Η επιστολή που «αθωώνει» τον Woody Allen και δείχνει μια Mia Farrow σκληρή και εκδικητική

Βία, κακοποίηση και αμέλεια είναι λίγα από τα σημεία που περιγράφει ο Moses Farrow στο «Ένας γιος μιλά».
O Moses Farrow κάτω δεξιά, φορώντας γυαλία και κρατώντας το χέρι της μητέρας του, Mia Farrow.
David McGough via Getty Images
O Moses Farrow κάτω δεξιά, φορώντας γυαλία και κρατώντας το χέρι της μητέρας του, Mia Farrow.

Μια ανατριαχιστική καταγραφή της παιδικής του ηλικίας ανάρτησε ο Moses Farrow, που επί της ουσίας αθωώνει τον Woody Allen και περιγράφει την Mia Farrow με εξαιρετικά μελανά χρώματα.

Ανάμεσα σε όλα όσα γράφει είναι τα εξής: Συγγενείς της Mia έχουν καταδικαστεί για παιδική κακοποίηση και εκτίουν την ποινή τους. Η Mia ήταν αυτή που σύστησε τη Soon-Yi στον Woody στα 20 της και χωρίς πρότερη επαφή μεταξύ τους. Κλείδωνε τα παιδιά στο δωμάτιο ή στην ντουλάπα και κακοποιοούσε τα ανάπηρα παιδιά της. Πολλά αυτοκτόνησαν και ο Moses Farrow θεωρεί ότι η Soon-Yi «κατάφερε να ξεφύγει».

Βία, κακοποίηση και αμέλεια είναι λίγα από τα σημεία που περιγράφει στο «Ένας γιος μιλά».

Στην ανάρτησή του ξεκινά λέγοντας: «Είμαι ένας πολύ ιδιωτικός άνθρωπος και καθόλου δεν με ενδιαφέρει η δημόσια προσοχή. Αλλά, λόγω των εξαιρετικών ανακρίβειων και παραπλανητικών επιθέσεων προς τον πατέρα μου, Woody Allen, νιώθω ότι δεν μπορώ να παραμείνω σιωπηλώς όπως συνεχίζει να καταδικάζεται για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε.

Ήμουν παρον σε όλα όσα έλαβαν χώρα στο σπίτι μας πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την υποτιθέμενη επίθεση. Πλέον, τώρα που η δημόσια υστερία έχει κάπως κοπάσει και έχω λίγη ελπίδα ότι η αλήθεια μπορεί να ακουστεί, θέλω να μοιραστώ την ιστορία μου».

Διαβάστε παρακάτω την πλήρη επιστολή:

Η 4η Αυγούστου 1992 ήταν μια ζεστή, καλοκαιρινή ημέρα στο Bridgewater του Κονέτικατ αλλά στο οικογενειακό μας εξοχικό, το Frog Hollow, υπήρχε ένα ψυχρό κλίμα. Η μητέρα μου, η Mia Farrow, ήταν έξω για ψώνια με την στενή παιδική της φίλη, την Casey Pascal. Ήμουν 14 ετών τότε και στο σπίτι με την μικρή μου αδελφή Dylan, που είχε μόλις κλείσει τα επτά, τον τετράχρονο αδελφό μου Satchel (που τώρα συστήνεται ως Ronan) και τα τρία παιδιά της Casey. Μας επέβλεπε η νταντά μας, Kristi, καθώς και η ναντά της Casey, η Alison και η καθηγήτρια Γαλλικών, Sophie. Ήταν ένα γεμάτο σπίτι.

Υπήρχε ένας ακόμη ενήλικας στο δωμάτιο τηλεόρασης εκείνη την ημέρα, καθήμενος στο πάτωμα, βλέποντας το «Ποιος Παγίδευσε τον Roger Rabbit;» μαζί με όλους μας - ο Woody Allen. Εκ πρώτης όψεως, ήταν όπως κάθε άλλη επίσκεψή του στο εξοχικό μας. Αλλά η μητέρα μου μας είχε προειδοποιήσει να μην τον αφήσουμε από τα μάτια μας. Καταλάβαινα γιατί ήταν εξοργισμένη: επτά μήνες νωρίτερα είχε μάθε ότι διατηρούσε δεσμό με την 21-χρονη αδελφή μου, Soon-Yi, αφού ανακάλυψε φωτογραφίες της στο διαμέρισμα του Woody. Για πολλούς μήνες, το επαναλάμβανε ξανά και ξανά σαν μάντρα: Ο Woody ήταν «δαιμόνιος», «ένα τέρας», «ο σατανάς» και η Soon-Yi ήταν «για μας νεκρή». Αυτό έπαιζε σε λούπα συνέχεια, είτε ήταν είτε δεν ήταν μαζί μας ο Woody. (Το επαναλάμβανε τόσο συχνά που ο Satchel είχε ανακοινώσει σε μια από τις νταντάδες μας, «Η αδελφή μου πηδάει τον πατέρα μου». Είχε μόλις γίνει τεσσάρων). Η μητέρα μου ήταν η μοναδική μας πηγή πληροφόρησης για τον Woody - και ήταν εξαιρετικά πειστική.

Ως το μεγαλύτερο παιδί στο σπίτι εκείνη την καλοκαιρινή ημέρα, πήρα πάρα πολύ σοβαρά τις προειδοποιήσεις της Mia. Θεώρησα ότι η δουλειά μου ήταν να στηρίξω τη μητέρα μου και ήθελα απελπισμένα την έγκρισή της, όπως και όλα τα παιδιά της. Είχα μάθει κατ′ επανάληψη, επίσης, ότι αν πήγαινα κόντρα στις επιθυμίες τους θα αντιμετώπιζα φριχτές επιπτώσεις. Τα μάτια μου θα έμεναν καρφωμένα στον Woody μέχρι την επιστροφή της. Μέσα μου όμως, ήμουν διχασμένος.

Επειδή θέλω να σας εξηγήσω τους λόγους, πρέπει να σας δώσω μερικές πληροφορίες για το ιστορικό της οικογένειάς μας.

Παρότι ο Woody και η Mia δεν παντρεύτηκαν ποτέ - και ποτέ δεν ζούσε μαζί μας, ούτε καν έμενε τα βράδια στο διαμέρισμά μας στην πόλη - συχνά ερχόταν κατά τις 6:30 το πρωί, μαζί με δυο εφημερίδες και μερικά μάφινς. Ξυπνούσα πριν τους υπόλοιπους άρα καθόμασταν στο τραπέζι της κουζίνας μαζί για πρωινό. Όσο διάβασε τους New York Times, εγώ έπαιρνα την Post και διάβαζα τα κόμιξ και τα παιχνίδια λέξεων. Παιρνούσαμε ειρηνικά τον χρόνο μας μαζί προτού ξυπνήσει η Dylan. Της έφτιαχνε δυο φέτες ψωμί με κανέλα ή μέλι και καθόταν μαζί μας όσο έτρωγε το πρωινό της. Σίγουρα δεν έμοιαζε με τέρας στα δικά μου μάτια.

Τα μεγαλύτερα αδέλφια μου ήταν είτε βιολογικά είτε υιοθετημένα παιδιά της Mia και του πρώην συζύγου της, André Previn. To 1985 η Mia υιοθέτησε την Dylan. Δυο χρόνια αργότερα αυτή και ο Woody έκαναν το μοναδικό τους βιολογικό παιδί, τον Satchel. Στα 49 του, ο Woody έδειχνε πολύ ευτυχισμένος στο νέο του ρόλο ως πατέρα.

Η Mia με είχε υιοθετήσει, το έβδομο παιδί της, ως μόνη μητέρα το 1980. Το 1992 κέρδισε το αίτημά της να επιτρέψει στον Woody να συν-υιοθετήσει την Dylan κι εμένα, γράφοντας με λεπτομέρειες σε ένα πρακτορείο υιοθεσίας, το πόσο υπέροχος πατέρας ήταν. Ήμουν κατενθουσιασμένος όταν ο Woody έγινε επισήμως ο πατέρας μου, καθώς είχε ήδη αναλάβει αυτό το ρόλο στη ζωή μου. Παίζαμε κυνηγητό και σκάκι, πηγαίναμε για ψάρεμα και παίζαμε μπάσκετ. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, ο Satchel, η Dylan κι εγώ επισκεπτόμασταν συχνά τα κινηματογραφικά στούντιο και το χώρο του μοντάζ. Τα βράδια, ερχόταν στο διαμέρισμα της Mia και μας αφιέρωνε χρόνο. Ούτε μια φορά δεν είδα οτιδήποτε που να καταδείκνυε ακατάλληλη συμπεριφορά σε οποιαδήποτε στιγμή.

Έπειτα, βέβαια, έγινε γνωστή παντού η ιστορία του Woody και της Soon-Yi - και άλλαξαν τα πάντα. Η μητέρα μου επέμενε να απομακρύνουμε αμφότερους από τη ζωή μας και δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να το δεχθούμε.

Ακόμη και αυτοί που αμφισβητούν τις δηλώσεις της Dylan, συχνά στέκονται στη σχέση του Woody με τη Soon-Yi ως αιτιολόγηση για τον σκεπτικισμό προς το πρόσωπό του. Οι δημόσιες επιθέσεις προς τη Soon-Yi από παντελώς αγνώστους συνεχίζουν να με συγκλονίζουν, όπως και η γενική παραπληροφόρηση που πολλοί άνθρωποι θεωρούν δεδομένη. Δεν είναι κόρη του Woody (υιοθετημένη, θετή, ούτε οτιδήποτε), ούτε πάσχει από κάποια διανοητική υστέρηση. (Έχει Master’s στην ειδική εκπαίδευση από το Πανεπιστήμιο της Columbia!). Και η εικασία ότι ξεκίνησαν τα ραντεβού όσο ήταν ανήλικη είναι κατάφωρο ψέμα.

Στην πραγματικότητα, σπανίως μιλούσαν ο ένας στον άλλο όσο ήταν μικρή. Η μητέρα μου ήταν αυτή που το πρότεινε αρχικά: όταν η Soon-Yi έκλεισε τα 20 προέτρεψε τον Woody να αρχίσει να περνά χρόνο μαζί της. Συμφώνησε και άρχισε να την πηγαίνει σε αγώνες των Knicks. Έτσι ξεκίνησε το φλερτ. Ναι, ήταν ανορθόδοξο, άβολο, αναστάτωσε την οικογένειά μας και πλήγωσε βαθιά τη μητέρα μου. Αλλά η σχέση καθαυτή δεν πλησιάζει καν την καταστροφική επιμονή της μητέρας μου να κάνει αυτή την προδοσία το επίκεντρο της ζωής μας από εκείνη τη στιγμή και έπειτα.

Αλλά αυτή η μοιραία δυσλειτουργικότητα της παιδικής μου ζωής δεν είχε καμία σχέση με τον Woody. Ξεκίνησε πολύ πριν μπει στη ζωή μας και προήλθε από ένα βαθύ και επίμονο σκοτάδι της οικογένειας Farrow.

Ήταν ανοιχτό μυστικό στο Χόλιγουντ ότι ο παππούς μου, ο σκηνοθέτης John Farrow, ήταν μεγάλος πότης και θρασύτατα άπιστος. Οι γονείς της είχαν άπειρους μεθυσμένους καυγάδες και η Mia μου είχε πει ότι ήταν θύμα απόπειρας κακοποίησης από μέλος της ίδιας της της οικογένειας. Ο αδελφός της, ο θείος μου ο John, που μας επισκέφθηκε πολλές φορές όταν ήμασταν νέοι, είναι επί του παρόντος στη φυλακή με καταδίκες σε πολλές κατηγορίες παιδικής κακοποίησης. (Η μητέρα μου ποτέ δεν έχει σχολιάσει ή εκφράσει ανησυχία για τα δικά του θύματα). Ο θείος μου ο Patrick και η οικογένειά του, συχνά έρχονταν σε εμάς, αλλά αυτές οι επισκέψεις σταματούσαν απότομα καθώς αυτός και η Mia κατέληγαν να τσακώνονται. Ο Patrick αυτοκτόνησε το 2009.

H μητέρα μου φυσικά, κουβαλούσε το δικό της σταυρό. Παντρεύτηκε τον 50-χρονο Frank Sinatra όταν ήταν μόλις 21 ετών. Μετά το διαζύγιό τους, μετακόμισε στο σπίτι της φίλης της Dory Previn και του άντρα της André. Όταν η μητέρα μου έμεινε έγκυος από τον André, ο γάμος των Previn διαλύθηκε και η Dory κατέληξε σε κλινική. Αυτά φυσικά και δεν συζητήθηκαν ποτέ στο σπίτι μας και μερικά δεν τα γνώριζα καν μέχρι πριν από λίγα χρόνια. Αλλά όπως τα βλέπω εγώ τα πράγματα - ως ένας ψυχοθεραπευτής με άδεια ασκήσεως επαγγέλματος αλλά και ως αυτόπτης μάρτυρας - είναι εύκολο να δω τους δυσλειτουργικούς σπόρους που άνθησαν στο ίδιο μας το σπίτι.

Ήταν σημαντικό για τη μητέρα μας να επιδεικνύει στον κόσμο ένα χαρούμενο σπίτι με βιολογικά και υιοθετημένα παιδιά, αλλά απείχε παρασάγγας από την πραγματικότητα. Είμαι σίγουρος ότι η μητέρα μου είχε καλές προθέσεις όταν υιοθέτησε παιδιά με αναπηρίες κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, αλλά η πραγματικότητα μέσα στο σπίτι μας ήταν πολύ διαφορετική. Με πληγώνει να θυμάμαι περιστάσεις όπου έβλεπα αδέλφια μου, κάποια τυφλά ή με σωματική αναπηρία, να τα σέρνει στις σκάλες, ή να τα σπρώχνει σε ένα υπνοδωμάτιο ή μέσα σε μια ντουλάπα και μετά να κλειδώνει την πόρτα απ′ έξω. Κλείδωσε μέχρι τον αδελφό μου τον Thaddeus, παραπληγικό απο πολιομυελίτιδα, σε ένα σπιτάκι κήπου για ένα βράδυ ως τιμωρία για ένα μικρό λάθος.

Η Soon-Yi ήταν ο πιο συχνός αποδιοπομπαίος τράγος της. Η αδελφή μου ήταν ανεξάρτητο πνεύμα και, ανάμεσα σε όλους μας, αυτή ήταν που φοβόταν το λιγότερο τη Mia. Όταν την έσπρωχνε, φώναζε στη μητέρα μου για τη συμπεριφορά της και στη συνέχεια θα υπήρχαν άσχημοι καυγάδες. Όταν η Soon-Yi ήταν μικρή, η Μia της πέταξε στο κεφάλι ένα τεράστιο πορσελάνινο μπολ. Ευτυχώς δεν την πέτυχε, αλλά τα σπασμένα κομμάτια της έσκισαν τα πόδια. Μερικά χρόνια αργότερα, η Mia θα την χτυπούσε με το ακουστικό του τηλεφώνου. Η Soon-Yi της είχε ξεκαθαρίσει ότι το μόνο που θέλει ήταν να μένει μόνη της, κάτι που όντως προέκυψε στην πορεία. Ακόμη κι αν η σχέση της με τον Woody ήταν αντισυμβατική, της έδωσε μια διέξοδο να ξεφύγει. Άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί.

Οι περισσότερες Μηντιακές πηγές γράφουν ότι η αδελφή μου η Tam πέθανε από «ανακοπή» στα 21 της. Στην ουσία, η Tam υπέφερε από κατάθλιψη για μεγάλο μέρος της ζωής της, μια κατάσταση που ενισχύθηκε επειδή η μητέρα μου δεν της παρείχε βοήθεια, επιμένοντας ότι η Tam ήταν απλώς «ιδιότροπη». Ένα απόγευμα του 2000, μετά από έναν τελευταίο μεγάλο καυγά με τη Mia, τόσο που η μητέρα μου έφυγε από το σπίτι, η Tam αυτοκτόνησε παίρνοντας υπερβολική δόση χαπιών. Η μητέρα μου έλεγε ότι ήταν ατύχημα, λέγοντας ότι η Tam που ήταν τυφλή κι έτσι δεν ήξερε ποια χάπια έπαιρνε. Αλλά η Tam είχε εξαιρετική μνήμη και φοβερή αντίληψη χώρου. Και φυσικά, η τύφλωση δεν επηρέαζε την ικανότητά της να μετρά.

Τις λεπτομέρειες της υπερβολικής δόσης της Tam και τον καυγά με τη Mia που προηγήθηκε, μου τα αφηγήθηκε κατ′ ιδίαν ο Thaddeus που ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Δυστυχώς, δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει αυτά που μου είπε. Μόλις πριν από δύο χρόνια, ο Thaddeus επίσης αυτοκτόνησε πυροβολώντας τον εαυτό του στο αμάξι του, 10 λεπτά από το σπίτι της μητέρας μου.

Η αδελφή μου η Lark είναι ένα ακόμη θύμα. Κατέληξε σε ένα αυτοκαταστροφικό μονοπάτι, είχε προβλήματα με εθισμούς και κατέληξε να πεθαίνει από φτώχεια και συμπτώματα του AIDS το 2008 στην ηλικία των 35.

Για όλους μας, η ζωή κάτω από τη μητρική στέγη ήταν ανυπόφορη εκτός κι αν κάναμε ακριβώς ότι μας έλεγε, όσο παράλογο κι αν ήταν το αίτημά της.

Το καλοκαίρι μεταξύ πρώτης και δεύτερης δημοτικού, έβαζε καινούρια ταπετσαρία στο δωμάτιό μου, το οποίο ήταν αντικριστά με το δικό της στον δεύτερο όροφo του σπιτιού μας στο Κονέτικατ. Ετοιμαζόμουν να πέσω για ύπνο, όταν η μητέρα μου ήρθε πάνω από το κρεβάτι μου και βρήκε μια μεζούρα. Με κάρφωσε στα μάτια, πάγωσα και με ρώτησε αν την πήρα γιατί την έψαχνε όλη μέρα. Στεκόμουν μπροστά της παγοκολώνα. Με ρώτησε γιατί ήταν στο κρεβάτι μου. Της είπα ότι δεν ήξερα, ίσως την άφησε εκεί ο εργάτης. Με ρώτησε ξανά και ξανά και ξανά.

Επειδή δεν της έδινα την απάντηση που ζητούσε, με χαστούκισε τόσο δυνατά, ώστε να πεταχτούν τα γυαλιά μου από το πρόσωπό μου. Μου είπε ότι έλεγα ψέμματα και μου είπε να πάω στα αδέλφια μου και να τους πω ότι είχα πάρει τη μεζούρα. Με δάκρυα στα μάτια την άκουγα καθώς εξηγούσε τι έπρεπε να πούμε. Σαν θέατρο, έμπαινε μέσα στο δωμάτιο και της έλεγα συγνώμη που πήρα τη μεζούρα, ότι την πήρα για να παίξω κι ότι δεν θα το ξανακάνω. Μου ζήτησε να το πω και να το ξαναπώ τουλάχιστον άλλες πέντε φορές.

Έτσι ξεκίνησε η κατήχηση, οι δοκιμασίες, η σεναριογραφία και οι πρόβες - στην ουσία, πλύση εγκεφάλου. Έγινα αγχώδης και φοβικός. Μια φορά, όταν μου δόθηκε ένα καινούριο τζιν, σκέφτηκα ότι θα ήταν cool αν έκοβα ένα-δυο από τα θηλάκια της ζώνης. Όταν η Mia είδε τι είχα κάνει, άρχισε να με χτυπά ασταμάτητα και μετά με ανάγκασε να βγάλω τα ρούχα μου, λέγοντας «Δεν σου αξίζουν ρούχα». Με έβαλε να σταθώ γυμνός στη γωνία του δωματίου της, μπροστά από τα μεγαλύτερα αδέλφια μου που είχαν μόλις επιστρέψει από δείπνο με τον πατέρα τους André. (Όταν μίλησα στο περιοδικό People το 2014 για τη συμπεριφορά που δέχθηκα, η Dylan το αποκάλεσε «προδοσία» και είπε ότι «ήμουν νεκρός» για αυτήν. Αργότερα, απέρριψε τις παιδικές μου μνήμες ως «άσχετες». Αυτά από μια γυναίκα που πλέον αυτοπροσδιορίζεται ως «εκπρόσωπος θυμάτων κακοποίησης»).

Η αντεπίθεση δεν ήταν επιλογή. Μια καλοκαιρινή ημέρα, η Mia με κατηγόρησε ότι άφησα ανοιχτές τις κουρτίνες στο δωμάτιο τηλεόρασης. Τις είχαν κλείσει την προηγούμενη ημέρα η Dylan με τον Satchel που έβλεπαν ταινία. Επέμενε ότι εγώ τις έκλεισα και τις άφησα ως έχει. Είχε έρθει η φίλη της η Casey και όσο καθόταν στην κουζίνα επέμενε ότι εγώ είχα κλείσει τις κουρτίνες. Σε εκείνη τη φάση, δεν άντεχα άλλο, θόλωσα κι άρχισα να ουρλιάζω, «Λες ψέμματα!» - μου έδωσε μια κοφτερή ματιά και με πήγε στο μπάνιο, δίπλα στο δωμάτιο τηλεόρασης. Με χτυπούσε ανεξέλεγκτα σε όλο μου το σώμα. Με χαστούκισε, με έσπρωχνε μπρος πίσω, μου έδινε μπουνιές στο στήθος, φωνάζοντας «Πως τολμάς να λες ότι είμαι ψεύτρα μπροστά από τη φίλη μου. Εσύ είσαι ο παθολογικό ψεύτης». Είχα ηττηθεί, ήμουν εξαντλημένος, ξυλοκοπημένος και κατάκοπος. Η Mia μου είχε στερήσει τη φωνή μου και την αίσθηση του εαυτού μου. Ήταν ξεκάθαρο ότι αν πατούσα έστω και λίγο έξω από την προσεκτικά σχεδιασμένη πραγματικότητά της, δεν θα το ανεχόταν με τίποτα. Ήταν μια ανατροφή που κατά έναν περίεργο τρόπο, με έκανε εξαιρετικά πιστό και υπάκουο προς αυτήν, αλλά και βαθιά φοβισμένο.

Με άλλα λόγια δεν ήταν ένα χαρούμενο σπιτικό - ούτε υγιές. Κι έτσι ξαναερχόμαστε στην 4η Αυγούστου 1992.

Άγνωστοι στο Twitter συνεχώς με ρωτούν το ίδιο πράγμα: «Αφού δεν ήσουν μάρτυρας στην επίθεση, πως ξέρεις ότι δεν συνέβη;» Αλλά πως θα μπορούσε κάποιος να είναι μάρτυρας σε κάτι που δεν συνέβη;

Ως «άντρας του σπιτιού» εκείνη την ημέρα, είχα υποσχεθεί να έχω το νου μου για καμιά ατασθαλία και αυτό ακριβώς έκανα. Θυμάμαι που καθόταν ο Woody στο δωμάτιο τηλεόρασης και μπορώ να θυμηθώ που ήταν η Dylan και ο Satchel. Όχι ότι όλοι ήταν καρφωμένοι σε ένα σημείο, αλλά σαφέστατα κοίταζα με προσοχή που και πότε πηγαινοερχόταν ο καθένας. Θυμάμαι τον Woody να βγαίνει από το δωμάτιο κάνα-δυο φορές, αλλά ποτέ με την Dylan. Θα πήγαινε σε ένα διπλανό δωμάτιο να κάνει ένα τηλεφώνημα, να διαβάσει την εφημερίδα, να πάει στο μπάνιο ή να βγει για μια βόλτα στον κήπο.

Μαζί με εμάς τα πέντε παιδιά, ήταν και τρεις ενήλικες στο σπίτι, όλοι εκ των οποίων γνώριζαν εδώ και μήνες τι τέρας είναι ο Woody. Κανείς μας δεν θα επέτρεπε στη Dylan να πάει κάπου μόνη της με τον Woody, ακόμη κι αν η ίδια το ήθελε. Η νταντά της Casey, η Alison, δήλωσε αργότερα ότι μπήκε στο δωμάτιο τηλεόρασης και ο Woody ήταν στα γόνατά του με το κεφάλι του ξαπλωμένο στα πόδια της Dylan που καθόταν στον καναπέ. Πράγματι; Με όλους μας εκεί; Και αν όντως το είδε, γιατί δεν είπε κάτι εκείνη τη στιγμή στη νταντά μας την Kristi; (Θυμάμαι μια συζήτηση ότι η πράξη έγινε στη σκάλα προς το δωμάτιο της Mia. Και πάλι, θα ήταν σε πλήρη θέα, αν εικάσουμε ότι ο Woody μπορούσε να ξεγλυστρήσει με τη Dylan). Το αφήγημα έπρεπε να αλλάξει καθώς το μοναδικό μέρος για κάποιον να κάνει μια αποτρόπαια πράξη ιδιωτικά θα ήταν σε ένα μικρό δωματιάκι στο πάνω υπνοδωμάτιο της μητέρας μου. By default, η σοφίτα έγινε η σκηνή της επίθεσης.

Στην πολυδιαβασμένη επιστολή που έστειλε η ενήλικη Dylan στους New York Times το 2014, δείχνει να θυμάται κάθε λεπτομέρεια της επίθεσης, γράφοντας «Μου είπε να ξαπλώσω στο στομάχι μου και να παίξω με το ηλεκτρονικό τρενάκι του αδελφού μου. Και τότε μου επιτέθηκε. Μου μίλησε για λίγο όσο το έκανε, ψιθυρίζοντας ότι είμαι καλό κορίτσι, ότι είναι το μυστικό μας, δίνοντας υποσχέσεις ότι θα πηγαίναμε στο Παρίσι και θα πρωταγωνιστούσα στις ταινίες του. Θυμάμαι να κοιτάζω το τρενάκι, επικεντρωμένη σε αυτό καθώς έκανε τους γύρους του στη σοφίτα. Μέχρι σήμερα, δυσκολεύομαι να κοιτάξω τρενάκια»

Είναι μια αφήγηση με λεπτομέρειες και ένταση, αλλά υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα: δεν είχαμε τρενάκι στη σοφίτα. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε τρόπος για κανέναν μας να παίξουμε στη σοφίτα ακόμη κι αν το θέλαμε. Δεν είχε ολοκληρωθεί η δόμησή του, δεν χωρούσες να μπεις, ήταν κάτω από μια πλάγια οροφή, με κακοβαλμένα καρφιά που εξείχαν, μπόλικο χύμα υαλοβάμβακα, γεμάτο ποντικοπαγίδες και τις ακαθαρσίες τους, βρομούσε ναφθαλίνη και είχε σακούλες με παλιά ρούχα.

Η ιδέα ότι αυτός ο χώρος διέθετε ένα λειτουργικό ηλεκτρικό τρενάκι που έκανε γύρους, είναι γελοία. Ένας από τους αδελφούς μου όντως είχε ένα περίτεχνο ηλεκτρονικό τρενάκι, αλλά το είχαν στήσει στο δωμάτιο των αγοριών, ένα μεταποιημένο γκαράζ στον πρώτο όροφο. (Ίσως αυτό νομίζει ότι θυμάται η αδελφή μου;). Πλέον, όποτε ακούω την Dylan να κάνει δημόσια δήλωση για τα όσα της συνέβησαν εκείνη την ημέρα που δεν είχε καν κλείσει τα επτά, στο νου μου έρχεται μόνο το φανταστικό τρενάκι, το οποίο ποτέ δεν ανέφερε στην πρώτη έρευνα. Μήπως κάποιος πρότεινε στη Dylan να προσθέσει την εν λόγω λεπτομέρεια για να ακούγεται πιο αξιόπιστη η ιστορία της; Ή πραγματικά πιστεύει ότι θυμάται το τρένο «να κάνει γύρους» με τον ίδιο τρόπο που θυμάται τους ψιθύρους του Woody οπού υποσχόταν ταξίδια στο Παρίσι και κινηματογραφικές επιτυχίες (λίγο παράξενα δέλεαρ για ένα 7-χρονο;). Και όλα αυτά υποτίθεται όταν όλοι μας είχαμε δώσει όρκο να μην αφήσουμε από τα μάτια μας τον Woody;

Εν τέλει, η μητέρα μου επέστρεψε με την Casey και τα δύο της νέα υιοθετημένα παιδιά, την Tam και το μωρό Isaiah. Καμία νταντά δεν εξέφρασε κάποιο παράπονο και δεν είχε τίποτε παράξενο η συμπεριφορά της Dylan. Μάλιστα, ο Woody και η Mia βγήκαν για φαγητό εκείνο το βράδυ. Μετά το δείπνο, επέστρεψαν στο Frog Hollow, το εξοχικό μας και ο Woody έμεινε στο κάτω υπνοδωμάτιο - χωρίς κάποια παράξενη συμπεριφορά από την Dylan και καμία αρνητική αναφορά από τους ενήλικες.

Το επόμενο πρωί, ο Woody ήταν ακόμη σπίτι. Προτού φύγει, μπήκε στο σαλόνι και είδε την Dylan με τον Satchel να κάθονται στο πάτωμα δίπλα στη μπαλκονόπορτα. Κοίταζαν έναν κατάλογο από ένα κατάστημα παιχνιδιών και σημείωναν τα παιχνίδια που ήθελαν να τους φέρει στην επόμενή του επίσκεψη. Ήταν μια ευχάριστη, ανάλαφρη ατμόσφαιρα - που μετά θολώθηκε από αυτά που η Mia θα εικάζονταν ότι συνέβησαν το προηγούμενο βράδυ. Πολλά χρόνια αργότερα, ανέφερα τις αναμνήσεις μου στον Woody και αυτός επίσης είπε ότι το θυμάται αρκετά έντονα, λέγοντάς μου ότι ζήτησε από τον Satchel και την Dylan να σημειώσουν ένα-δύο παιχνίδια ο καθένας, και ότι τελικά κατέληξαν να σημειώνουν όλα τα παιχνίδια στον κατάλογο. Θυμάται να παίρνει τον κατάλογο πίσω στη Νέα Υόρκη μαζί του, με στόχο να αγοράσει μερικά από αυτά. Μου είπε ότι κατέληξε να κρατά τον κατάλογο για χρόνια, καθώς δεν είχε ιδέα ότι δεν θα ξαναέβλεπε την κόρη του.

Είναι ενδιαφέρον που μόνο αφού επέστρεψε ο Woody, η Mia έλαβε το τηλεφώνημα που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή μας. Ήταν από τη φίλη της Casey που ανέφερε ότι η νταντά Alison είχε δει τον Woody να ακουμπά το κεφάλι του στην ποδιά της Dylan στο δωμάτιο τηλεόρασης.

Όταν η Monica, η επί σειρά ετών νταντά μας που έλειπε εκείνη την ημέρα, ήρθε στη δουλειά την επόμενη ημέρα, της εκμυστηρεύτηκα ότι πίστευα ότι η ιστορία είναι αποκύημα φαντασίας. Η Monica, που ήταν μαζί μας για έξι χρόνια, παραιτήθηκε μερικούς μήνες αργότερα, λέγοντας ότι η Mia την πίεζε να πάρει τη θέση της και να στηρίξει την κατηγορία.

Η Monica ήταν αυτή που αργότερα κατέθεσε ότι είδε την Mia να ηχογραφεί την Dylan να περιγράφει το πως την άγγιξε ο Woody στη σοφίτα, λέγοντας ότι την πήρε δύο με τρεις ημέρες για να κάνει την ηχογράφηση. Στην κατάθεσή της είπε, «Θυμάμαι την κα Farrow να λέει στην Dylan εκείνη την περίοδο, “Dylan, τι έκανε ο μπαμπάς... και τι έκανε μετά;” Η Dylan δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται, και η κα Farrow σταματούσε την ηχογράφηση για λίγο». Μπορώ να το επιβεβαιώσω κι εγώ, έχοντας δει μέρος αυτής της διαδικασίας με τα μάτια μου. Όταν ένας άλλος ψυχίατρος της Dylan, η Δρ. Nancy Schultz, την κριτίκαρε για την εγγραφή και αναρωτήθηκε για την εγκυρότητα του περιεχομένου, και αυτή απολύθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από τη Mia. (Η μητέρα μου, για την οποία η «αφοσίωσή» ήταν πολύ σημαντική, απέλυσε αργότερα μια άλλη επί σειρά ετών τροφό του σπιτιού, την Mavis, ισχυρίζοντας ότι έκανε δηλώσεις εναντίον της).

Κατά τη διάρκεια της ακρόασης για την επιμέλεια των παιδιών, η μητέρα μου συνεχώς τόνιζε πως πρέπει να μείνουμε ενωμένοι ως οικογένεια. Φοβισμένος και καταπονημένος, και εγώ, έπαιξα το ρόλο μου. Έγραψα μάλιστα μια επιστολή οπού καταδίκαζα τον Woody, λέγοντας ότι έκανε κάτι τρομακτικό και ασυγχώρητο, και ότι είχε διαλύσει τα όνειρά μου. Έκανα μια ανάγνωση της επιστολής μου για τα Μέσα Ενημέρωσης που πλέον συγκεντρώνονταν έξω από το σπίτι μας, γνωρίζοντας ότι έτσι θα κέρδιζα την έγκριση της μητέρας μου. Η δημόσια αποκήρυξη του πατέρα μου παραμένει το πράγμα για το οποίο μετανιώνω το περισσότερο στη ζωή μου.

Αργότερα μέσα στη χρονιά, θυμάμαι να κάνω πολλές συναντήσεις με δικηγόρους για εκτιμήσεις για τις οποίες πήγαινα στο New Jersey. Επειδή είμαι έμφυτα ντροπαλός, παρέμενα σιωπηλός μέχρι που ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω. Είπα στον εκτιμητή ότι αισθανόμουν εγκλωβισμένος ανάμεσα στους γονείς μου. Αργότερα, επέστρεψα στο σχολείο μου οπού κάλεσε η μητέρα μου ουρλιάζοντας, «Αντιλαμβάνεσαι τι έχεις κάνει; Έχει καταστρέψει τη υπόθεσή μου! Πρέπει να καλέσεις τη δικηγόρο σου και να της πεις ότι παίρνεις πίσω όλα όσα είπες, να της πεις ότι αναιρείς τις δηλώσεις σου και θέλεις να διαγραφούν». Ένιωσα ένα κενό μέσα μου. Όταν κάλεσα τη δικηγόρο, της είπα ακριβώς τα ίδια λέξη προς λέξη, «Παίρνω πίσω όσα είπα, αναιρώ τις δηλώσεις μου και θέλω να διαγραφεί η δήλωσή μου». Για ακόμη μια φορά δούλεψε το μοτίβο: Αναγκάστηκα να ακολουθήσω το σενάριο της μητέρας μου για να αποδείξω την αφοσίωσή μου.

Παρότι μας έκανε κήρυγμα να «παραμείνουμε μαζί σαν οικογένεια», την πρώτη μου χρονιά λυκείου με έστειλε εσωτερικό σε ένα ιδιωτικό σχολείο του Κονέτικατ σε αντίθεση με τις επιθυμίες μου. Διαφώνησα γιατί ήθελα να παραμείνω στη Νέα Υόρκη. Εκείνη δεν την ένοιαζε. Είχε αξιοποιηθεί η χρησιμότητά μου σε αυτό το οικογενειακό δράμα. Είχα κάνει τις δηλώσεις μου ενάντια στον πατέρα μου, ο ρόλος μου είχε ολοκληρωθεί και έτσι με έδιωξε.

Εκείνη την περίοδο, βέβαια, δεν είχα ιδέα για την εξάμηνη έρευνα που διεξήγαγε η Κλινική Παιδικής Σεξουαλική Κακοποίησης του Νοσοκομείου Yale/New Haven, έπειτα από εντολή της αστυνομίας του Κονέτικατ. Αλλά καθώς αυτή η εικασία ανανεώθηκε ξανά πριν από μερικά χρόνια, έχω δει τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας. Κατέξηξε με σαφήνεια ότι «Η Dylan δεν κακοποιήθηκε από τον κο Allen», ότι οι δηλώσεις της είχαν μια «προβαρισμένη ποιότητα» και ότι «κατά πάσα πιθανότητα είχε προπονηθεί ή επηρεαστεί από τη μητέρα της». Αυτά τα συμπεράσματα ταιριάζουν ακριβώς με τις δικές μου παιδικές εμπειρίες: νουθεσίες, επιρροή και πρόβες είναι οι τρεις λέξεις που συνοψίζουν ακριβώς πως η μητέρα μου διάλεξε να μας μεγαλώσει. Γνωρίζω ότι η Dylan πρόσφατα δήλωσε ότι το θεώρημα της «πλύσης εγκεφάλου» είναι κάτι που σχεδίασε ο πατέρας μας - αλλά αυτό δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Δεν ήταν μόνο το πόρισμα της κρατικής έρευνας, ήταν η πραγματικότητα του σπιτιού μας.

Αυτή η αναφορά έληξε για πάντα την πιθανότητα να αποδοθούν εγκληματικές κατηγορίες στον πατέρα μου. Μια δεύτερη, 14-μηνη έρευνα που διεξήγαγαν οι Κοινωνικές Υπηρεσίες του New York State Department, κατέληξε στο ίδιο πόρισμα: «Δεν βρέθηκε καμία αξιόπιστη απόδειξη ότι η Dylan Farrow είχε κακοποιηθεί». Παρόλα αυτά, όταν ένας δικαστής έδωσε την κηδεμονία του Satchel και της Dylan στη Mia, στα 15 μου, διάλεξα τον πιο εύκολο δρόμο, και επίσης έμεινα με την μητέρα μου.

Στα 25 μου περίπου, λίγο μετά την αποφοίτησή μου από το Μάστερ μου, ένιωθα ότι ήθελα να επικοινωνήσω με τον Woody και το είπα στη Mia. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο χαρούμενος αισθάνθηκα ότι έλαβα το email της που έλεγε ότι θα με στήριζε, αναγνωρίζοντας την ανάγκη μου για μια πατρική φιγούρα. Η χαρά μου ήταν βραχύβια. Σε λιγότερες από 24 ώρες, το ξανασκέφτηκε και μου ξαναέγραψε, λέγοντας ότι μου απαγόρευε να έρθω σε επαφή με «αυτό το τέρας».

Αρκετά χρόνια αργότερα, αποξενώθηκα από τη μητέρα μου, αλλά με πήρε πολλά χρόνια συλλογισμού, επαγγελματικής βοήθειας και υποστήριξης από αγαπημένα πρόσωπα - που μου ανταποδίδουν την αγάπη μου - για να εκτιμήσω την θλιβερή πραγματικότητα της παιδικής μου ηλικίας και τα όσα έκανε η μητέρα μου σε εμένα και τα αδέλφια μου. Νιώθω μια εκτίμηση για το γεγονός ότι έχω επιτέλους καταλάβει την αλήθεια για το τι συνέβη σε εμάς - αλλά είμαι απογοητευμένος που με πήρε τόσο καιρό για να την αντιληφθώ.

Παράλληλα, ο πατέρας μου συνεχίζει να αντιμετωπίζει συνεχείς επιθέσεις άδικων και αδυσώπητων κατηγοριών από τη μητέρα μου και τους εκπροσώπους της, που ρωτούν γιατί «μένει ατιμώρητος» όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά ο Woody δεν ήταν τυχερός. Αντιθέτως. Η κατηγορία της Mia ερευνήθηκε από δύο διαφορετικούς οργανισμούς και δεν του αποδόθηκαν κατηγορίες. Η Mia πλέον δεν είχε άλλο μονοπάτι, αφού ο νόμος είχε αποφανθεί ότι δεν είχε συμβεί ποτέ. Έτσι, επικράτησε ο νόμος των Media που δεν έχει καλή μνήμη και ο κανόνας του Twitter που δεν έχει ούτε γνώσεις ούτε εγκράτεια.

Προς όσους είναι βέβαιοι για την ενοχή του πατέρα μου, σας ζητώ να αναλογιστείτε το εξής: Σε αυτή την εποχή του #MeToo, όταν τόσοι τιτάνες του κινηματογράφου έχουν αντιμετωπίσει δεκάδες κατηγορίες, ο πατέρας μου έχει κατηγορηθεί μόνο μία φορά, από μια εξοργισμένη πρώην σύντροφο κατά τη διάρκεια συνεχών ακροάσεων επιμέλειας. Στα σχεδόν 60 του χρόνια ως δημόσιο πρόσωπο, ούτε ένας άνθρωπος δεν έχει βγει να τον κατηγορήσει ούτε καν για μια κακή συμπεριφορά σε ένα ραντεβού, ή ότι συμπεριφέρθηκε ανάρμοστα σε οποιαδήποτε επαγγελματική περίσταση - πόσο δηλαδή να έχει βιαιοπραγήσει σε ένα παιδί. Ως εκπαιδευμένος επαγγελματίας, γνωρίζω ότι η παιδική κακοποίηση είναι μια παθολογική αρρώστια και παρέκκλιση που απαιτεί επανάληψη. Η Dylan ήταν μόνη της στο διαμέρισμα του Woody άπειρες φορές ανά τα χρόνια χωρίς ούτε ένα δείγμα απρέπειας, ωστόσο μερικοί πιστεύουν ότι στα 56 του, ξαφνικά αποφάσισε να επιτεθεί σε ένα παιδί σε ένα σπίτι γεμάτο ενήλικες που ήταν εχθρικοί προς εκείνον και που είχαν εντολή να τον παρακολουθούν σαν γεράκια.

Στους ηθοποιούς που έχουν συνεργαστεί με τον πατέρα μου και έχουν εκφράσει την λύπη τους που το έκαναν: Βιαστήκατε να συνασπιστείτε με τη χορωδία κατηγόρων που βασίστηκαν σε μια νομικά αβάσιμη κατηγορία που έγινε από φόβο ότι δεν είστε υπέρ της «σωστής» πλευράς σε ένα σημαντικό κοινωνικό κίνημα. Αντί να δέχεστε την υστερία του όχλου του Twitter, επαναλαμβάνοντας απερίσκεπτα μια ιστορία που έχει εξεταστεί και απορριφθεί πριν από 25 χρόνια, σας παρακαλώ να αναλογιστείτε τα λεγόμενά μου. Στο τέλος-τέλος, εγώ ήμουν εκεί - στο σπίτι, στο δωμάτιο - και γνωρίζω από πρώτο χέρι και πολύ καλύτερα από εσάς το τι είναι ικανός να κάνει και ο πατέρας μου και η μητέρα μου.

Στην αδελφή μου Dylan: Όπως κι εσύ, πιστεύω στη δύναμη του να μιλάς ανοιχτά. Εγώ έσπασα τη σιωπή μου για την κακοποίηση που έλαβα από τη μητέρα μου. Η θεραπεία μου ξεκίνησε μόνο όταν απομακρύνθηκα από αυτήν. Και αυτό που έχει κάνει σε εσένα είναι αβάσταχτο. Σου εύχομαι ψυχική ηρεμία, και τη σοφία να καταλάβεις ότι το να αφιερώνεις τη ζωή σου στο να βοηθάς τη μητέρα μας να καταστρέφει τη φήμη του πατέρα μας, είναι αμφίβολο αν θα σε βοηθήσει να ησυχάσεις.

Τέλος, στη μητέρα μου: Το ένα πράγμα που έλεγες ότι πάντα εκτιμούσες σε εμένα ήταν ότι ήμουν καλός ακροατής. Σε άκουγα για χρόνια και θεωρούσα ότι η δική σου αλήθεια ήταν ανώτερη όλων. Κάποτε μου είπες, «Δεν είναι υγιές να παραμένεις θυμωμένος». Αλλά να που είμαστε 26 χρόνια αργότερα. Εικάζω ότι το επόμενό σου βήμα είναι να ξεκινήσεις καμπάνια εις βάρος μου για να με δυσφημίσεις επειδή είπα την αλήθεια. Ξέρω πως πάει το πράγμα. Και είναι ένα βάρος που είμαι διατεθειμένος να σηκώσω.

Αλλά μετά από όλα αυτά, φτάνει πια. Εσύ κι εγώ γνωρίζουμε την αλήθεια. Και είναι ώρα να σταματήσει αυτή η εκδικητικότητα.