Η Κύπρος στο μάτι του Κύκλωπα

Μπορεί η Ουάσιγτον να μην θέλει την Τουρκία ως ένα περιφερειακό παίκτη, αλλά η Άγκυρα παραμένει επιχειρησιακά έτοιμη, χρήσιμη και αναγκαία για το ΝΑΤΟ...
ASSOCIATED PRESS

Όταν τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πόμπεο, βρισκόταν επίσκεψη στην Κύπρο, η ανακοίνωση της δημιουργίας του περιφερειακού επιχειρησιακού κέντρου εκπαίδευσης CYCLOPS στη Λάρνακα (το οποίο εγκαινιάστηκε και επίσημα), υπό την αιγίδα και με την χρηματοδότηση των Αμερικανών, σήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην Άγκυρα, η οποία προειδοποίησε τους Αμερικανούς συμμάχους της για τις συνέπειες της απόφασης αυτής. Ταυτόχρονα, η άρνηση του Πόμπεο να συναντηθεί με τον τότε ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας, Μουσταφά Ακιντζί, έδωσε την εντύπωση ότι η πλάστιγγα της Ουάσιγκτον άρχισε (επιτέλους) να γέρνει προς το μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ας σημειωθεί ότι την ίδια ώρα που λάμβαναν χώρα οι εξαγγελίες Πομπέο και παρά τους διθυράμβους του Γερμανικού τύπου για την παρέμβαση της Γερμανίδας Καγκελάριου, Άγκελας Μέρκελ, προς την Τουρκία με αποτέλεσμα την τότε απόσυρση του Όρουτς Ρέις από τα ελληνικά ύδατα, πριν την Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, αδειάζοντας τους Γερμανούς, ευθαρσώς δήλωσε δημόσια ότι δεν επρόκειτο παρά για διπλωματική νίκη του αφεντικού του. Συνεχίζοντας, στην ίδια τοποθέτηση του στο συνέδριο του Economist, εκθείασε ποικιλοτρόπως την ενδυνάμωση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας σε επίπεδο στρατιωτικών βάσεων, στόλου και αεροπορίας, τονίζοντας την επιθυμία των ΗΠΑ για περαιτέρω ενδυνάμωση του ρόλου τους στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.

Η απάντηση της Άγκυρας, πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρις, προς Ουάσιγκτον και Βερολίνο, βεβαίως, ήρθε στη συνέχεια με το περιφρονητικό περιδιάβασμα του Όρουτς Ρέις, το οποίο ακολούθησε, παρά τους διθυράμβους και τις διπλωματικές νίκες που είχαν διακηρυχθεί. Εξου μάλλον κι η άρνηση Πομπέο, λίγους μήνες αργότερα, στο τελευταίο του σταθμό στην Τουρκία, ως απερχόμενος επικεφαλής του Στέιτ Ντηπάρτμεντ, να συναντηθεί με τις Τουρκικές αρχές, επιφυλάσσοντας την τιμή της παρουσίας του μόνο στον Οικουμενικό Πατριάρχη.

Από τα πιο πάνω προκύπτουν κάποια σημαντικά ερωτήματα για το μέλλον. Μετά από όλα αυτά, θα μπορέσουν οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, υπό την ηγεσία Μπάιντεν, να επανέλθουν στην κανονικότητα, νοουμένου ότι ο νέος Αμερικανός πρόεδρος μάλλον θα χρησιμοποιήσει ακόμη περισσότερο μαστίγιο παρά καρότο για να συνετίσει την Τουρκία; Παρά τις φωνές που πληθαίνουν για την ανάγκη επιβολής συνεπειών στην Τουρκία για την ‘ασεβή’ συμπεριφορά της προς τους Αμερικανούς πλανητάρχες (ειδικά αναφορικά με τη στάση της στη Συρία αλλά και τη σχέση της με τη Μόσχα), η γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας ως παροχέα ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή μας παραμένει αναλλοίωτη. Έστω κι αν κάποιος παραδεχτεί ότι μέρος της αστάθειας παράγεται από τις πράξεις της ίδιας της Άγκυρας, αυταπόδεικτα οδηγείται και στο συμπέρασμα της ανάγκης της εμπλοκής της ίδιας και πάλι για επίλυση των ντε φάκτο προβλημάτων, που πρέπει έτσι κι αλλιώς να αντιμετωπιστούν.

Η εδραίωση της Τουρκίας στο παγκόσμιο σύστημα ως ενός περιφερειακού παίκτη, που θα αποτελεί ένα ανεξέλεγκτο απολωλός πρόβατο από τη Δύση, ακολουθώντας το μονοπάτι του Ιράν μετά τη πτώση του Σάχη το 1979, δεν είναι κάτι που η Ουάσιγκτον επιθυμεί. Γι’ αυτό ας μη διαβάζουμε τα μηνύματα του σήμερα προβάλλοντας τις δικές μας επιθυμίες για το μέλλον ως πρίσμα ανάλυσης. Ναι, το Αμερικανικό Κογκρέσο, αγνοώντας τις προθέσεις Τραμπ, έχει ήδη ψηφίσει υπέρ της εφαρμογής κυρώσεων κατά της Άγκυρας- επιβολή κυρώσεων προς ένα σύμμαχο, μέλος του ΝΑΤΟ, κάτι που ουδέποτε έχει συμβεί στο παρελθόν. Ναι, η Τουρκία δεν συμμετέχει πλέον στο πρόγραμμα παραγωγής των F-35. Και ναι, όσο η Τουρκία επιμένει να δυσκολεύει την απρόσκοπτη πρόσβαση των Αμερικανών στη βάση του Ιντσιρλίκ, όπου βρίσκονται αποθηκευμένα πυρηνικά, τόσο η Ουάσιγκτον τονίζει τη στρατηγική σημασία της Σούδας, της Λάρισας, της Κύπρου. Αντιτάσσοντας της ένα ελληνοκεντρικό Plan B ως αντίβαρο στο τουρκικό-κεντρικό Plan A.

Η (συμβολική) άρση του εμπάργκο πώλησης συγκεκριμένων όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία, όπως και η (πρακτική) δημιουργία του επιχειρησιακού κέντρου CYCLOPS στη μόνη σταθερή, φίλια προσκείμενη, δημοκρατική χώρα της περιοχής, που αποτελεί κράτος μέλος της ΕΕ και συνδετικό κρίκο με άλλες χώρες στην περιφέρεια, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία, αλλά κι όπου βρίσκονται κι άλλες βάσεις του ΝΑΤΟ (βλ. βρετανικές βάσεις) είναι σίγουρα σημαντικά και θετικά βήματα για την ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ Κύπρου και ΗΠΑ. Όμως, τα συμπεράσματα μας θα παραμείνουν ελλειμματικά, εάν δεν προσθέσουμε όλους τους παράγοντες στην εξίσωση του ισοζυγίου συμφερόντων.

Όπως, παραδείγματος χάριν, την ανάληψη της στρατιωτικής ηγεσίας της Κοινής Μονάδας Ταχείας Δράσης του ΝΑΤΟ για το 2021 από την Τουρκία. Παρά τις αψιμαχίες της Άγκυρας με τους εταίρους της. Παρά τις αμφιβολίες που έχουν εκφραστεί για τις σχέσεις της με την Μόσχα. Παρά τα εμπόδια που έφερε στους στρατηγικούς μηχανισμούς του ΝΑΤΟ στην Πολωνία και στις Βαλτικές Χώρες. Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Συμμαχίας, γεγονός είναι το εξής: «Η Τουρκία επένδυσε σημαντικά ποσά στη συγκεκριμένη μονάδα μηχανοκίνητου πεζικού, η οποία αποτελεί την πιο ευέλικτη στο ΝΑΤΟ, δίνοντας έμφαση στον πρακτικό σχεδιασμό επιχειρήσεων και ανεφοδιασμού.» Παραμένει επιχειρησιακά έτοιμη, χρήσιμη και αναγκαία η Άγκυρα. Ας το θυμόμαστε λοιπόν πριν μονόφθαλμα γιορτάσουμε την έλευση του Κύκλωπα. Διότι δύσκολα επιλέγει κανείς το Plan B, εάν το Plan A παραμένει ακόμη διαθέσιμο.

Άννα Κουκκίδη-Προκοπίου

Ανώτερη Επιστημονική Συνεργάτιδα

Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων- Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Δημοφιλή