Η συνέχιση της καραντίνας και «ο χρησμός της σοκολάτας»

Aυτά που προορίζονταν να συνεχιστούν θα μας περιμένουν όπως τα αφήσαμε και θα τα απολαμβάνουμε όσο ποτέ άλλοτε. Λέγοντας συχνότερα ευχαριστώ. Που θα το εννοούμε.
Infinity
DigiPub via Getty Images
Infinity

Αρχές Απριλίου 2020. Πάει σχεδόν ένας μήνας μακριά από το γραφείο. Με εξ’ αποστάσεως κοινωνικότητα μέσα από οθόνες κινητών. Πνιγηρούς περιορισμούς της ελευθερίας και αυστηρές προδιαγραφές για συναντήσεις, αποστάσεις και διάρκειες μετακινήσεων. Χωρίς αγκαλιές, αγγίγματα, οικειότητα. «Εκφράζω τα συναισθήματά μου» με θερμό τρόπο σημαίνει τώρα κάνω καρδούλα (τέλειο), αντί για χεράκι (μου αρέσει) στο Facebook, λέω ή γράφω σε αγαπημένους ανθρώπους που στερούμαι ότι τους αγαπώ και ότι μου λείπουν, μπορώ να ξεσπάω λεκτικά χωρίς τον συνήθη καθωσπρέπει αυτοέλεγχο όταν χάνω την υπομονή μου-και δεν πειράζει, κανένας δε σε παρεξηγεί, όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε. Με τις απαραίτητες αποστάσεις φυσικά.

Δεν είναι μόνο το άγχος της αρρώστιας, η κακή διάθεση της κλεισούρας, ο φόβος που προκαλεί αυτός ο ισοπεδωτικός καταιγισμός πληροφορίας (αριθμών κρουσμάτων και θυμάτων ανά ήπειρο και ανά χώρα, μαρτυρίες συγγενών που δεν μπόρεσαν να αποχαιρετίσουν τους οικείους τη στερνή ώρα, κ.α.)- ναι, ναι τα δελτία ειδήσεων πουλάνε φρέσκο αίμα και το κακό είναι, πολλοί το αγοράζουμε γιατί θέλουμε να ξέρουμε τι γίνεται στον κόσμο ή απλά γιατί η κακή είδηση μας παρηγορεί χτίζοντας την αυταπάτη ότι «καλά είμαστε εμείς, κάπου αλλού είναι χειρότερα». Είναι –πολύ περισσότερο- η ανασφάλεια του «μετά». Πώς θα συνεχίσουμε; Τι σημάδια και ουλές θα μας αφήσει αυτό που ζούμε; Θα τα βρούμε άραγε όλα στη θέση τους, για να τα συνεχίσουμε από εκεί που ‘πάγωσε η εικόνα’;

Σήμερα πήγα για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό στο γραφείο μου. Σχεδόν μόνη σε ένα χώρο που συνυπάρχουμε πολλοί και ένα κτήριο που ποτέ δεν ησυχάζει από ομιλίες, βήματα, γέλια, τον υστερικό ήχο των πλήκτρων στα πληκτρολόγια που πατιούνται ταυτόχρονα, το συρτό θόρυβο του φωτοτυπικού. Σήμερα δεν ακουγόταν τίποτα. Μοναξιά και εδώ, είπα και ετοιμάστηκα να απελπιστώ, όταν άνοιξα το πρώτο μου συρτάρι- χωρίς λόγο. Εντελώς μηχανικά. Μέσα ήταν μια σοκολάτα. Ανοιγμένη και μισοφαγωμένη. Από πριν. Την έφαγα φυσικά, χωρίς δεύτερη σκέψη. Καθώς τη μασούσα, μου ήρθε να κλάψω. Μου φάνηκε πιο νόστιμη από κάθε σοκολάτα που έχω φάει ποτέ.

Θέλω λοιπόν να προβάλω το βίωμα της σοκολάτας μου στην «μεγάλη εικόνα».

Θα χάσουμε πολλά, θα νιώσουμε μόνοι, θα είμαστε ευάλωτοι. Όμως, αυτά που προορίζονταν να συνεχιστούν (γιατί ήταν τόσο πολύτιμα όσο μισή σοκολάτα στο κενό αέρος της ησυχίας και της μοναξιάς ενός άδειου γραφείου), θα μας περιμένουν όπως τα αφήσαμε. Για να συνεχιστούν. Να συνεχίσουν να μας ευχαριστούν ή να μας παρηγορούν. Και θα τα απολαμβάνουμε όσο ποτέ άλλοτε. Μπορεί και να δακρύζουμε από χαρά που υπάρχουν ακόμα στη ζωή μας. Ίσως να τα εκτιμάμε και διαφορετικά. Λέγοντας συχνότερα ευχαριστώ. Που θα το εννοούμε.