Η Ελλάδα, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και η αλλαγή στελεχών στις...πωλήσεις

Η διεθνής συγκυρία είναι υπέρ της Ελλάδας.
NurPhoto via Getty Images

Σαν άνθρωποι, τείνουμε να βλέπουμε τα πράγματα να εξελίσσονται γραμμικά. Καλώς ή κακώς, αυτό δεν ισχύει και η Ιστορία έχει εκφραστεί πολλές φορές μέσα από γεγονότα που αποδεικνύουν οτι ο κόσμος δεν είναι επίπεδος. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που ιδεολογίες και αφηγήματα που εξετάζουν την Ιστορία με γραμμικό τρόπο, βρίσκονται στην γαλαρία της. Οι σχέσεις ΗΠΑ και Τουρκίας αποδεικνύουν πως τίποτε δεν είναι αδιανόητο στην πολιτική ζωή και πως όταν υπάρχει αλλαγή στο διεθνές σύστημα και στις ισoρροπίες του, όλα είναι πραγματικά. Τι και αν στην Ελλάδα ακόμη και όταν ο Ντόναλντ Τραμπ χτυπούσε την τουρκική οικονομία, λέγαμε το σύνθημα ″Θα τα βρούν οι ΗΠΑ με την Τουρκία”. Γιατί δεν είμαστε καλοί ″πωλητές”; Τί οφείλουμε να κάνουμε για να αλλάξουμε αυτήν την φοβική νοοτροπία με άξονα τον αυθεντικό Ρεαλισμό;

Η διεθνής συγκυρία υπέρ της Ελλάδας.

Λίγες βδομάδες πριν, πήγα να ακούσω μια ομιλία. Πρόσωπα και λεπτομέρειες, δεν έχουν κάποια σημασία. Σκοπός είναι ένας ″πόλεμος″ δημιουργικός στα πλαίσια δημοκρατίας και όχι κανιβαλισμός. Εκεί, παρουσία Αμερικανών, Έλληνας πολίτης που μιλούσε στο panel, είπε : ”Δεν πρέπει να ξεχνάμε οτι είμαστε μικρή χώρα, να μην παίρνουμε αέρα...”.

Ας σκεφτούμε αυτήν την εκδοχή του ρεαλισμού η οποία έφερε πολλούς πολίτες και πολιτικούς στο να πιστέψουν πως πράγματι, ο ρεαλισμός είναι απαισιόδοξη οπτική των πραγμάτων. Ας σκεφτούμε να εκφραζόταν αυτή η ιδέα-πεποίθηση-θέση ενώπιον ενός ΔΣ μιας εταιρείας που σκοπό της έχει το κέρδος. Η θέση αυτή μας λέει ουσιαστικά να μην μάθουμε να ″πουλάμε″ περισσότερο. Να μην αναβαθμίσουμε τη θέση μας. Οι Τούρκοι δηλαδή, κάνοντας άριστη χρήση του πολιτικού marketing τόσα χρόνια, ζημιώθηκαν; Δυστυχώς, ακόμη και τώρα υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν κάθε παραπάνω προσπάθεια, ”εκτός ρεαλισμού”. Ενώ ο καημένος ο Ρεαλισμός, λέει το αντίθετο, πως όχι μόνο χρειαζόμαστε περισσότερη ισχύ, αλλά μάλιστα, δεν ξέρουμε ποτέ πόση είναι αρκετή (το λεγόμενο δίλημμα ασφάλειας). Και αυτό γίνεται γιατί βολεύει η αδράνεια. Η δράση φέρνει ανταγωνισμό και ο ανταγωνισμός, νικητές και ηττημένους. Μια κατάσταση με μόνιμους νικητές, υπάρχει όταν σε αυτήν δεν υπάρχει ανταγωνισμός.

Τα μικρά κράτη ευνοούνται περισσότερο σε μεταβατικές περιόδους συστημικών αλλαγών.

Μια ολόκληρη εργασία φτιάχτηκε για να δείξει το πόσο - ασύμμετρα ή/ και αντιστρόφως ανάλογα- επηρεάζουν οι μικρές δυνάμεις τις μεγάλες δυνάμεις ή/και υπερδυνάμεις. Το 1975 ο Chang Jin Park, αναλύει στο “The Influence of Small States Upon the Superpowers: United States-South Korean Relations as a Case Study, 1950-53 ” το παράδοξο του πλέγματος σχέσεων της Νότιας Κορέας με τις ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, αν οι ΗΠΑ δεν ενίσχυαν όσο ήθελαν οι Νοτιοκορεάτες, ο ηγέτης της Νότιας Κορέας θα άφηνε ελεύθερους μια και για πάντα, 27 χιλιάδες κομμουνιστές. Η ισχυρή χώρα έχει ανάγκη τις μικρές ή και μεσαίες δυνάμεις γιατί για να είναι κάποιος βασιλιάς χρειάζεται -πολύ απλά- βασίλειο.

Οι μικρές και μεσαίες δυνάμεις (σαν την Ελλάδα, την Κύπρο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο) είναι απαραίτητες για υπερδυνάμεις όπως οι ΗΠΑ. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι ″φθηνότερες″ στο να αναλάβουν βάρη προς όφελος των μεγάλων δυνάμεων. Αυτή τη στιγμή και για το προβλεπτό μέλλον, οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη τις Τριμερείς στις οποίες κοινός παρονομαστής είναι Ελλάδα και Κύπρος. Αυτό σημαίνει πως Αθήνα και Λευκωσία, μπορούν να ζητήσουν ανταλλάγματα για τις υπηρεσίες τους στην περιοχή, οι οποίες ταυτίζονται με τα ενεργειακά και πολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Επομένως, όχι μόνο δεν πρέπει να κάτσουμε και να ″μην παίρνουμε και πολύ αέρα”, αλλά συγκροτημένα να χτίσουμε μια περιφερειακή πολιτική η οποία θα βάζει στο κέντρο του γεωπολιτικού ″κάδρου″ της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου, παίρνοντας πρωτοβουλίες για να γίνουμε εγγυητές της σταθερότητας.

Επειδή ακριβώς η διεθνής συγκυρία είναι υπέρ της Ελλάδας και επειδή η Ελλάδα πλησίασε το Ισραήλ και τις ΗΠΑ (και άλλες χώρες όπως Αίγυπτο, Ιορδανία και Κύπρο) λόγω έλλειψης εναλλακτικών, επειδή η Τουρκία αποφάσισε να αναθεωρήσει την περιφερειακή της πολιτική, οφείλει να προωθήσει περισσότερο την εικόνα της ως καταλύτη εξελίξεων. Πίσω από την ″κακή τακτική πώλησης” όπου σε εταιρεία, πιθανόν να κόστιζε τη θέση του ατόμου που έθεσε την παραπάνω πρόταση, βρίσκεται ο φόβος του ″Μεγαλοϊδεατισμού″. Πίσω από όλα αυτά τα λόγια που αναδεικνύουν τα ”δικαιώματα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο”, βρίσκεται η παντελής άγνοια του πώς ακμάζουν τα έθνη-κράτη και όλοι οι οργανισμοί. Οι Διεθνείς Σχέσεις είναι διεπιστημονικός κλάδος και έχει μεγάλες δυσκολίες σε θεωρία και πράξη. Τόσο μεγάλες ώστε δεν μπορούν να γεφυρωθούν με ευχολόγια και συνθήματα αδράνειας. Τόμοι ολόκληροι που αφορούν στην ακμή και παρακμή κρατών,οργανισμών, πολιτισμών και κοινωνιών, έχουν αποδείξει οτι το όραμα που έχει μια μεταφυσική πνοή, βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας της υψηλής στρατηγικής.

Η Τουρκία έχει πάρει τις αποφάσεις της οι οποίες την θέτουν σε ένα άλλο στρατόπεδο το οποίο αυτή τη στιγμή και για το προβλεπτό μέλλον, δεν εγγυάται οφέλη για την Ελλάδα. Αντί να υπολογίζουμε το ″πότε″ και το ″αν” άλλοι δρώντες στην περιοχή θα τα βρούν με τις ΗΠΑ ή το Ισραήλ, θα ήταν ουσιαστικό να οικοδομήσουμε πλάνα τα οποία θα μας κάνουν περιζήτητους δρώντες (Ελλάδα και Κύπρο). Η εξωτερική πολιτική έχει πολλά κοινά με την επιχειρηματικότητα. Σιγουριές, βεβαιότητες και ″μην παίρνουμε πολύ αέρα”, δεν υπάρχουν. Η επιτυχημένη εξωτερική πολιτική, που δε στηρίζεται σε γενικόλογες και γλυκανάλατες φράσεις που οδηγούν σε ταυτολογία και όχι σε μια νέα επινόηση του τροχού, βασίζεται στο πόσο καλά ″πουλά″ ένα κράτος τον εαυτό του.

Δημοφιλή