Η HuffPost προτείνει: Δέκα + 2 νέα βιβλία για τον Ιούνιο

Ρόντρικ Μπίτον, Όλγκα Τοκάρτσουκ, Τζορτζ Πελεκάνος, Χόρχε Γκαλάν, Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες, Ευγενία Φακίνου, Ρούλα Γεωργακοπούλου.
Beli_photos via Getty Images

Δώδεκα βιβλία για τον πρώτο μήνα του καλοκαιρού με δυνατές υπογραφές -και στη μετάφραση. Στη λίστα και τέσσερα αστυνομικά για τους λάτρεις του είδους.

«Πλάνητες» της Όλγκα Τοκάρτσουκ (μετάφραση από τα πολωνικά Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου, εκδόσεις Καστανιώτη)

Το πολυβραβευμένο βιβλίο της Πολωνής συγγραφέως Όλγκα Τοκάρτσουκ που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας και το Διεθνές Βραβείο Booker.

Στους Πλάνητες η συγγραφέας συνυφαίνει αφηγήσεις και στοχασμούς για τη σημασία του ταξιδιού με μια συναρπαστική διερεύνηση του ανθρώπινου σώματος.

Από τα παλάτια των σουλτάνων και τα αλλοτινά θαυματοφυλάκια ως τις μοντέρνες αίθουσες αναχωρήσεων των αεροδρομίων, το μυθιστόρημα συνιστά μια αξέχαστη περιπλάνηση στον χώρο και στον χρόνο.

Από τον 17ο αιώνα, έχουμε τον Ολλανδό Φίλιππο Φερχέιεν που ανέτμησε και σχεδίασε το κομμένο του πόδι. Στον 18ο αιώνα, την ιστορία ενός σκλάβου τον οποίο ταρίχευσαν μετά θάνατον και εξέθεσαν στην Αυστρία. Φτάνοντας στον 19ο αιώνα, παρακολουθούμε τη μυστική πορεία της καρδιάς του Σοπέν από το Παρίσι προς τη Βαρσοβία.

Και στο παρόν, μοιραζόμαστε τις δοκιμασίες μιας γυναίκας που συνοδεύει τον σύζυγό της σε μια κρουαζιέρα στην Ελλάδα, καθώς επίσης την οδυνηρή εμπειρία ενός άντρα του οποίου η σύζυγος και το παιδί εξαφανίζονται μυστηριωδώς στην Κροατία.

Το πρώτο μου ταξίδι το έκανα με τα πόδια, διασχίζοντας τα χωράφια. Για ώρα κανείς δεν είχε προσέξει την εξαφάνιση μου, γι ′ αυτό και κατάφερα να προχωρήσω αρκετά μακριά. Περπάτησα όλο το πάρκο κια μετά, μέσα από αγροτικούς δρόμους, μέσα από τα καλαμπόκια και τους αγρούς τους γεμάτους με πικραλίδες και ένα δίχτυ από αμπολές, μέχρι τις όχθες του ποταμού...

Η έκδοση (στο βιβλίο αναπαράγονται υπέροχοι παλιοί χάρτες) συμπληρώνεται από τη θαυμάσια διάλεξη που έδωσε στο πλαίσιο της βράβευσής της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας με τίτλο «Ο τρυφερός αφηγητής«.

«Η Όλγκα Τοκάρτσουκ συγκαταλέγεται στους κορυφαίους συγγραφείς του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού. Οι Πλάνητες εγγράφονται στην ηπειρωτική παράδοση του λογοτεχνικού στοχασμού ή του λεγόμενου δοκιμιακού μυθιστορήματος. Ένα βιβλίο ιδανικό για να μας συντροφέψει σε αυτούς τους ταραγμένους, φανατισμένους καιρούς». Κάπκα Κασάμποβα, The Guardian.

Η Όλγκα Τοκάρτσουκ γεννήθηκε το 1962 στο Σουλέχοφ της Πολωνίας. Σπούδασε ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας. Σύντομα όμως αφιερώθηκε σε μια έντεχνη γραφή που συνδυάζει ιστορία και μυθοπλασία, αξιοποιεί τη λαϊκή παράδοση και αντανακλά την προσήλωσή της στον Καρλ Γιουνγκ. Το 1989 δημοσίευσε την πρώτη της ποιητική συλλογή και από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με το βιβλίο Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί, έχει αναδειχθεί σε κορυφαία προσωπικότητα των πολωνικών γραμμάτων. Έχει εκδώσει διηγήματα, μυθιστορήματα και δοκίμια. Έχει αποσπάσει το Βραβείο Nike, τη σημαντικότερη διάκριση της πατρίδας της, δύο φορές. H πρώτη ήταν το 2008 με το μυθιστόρημα Πλάνητες, του οποίου η αγγλική μετάφραση κατέκτησε και το Διεθνές Βραβείο Booker 2018. Η δεύτερη ήταν το 2015 με το έργο της Τα βιβλία του Ιακώβ. Η συγγραφέας τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2018 «για την αφηγηματική της φαντασία η οποία με εγκυκλοπαιδικό πάθος αναδεικνύει το πέρασμα ορίων ως τρόπο ζωής».

«Τα δικά μας χρόνια» του Χόρχε Γκαλάν (μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Ψυχογιός)

Εν αρχή, ένας άνδρας σκορπίζει καναρόσπορους στους δρόμους για να δελεάσει κουκουβάγιες που θα του φέρουν πίσω την αγαπημένη του.

Τίποτα πιο δελεαστικό για τον αναγνώστη, που, όσο προχωράει η αφήγηση, βυθίζεται στην ιστορία μιας οικογενειακής κατάρας και σ’ αυτήν μιας καταραμένης χώρας που δοκιμάζεται σαν τον Ιώβ με αλλεπάλληλους κατακλυσμούς, σεισμούς, επιδημίες, δικτατορίες και άλλες μάστιγες, και σώζεται μονάχα με τη δύναμη της πίστης στους μύθους και στα θαύματα των μύθων.

Ένας τέτοιος μύθος ξεδιπλώνεται σ’ αυτό το μαγικό μυθιστόρημα που ο αφηγητής του διασχίζει, πληγωμένος αλλά όρθιος, έναν αιώνα ιστορία του τόπου του.

Μετά με ρώτησαν για το δόλωμα από καναρόσπορο.
«Το ξέρετε ότι θα συνεχίζουν να ’ρχονται περιστέρια και ποντίκια;»
«Ναι, το ξέρω», απάντησα. «Λέτε να μην το ξέρω;
Όμως εγώ άλλο περιμένω να έρθει».
«Άλλα πουλιά;»
«Ναι».
«Τι πουλιά;»
«Κουκουβάγιες».
«Μα, κύριέ μου», αναφώνησε ο ένας στρατιώτης, «ξέρετε ότι αν ακούσετε το τραγούδι μιας και μόνο κουκουβάγιας, σημαίνει ότι κάποιος θα πεθάνει;»
«Ναι, το ξέρω. Και ποιος δεν το ξέρει αυτό;»
«Τότε γιατί θέλετε να ’ρθουν;»
«Κάτι μου ’χουν πάρει, κι αν έρθουν, ίσως μπορέσω
να τις ακολουθήσω και να βρω αυτό που μου πήραν».
«Ν’ ακολουθήσετε τις κουκουβάγιες;»
«Ναι…»
Οι στρατιώτες κοιτάχτηκαν, ήπιαν τη λεμονάδα τους, και για κάποιο λόγο δεν ξαναέθιξαν το θέμα, ούτε εκείνη τη μέρα ούτε τις επόμενες.

Ο πολυβραβευμένος Χόρχε Γκαλάν -ο οποίος το 2017 είχε επισκεφθεί την Ελλάδα ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση του Ιβηροαμερικανικού Φεστιβάλ Λογοτεχνίας- γεννήθηκε το 1973 στο Σαν Σαλβαδόρ του Ελ Σαλβαδόρ. Ως ποιητής και συγγραφέας έχει τιμηθεί με πολυάριθμα λογοτεχνικά βραβεία τόσο στη χώρα του όσο και διεθνώς, όπως το Premio Nacional de Novela Corta (Εθνικό Βραβείο Διηγήματος). Το 2016 τιμήθηκε με το Βραβείο της Βασιλικής Ισπανικής Ακαδημίας για το μυθιστόρημά του «Νοέμβριος».

«Ο άντρας που επέστρεψε» του Τζορτζ Πελεκάνος (μετάφραση Αντώνης Καλοκύρης, εκδόσεις Πατάκη)

Ο Μάικλ Χάντσον περνά τις ατελείωτες ώρες της φυλακής καταβροχθίζοντας τα βιβλία που του προτείνει η νεαρή βιβλιοθηκάριος του σωφρονιστικού καταστήματος. Η Άννα τροφοδοτεί διαρκώς με βιβλία τον Μάικλ, που εξελίσσεται στον καλύτερο αναγνώστη της. Ως τη μέρα της αιφνίδιας αποφυλάκισής του χάρη στη χειραγώγηση του αυτόπτη μάρτυρα της υπόθεσής του από τον ιδιωτικό ερευνητή Φιλ Ορνέιζιαν.

Ο Μάικλ συναντά μια Ουάσινγκτον που έχει αλλάξει σημαντικά την περίοδο της προφυλάκισής του. Πάλαι ποτέ κακόφημα μαγαζιά έχουν μετατραπεί σε τρέντι μπιραρίες με κήπο και σε ανθοπωλεία. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν έχει αλλάξει η δύσκολη επιλογή ανάμεσα στον πειρασμό του εγκλήματος και στο να κάνεις το σωστό. Προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στη νέα του δουλειά, στην αγάπη του για τα βιβλία και στη χάρη που χρωστάει στον άνθρωπο που τον βοήθησε να αποφυλακιστεί, ο Μάικλ αγωνίζεται να βρει τη θέση του σε αυτόν τον νέο κόσμο. Πριν χάσει τον έλεγχο.

«Η αστυνομική πλοκή είναι σφιχτή, συναρπαστική και αριστοτεχνικά δοσμένη, ωστόσο η εστίαση του Πελεκάνου στους χαρακτήρες, η ικανότητά του να αναδεικνύει τον πλούτο και το βάθος τους, όσο και τη συχνά σπαρακτική επιθυμία τους για κάτι περισσότερο στη ζωή τους, προσδίδει στο βιβλίο αυτό -όπως και στο σύνολο του έργου του- την εντελώς ιδιαίτερη δύναμή του». Booklist

«Σκιαγραφώντας αξέχαστους ήρωες, ο Πελεκάνος προσεγγίζει με ευαισθησία και μαεστρία το όριο όπου τα προβλήματα της ζωής ξεχειλίζουν, οδηγώντας σε διλήμματα που θα έβαζαν σε πειρασμό τον καθένα –κυριολεκτικά τον καθένα- από μας». Kirkus Reviews

Nicholas Hunt via Getty Images

Ο ελληνικής καταγωγής, γενημμένος στην Ουάσιγκτον, Τζορτζ Πελεκάνος, συγγραφέας σειράς αστυνοµικών µυθιστορηµάτων που έχουν γίνει µπεστ σέλερ (και εκτυλίσσονται στην ευρύτερη περιοχή της γενέθλιας πόλης του), σεναριογράφος και παραγωγός της σειράς του HBO The Deuce και ακόμη Treme και The Wire, επανέρχεται με το νέο αστυνομικό μυθιστόρημα και ήρωα έναν πρώην εγκληματία που αποφυλακίζεται.

Ο Αντόνιους και ο ΝτεΑντρέ μπήκαν σε ένα παλιό Toyota Corolla, που ανήκε σε μια ξαδέρφη του ΝτεΑντρέ, τη Ρόντα, και ανέπτυξαν ταχύτητα κατευθυνόμενοι βόρεια στη λεωφόρο Τζόρτζια. Οι κάμερες κυκλοφορίας κατέγραψαν τις κατά παραγγελία πινακίδες του Corolla, όπου αναγραφόταν η λέξη ALIZE, η εμπορική ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού με βάση το μπράντι, ιδιαίτερα δημοφιλούς σε συγκεκριμένες γειτονιές της πόλης. Αργότερα, στο αστυνομικό τμήμα του 4ου Διαμερίσματος, αξιωματικοί διαφόρων φυλών και εθνικοτήτων παρακολούθησαν επανειλημμένα το υλικό από τις κάμερες κυκλοφορίας, γελώντας μέχρι δακρύων με τους ηλίθιους που είχαν επιχειρήσει να πραγματοποιήσουν ένοπλη ληστεία χρησιμοποιώντας αυτοκίνητο με πινακίδες κατά παραγγελία, με τα γέλια τους να γίνονται ακόμα πιο έντονα εξαιτίας της λέξης Alize. Τότε πια όλοι οι ύποπτοι είχαν εντοπιστεί και συλληφθεί. Ο ΝτεΑντρέ Γουότκινς δεν άργησε να καρφώσει τους φίλους του, με αντάλλαγμα την απαλλαγή από συγκεκριμένες κατηγορίες. Τώρα πια βρισκόταν στον τέταρτο όροφο του Καταστήματος Προσωρινής Κράτησης, στη διαβόητη πτέρυγα που οι κρατούμενοι συνήθιζαν να αποκαλούν «χαφιεδοφωλιά».

Από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν επίσης, τα µυθιστορήµατά του Drama city (2007), Ο κηπουρός της νύχτας (2009), Το αδιέξοδο (2011), Η προµήθεια (2013), To Δίδυμο (2014).

«Τραγούδια για την πυρκαγιά» του Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες (μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Ίκαρος)

Ο συγγραφέας του εξαιρετικού μυθιστορήματος «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» επιστρέφει στη μικρή φόρμα: Εννέα διηγήματα με ήρωες ανθρώπους μπροστά σε ηθικά διλήμματα, που αντικατοπτρίζουν την αφηγηματική δεξιότητα του πολυβραβευμένου Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες.

Τα «Τραγούδια για την πυρκαγιά» τιμήθηκαν με το Βραβείο Biblioteca de Narrativa Colombiana 2020.

Μια φωτογράφος, ιχνηλατώντας την αλήθεια, αντιλαμβάνεται κάτι που θα προτιμούσε ν’ αγνοεί.

Ένας βετεράνος του Πολέμου της Κορέας έρχεται αντιμέτωπος με το παρελθόν του, στη διάρκεια μιας συνάντησης που αρχικά φαινόταν ακίνδυνη.

Ο αφηγητής, παίζοντας κομπάρσος στο γύρισμα μιας ταινίας του Πολάνσκι, παρατηρεί το πρόσωπο του σκηνοθέτη, ψάχνοντας για σημάδια στον απόηχο της δολοφονίας της Σάρον Τέιτ.

Η διαδικτυακή αναζήτηση ενός βιβλίου που είχε εκδοθεί το 1887, οδηγεί έναν συγγραφέα ν’ ανακαλύψει τη ζωή μιας παθιασμένης γυναίκας.

Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι άνδρες και γυναίκες που έχουν υποστεί βία με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, και η ζωή τους αλλάζει ολοκληρωτικά από μια τυχαία συνάντηση ή τη δράση ακατανόητων δυνάμεων.

Η φωτογράφος είχε μακρύ όνομα και μακριά επίθετα, αλλά όλοι την έλεγαν Χότα. Με τα χρόνια είχε μετατραπεί σ’ ένα είδος θρύλου, σ’ ένα απ’ αυτά τα πρόσωπα για τα οποία μαθαίνονται πράγματα: ότι πάντα φορούσε μαύρα· ότι δεν θα ’πινε αγουαρδιέντε, ακόμα κι αν απ’ αυτό κρεμόταν η ζωή της. Ήταν γνωστό ότι συζητούσε επί ώρα με τους ανθρώπους πριν βγάλει τη φωτογραφική μηχανή απ’ το σακίδιο, και πάνω από μία φορά οι δημοσιογράφοι έγραψαν τα ρεπορτάζ τους με βάση το υλικό που ’χε καταγράψει εκείνη και όχι αυτό που ’χαν οι ίδιοι καταφέρει να επαληθεύσουν· ήταν γνωστό ότι οι άλλοι φωτογράφοι την ακολουθούσαν ή την παρακολουθούσαν, νομίζοντας πως δεν τους έπαιρνε είδηση, και συνήθιζαν να στέκονται πίσω της, μάταια προσπαθώντας να δουν ό,τι έβλεπε εκείνη.

Είχε φωτογραφίσει τη βία με περισσότερη ενδελέχεια (αλλά και με περισσότερη συμπόνια) από οποιονδήποτε άλλον φωτορεπόρτερ, και δικές της ήταν οι πιο σπαρακτικές εικόνες του πολέμου μας: η φωτογραφία της εκκλησίας που έχει καταστραφεί από έναν κύλινδρο αερίου των ανταρτών και που μέσα στα συντρίμμια της κλαίει μια γριά· εκείνη του μπράτσου μιας κοπέλας με τα αρχικά, χαραγμένα με μαχαίρι και τώρα πια επουλωμένα, της παραστρατιωτικής οργάνωσης που σκότωσε τον γιο της μπροστά στα μάτια της. Τώρα τα πράγματα ήταν διαφορετικά σε κάποιες τυχερές περιοχές: η βία ήταν σε ύφεση, και οι άνθρωποι ξαναζούσαν κάτι που έμοιαζε με ηρεμία. Της Χότας τής άρεσε να επισκέπτεται εκείνα τα μέρη όποτε μπορούσε: για να ξεκουράζεται, για να ξεφεύγει απ’ τη ρουτίνα της ή έστω και μόνο για να είναι μάρτυρας από πρώτο χέρι εκείνων των αλλαγών που άλλες εποχές θα έμοιαζαν απατηλές. Έτσι έφτασε στο κτήμα Λας Πάλμας. Το κτήμα ήταν ό,τι είχε απομείνει από τις ενενήντα χιλιάδες εκτάρια που κάποτε ανήκαν στους αμφιτρύονές της. Οι Γκαλάν δεν είχαν βγει ποτέ από τα Γιάνος, ούτε είχαν σχέδια να ανακαινίσουν το παλιό σπίτι, και ζούσαν εκεί ευχαριστημένοι, βαδίζοντας ξυπόλητοι στο χώμα χωρίς να τρομάζουν τις κότες.

Στα βιβλιοπωλεία στις 15 Ιουνίου.

Ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες γεννήθηκε στην Μπογκοτά της Κολομβίας, το 1973, και σπούδασε Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία στη Σορβόνη. Έχει εκδόσει επτά μυθιστορήματα, δύο συλλογές διηγημάτων, καθώς και τέσσερις συλλογές φιλολογικών δοκιμίων.

Στα ελληνικά, κυκλοφορούν, από τις εκδόσεις Ίκαρος, τα βιβλία του: Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν (2014), Οι πληροφοριοδότες (2015), Η μορφή των λειψάνων (2018), Οι υπολήψεις (2019). Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, σημαντικότερα των οποίων είναι το Premio Alfaguara (2011), το English Pen Award (2012), το Prix Roger Caillois (2012), το Premio Von Rezzori (2013), το IMPAC Dublin Literary Award (2014), το Premio Real Academia Española (2014) και το Βραβείο Biblioteca de Narrativa Colombiana (2020). Τα βιβλία του έχουν εκδοθεί σε 28 γλώσσες και σε περισσότερες από 40 χώρες. To 2016 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Ιππότη του Τάγματος Γραμμάτων και Τεχνών από τη Γαλλική Δημοκρατία.

«Η Κυριακή της Επανάστασης» της Γουέντι Γκέρα (μετάφραση Ιφιγένεια Ντούμη, εκδόσεις Καστανιώτη)

Η Γουέντι Γκέρα, μια από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές φωνές της Λατινικής Αμερικής, μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά. Με λεπτό χιούμορ, χωρίς προκαταλήψεις και με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, η συγγραφέας σκιαγραφεί ιστορικές μεταβολές και την κοινωνική καθημερινότητα στην πατρίδα της, παραδίδοντας ένα πορτρέτο της Κούβας όπως είναι σήμερα.

Αυτή είναι η ιστορία μιας νεαρής ποιήτριας και συγγραφέως η οποία ζει στη σύγχρονη Αβάνα, παγιδευμένη μέσα σε ένα συνονθύλευμα εικασιών που αφορούν στην προσωπικότητα και το έργο της.

Η Κλέο θεωρείται ύποπτη στην Κούβα, έχει περιπέσει σε γενική δυσμένεια και βρίσκεται υπό παρακολούθηση. Όσοι όμως τη διαβάζουν εκτός νησιού συγκλονίζονται. Τα κείμενά της αποπνέουν το τέλος μιας μακράς επαναστατικής διαδικασίας, μιας ολόκληρης εποχής.

Το κράτος πιστεύει ότι η επιτυχία της είναι μια επινόηση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, ότι έχει κατασκευαστεί ως ένα όπλο αποσταθεροποίησης.

Αντιθέτως, για μια συγκεκριμένη ομάδα εξόριστων συμπατριωτών της, διανοούμενων με επικριτική στάση απέναντι στο καστρικό καθεστώς, η Κλέο είναι πράκτορας της κουβανικής κατασκοπίας.

Απομονωμένη σε μια όμορφη έπαυλη, λουσμένη στο υπέροχο φως μιας πόλης πολιορκημένης από τη θάλασσα, τη μουσική και την πολιτική της καθημερινότητας, η πρωταγωνίστρια θα βιώσει μια αισθηματική περιπέτεια με έναν ηθοποιό του Χόλιγουντ, ενώ, παράλληλα, θα ανακαλύψει ότι οι γονείς της δεν ήταν ακριβώς αυτοί που πίστευε. Δεν παύει όμως να αντιστέκεται σε μια χώρα που την κατηγορεί για το μεγάλο της αμάρτημα: να γράφει ό,τι σκέφτεται.

Η Γουέντι Γκέρα, ποιήτρια και πεζογράφος, γεννήθηκε το 1970 στην Αβάνα, όπου και κατοικεί μόνιμα. Συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες νέες λογοτεχνικές φωνές της Λατινικής Αμερικής. Εμφανίστηκε στα γράμματα με την ποιητική συλλογή Platea a Oscuras (Σκοτεινή Πλατεία, 1987) για την οποία βραβεύτηκε από το Πανεπιστήμιο της Αβάνας σε ηλικία μόλις 17 ετών. Αποφοίτησε από το Instituto Superior de Arte της κουβανικής πρωτεύουσας, όπου σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου με καθηγητή σεναρίου τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Με το πρώτο της μυθιστόρημα Todos se Van (Όλοι φεύγουν, 2006), βασισμένο στα προσωπικά της ημερολόγια και την παιδική και εφηβική της ηλικία, απέσπασε πολλές διακρίσεις και έγινε ευρύτερα γνωστή στο εξωτερικό. Τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από δέκα γλώσσες, αλλά στη χώρα της έχει εκδοθεί μονάχα ένα. Έχει διδάξει σε αμερικανικά ακαδημαϊκά ιδρύματα και έχει τιμηθεί από το γαλλικό κράτος. Η Κυριακή της Επανάστασης (Domingo de Revolución, 2016) είναι μια σύνθετη μυθοπλασία που έχει και αυτοβιογραφική βάση.

Αβάνα, 13 Μαΐου 2020.
Αβάνα, 13 Μαΐου 2020.
YAMIL LAGE via Getty Images

Στα βιβλιοπωλεία στις 9 Ιουνίου.

«Τα έργα της συνθέτουν ένα εκπληκτικό πορτρέτο της αμήχανης γενιάς των εγγονών της Επανάστασης· έχουν το άστρο του απαγορευμένου και το απαγορευμένο έχει πάντα περισσότερο φως και μεγαλύτερο βάσανο». El País.

«Βιογραφία ενός σύγχρονου έθνους» του Ρόντρικ Μπίτον (μετάφραση Μενέλαος Αστερίου, εκδόσεις Πατάκη)

Το βιβλίο του Βρετανού ελληνιστή Ρόντρικ Μπίτον, ο οποίος το 2019 αναγορεύτηκε από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας σε Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής -που οι Financial Times χαρακτήρισαν ως «το βιβλίο της χρονιάς»- ανατέμνει το αξιοσημείωτο επίτευγμα της σύγχρονης Ελλάδας: στη διάρκεια των τελευταίων τριακοσίων ετών ένα σύγχρονο έθνος οικοδομήθηκε, στη βάση, κυριολεκτικά σχεδόν, των ερειπίων ενός εξαφανισμένου πολιτισμού.

To βιβλίο «Ελλάδα, Βιογραφία ενός σύγχρονου έθνους» είναι η ιστορία του ελληνικού έθνους-κράτους, αλλά είναι κυρίως, και πιο ουσιαστικά, η ιστορία της συλλογικής ταυτότητας που συνοδεύει το έθνος-κράτος.

Είναι η ιστορία των γεγονότων και της υψηλής πολιτικής, αλλά και η ιστορία της κουλτούρας και των τεχνών, των ανθρώπων και των ιδεών.

Ο Ρόντρικ Μπίτον γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Εδιμβούργο. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, από όπου έλαβε στη συνέχεια διδακτορικό δίπλωμα στη νεοελληνική φιλολογία. Από το 1981 έως τη συνταξιοδότησή του δίδαξε σύγχρονη ελληνική και βυζαντινή ιστορία, γλώσσα και λογοτεχνία στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, όπου και κατείχε από το 1988 την έδρα Κοραή του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών. Έχει γράψει εκτενώς για θέματα σύγχρονης και μεσαιωνικής ελληνικής λογοτεχνίας.

Στην Ελλάδα κυκλοφορούν, μεταξύ άλλων, τα βιβλία του Η ιδέα του έθνους στην ελληνική λογο­τεχνία (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015), Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία (Νεφέλη 1996), η βιογραφία του Γιώργου Σεφέρη Γιώργος Σεφέρης: περιμένοντας τον άγγελο (Ωκεανίδα 2003), η μελέτη Ο Καζαντζάκης μοντερνιστής και μεταμοντέρνος (εκδ. Καστανιώτη 2009), O πόλεµος του Μπάιρον (εκδόσεις Πατάκη 2015).

«Η ένοικος» της Κατρίνε Ένγκμπεργκ (μετάφραση Βαγγέλης Γιαννίσης, εκδόσεις Διόπτρα)

Μια νεαρή γυναίκα βρίσκεται βάναυσα δολοφονημένη στο σπίτι της, με ένα πολύπλοκο σχέδιο χαραγμένο στο πρόσωπό της. Δύο ντετέκτιβ της Αστυνομικής Διεύθυνσης Κοπεγχάγης αναλαμβάνουν την υπόθεση.

Σύντομα αποκαλύπτεται μια σύνδεση ανάμεσα στο θύμα -τη Γιούλι- και τη σπιτονοικοκυρά της Έστερ ντε Λορέντι, εκκεντρική συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων. Η Έστερ έχει χρησιμοποιήσει τη Γιούλι ως έναν από τους χαρακτήρες στο νέο ημιτελές βιβλίο της. Έναν χαρακτήρα που καταλήγει νεκρός τόσο στο μυθιστόρημα όσο και στην πραγματική ζωή. Η σύνδεση ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα αρχίζει να γίνεται απειλητική και επικίνδυνη.

Όμως, ο ρόλος της Έστερ δεν είναι τόσο ξεκάθαρος όσο φαίνεται. Είναι τελικά ύποπτη ή μήπως άλλο ένα θύμα, παγιδευμένο σε ένα διεστραμμένο παιχνίδι εκδίκησης; Οι δύο ντετέκτιβ θα πρέπει να ψάξουν πιο βαθιά στο παρελθόν των δύο γυναικών, αν θέλουν να ανακαλύψουν ποιος κινεί τα νήματα αυτής της μακάβριας ιστορίας.

Μια πραγματικά ανατριχιαστική προσθήκη στο πάνθεον των σκανδιναβικών αστυνομικών μυθιστορημάτων. O, The Oprah Magazine, ΗΠΑ.

Συγγραφικό ντεμπούτο της Δανής Katrine Engberg (γεν. 1975). Άρχισε να γράφει ενώ εργαζόταν ως σκηνοθέτις και χορογράφος. Η Ένοικος, που εκδόθηκε το 2016, αποτελεί το ντεμπούτο της. Είναι το πρώτο βιβλίο στη διεθνώς αναγνωρισμένη σειρά μυθιστορημάτων με πρωταγωνιστές τους Κέρνερ και Βέρνερ, τα οποία ξεχωρίζουν για το ζωντανό στιλ τους και τους αξιαγάπητους χαρακτήρες τους. Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί τέσσερα βιβλία της.

«Χαμένος» της Τζέιν Χάρπερ (μετάφραση Χίλντα Παπαδημητρίου, εκδόσεις Μεταίχμιο)

Δύο αδέρφια, ο Νέιθαν και ο Μπαμπ Μπράιτ, συναντιούνται στα όρια των αχανών αγροκτημάτων τους κάτω από τον καυτό ήλιο του Κουίνσλαντ. Βρίσκονται στον τάφο του κτηνοτρόφου, ένα μνημείο τόσο παλιό ώστε κανείς δεν θυμάται ποιος είναι θαμμένος εκεί.

Σήμερα, όμως, η ελάχιστη σκιά του μνημείου ήταν η τελευταία ελπίδα του μεσαίου αδερφού τους, του Κάμερον, τον οποίο εντοπίζουν νεκρό από τη ζέστη. Ενώ πενθούν για τον θάνατό του, αρχίζουν να τους κατακλύζουν υποψίες και ο Νέιθαν αναγκάζεται να ερευνήσει μυστικά που η οικογένεια θα προτιμούσε να μείνουν στο παρελθόν. Κάτι προβλημάτιζε τον Κάμερον.

Ακολούθησε τον δρόμο του θανάτου έχοντας χάσει πια κάθε ελπίδα; Γιατί αν δεν το έκανε, η απομόνωση στην οποία η οικογένεια ζει στην αυστραλιανή ενδοχώρα δεν αφήνει και πολλούς υπόπτους.

Ο Νέιθαν ήξερε. Ζούσαν σ′ έναν τόπο ακραίων συνθηκών από πολλές απόψεις. Οι άνθρωποι ήταν είτε εντελώς καλά είτε εντελώς χάλια. Δεν υπήρχαν ενδιάμεσες καταστάσεις. Και ο Καμ δεν ήταν κανένας τουρίστας. ’Ηξερε πώς να προστατευτεί, και αυτό σήμαινε ότι μπορεί να βρισκόταν μόλις μισή ώρα πιο πέρα, καθηλωμένος εξαιτίας του σκοταδιού και εκτός εμβέλειας, αλλά βολεμένος στον υπνόσακό του με μια κρύα μπύρα από το ψυγείο στο πορτμπαγκάζ του. Ή μπορεί και όχι.

«Κανείς δεν μας απαντούσε στον ασύρματο», έλεγε τώρα ο Μπαμπ, Κανείς δεν ανεβαίνει εκεί πάνω τέτοια εποχή του χρόνου, γαμώ το, και με τον αναμεταδότη πεσμένο...» Έβγαλε ένα βογκητό απελπισίας.

Αναπάντεχα συναρπαστικό… Με κάθε νέο βιβλίο η Harper δημιουργεί τη δική της ολοζώντανη και πολύπλοκη εκδοχή της αυστραλιανής ενδοχώρας. New York Times Book Review.

Ο Χαμένος είναι το νέο βιβλίο της βραβευμένης Τζέιν Χάρπερ που μεταφράζεται ήδη σε 17 γλώσσες σε όλο τον κόσμο.

Γεννημένη στο Μάντσεστερ, η Χάρπερ μετακόμισε με την οικογένειά της στην Αυστραλία όταν ήταν οκτώ χρόνων. Επέστρεψε στη Βρετανία στην εφηβεία της, όπου σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, και στη συνέχεια δούλεψε ως δημοσιογράφος για αρκετά χρόνια. Το 2008 ξαναγύρισε στην Αυστραλία και συνέχισε να εργάζεται στα μίντια. Το 2014 ένα διήγημά της επελέγη για το ετήσιο Fiction Edition του περιοδικού Big Issue, και αυτό αποτέλεσε το έναυσμα της συγγραφικής της καριέρας. Με το προσχέδιο του μυθιστορήματος που θα γινόταν η Ξηρασία έγινε δεκτή στο online πρόγραμμα δημιουργικής γραφής μυθιστορήματος του λογοτεχνικού πρακτορείου Curtis Brown. Μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο της ντεμπούτο, έγραψε την εξίσου επιτυχημένη συνέχεια Άγρια φύση, με πρωταγωνιστή πάλι τον αστυνομικό Άρον Φαλκ. Το Χαμένος είναι το εκτός σειράς Φαλκ μπεστ σέλερ της που έχει λάβει εξαιρετικές κριτικές.

«Δίψα» της Αμελί Νοτόμπ (μετάφραση Αύγουστος Κορτώ, εκδόσεις Στερέωμα)

H Αμελί Νοτόμπ δίνει φωνή και σώμα στον Ιησού, λίγες ώρες πριν από τη σταύρωσή του. Μας παροτρύνει να γνωρίσουμε έναν Χριστό απολύτως ανθρώπινο, με σάρκα και οστά, που ανεβαίνει υποταγμένος στην κορυφή του Γολγοθά.

Έναν Χριστό που βασανίζεται από δίψα ενώ την ίδια στιγμή την απολαμβάνει, αφού «για να νιώσεις τη δίψα, πρέπει να είσαι ζωντανός». Έναν Χριστό που έζησε «με τόσο πάθος, ώστε πέθανε διψασμένος».

Γνώριζα ανέκαθεν πωv θα µε καταδίκαζαν σε θάνατο. Το πλεονέκτηµα αυτής της βεβαιότητας είναι ότι μπορώ να εστιάσω σε αυτό που ’ναι άξιο της προσοχής µου: στις λεπτομέρειες.

Πίστευα ότι η δίκη µου θα ήταν µια παρωδία δικαιοσύνης. Και ήταν όντως, µα όχι µε τον τρόπο που περίµενα. Αντί για τις εσπευσμένες τυπικότητες που είχα φανταστεί, µου δόθηκε το δικαίωµα να παρακολουθσω το χοντρό παιχνίδι. Ο κατήγορος
δεν άφησε τίποτα στην τύχη.

Οι εντεταλµένοι µάρτυρες παρέλασαν ο ένας µετά τον άλλον. Σαν είδα να καταφθάνει το ζεύγος της Κανά -οι πρώτοι που ελεήθηκαν από τη θαυµατουργία µου- δεν πίστευα στα µάτια µου. «Τούτος ο άνδρας δύναται να µεταµορφώσει το νερό σε οίνο», δήλωσε όλο σοβαρότητα ο νυµφίος.

Στην εικόνα του εξωφύλλου η Σινδόνη του Τορίνο.

Κανένας λογοτεχνικός περιορισμός δεν μπαίνει εμπόδιο στην αχαλίνωτη, τολμηρή φαντασία της Αμελί Νοτόμπ, που δίνει, μ’ αυτό το βιβλίο, ένα από τα πιο εσωτερικά και βαθιά μυθιστορήματά της.

H συγγραφέας γεννήθηκε το 1966 στο Βέλγιο από γονείς διπλωμάτες και μεγάλωσε στην Ιαπωνία. Σπούδασε φιλολογία στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών, ενώ είχε αρχίσει να γράφει από 17 ετών, όπως λέει, ολοκληρώνοντας «τρία μυθιστορήματα το χρόνο, από τα οποία δημοσιεύει μόνο το ένα».

Το πρώτο της βιβλίο «Υγιεινή του δολοφόνου» εκδόθηκε το 1992 και έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει είκοσι επτά μυθιστορήματά της, πολλά από τα οποία έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά. Το 1999 απέσπασε το Grand Prix Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας για το βιβλίο της «Φόβος και τρόμος». Το 2008 τιμήθηκε με το Grand Prix Jean Giono, ενώ από το 2015 είναι μέλος της Βελγικής Βασιλικής Ακαδημίας Γαλλικής γλώσσας και λογοτεχνίας.

«Γράμματα στη Χιονάτη» της Ευγενίας Φακίνου (εκδόσεις Καστανιώτη)

Κεντρική ηρωίδα στο νέο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου είναι μια γυναίκα, η οποία αφήνει τη ζωή στην πόλη και καταφεύγει στη φύση, προσδοκώντας κάτι συγκεκριμένο να συμβεί, κάτι που μόνο εκείνη ξέρει.

Μια γυναίκα με ασυνήθιστη εμφάνιση φτάνει σ’ ένα χωριό που εγκαταλείπεται από τους κατοίκους του λόγω κατολισθήσεων, επιλέγει ένα απομονωμένο σπίτι και περιμένει το «άλλο χιόνι».

Σ’ αυτό το σκηνικό εγκατάλειψης η γυναίκα θα παρασυρθεί σε αναπάντεχες περιπέτειες, σε μια περιδίνηση σε τόπους κοντινούς αλλά και σε ανεξερεύνητα μέρη της ύπαρξής της.

Θα συναντήσει έναν σπουδαίο και οργισμένο ποιητή, που επίσης κρύβεται, θα παραστεί ψυχρή σαν άγαλμα σ’ έναν απρόσμενο γάμο αλά Κουστουρίτσα, θα βρεθεί με τα «ρετάλια» του παλιού κοινοβίου, τον Ρόθκο, τον Καίσαρα και την αινιγματική Αισθήρ.

Κανείς όμως απ’ όλους αυτούς δε θα ασκήσει πάνω της την καταλυτική επιρροή της Χιονάτης, όπως ονομάζει ένα αμίλητο κορίτσι που το φέρνει η χιονοθύελλα.

Μια ιστορία που συγκινεί παρακολουθώντας τον άνθρωπο στις πιο κρίσιμες μάχες του: στην αναμέτρηση με τη μοναξιά, στην πάλη με τον εαυτό του.

Είναι τελικώς η αγάπη η μέγιστη πλάνη; Ή μήπως ο ύψιστος σκοπός;

«Η μέθοδος της μπουρμπουλήθρας» της Ρούλας Γεωργακοπούλου (εκδόσεις Πόλις)

Ένα ποιητικό πεζό που γράφτηκε παράλληλα με την εξέλιξη της πανδημίας και συνδέει την Ιστορία και τις ιστορίες της, τα οικιακά φαντάσματα και τους απόηχους της παιδικής ηλικίας, τον τραχύ ρεαλισμό της υγειο-νομικής κρίσης με το φανταστικό και το ονειρικό στοιχείο.

Ένα λούνα παρκ επάλληλων ιστοριών που ξεκινούν από ένα σπίτι της Αθήνας υπό συνθήκες αναγκαστικού εγκλεισμού και εξακτινίζονται στο ακινητοποιημένο παρελθόν και στο ρευστό μέλλον.

Ένα παιχνίδι με μαγικές εικόνες, μισοτελειωμένα παζλ, ζογκλέρ, καθρέφτες, ατίθασα αιλουροειδή και αναγεννησιακούς μηχανισμούς σε αεικίνητη λειτουργία, που το συνέχει η δύναμη του συνειρμού και η ανώτερη πραγματικότητα των συσχετισμών.

Η Ρούλα Γεωργακοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1955. Σπούδασε γαλλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε για δέκα χρόνια σε σχολεία της περιφέρειας. Στη συνέχεια ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία, στα περιοδικά Ένα, Ταχυδρόμος, Marie Claire, Athens Voice και στις εφημερίδες Το Ποντίκι, Το Βήμα και Τα Νέα. Σήμερα αρθρογραφεί στα Νέα. Έξι θεατρικά της έργα έχουν ανεβεί σε αθηναϊκές σκηνές από το 1986 ώς σήμερα. Κυκλοφορούν η συλλογή χρονογραφημάτων της Γυναίκα μετρίου αναστήματος (εκδ. Πατάκη), δύο θεατρικά της έργα σε ενιαία έκδοση με τον τίτλο Καρφίτσες στα γόνατα (εκδ. Το Ροδακιό) και αρκετές μεταφράσεις της. Το θεατρικό της έργο Οδός Πολυδούρη μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Μισέλ Βόλκοβιτς και κυκλοφορεί με τον τίτλο Ne m’ envoyez pas des fleurs από τις εκδόσεις Miel des anges.

Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο της Δέντρα, πολλά δέντρα.

Στο εξώφυλλο φωτογραφία του Σπύρου Στάβερη.

«Το δάσος της μνήμης» του Σαμ Λόιντ (μετάφραση Αύγουστος Κορτώ, εκδόσεις Ψυχογιός)

Ο Ελάιτζα δε θυμάται πια από πότε ζει στο Δάσος της Μνήμης. Είναι το μόνο σπίτι που ξέρει. Η Ελίσα μόλις έφτασε εκεί. Και θα κάνει τα πάντα για να ξεφύγει.

Όταν ο Ελάιτζα πέφτει πάνω στη δεκατριάχρονη Ελίσα, στο δάσος όπου την κρύβει ο απαγωγέας της, αρνείται να ειδοποιήσει την αστυνομία. Ποτέ δεν είχε έναν φίλο. Δε θέλει να φύγει η Ελίσα. Βέβαια, ξέρει πώς μπορεί να τελειώσει όλο αυτό. Η Ελίσα δεν είναι το πρώτο κοριτσάκι που βρίσκει στο Δάσος της Μνήμης.

Καθώς ο απαγωγέας της γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτος, η Ελίσα συνειδητοποιεί ότι αυτό το παράξενο, μοναχικό παιδί, ο Ελάιτζα, είναι η μόνη της ελπίδα να επιζήσει. Το παιχνίδι που παίζουν, σαν τη γάτα με το ποντίκι, ένα παιχνίδι εξαπάτησης και προδοσίας, θα καθορίσει τις τύχες τους και το αν ένας από τους δύο θα καταφέρει να βγει από το Δάσος της Μνήμης.

Ένα καλογραμμένο θρίλερ από τον πρωτοεμφανιζόμενο στο crime story, Βρετανό συγγραφέα Σαμ Λόιντ.

Πέρα απ’ το Δάσος της Μνήμης βρίσκεται η Λίμνη των
Δαχτύλων. Δεν τη λένε έτσι στ’ αλήθεια- δε νομίζω καν ότι έχει όνομα. Μόνο που μια φορά, στις καλαμιές που υψώνονται στην όχθη, είχα βρει τρία μικροσκοπικά κόκαλα, ενωμένα με ένα σαπισμένο κομμάτι χόνδρου. Εξ όψεως, θα μπορούσαν να ’ταν τα οστά που σχηματίζουν τον δείκτη ενός μικρού παιδιού. Τα πρόσθεσα στη Συλλογή Ενθυμίων και Αλλόκοτων Ευρημάτων, ένα μεγαλόπρεπο όνομα που στην πραγματικότητα αντιστοιχεί σ’ ένα τάπερ καταχωνιασμένο κάτω από μια μπόσικη σανίδα στο δωμάτιό μου.

Κοντά στη λίμνη βρίσκεται ένα μέρος που αποκαλώ Τροχήλατη Πόλη. Περισσότερο απ’ οτιδήποτε, μοιάζει με κάμπινγκ -ένα τρισάθλιο τσούρμο από φορτηγά και τροχόσπιτα, που έφτασαν εκεί πριν από χρόνια και πλέον παραείναι σκουριασμένα για να μετακινηθούν. Ποτέ δεν εξακρίβωσα για ποιον λόγο οι Μενιέρ ανέχονται τους κατοίκους της Τροχήλατης Πόλης στα οικόπεδά τους, πάντως τους ανέχονται.
Οι Μενιέρ μένουν στο Ρούφους Χολ. Οι δυο τους μόνο, να περιφέρονται στον απέραντο χώρο. Ο Λεόν Μενιέρ περνάει τον περισσότερο χρόνο του στο Λονδίνο. Όποτε βρίσκεται στην έπαυλη, τον βλέπω να κόβει βόλτες με το μαύρο Land Rover του με μια έκφραση λες και φοβάται ότι θα του ’ρθει ο ουρανός στο κεφάλι. Η έπαυλη κι οι κήποι της θα ήταν τέλειο μέρος για εξερεύνηση, αλλά ο Πατέρας δεν πρόκειται να μ’ αφήσει ποτέ να πλησιάσω.

Δημοφιλή