Είδαμε την παράσταση του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»

Ο συγγραφέας Έντουαρντ Άλμπι σκαλίζει κάτω από τη glossy εκδοχή των ΗΠΑ της δεκαετίας του ’60.
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ

Έργο που εκλύει τεράστιες ποσότητες ενέργειας , το δράμα του Έντουαρντ Άλμπι «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» αφηγείται μία νύχτα από τη ζωή δύο ζευγαριών, ενός μεγαλύτερου, του Τζορτζ και της Μάρθας και ενός νεότερου, του Νικ και της Χάνι, ενώ το αλκοόλ ρέει και τα άγρια «παιχνίδια», οι ανελέητες επιθέσεις και οι αποκαλύψεις διαλύουν μέχρι την αυγή και το τελευταίο ίχνος ψευδαίσθησης.

Πρωταγωνιστές της μακριάς αυτής νύχτας είναι οι βετεράνοι - σύζυγοι, πάνω από είκοσι χρόνια παντρεμένοι, Τζορτζ και Μάρθα (εκείνος, παραιτημένος καθηγητής Ιστορίας σε πανεπιστήμιο, εκείνη, κόρη του πρύτανη), οι οποίοι και ρίχνουν, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, στο πεδίο της μάχης τους τον άρτι αφιχθέντα καθηγητή Βιολογίας Νικ και τη γλυκιά του Χάνι -παρότι ούτε τα «θύματα» είναι, όπως αποδεικνύεται στην πορεία, αθώα.

Ο δεξιοτέχνης Έντουαρντ Άλμπι (1928 - 2016) γράφει το πολυβραβευμένο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» το 1962, θέλοντας να σκαλίσει όσα κρύβονται κάτω από την glossy εκδοχή του αμερικανικού τρόπου ζωής της δεκαετίας του ’60. Εν ολίγοις, στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ», μέσα από την αναμέτρηση των δυο μονομάχων, ο συγγραφέας επιχειρεί να προσεγγίσει το τέλος των ψευδαισθήσεων της μεταπολεμικής Αμερικής που βρίσκεται πλέον στην αυγή του Ψυχρού Πολέμου -διόλου τυχαίο ότι ο Τζορτζ είναι ιστορικός, ο φιλόδοξος Νικ βιολόγος (επιστήμη), ενώ ο πατέρας της Χάνι αναφέρεται ως ιεροκήρυκας (θρησκεία) που έβγαλε πολύ χρήμα.

«Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»
«Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»
Θέατρο Αθηνών

Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, ο οποίος εκτός από τον ρόλο του Τζορτζ, υπογράφει τη σκηνοθεσία σε ένα από τα πιο σημαντικά θεατρικά έργα του 20ού αιώνα, αποδεικνύει ακόμη μία φορά ότι μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματικός στον διπλό ρόλο που αναλαμβάνει, χωρίς η ιδιότητα του σκηνοθέτη να είναι σε βάρος της (εξαιρετικής) ερμηνείας του και αντιστρόφως.

Επιλέγοντας την ανθεκτική μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη, η σκηνοθεσία διαβάζει με τη δέουσα προσοχή το έργο - κέντημα, κρατώντας την εποχή των 60s (το σκηνικό της Αθανασίας Σμαραγδή μελετημένο στη λεπτομέρεια), και στήνει το γαϊτανάκι των συγκρούσεων, τις συνεχείς αλλαγές τακτικής των χαρακτήρων, άρα και ανατροπές, αλλά και τις -αναγκαίες- κωμικές ανάσες, παραδίδοντας ένα απολαυστικό, παρά την πολεμική του, διανοητικό και ψυχολογικό παιχνίδι.

Η Μαρία Πρωτόπαππα περιφέρει τον θηριώδη κυνισμό της Μάρθας κυριολεκτικά σαρώνοντας τη σκηνή, ενώ, κατά γενική ομολογία, η έκπληξη της παράστασης είναι η Ντάνη Γιαννακοπούλου, στον ρόλο της Χάνι. Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος κάποιες (λίγες) στιγμές διαφεύγει του κλειστοφοβικού σύμπαντος που στήνει το κουαρτέτο, δίνοντας την αίσθηση ότι κοιτάζει την πλατεία και όχι τους συμπρωταγωνιστές του.

Σημείωση: Εν τέλει, το πιο ενδιαφέρον crash –test με την παλιά, χειροποίητη τέχνη του θεάτρου (ειδικά όταν πρόκειται για έργα που ναι μεν έχουν αποδείξει την αντοχή τους στον χρόνο, αλλά έρχονται από το παρελθόν) είναι η απεύθυνση στο νεανικό κοινό. Πώς δηλαδή, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία ένας θεατής 20 - 25 χρονών, χωρίς να γνωρίζει κάτι παραπάνω πέρα από μία σε αδρές γραμμές περιγραφή, βγαίνει από την παράσταση. Κρίνοντας από τα σχόλια των νεαρής ηλικίας θεατών που έτυχε να βρίσκονται κοντά - στα «πηγαδάκια» ήδη από το διάλειμμα- ο Μαρκουλάκης κέρδισε και αυτό το στοίχημα. Που ίσως (βλέποντας τη μεγάλη εικόνα) είναι και το πιο σημαντικό.

«Ήταν ένα μπαρ..στη Δεκάτη Οδό, ανάμεσα στη λεωφόρο Γκρένιτς και το Γουέιβερλι Πλέις... Έχει αλλάξει με τα χρόνια διάφορα ονόματα, τότε το έλεγαν αλλιώς, τώρα δεν έχω ιδέα πώς το λένε. Και στο ισόγειο είχε έναν μεγάλο καθρέφτη, κι εκεί πάνω γράφανε οι θαμώνες τα δικά τους».

«Και μια νύχτα, το 1953 πρέπει να ’τανε, μπορεί και το 1954, εκεί που έπινα τη μπίρα μου, πρόσεξα ένα Who’s afraid of Virginia Woolf? γραμμένο στον καθρέφτη, με σαπούνι μάλλον. Φοιτητικό καλαμπουράκι. Εγκεφαλικό.
Χρόνια αργότερα, όταν άρχιζα να γράφω το έργο, μου ξανάρθε στο μυαλό το γκραφίτι του καθρέφτη. Και, ναι, το Who’s afraid of Virginia Woolf, σημαίνει Who’s afraid of the big bad wolf... Ποιος φοβάται τον κακό λύκο... Ποιος φοβάται να ζήσει χωρίς αυταπάτες». Έντουαρντ Άλμπι, 1966.

«Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»
«Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ

Info

Θέατρο Αθηνών, Βουκουρεστίου 10, 210-3312343

Δημοφιλή