Μπήκαμε πρώτοι στο «Ακροπόλ Παλλάς»: Το ερειπωμένο Grand Hotel της Πατησίων ξαναβρίσκει την παλιά του αίγλη

Μπήκαμε πρώτοι στο ανακαινισμένο «Ακροπόλ Παλλάς»: Το ερειπωμένο Grand Hotel της Πατησίων ανακαινίστηκε υποδειγματικά

Δεν το είχα προσέξει ποτέ- για την ακρίβεια, δεν το είχα παρατηρήσει περισσότερο από τα εκατοντάδες άλλα εγκαταλειμμένα αρχιτεκτονικά «διαμάντια» όλων των τάσεων και ρυθμών, που αφήνονται να ρημάζουν, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας. Όμως, το επταώροφο κτίριο επί της Πατησίων, απέναντι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το παλιό Πολυτεχνείο, δεν είναι απλά άλλο ένα ελληνικό διατηρητέο που στάθηκε άτυχο- είναι ένα από τα μόλις δύο (το άλλο είναι η «Μεγάλη Βρετανία») αθηναϊκά “grand hotel”, μάλλον το κομψότερο και σίγουρα το επιβλητικότερο δείγμα της ελληνικής «αρ νουβό» αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου. Η σχεδόν τριακονταετής του ερήμωση διακόπηκε το καλοκαίρι του 2013, όταν το ΥΠ.ΠΟ. ξεκίνησε ένα φιλόδοξο πρότζεκτ αναστήλωσης και σωτηρίας του. Και όταν απομακρύνθηκαν οι σκαλωσιές και τα προστατευτικά των εργασιών στην πρόσοψη, το βάναυσα ταλαιπωρημένο κτίριο μεταμορφώθηκε σ’ ένα αστραφτερό- από τον αττικό ήλιο ή τα νυχτερινά φώτα- έργο τέχνης σε μια περιοχή του κέντρου της πόλης που τις τελευταίες δεκαετίες απορροφά σαν «σάκος του μποξ» τους κοινωνικούς κραδασμούς. Οι ιστορικές γειτονιές της είναι κατάστικτες από «μώλωπες», θύλακες γκετοποίησης και σημάδια κακοποίησης. Και το «Ακροπόλ» μια εμφατική περίπτωσης μιας τέτοιας «ανοικτής πληγής» στον αστικό ιστό μας- επιτέλους, επουλώνεται.

Το παρατηρούσα για αρκετή ώρα εξωτερικά- πρώτα από κάποια απόσταση, από τον απέναντι κήπο του Μουσείου και μετά περπατώντας τριγύρω του, κάτω από τα μικρά μπαλκόνια του με τα (σαν) κεντημένα μεταλλικά κιγκλιδώματα.

Όσο εντρυφούσα στην εικόνα του, επανερχόταν στο μυαλό μου η εντύπωση των έξοχων κτιρίων με τα οποία «στόλισαν» τη Βιέννη και τη Βουδαπέστη, τις μεγαλουπόλεις της αυτοκρατορίας τους οι Αψβούργοι, καθιστώντας τις διαχρονικές κοσμοπόλεις. Ναι, το «Ακροπόλ Παλλάς» είναι μια «βιεννέζικη νότα» στο κέντρο της ελληνικής πρωτεύουσας.

Μέσα από το κτίριο ακούγεται ο θόρυβος των συνεργείων που δουλεύουν- η Ολίβια Σπυριδάκη, αρχιτέκτονας της Δ/νσης Προστασίας και Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων του ΥΠ.ΠΟ.Α και επιβλέπουσα του έργου της αναστήλωσης του παλιού ξενοδοχείου ανοίγει την τεράστια πόρτα της εισόδου και μπαίνουμε στους εσωτερικούς χώρους. Το ταβάνι είναι εντυπωσιακό, με έντονο γύψινο, ή πλαστικό, διάκοσμο. «Ξανάγινε, ακριβής αναπαραγωγή του παλιού που είχε καταστραφεί», μου λέει η Σπυριδάκη που αναλαμβάνει να μας ξεναγήσει στο κτίριο και να μας εξηγήσει το εν εξελίξει πρότζεκτ. Αλλά και να μας πει την ιστορία του «Ακροπόλ Παλλάς».

«Το κτίριο αποτελούσε αρχικά ιδιοκτησία των αδελφών Καραδόντη, που ήταν επιχειρηματίες των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Σχεδιάστηκε και αποπερατώθηκε το 1926 από τον αρχιτέκτονα Σωτήρη Μαγιάση που είχε σπουδές στο Παρίσι ήταν γιος σημαντικού ξυλογλύπτη και τελικά ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του «αρ νουβό» κινήματος στην Ελλάδα. Ο έντονος ξυλόγλυπτος διάκοσμος και τα εξαιρετικά περίτεχνα κιγκλιδώματα είναι χαρακτηριστικά αυτών των δύο επιρροών του αρχιτέκτονα, από την ξυλογλυπτική και την «αρ νουβό» αντίστοιχα», μου λέει η ίδια.

Από τις ξύλινες τζαμαρίες φαίνεται η Πατησίων, το Μουσείο και το ιστορικό κτίριο του ΕΜΠ- ο διάκοσμος στα παλιά, αυθεντικά κουφώματα είναι σκαλισμένος με το χέρι και μπορεί να γίνει αντιληπτός από όποιον περαστικό στρέψει το βλέμμα του. Στο ισόγειο περπατάμε στις δύο μεγάλες σάλες χορού και το «αθηναϊκό σαλόνι», όπως ονομαζόταν και σε επιγραφή που βρέθηκε, έναν exclusive χώρο εκδηλώσεων, δεξιώσεων, χορών. Τα ξύλινα πατώματα κάτω από τα πόδια μας είναι ακριβή αντίγραφα κι αυτά των αυθεντικών, ενώ περιμετρικά των ταβανιών ελίσσονται τα περίτεχνα γύψινα. Μαθαίνω ότι οι παλιοί γυψαδόροι μάστορες απασχολούσαν στα εργαστήριά τους έως και 120 τεχνίτες, ενώ για να φτιάξουν ένα μόνο ταβάνι μπορεί να τους έπαιρνε μέχρι και έξι μήνες αφού το σκάλιζαν κομματάκι- κομματάκι. Τα μαρμάρινα στοιχεία είναι έντονα διακριτά- τα μάρμαρα του πλατύσκαλου κλιμακοστασίου περιμένουν να αποκαλυφθούν. Το αρχικό βιτρό που έδινε χρώμα και άφηνε ιριδισμούς στο φως του κλιμακοστασίου, βρέθηκε σε θραύσματα- σχεδιάστηκε το πρωτότυπο κι έγινε πιστή ανακατασκευή του. Θαυμάζοντας το μεράκι- του αυθεντικού αρχιτέκτονα του Μεσοπολέμου αλλά και των αρχιτεκτόνων και μηχανικών του ΥΠ.ΠΟ. που σήμερα αποκαθιστούν το έργο του- παρατηρώ, διάσπαρτα στους ευρύχωρους διαδρόμους του κτιρίου, δώδεκα διαφορετικά είδη μωσαϊκών, σε μοτίβα χρωμάτων με μικρές ή και μεγάλες παραλλαγές μεταξύ τους.

«Ότι μπορούσαμε να σώσουμε, το σώσαμε», μου λέει η κ. Σπυριδάκη. «Αποκαταστήσαμε τον διάκοσμο του κτιρίου- συντηρήσαμε ότι ήταν εφικτό και προχωρήσαμε σε πιστή αναπαραγωγή των τμημάτων και στοιχείων που έλειπαν ή είχαν καταστραφεί. Σε μια γωνιά μου δείχνει ένα τμήμα από το μεταλλικό κάγκελο του ανελκυστήρα που έχει αφαιρεθεί. «Έτσι το παραλαμβάνουμε- κομμένο, στραβωμένο και αρχίζει ο καθαρισμός του. Κάποιες εργασίες αποκατάστασης γίνονται επιτόπου, ενώ κάποια άλλα κομμάτια του διακόσμου μεταφέρονται στα εργαστήρια των τεχνιτών όπου αποκαθίστανται και επανατοποθετούνται. Ο λίθινος, ο μεταλλικός και ο γύψινος διάκοσμος αποκαταστάθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους μέσα στο «Ακροπόλ», το κάθε τμήμα από αντίστοιχα εξειδικευμένους επιβλέποντες της Διεύθυνσης Συντήρησης του ΥΠ.ΠΟ.», συνεχίζει η ίδια. Σε κάποια μεταλλικά στοιχεία που έχει συντηρηθεί μόνο η μία τους όψη, παρατηρώ σε αυτήν που μένει να συντηρηθεί την πατίνα του χρόνου έναντι της ανακαινισμένης στιλπνότητας της άλλης, «καινούργιας» πλευράς.

Ένα από τα ομορφότερα σημεία του «Ακροπόλ Παλλάς» είναι οι σάλες χορού και το «Αθηναϊκό Σαλόνι», ο χώρος του ξενοδοχείου με τον εντυπωσιακότερο ξυλόγλυπτο διάκοσμο. Ο εξώστης της ορχήστρας για τις αίθουσες χορού- με την καλαίσθητη άρπα σφυρηλατημένη στο κιγκλίδωμά της- όπως και ο κυκλικός εξώστης του «Αθηναϊκού Σαλονιού» μεταφέρουν ακόμα και στην τωρινή, ημιτελή τους κατάσταση τον επισκέπτη στις εποχές που το «Ακροπόλ Παλλάς» αλλά και η ευρύτερη περιοχή της Πατησίων βρίσκονταν στις «δόξες τους. Στο «Ακροπόλ» διασκέδαζε τότε η αθηναϊκή μεσαία τάξη- όχι οι μεγαλοαστοί της εποχής που προτιμούσαν την «Μεγάλη Βρετανία» ή το King’s George. Στο βιβλίο του χρονικογράφου Γιάννη Καιροφύλα «Αναμνήσεις ενός Αθηναίου» (εκδόσεις Καστανιώτη) βρίσκω σκόρπιες αναφορές στο «Ακροπόλ Παλλάς»- όπως ότι στις απόκριες του 1952 δόθηκαν τότε 13 «μπολ μασκέ» χοροί, ότι στο υπόγειο «νάιτ κλαμπ» του «Ακροπόλ» εμφανίστηκε το χειμώνα του 1963 το συγκρότημα «Φόρμιγξ» (από όπου ξεκίνησε τη μουσική διαδρομή του ο Βαγγέλης Παπαθανασίου), ότι στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η ταράτσα του είχε μετατραπεί σε roof garden με ζωντανή μουσική από κάποια ελληνική, ή και ξένη, ορχήστρα. Από την κ. Σπυριδάκη, όσο περπατάμε μέσα στο κτίριο μαθαίνω ότι στο υπόγειο του ξενοδοχείου λειτουργούσε το νυχτερινό μαγαζί που εμφανιζόταν ο διάσημος Γιώργος Μουζάκης, πως πολλές από τις ταινίες του μεταπολεμικού ελληνικού κινηματογράφου γυρίστηκαν στο «Ακροπόλ», στο οποίο, μάλλον οφείλεται και η φράση “american bar”, που βρέθηκε κιόλας να αναγράφεται στα πρωτότυπα σχέδια του αρχιτέκτονα Μαγιάση.

«Στον 4ο όροφο υπήρχαν καρυάτιδες, παραστάδες με τη μορφή γυναίκας, δύο σε κάθε παράθυρο. Πρέπει να απομακρύνθηκαν γύρω στο 1945, όπως συμπεραίνουμε από φωτογραφίες του κτιρίου στις αρχές του ’50 απ’ όπου απουσιάζουνε», λέει η κ.Σπυριδάκη. Οι ειδικοί δε γνωρίζουν ποια ακριβώς ανάγκη οδήγησε στην απομάκρυνσή τους, μπορώ όμως να φανταστώ την θλίψη του αρχιτέκτονα όταν αφαιρέθηκε ίσως το πιο περίτεχνο δείγμα του οίστρου του στη διακόσμηση του κτιρίου. «Είναι απίστευτες οι εικαστικές παράμετροι που λήφθηκαν υπόψη στην αρχική διακόσμηση του κτιρίου- για παράδειγμα, κάθε όροφος έχει διαφορετικά σχέδια στα κάγκελα των μπαλκονιών του. Η πρόσοψή του έχει 35 μέτρα ύψος και ο αρχιτέκτονας δεν ήθελε να φαίνεται μονότονη, όπως των πολυκατοικιών.

Το “Ακροπόλ Παλλάς” είναι ένα grand hotel που κτίστηκε σε μια εποχή που η Πατησίων αποτελούσε περίφημη βόλτα των αθηναίων- ειδικά η «γειτονιά» του «Ακροπόλ», εκτός από το Μουσείο και το ΕΜΠ, ήταν κατάστικτη από μικρότερα κτίσματα και σπίτια ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, όπως η οικία της Μαρίας Κάλλας, η Πολυκατοικία Παπαλεονάρδου του αρχιτέκτονα Κ. Κιτσίκη, η οικία Λεονάρδου του αρχιτέκτονα Αλ. Νικολούδη και αρκετά ακόμη που συνιστούν μια σημαντική αρχιτεκτονική αλληλουχία στο κέντρο της Αθήνας».

.

Η «πτώση» της περιοχής- που ξεκίνησε ήδη από τη δεκαετία του ’60, όταν η μεσοαστική τάξη άρχισε να ορέγεται την ζωή στα προάστια όπως τότε άναρχα «έσπαγαν» σε οικόπεδα- εξελίχθηκε παράλληλα με τη σταδιακή παρακμή του ξενοδοχείου. «Ο σεισμός του 1981», λέει η κυρία Σπυριδάκη, «του προξένησε μεγάλες φθορές και δεν κατάφερε ποτέ να επανέλθει στην πρότερή του κατάσταση». Μετά τον σεισμό, το «Ακροπόλ Παλλάς» αγοράστηκε από μια αυστριακή εταιρεία που δεν ολοκλήρωσε ποτέ την εκ βάθρων ανακαίνιση του, όπως υποτίθεται σχεδίαζε. Το 1989 δεν ανανέωσε την άδεια λειτουργίας του στον ΕΟΤ και έπαψε να λειτουργεί σαν ξενοδοχείο. Έμεινε ένα άδειο κτίριο, άλλο ένα εγκαταλειμμένο. Κηρύχθηκε διατηρητέο το 1991, ένα «έργο τέχνης», όπως χαρακτηρίστηκε, που τελικά περιήλθε στην ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού το 1998, όταν αγοράστηκε από μια κοινοπραξία ιδιωτών που, όμως, δεν το παρέδωσαν αποκατεστημένο, παρά τη σχετική υποχρέωση που είχαν αναλάβει. Ακολούθησε δικαστική διαμάχη μεταξύ υπουργείου και κοινοπραξίας για την αναπροσαρμογή του τιμήματος- το ΥΠ.ΠΟ. δικαιώθηκε τελικά το 2002. Εντωμεταξύ, ο σεισμός του ’99 επιδείνωσε την κατάσταση του, αλλά το τελικό χτύπημα δόθηκε στις αρχές του 2012 όταν ξέσπασε στο ισόγειο φωτιά που επεκτάθηκε γρήγορα στους ορόφους. Στις φωτογραφίες εκείνης της ημέρας φαίνεται να φλέγεται όλη η γωνία Πατησίων και Αβέρωφ- τότε καταστράφηκαν τα ξύλινα πατώματα του ξενοδοχείου, όπως και μεγάλο μέρος του περίτεχνου διακόσμου του που είχε μέχρι τότε επιζήσει... Το «Ακροπόλ» ήταν ένα έρημο κτίριο που λεηλατούνταν από αστέγους και άλλους «φτωχοδιάβολους». «Αρκετά κομμάτια του κτιρίου, ειδικά τα σιδερένια για να πουληθούν ως σκραπ, είχαν κλαπεί», λέει η Σπυριδάκη.

Οι εργασίες του πρότζεκτ «διάσωσης» του «Ακροπόλ» ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2013, ενταγμένες στο ΕΣΠΑ 2007-2013. Το κτίριο, ο αρχικός προϋπολογισμός του οποίου ξεπερνούσε τα 14 εκατομμύρια ευρώ, αναμένεται τελικά να στοιχίσει περίπου 10 εκατομμύρια ευρώ και πρόκειται να παραδοθεί προς λειτουργία, μετά από κάποιες συμπληρωματικές εργασίες, μέσα στο 2017. Είναι ένα τεχνικά απαιτητικό έργο όπου η «βαριά δουλειά» που είναι απαραίτητη αλλά συνήθως δε φαίνεται συνδυάστηκε με λεπτολογική καλαισθησία. Έπρεπε να γίνει σημαντική στατική ενίσχυση, υπό την επίβλεψη της Πολιτικού Μηχανικού του ΥΠΠΟ Κ. Γιαννοπούλου, ενός κτιρίου εγκαταλειμμένου για σχεδόν τριάντα χρόνια, που σεισμοί και φωτιά είχαν επιπλέον «αποσαθρώσει»- ώστε να καταστεί λειτουργικό και ασφαλές για το κοινό και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες σύγχρονες υποδομές σε φωτισμό, ήχο, δίκτυα, πρόσβαση σε ΑΜΕΑ. «Ένα κτίριο του ’27 έπρεπε να καλύπτει τις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές του 2015», λέει η κ. Κ. Δήμου, επιβλέπουσα στις ηλεκτρομηχανολογικές εργασίες. Και όλες αυτές οι παρεμβάσεις έπρεπε να γίνουν με σεβασμό στην αρχιτεκτονική αξία και τον εσωτερικό διάκοσμο του κτιρίου- δεν έπρεπε τα στοιχεία τους να «μετατραπούν», παρά μόνο να επιστρέψουν στην αυθεντική τους μορφή. «Όσο προχωρούσε η αποκατάσταση, ανακαλύπταμε ολοένα περισσότερο το κτίριο, βρίσκαμε περισσότερα στοιχεία για τη ζωή του και οδηγηθήκαμε σε ορισμένες μετατροπές της αρχικής μελέτης- αυτές δεν θα ήταν εφικτές χωρίς την στήριξη της κας Α. Ανδρουλιδάκη, προϊσταμένης της Δ/νσης Νεωτέρων Μνημείων. Προκειμένου να είμαστε σωστοί στο έργο της αποκατάστασης έπρεπε να “ακούσουμε” την ιστορία του και να προσαρμόσουμε ανάλογα τις παρεμβάσεις μας», μου λέει η κ. Σπυριδάκη.

Σκοπός αυτής της εξαιρετικά ενδελεχούς αποκατάστασης του «Ακροπόλ Παλλάς» είναι η δημιουργία ενός χώρου πολιτισμού σε μια εξαίσια αστική αλλά και παραμελημένη περιοχή. Μπορεί το ανακαινισμένο «Ακροπόλ» να «εξωραΐσει» και την γύρω του περιοχή; Οι Αμερικανοί, όταν στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 από -γκετοποίησαν περιοχές όπως το Μπρούκλιν, ανέπτυξαν τη θεωρία του «σπασμένου παραθύρου»- σύμφωνα με αυτήν ακόμα και ένα σπασμένο παράθυρο πρέπει να επισκευάζεται αμέσως. Αν παραμεληθεί, αρχίζει αργά ή γρήγορα να λειτουργεί σαν «μαγνήτης παραβατικότητας»- κάποιος θα θελήσει να σπάσει κι ένα δεύτερο κ.ο.κ.. Το κτίριο θα σμπαραλιαστεί- και θα συμπαρασύρει, πρώτα το «τετράγωνό» του και σταδιακά την περιοχή του. Η γειτνίαση του «Ακροπόλ Παλλάς» με το Αρχαιολογικό Μουσείο είναι ένα κρίσιμο στοιχείο, αφού επιτρέπει μεταξύ τους να δημιουργηθεί μια αλληλοτροφοδοτούμενη επισκεψιμότητα- ένας μεγάλος χώρος του ισογείου του «Ακροπόλ» θα λειτουργεί ως εκθετήριο και πωλητήριο του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων. Στον 6ο όροφο θα επαναλειτουργήσει το ιστορικό roof garden του «Ακροπόλ Παλλάς», με θέα Ακρόπολη- Λυκαβηττό και «φάτσα» το Μουσείο και το παλιό ΕΜΠ. (Πολλά από τα πλάνα της εξέγερσης του ’73, ανάμεσά τους και αυτό της εισβολής του τανκ, έχουν κινηματογραφηθεί από εκεί). Το roof garden θα μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα από το υπόλοιπο κτίριο και θα μισθωθεί από ιδιώτη μετά από διαγωνισμό- ώστε να αρχίσει η ανάπλαση να έχει άμεση οικονομική ανταποδοτικότητα. Στους ορόφους του, από τον 1ο έως τον 5ο, θα στεγαστούν δράσεις του ΥΠ.ΠΟ., όπως μαθήματα χορού, ψηφιακή βιβλιοθήκη, καλλιτεχνικοί και εικαστικοί διαγωνισμοί και εκπαιδευτικά προγράμματα μαθητών σχολείων για τον κόσμο της αρχιτεκτονικής και πως μαθαίνουμε να την αναγνωρίζουμε γύρω μας.

«Μαθαίνουμε στα παιδιά γιατί προστατεύουμε αυτά τα κτίρια- καμιά φορά αυτό δεν είναι σαφές σε όλους τους ανθρώπους», μου λέει η κ. Σπυριδάκη.

Τις φωτογραφίες πήρε η κα Ολίβια Σπυριδάκη και μας παραχωρήθηκαν από την ΔΠΑΝΣΜ (Δ/νση Προστασίας Αναστήλωσης Σύγχρονων Νεωτέρων Μνημείων).

Δημοφιλή