Λεωνίδας Χαλεπάς: Ο νέος διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών Πύργου της Τήνου

Λεωνίδας Χαλεπάς: Ο νέος διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών Πύργου της Τήνου

Όταν πριν από λίγο καιρό επισκέφθηκα την Τήνο για μια σειρά ρεπορτάζ για λογαριασμό της HuffPost Greece, περίμενα πως -με λίγη τύχη- θα είχα την ευκαιρία να ανακαλύψω και κάποιους κρυμμένους θησαυρούς (sic) του νησιού για τους οποίους θα μπορούσα να γράψω μετά, είτε αυτοί είχαν τη μορφή τοποθεσιών, προϊόντων ή ανθρώπων. Αυτό που δεν περίμενα, ωστόσο, ήταν να γνωρίσω από κοντά έναν από τους πιο σημαντικούς από αυτούς. Τον Λεωνίδα Χαλεπά, τον νέο διευθυντή της Σχολής Καλών Τεχνών του Πύργου. Ναι, και απόγονο του θρυλικού Έλληνα γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, αλλά αυτό είναι το λιγότερο εντυπωσιακό στοιχείο στο βιογραφικό και την προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου.

Ο Λεωνίδας Χαλεπάς είναι αρχιτέκτονας και γλύπτης, με πτυχίο από το ΕΜΠ και την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών -στην οποία και μαθήτευσε δίπλα σε μεγάλους δασκάλους όπως ο Παπαγιάννης και ο Λουκίδης- και σημαντική πορεία στο εξωτερικό και πιο συγκεκριμένα στην Αμερική και την Αγγλία. Μετά την ΑΣΚΤ πήγε στην Νέα Υόρκη με υποτροφία Fulbright και έπειτα στο Βερμόντ όπου δίδασκε ξύλο και μάρμαρο ως επισκέπτης καλλιτέχνης σε σχολή γλυπτικής. Έπειτα έφυγε για ένα άλλο μεταπτυχιακό πάνω σε υλικό πολιτισμό και ανθρωπολογία στο Νόριτζ της Αγγλίας.

Το 2015 επέστρεψε στην Ελλάδα για να αναλάβει τη διεύθυνση της Προπαρασκευαστικής και Επαγγελματικής Σχολής Καλών Τεχνών Πύργου στην Τήνο, μιας σχολής με σημαντικό έργο που όμως είχε μείνει «ακέφαλη» για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Μέσα σε ένα χρόνο, ο Λεωνίδας Χαλεπάς κατάφερε να βάλει τη σχολή σε μια νέα τροχιά και να φέρει έναν φρέσκο αέρα αλλαγής και δημιουργικότητας που σίγουρα είχε ανάγκη -και που σίγουρα χρειάζονταν οι μαθητές της.

Όλα αυτά βέβαια δεν τα έμαθα από τον ίδιο, αλλά από ανθρώπους του νησιού που έχουν παρακολουθήσει τη δουλειά του όλον αυτό το χρόνο, καθώς και από τους ίδιους τους μαθητές του. Ο Λεωνίδας άλλωστε δεν θέλει να μιλά για τον εαυτό του, ούτε για το ιστορικό γενεαλογικό του δέντρο. Για την ακρίβεια, το μόνο δέντρο για το οποίο μιλήσαμε ήταν το τεράστιο πεύκο που υπάρχει ακριβώς έξω από το εργαστήριο της Σχολής, κάτω από το οποίο μου πρότεινε να κάτσουμε για να κάνουμε την κουβέντα μας στο δροσερό του ίσκιο. Μια κουβέντα που δεν είχε στο επίκεντρο αυτόν, αλλά την άνευ όρων αγάπη του για την τέχνη και τα όνειρά του για τη Σχολή Καλών Τεχνών του Πύργου, το μεγαλύτερο πάθος του αυτή τη στιγμή.

Leonidas Chalepas, «Paranoid Little Car, Steel», Renault 5, 2014, 357×175×318cm / 140.6×68.9×125.2”

Η ειλικρίνειά του σε αφοπλίζει από την πρώτη στιγμή. Ή μάλλον, σε ανακουφίζει. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες στη θέση του θα ξεκινούσαν λέγοντάς μου για το πώς παράτησαν Αμερικές και καριέρες για να γυρίσουν πίσω και να βοηθήσουν τον τόπο τους. Όχι ο Λεωνίδας, όμως. «Σύμφωνα με τους όρους της υποτροφίας μου, μπορούσα να μείνω για τρία χρόνια στην Αμερική, δύο για σπουδές και ένα για εργασία. Κάποια στιγμή θα έπρεπε να κάνω δύο χρόνια στην πατρίδα μου -όχι στην ευρωπαϊκή επικράτεια, συγκεκριμένα στην Ελλάδα- οπότε και το είχα βάλει στο πρόγραμμα πως έπρεπε να το κάνω, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσα να επιστρέψω στην Αμερική» μου λέει όταν τον ρωτάω το εύλογο «γιατί γύρισες;», για να συμπληρώσει αμέσως «Ήταν όμως και χαρά μου να επιστρέψω στην Ελλάδα».

Έμαθε για τη θέση του διευθυντή στη σχολή του Πύργου μέσω φίλων του και ενώ βρισκόταν ακόμη στην Αγγλία. Έκανε αίτηση, πέρασε από το σχετικό συμβούλιο, επιλέχθηκε και ανέλαβε τα καθήκοντά του από τον περασμένο Ιούνιο. «Δεν έχω συνειδητοποιήσει ακόμα πώς ήταν εκείνη η πρώτη περίοδος στην Τήνο. Βρίσκομαι σε μια μεταβατική κατάσταση από το 2010, πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο. Οπουδήποτε πήγαινα ήταν για εργασιακό ή εκπαιδευτικό λόγο και το ίδιο ίσχυε και όταν γύρισα στην Ελλάδα. Μπήκα σε μια εντατική κατάσταση και δεν κατάλαβα τι σημαίνει προσαρμογή. Δηλαδή λόγω της δουλειάς δεν έχω προλάβει ακόμα να το σκεφτώ, αν και για να είμαι ειλικρινής δεν έχει ιδιαίτερη διαφορά για εμένα». Να τη ξανά η αφοπλιστική ειλικρίνεια. Απλές, ψύχραιμες διαπιστώσεις ενός συνειδητοποιημένου επαγγελματία που βάζει τη δουλειά του πριν από όλα -απλά η δουλειά του τυγχάνει να είναι η τέχνη. «Είναι σαν να βρίσκομαι σε ένα προάστιο της Αθήνας. Η Τήνος απέχει 3 ώρες και 50 λεπτά από την Αθήνα, η επικοινωνία είναι δεδομένη μέσω του ίντερνετ και άλλων συνδέσμων, οπότε δεν μου προκαλεί κάποια ιδιαίτερη εντύπωση το ότι βρίσκομαι εδώ», συνεχίζει.

«Είναι απλά μια δουλειά που με ενδιέφερε 100%, είτε ήταν στην Καβάλα, είτε στην Κύπρο, είτε στη Γερμανία, το ίδιο ακριβώς θα ήταν για εμένα. Εννοείται πως είναι ένας πανέμορφος τόπος για να ζεις, αλλά δεν έχει σχέση με τη διαδικασία της δημιουργίας. Ωραία και δημιουργικά είναι εδώ, ωραία και δημιουργικά θα ήταν αν έμενα και σε ένα υπόγειο στα Πατήσια».

Leonidas Chalepas, «Rudder», Marble, 2009, 90x22x64cm / 35.5x9x25”

Leonidas Chalepas, «Untitled», Patinated steel, 2011, 108x59x61cm / 42.5x23x24”

Δεν γίνεται όμως να μην έχει παρατηρήσει διαφορές ανάμεσα στον τρόπο ζωής ενός καλλιτέχνη στο εξωτερικό σε σχέση με τις συνθήκες διαβίωσης που επικρατούν στην Ελλάδα. «Πιστεύω πως αν θέλεις να δημιουργείς, μπορείς να δημιουργείς οπουδήποτε» μου λέει, με το ίδιο ύφος που θα μου έλεγε «Έχει μια ωραία ταβέρνα εδώ πιο κάτω, να πας». Αφού το σκέφτεται όμως λίγο, συμπληρώνει: «Η αλήθεια είναι πως στο εξωτερικό μπορείς να βρεις πολύ πιο εύκολα μια συμπληρωματική δουλειά για να υποστηρίξεις τα προς το ζην -γιατί ο καλλιτέχνης δεν έχει ποτέ ως δεδομένο ότι θα ζει από την τέχνη του. Ό,τι κι αν είναι αυτό, σερβιτόρος, να δουλεύεις σε αποθήκες ή και πιο “κυριλέ” δουλειές. Και στη διδασκαλία υπάρχουν πιο πολλές ευκαιρίες. Εδώ είναι πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα, έτσι όπως έχουμε καταλήξει. Βρίσκεις πολύ πιο δύσκολα μια δουλειά που θα σε συντηρεί και ακόμα κι όταν τη βρεις, θα πληρώνεσαι πολύ λιγότερα και θα δουλεύεις πολύ περισσότερες ώρες σε σχέση με έξω». Αμέσως μετά όμως επιστρέφει στο γνωστό, ψύχραιμο, ατάραχο ύφος του και μου λέει: «Όσον αφορά στη δημιουργική διαδικασία, ωστόσο, δεν υπάρχουν διαφορές. Υλικά υπάρχουν κι εδώ, έμπνευση υπάρχει κι εδώ. Η Ελλάδα είναι μια φοβερά “ζουμερή” χώρα, ιστορικά, πολιτικά. Είναι ένα πεδίο με μεγάλη δράση και είναι πάντα ευτυχές για έναν καλλιτέχνη να ζει σε έναν τόπο που βρίσκεται πάντα σε σημείο βρασμού».

Δεν είναι τόσο «ταπεινότητα» αυτό που διακρίνει τις απόψεις του όσο μια νηφάλια ματιά στα πράγματα και μια ανιδιοτελής αφοσίωση στην τέχνη του. Μια τέχνη που μπορεί να μην έχει εντοπίσει ακόμα τι ακριβώς είναι αυτό που του καλύπτει μέσα του, ξέρει όμως πολύ καλά πως όταν ασχολείται με αυτή δεν πηγαίνει χαμένο ούτε μισό δευτερόλεπτο από τη ζωή του. «Ακόμη κι όταν δούλευα ως βοηθός παλιότερα και μου έλεγε ο γλύπτης “Καθάρισε αυτά τα μπάζα”, τα καθάριζα με χαρά, ένιωθα μεγάλη τιμή να το κάνω. Κάθε λεπτό άξιζε και κάθε φτυαριά ήταν τέλεια. Δεν νιώθω για άλλα πράγματα έτσι. Είναι η χαρά του να δημιουργείς κάτι για εσένα, το οποίο είναι και μια σημαντική διαδικασία αυτογνωσίας. Είναι μεγάλο προνόμιο να ασχολείσαι με την τέχνη», μου λέει.

Δεν πρόκειται να ακούσεις τον Λεωνίδα να σου εξυμνεί τη ζωή και τον πολιτισμό των «ξένων», ούτε όμως και των Ελλήνων. Όταν τον ρωτάω αν σκοπεύει να ξαναφύγει από την Ελλάδα μόλις περάσει η υποχρεωτική διετής θητεία του εδώ, η απάντησή του είναι εξίσου αναζωογονητικά ρεαλιστική με τις προηγούμενες. «Ευτυχισμένος ήμουν κι έξω, ευτυχισμένος είμαι κι εδώ. Όσες φορές έχω νιώσει δυστυχία όταν χρειάστηκε να φύγω από το εξωτερικό για να γυρίσω Ελλάδα, άλλες τόσες την έχω νιώσει όταν χρειάστηκε να φύγω από την Ελλάδα για να επιστρέψω έξω. Όπως έρθουν τα πράγματα. Είμαι πολύ τυχερός που βρίσκομαι εδώ τώρα, διανύω μια εξαιρετικά δημιουργική περίοδος στη ζωή μου. Η σχολή προσφέρει κάτι το υπέροχο πνευματικά, την ευκαιρία να συνεισφέρεις στον κόσμο της τέχνης του σήμερα και του αύριο».

Το Προπαρασκευαστικό και Επαγγελματικό Σχολείο Καλών Τεχνών Πανόρμου (Πύργου) Τήνου ιδρύθηκε το 1955 για να τιμήσει και να κρατήσει ζωντανή την μακραίωνη παράδοση του νησιού στις καλές τέχνες και ειδικότερα στο μάρμαρο. Χτισμένη στο ιστορικό χωριό του Πύργου, είναι περιτριγυρισμένη από ένα υπέροχο φυσικό τοπίο με λόφους όπου η πέτρα και το μάρμαρο των παλαιών λατομείων εναλλάσσονται με τις στενές επιφάνειες καλλιεργήσιμης γης, ενώ λίγα βήματα δίπλα της συναντάς την μοναδική αρχιτεκτονική του χωριού με τα κάτασπρα σπίτια με τα μαρμάρινα υπέρθυρα και οικόσημα, τις περίτεχνες πόρτες και καμάρες και τα πλακόστρωτα, μαρμάρινα δρομάκια. Επίσης, η Σχολή συνορεύει με το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας Πύργου δημιουργώντας έτσι μια νοητή γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, τους θρυλικούς καλλιτέχνες και τεχνίτες που έθεσαν τις βάσεις και το νέο αίμα που προετοιμάζεται για να χαράξει τη δική του πορεία.

Ο Λεωνίδας, ως διευθυντής της Σχολής και δάσκαλος αυτής της νέας γενιάς γλυπτών και καλλιτεχνών, έχει ξεκάθαρο όραμα για όσα θέλει να πετύχει. Τον άφησα να μου ξεδιπλώσει τους στόχους του χωρίς να τον διακόψω -δεν γινόταν άλλωστε, μόλις άρχισε να μιλά για τους μαθητές του και όσα θέλει να προσφέρει σε αυτούς, τα ψύχραιμα, μετρημένα λόγια του έγιναν χείμαρρος.

«Με ενδιαφέρει αυτοί που θα αποφασίσουν να ασχοληθούν με τη μαρμαροτεχνία να είναι προετοιμασμένοι για τις ιδιομορφίες της καλλιτεχνικής διαδικασίας του μάρμαρου. Να μην το βλέπουν αυστηρά ως μία τεχνική διαδικασία αλλά να κατανοούν την πολυπλοκότητα της διαδικασίας ως τέχνη.

Εκείνοι οι οποίοι θα θελήσουν να συνεχίσουν στην ΑΣΚΤ, δηλαδή σε μια σύγχρονη δυτική ακαδημία τέχνης, θα θεωρήσω ευτυχές αν, σε πρώτο επίπεδο, μπουν χωρίς παρωπίδες και εξίσου προετοιμασμένοι για να αναπτυχθούν σε ένα σύγχρονο, παγκόσμιο χώρο τέχνης, όπου υπάρχει ένα σχετικισμός και έχει σημασία το πλαίσιο στο οποίο θέτεις τα ερωτήματά σου ως καλλιτέχνης. Η καλαισθητική κρίση σήμερα, δηλαδή η κάθε αξιολόγηση των πραγμάτων, είναι σημαντικά πιο πολυεπίπεδη από το παρελθόν. Για αυτό και αν μπουν από την αρχή προετοιμασμένοι να χαρούν αυτό το γεγονός της πολλαπλότητας στην τέχνη, πιστεύω πως θα κερδίσουν πολλά. Αν μπαίνεις σε ένα νέο τομέα με παρωπίδες και απόλυτες απόψεις, χάνεις τεράστιο μέρος της ουσίας.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να μπουν με κάποια βασικά “όπλα”. Να ξέρουν δηλαδή γυψοτεχνία, να ξέρουν να μετρούν κάποια πράγματα -όχι πως θα τους χρειαστούν απαραίτητα αλλά καλό είναι να τα γνωρίζουν. Οπότε πρέπει να είναι προετοιμασμένοι τεχνικά αλλά και έτοιμοι εννοιακά για αυτό το πολλαπλό φαινόμενο.

Σε δεύτερο επίπεδο, θέλω να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η τεχνική τους αρτιότητα ώστε να μη χάνουν χρόνο μαθαίνοντας βασικά πράγματα και εννοιολογικά να έχουν κατανοήσει ακόμα καλύτερα τα ερωτήματα που θέτει η τέχνη και να εντρυφήσουν ακόμα περισσότερο σε αυτά. Πρέπει ως καλλιτέχνης να είσαι ανοιχτός στα ερεθίσματα και ταυτόχρονα να έχεις μια σχετική συνείδηση ότι μπορείς να κατευθύνεις τον εαυτό σου. Όλοι εξαρτόμαστε και από το περιβάλλον μας, φυσικά, αλλά πρέπει πάντα να γνωρίζουν πως έχουν ένα πηδάλιο για να κατευθύνουν τον εαυτό τους σύμφωνα με τα θέλω τους και να κρίνουν οι ίδιοι τι να πάρουν και τι να αφήσουν από όσα τους προσφέρονται».

Εξίσου σημαντικό με όλα τα παραπάνω, είναι και η μεταβολή του ρόλου του ίδιου από καλλιτέχνη σε αγωγό τέχνης, τεχνικής, παιδείας και ιδεών. Το «εγώ» του δημιουργού μπαίνει σε δεύτερη μοίρα όταν η δουλειά σου έχει άμεσο αντίκτυπο σε κάποιον άλλο και αυτό είναι κάτι που ο Λεωνίδας Χαλεπάς το γνωρίζει πολύ καλά. «Ως δάσκαλος δεν έχεις ευθύνη απέναντι στον εαυτό σου αλλά απέναντι σε κάποιον άλλο», μου λέει. «Αν, ας πούμε, δουλεύεις πάνω σε ένα έργο σου, έχεις το περιθώριο να αναγνωρίσεις πως δεν τα έχεις όλα λυμένα μέσα σου, μιας και αυτό αφορά μόνο εσένα. Αυτό που κάνω εδώ όμως δεν αφορά μόνο τον εαυτό μου, αφορά άλλους σαράντα ανθρώπους που θα πρέπει να μπορέσουν να επιβιώσουν με αυτά που θα τους δώσω. Θα πρέπει να αποκτήσουν την απαραίτητη τεχνική αρτιότητα και, σε εννοιακό επίπεδο, να αναπτύξουν τη δική τους προσωπική ταυτότητα. Πρέπει να τους δημιουργήσεις μια δυνατότητα για το μέλλον και να μην τους κλείσεις πόρτες. Για αυτό κάθομαι και σκέφτομαι ξανά τα δικά μου και προσπαθώ να τα φιλτράρω και να κρίνω καλύτερα τον εαυτό μου. Και φυσικά ο κάθε μαθητής φέρνει τα δικά του στοιχεία και ό,τι φέρνει ο καθένας είναι πλούτος που στην πορεία κάνει κι εσένα πιο πλούσιο».

Όσο για τα μελλοντικά του σχέδια για τη Σχολή, ο Λεωνίδας δεν ξεφεύγει μοίρα από τον βασικό του στόχο, ο οποίος δεν είναι άλλος από την κατάρτιση των μαθητών του. «Χρειαζόμαστε παραπάνω χώρο και αυτή τη περίοδο ψάχνω να δω πώς θα μπορέσουμε να διερευνήσουμε τους χώρους μας για να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο το εμβαδόν που έχουμε διαθέσιμο για το νέο σχολικό έτος», μου λέει για να ξεκινήσει πάλι ο γνωστός χείμαρρος που βγαίνει από μέσα του όταν μιλά για τη δουλειά του στον Πύργο. «Θέλω επίσης να δημιουργήσουμε μια μεγαλύτερη πολλαπλότητα στις τεχνικές διαδικασίες ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε τα παιδιά εδώ πέρα να μάθουν να λειτουργούν με έναν πιο αυτάρκη τρόπο. Να βάλουν δηλαδή μέσα και λίγο μέταλλο, να φτιάξουν μια δική τους αρματούρα, ίσως να βάλουν και κάποια υποτυπώδη εργαλεία στο ξύλο, να κάνουν κάποιες βοηθητικές κατασκευές και με ξύλο, να κάνουν ένα πιο σύνθετο και προσωπικό έργο και να μη εξαρτώνται απολύτως από τον σιδερά ή τον ξυλουργό ή από οποιονδήποτε. Να αρχίσουμε σιγά σιγά να δημιουργούμε λίγο περισσότερες συνδέσεις και αυτονομία στον καλλιτέχνη που προκύπτει από εδώ ή στον τεχνίτη».

«Σε πνευματικό επίπεδο», συμπληρώνει, «θα ήθελα να ωθήσουμε τους μαθητές να διαβάζουν περισσότερο. Να τους βάλουμε στην έννοια του διαβάσματος, των σημειώσεων, του σκίτσου, να δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στη σκέψη, στο τι είναι αυτό που κάνουν. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα κατευθύνουμε το διάβασμα. Δεν πρέπει να υπάρχει ατζέντα στο διάβασμα, πρέπει να είναι ελεύθερο και κατά βούληση. Επίσης δεν θέλω να νιώθουν πως υπάρχει καθορισμένος χρόνος, θέλω να τους δώσουμε να καταλάβουν πως, αν θέλουν, μπορούν να έχουν ελεύθερο χρόνο, κανείς δεν θα τους αναγκάσει να διαβάσουν ή να παρακολουθήσουν τα μαθήματα ή οτιδήποτε. Αν, όμως, θέλουν να επενδύσουν ενέργεια θα ξέρουν πως εδώ υπάρχει μια ανοιχτή λεωφόρος να "κουραστούν", αν θέλουν να κουραστούν, να δημιουργήσουν. Αυτά για αρχή και βλέπουμε».

Και να είστε σίγουροι πως θα δούμε πολλά στο άμεσο μέλλον από τον Λεωνίδα Χαλεπά και την φανταστική ομάδα εκκολαπτόμενων καλλιτεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Πύργου.

Δημοφιλή