν τα μάτια για να φανταστούν σενάρια και ρόλους, δεν έχουν παρά να βγουν από το σπίτι τους και να κάνουν μια βόλτα στον πραγματικό κόσμο, όπως λ.χ. στον κόσμο των ελληνικών πανεπιστημίων.

Ότι οι «ναοί» της γνώσης δεν τα πάνε και τόσο καλά με τον ακαδημαϊκό κώδικα - αυτόν που η ιστορία διαμόρφωσε για τα πανεπιστήμια στις ανοιχτές κοινωνίες μέσα στο χρόνο - είναι γνωστό

Δεν αναφέρομαι μόνο στις «οικοδομικές εργασίες» φοιτητών ή φερομένων ως φοιτητών που ενίοτε εντοιχίζουν πανεπιστημιακούς αξιωματούχους στα γραφεία τους, ούτε στην καθιερωμένη ως φυσιολογική διακίνηση και χρήση τοξικών ουσιών στον περίβολο των ΑΕΙ μέσω της κατάχρησης του πανεπιστημιακού ασύλου, ούτε στα περίπολα που ελέγχουν μήπως βρεθεί κάποιος φιλότιμος και λιγότερο του αναμενόμενου δειλός καθηγητής που θα παρέμβει - λεκτικά, εννοείται - προκειμένου να προστατευθεί δημόσια περιουσία από την βανδαλική «έκφραση» (ψευτο)επαναστατημένων γόνων της εγχώριας Lumpen-ελίτ.

όταν στη συνείδηση του δρώντος υποκειμένου, αλλά και των "bystanders", η παραβατική ή αντι-ακαδημαϊκή δράση εμφανίζεται ως κανονικότητα, αναδύεται στο προσκήνιο η ανομία με την κλασική κοινωνιολογική έννοια του όρου

Αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά, δεν φαίνεται να συγκινούν πολλούς και αποτελούν τα μόνιμα χαρακτηριστικά έκνομης δράσης μέσα στους «ναούς» της γνώσης. Ότι οι «ναοί» της γνώσης δεν τα πάνε και τόσο καλά με τον ακαδημαϊκό κώδικα - αυτόν που η ιστορία διαμόρφωσε για τα πανεπιστήμια στις ανοιχτές κοινωνίες μέσα στο χρόνο - είναι γνωστό. Τόσο γνωστό, που μοιάζει πλέον με φυσική κατάσταση η δράση ερήμην των θεσμοθετημένων κανόνων, κυρίως μέσω μιας βολικής ερμηνευτικής των διατάξεων και των παραγράφων και της ανοχής των «διαιτητών» απέναντι στα ανομικά φαινόμενα. Τόσο φυσική, που οι φορείς της εν λόγω δράσης δεν αισθάνονται καν την ανάγκη να επινοήσουν κάποιο πρόσχημα που να την δικαιολογεί - πλην ενός: τις δημοκρατικές διαδικασίες. Και ακριβώς όταν στη συνείδηση του δρώντος υποκειμένου, αλλά και των "bystanders", η παραβατική ή αντι-ακαδημαϊκή δράση εμφανίζεται ως κανονικότητα, αναδύεται στο προσκήνιο η ανομία με την κλασική κοινωνιολογική έννοια του όρου: ως απώλεια συνείδησης νομιμότητας, ως άμβλυνση του κριτηρίου διάκρισης της δράσης σε κανονική και αντικανονική, ως «απελευθέρωση» από τις δεσμεύσεις που υποχρεώνουν κάθε ενταγμένο σε μια κοινωνία άτομο να αυτο-αναστέλλει σενάρια για συγκεκριμένη δράση και να επιβάλλει στον εαυτό του άλλα.

Απευθύνω, λοιπόν, στον κόσμο του θεάτρου πρόσκληση να διαβούν τις πύλες των ΑΕΙ και να βελτιώσουν τις επαγγελματικές τους δεξιότητες με μια δωρεάν επιμόρφωση, παρατηρώντας τις καθημερινές θεατρικές παραστάσεις αξιοκρατίας, δημοκρατίας και νομιμότητας που δίνουν ουκ ολίγοι «ιερείς» και «ιέρειες» του ναού της γνώσης.

Τα οφέλη θα είναι πολλά και η μαθησιακή διαδικασία διασκεδαστική. Θα παρατηρήσουν λ.χ. πόσο ταχείς και δημιουργικοί είναι κάποιοι μέσα στους ναούς αυτούς, όταν αντί να παράγουν νέα γνώση, απλά αναπαράγουν - στην καλύτερη περίπτωση - την ήδη υφιστάμενη. Είτε μέσω της στατιστικά απίθανης εκείνης έμπνευσης που οδηγεί σε εκτεταμένες «κειμενικές ταυτίσεις», δηλαδή συμπτώσεις με ξένους συγγραφείς στις ιδέες αλλά και στην έκφραση, είτε με τη μορφή των διαρκώς ανανεούμενων τίτλων βιβλίων που περικλείουν το ίδιο περιεχόμενο, καθώς τούτο άπαξ παραχθέν (αν όχι λάθρα δανεισθέν) αναπαράγεται με διαφορετικούς τίτλους, συχνά σε διαφορετικούς εκδοτικούς οίκους, με νέους υπότιτλους και εικονογράφηση εξωφύλλου.

Αυτά όμως είναι το λιγότερο που θα παρατηρήσουν, καθώς, όπως ορθώς θα με διορθώσετε, τέτοια συμβαίνουν και στην κοντινή Εσπερία, με τα γνωστά ονόματα αξιωματούχων, επίδοξων διαδόχων αρχηγών πολιτικών κομμάτων, ακόμη και υπουργών παιδείας, που έχασαν τη θέση τους (και τον διδακτορικό τίτλο) όταν αποκαλύφθηκε η αμαρτία της λογοκλοπής. Διότι το αμάρτημα αυτό είναι πάντοτε σύνθετο, είτε κλέβει κανείς από τρίτο πρόσωπο, είτε από τον εαυτό του. Στην πρώτη περίπτωση εμφανίζεις κάτι ως δικό σου, ενώ είναι ξένο, και επομένως εξαπατάς τον αναγνώστη, ενώ ταυτόχρονα ζημιώνεις τον πραγματικό δημιουργό και καρπώνεσαι όφελος που δεν σου ανήκει, με την «αριοποίηση» ξένης πνευματικής ιδιοκτησίας. Στη δεύτερη περίπτωση εξαπατάς τον αναγνώστη εμφανίζοντας κάτι που έχεις δημιουργήσει παλαιότερα ως νέα παραγωγή και επομένως ως επιστημονική «πρόοδο».

έχουν δημιουργηθεί μέσα στο χρόνο τόσο ισχυρά ανομικά δίκτυα, ώστε η αναπαραγωγή τους να είναι πλέον σχεδόν ακώλυτη και ότι μόνον νησίδες πραγματικής ακαδημαϊκής κουλτούρας και αριστείας μπορεί να συναντήσει κανείς σ' αυτό το χώρο, και μάλιστα με βραχύ μέλλον.

Θα μου πείτε, ίσως, ότι η απάτη είναι κομμάτι της ζωής, ότι οι άνθρωποι είναι ατελή όντα, υποκείμενα στην αμαρτία, και ότι μόνον ο Θεός είναι αναμάρτητος. Μέχρι εδώ θα συμφωνήσουμε, αλλά το ενδιαφέρον ξεκινά από δω και μπρος. Διότι μη μου πείτε ότι δεν είναι διασκεδαστικό να παρατηρεί κανείς εκλεκτορικά σώματα που αξιολογούν («δικούς τους») υποψηφίους με διαπιστωμένη δραστηριότητα στο πεδίο της «κειμενικής σύμπτωσης» να κάνουν τις παρθένες ή τον Κινέζο όταν κάποιος αναδείξει το ζήτημα και να μη μπορούν δήθεν να δουν πού ακριβώς έγκειται το πρόβλημα με τον υποψήφιο. Μη μου πείτε, επίσης, ότι δεν έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως ενώ ένας τέτοιος υποψήφιος έχει πιαστεί «με τη γίδα στον πλάτη», όπως το θέλει η βουκολική κοινωνιόλεκτος, η πλειοψηφία των εκλεκτόρων δεν συγκινείται και υπερψηφίζει. Η πλειοψηφία θα έχει τους λόγους της, θα μου αντιτείνετε. Προφανώς. Γι αυτό και η παρατήρηση παρουσιάζει περαιτέρω ενδιαφέρον.

Ο εκλεγείς εργάτης των «κειμενικών συμπτώσεων» θα αποκτήσει οσονούπω δικαιώματα και αξιώματα. Μπορεί λ.χ. να διευθύνει μεταπτυχιακό πρόγραμμα, να συντονίζει θεματικές ενότητες, να συμμετέχει σε εκλεκτορικά σώματα, να καταλάβει διοικητική θέση που τον καθιστά αρμόδιο να ασκεί έλεγχο σε περιπτώσεις καταγγελλόμενης λογοκλοπής. Ίσως ο πιο διασκεδαστικός ρόλος τέτοιων προσώπων είναι όταν διεκπεραιώνουν το ρόλο του συμβούλου συγγραφής εργασιών ή διενέργειας εξετάσεων των φοιτητών και πρέπει να εξηγήσουν από υπεύθυνη θέση τι σημαίνει αντιγραφή και πώς πρέπει να αποφεύγεται. Καταλληλότερος σύμβουλος ως προς το τεχνικό σκέλος της αντιγραφής δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Σύμβουλος όχι μόνο με καλές ιδέες, αλλά και με εμπειρία.

Και εδώ είναι που μπαίνουν στο παιχνίδι οι Ρετζαίοι. Διότι κάτι τέτοιο είχε υπόψη του και το ελληνικό κράτος όταν το 1924 έδινε αμνηστία και λίγο αργότερα διόριζε στα Γιάννενα τον Γιάννη και τον Θύμιο Ρέτζο, πρώην ληστές, αρμόδιους για τη δίωξη των άλλων ληστών στην περιοχή της Ηπείρου. Οι άνθρωποι είχαν γνώση και εμπειρία του θέματος, τέτοια που την χρησιμοποίησαν οι ίδιοι ως κρατικά όργανα πλέον για να οργανώσουν στις 13.6.1926, κοντά στη Φιλιππιάδα, την περίφημη ληστεία της Πέτρας. Κάποιο οργανωτικό σφάλμα τους πρόδωσε, διέφυγαν στη Ρουμανία, αλλά συνελήφθησαν, μεταφέρθηκαν στην Κέρκυρα, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν μαζί με άλλους σε θάνατο, απέτυχαν να αποδράσουν και τελικά εκτελέστηκαν.

Οι Ρετζαίοι της ελληνικής «Academia» δεν κινδυνεύουν από τέτοια ταλαιπωρία, διότι το κλίμα είναι υπέρ τους. Δεν έχουν μόνον τους «αιρετούς» ελεγκτές με το μέρος τους, αφού λειτουργούν κατά κανόνα ως ψηφοσυλλέκτες. Έχουν μεγάλο τμήμα της ακαδημαϊκής κοινότητας μαζί τους, η οποία δέχεται ότι οι «κειμενικές συμπτώσεις» είναι συγγνωστά πταίσματα και ότι όποιος αναδεικνύει τέτοια ζητήματα είναι κακός άνθρωπος και βλάπτει τη φήμη του πανεπιστημίου. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στο ισχύον πλαίσιο δομών και ιδεών του ελληνικού χώρου της ανώτατης εκπαίδευσης είναι αδύνατος ο εξοστρακισμός μελών της κοινότητας που επιδίδονται στο εν λόγω άθλημα. Όποιος αμφιβάλλει μπορεί να μελετήσει τη διαδρομή ανθρώπων που προσπάθησαν να θέσουν τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων και δέχθηκαν την συντονισμένη επίθεση ολόκληρου του πλέγματος της ανομίας, μέσα και έξω από τα ΑΕΙ. Πλήρωσαν - ψυχικά και οικονομικά - για να βελτιώσουν ένα σύστημα που δεν επιδέχεται πλέον διορθωτικές παρεμβάσεις.

Τριάντα πέντε χρόνια «συμμετοχικής παρατήρησης» σε ελληνικά ακαδημαϊκά περιβάλλοντα με έχουν πείσει ότι έχουν δημιουργηθεί μέσα στο χρόνο τόσο ισχυρά ανομικά δίκτυα, ώστε η αναπαραγωγή τους να είναι πλέον σχεδόν ακώλυτη και ότι μόνον νησίδες πραγματικής ακαδημαϊκής κουλτούρας και αριστείας μπορεί να συναντήσει κανείς σ' αυτό το χώρο, και μάλιστα με βραχύ μέλλον.

Οι αξίες της ευγενούς άμιλλας, της αναγνώρισης της υπεροχής ενός πολύ καλού επιστήμονα ή δασκάλου και της δέσμευσης από ακαδημαϊκούς κανόνες έχουν παραχωρήσει τη θέση τους σε ένα πολύ διαφορετικό πλέγμα αξιών: του αγώνα για τη δημιουργία πλειοψηφιών στα «όργανα» μέσω της ενθάρρυνσης της μετριότητας και της μηδαμινότητας· της δειλίας, της απεμπλοκής και της ιδιοτέλειας· της ανοχής και της ανεκτικότητας στις αποκλίσεις· της κατάληψης των οργάνων διοίκησης και της καθιέρωσης πολιτικού κριτηρίου («δημοκρατικές διαδικασίες») για τον ορισμό, την παραγωγή και την αξιολόγηση της επιστημονικής γνώσης.

Όσα αρνητικά απασχολούν κατά καιρούς τη δημοσιότητα για τον πανεπιστημιακό χώρο (διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, ξυλοδαρμοί, οικονομικά σκάνδαλα κ.α.) δεν είναι παρά η ορατή πτυχή μιας γενικευμένης ανομικής κατάστασης με πολύ περιορισμένες αντίρροπες δυνάμεις. Ατυχώς για την Ελλάδα και τη νέα της γενιά.

Δημοφιλή