Η Αμμόχωστος και οι δήθεν χαμένες ευκαιρίες

Τα διαχρονικά λάθη, οι βλέψεις της Τουρκίας και τι πρέπει να γίνει από εδώ και στο εξής.
ASSOCIATED PRESS

Η αρχή του ανοίγματος της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων είναι ενδεικτική των ευρύτερων στόχων της Τουρκίας έναντι της Κύπρου. Η τουρκική ενέργεια γίνεται και πάλιν αφορμή αντεγκλήσεων στο εσωτερικό μέτωπο για τη διαχρονική διαχείριση του ζητήματος αυτού καθώς και του Κυπριακού. Είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε με ψυχραιμία, αντικειμενικότητα, ορθολογισμό και πραγματισμό τα αντικειμενικά δεδομένα και γεγονότα και να προβληματισθούμε για την περαιτέρω πορεία μας.

Μετά την ολοκλήρωση και της επιχείρησης Αττίλας II η Κύπρος αντιμετώπιζε μια βιβλικών διαστάσεων καταστροφή. Παρά τις διακηρύξεις ότι «εν ουδεμία περίπτωση θα γίνουν αποδεκτά τα τετελεσμένα γεγονότα», η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων θεώρησε ότι για την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας η αποδοχή της ομοσπονδίας ήταν απαραίτητη.

Ταυτόχρονα διάφορες δυτικές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γερμανία, ενθάρρυναν την ελληνοκυπριακή πολιτική ηγεσία να προβεί σε γενναίες παραχωρήσεις για να ανοίξει ο δρόμος για την οριστική διευθέτηση του Κυπριακού. Μάλιστα εάν ανατρέξει κανείς στον ελληνοκυπριακό Τύπο της εποχής θα βρει αρκετά δημοσιεύματα τα οποία υπονοούσαν ότι η Τουρκία ήταν δυνατόν να επιτρέψει την επανεγκατάσταση των Ελληνοκυπρίων προσφύγων στα Βαρώσια υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ. Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική όπως είδαμε στην πορεία του χρόνου. Έχει επίσης λησμονηθεί ότι παρά τη Συμφωνία της Τρίτης Βιέννης στις 2 Αυγούστου 1975 για την Καρπασία, η τουρκική πλευρά δεν τήρησε ποτέ τις δεσμεύσεις της.

Παρά ταύτα ο Πρόεδρος Μακάριος προέβη στην ύστατη υποχώρηση της αποδοχής της δικοινοτικής ομοσπονδίας με την πρώτη συμφωνία υψηλού επιπέδου με τον Ραούφ Ντενκτάς στις 12 Φεβρουαρίου 1977. Η μέγιστη αυτή υποχώρηση δεν είχε τα αποτελέσματα που οι ΗΠΑ και άλλες δυνάμεις είχαν υποσχεθεί στον Μακάριο. Έτσι στην τελευταία του ομιλία ο Πρόεδρος Μακάριος στις 20 Ιουλίου 1977 διακήρυξε ότι η τουρκική αδιαλλαξία επέβαλλε στους Ελληνοκύπριους τον μακροχρόνιο αγώνα.

Στη δεύτερη συμφωνία υψηλού επιπέδου Κυπριανού-Ντενκτάς στις 19 Μαΐου 1979 γινόταν σαφής αναφορά στην παράγραφο 5 για επιστροφή της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων με την επανέναρξη των συνομιλιών ως εξής:

«Θα δοθεί προτεραιότητα στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια Ελληνοκυπρίων προσφύγων, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, αμέσως με την έναρξη της υπό των συνομιλητών εξέτασης των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών επί μιας συνολικής συμφωνίας. Ειδικότερα μετά την επίτευξη συμφωνίας για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί αυτή χωρίς ν΄ αναμένεται το αποτέλεσμα των συζητήσεων και επί των άλλων πτυχών του Κυπριακού προβλήματος».

Αλλά ούτε και αυτή τη συμφωνία τήρησε η τουρκική πλευρά.

Είναι γεγονός ότι σε όλα τα σχέδια που είχαν προταθεί για λύση του Κυπριακού (Σχέδιο Νίμιτς - Αγγλοαμερικανοκαναδικό Σχέδιο, Δείκτες Κουεγιάρ, Ιδέες Γκάλι και Σχέδιο Ανάν) υπήρχε σαφής πρόνοια για επιστροφή των Βαρωσίων υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Τα σχέδια αυτά δεν έγιναν τελικά δεκτά καθώς κρίθηκε ότι άλλες πρόνοιες τους θα οδηγούσαν σε εθνικά επιζήμια αποτελέσματα. Σε κανένα απ’ αυτά τα σχέδια δεν διασφαλιζόταν η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, και αφήνοντας κατά μέρος άλλες δυσμενείς διαστάσεις, δεν θεωρώ ότι οποιοδήποτε από τα σχέδια αυτά αποτέλεσε «χαμένη» ευκαιρία.

Πέραν τούτων αξίζει να σημειωθεί ότι έγινε συζήτηση για την περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων στα πλαίσια μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης το 1993 και μεταγενέστερα μετά το Σχέδιο Ανάν. Στην πρώτη περίπτωση η ιδέα ήταν να συνδυασθεί η επιστροφή των νόμιμων κατοίκων των Βαρωσίων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ με το άνοιγμα του αεροδρομίου Λευκωσίας και στη δεύτερη με το αεροδρόμιο της Τύμπου. Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπήρξε τελικά οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα.

Η Άγκυρα δεν είδε ποτέ σοβαρά την προοπτική επιστροφής των Βαρωσίων στα πλαίσια μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Αντίθετα, κατ’ επανάληψιν τόνισε ότι θα συγκατατεθεί στην επιστροφή των Βαρωσίων υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση στα πλαίσια μιας τελικής διευθέτησης.

Η λύση όμως την οποία επιθυμεί η τουρκική πλευρά προνοεί την αντικατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας με ένα τρικέφαλο κρατικό μόρφωμα στο οποίο καμία απόφαση σε ομοσπονδιακό επίπεδο δεν θα λαμβάνεται χωρίς την έγκρισή της. Προφανώς θα είναι εξαιρετικά δύσκολο εάν όχι αδύνατο για οποιοδήποτε Κύπριο Πρόεδρο να υπογράψει ένα τέτοιο σχέδιο λύσης.

Πολύ περισσότερο, θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο ένα τέτοιο σχέδιο να εγκριθεί σε δημοψήφισμα από τους Ελληνοκύπριους.

Λάθη τακτικής έγιναν. Μεταξύ άλλων, θεωρώ ότι η περίπτωση των Βαρωσίων θα έπρεπε να ήταν πάντοτε μέρος της πρόταξης όλων των Προέδρων ιδίως λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη συμφωνία Κυπριανού-Ντενκτάς. Η παρατήρηση αυτή όμως δεν διαφοροποιεί την ουσία της αξιολόγησης. Εν κατακλείδι είναι σημαντικό να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν τον τουρκικό επεκτατισμό και να πράξουμε ανάλογα. Η Κύπρος χρειάζεται να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της σε όλα τα επίπεδα και να προχωρήσει στα πλαίσια ενός κλίματος ευρύτερης συναίνεσης.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Δημοφιλή