Financial Times: Η άνοδος και η πτώση ενός υποστηριζόμενου από τη CIA διοικητή ανταρτών στη Συρία

Financial Times: Η άνοδος και η πτώση ενός υποστηριζόμενου από τη CIA διοικητή ανταρτών στη Συρία
A Free Syrian Army fighter looks out at a damaged building in Al-Yadudah village, in Deraa Governorate, Syria July 8, 2016. Picture taken July 8, 2016. REUTERS/Alaa Al-Faqir
A Free Syrian Army fighter looks out at a damaged building in Al-Yadudah village, in Deraa Governorate, Syria July 8, 2016. Picture taken July 8, 2016. REUTERS/Alaa Al-Faqir
Alaa Faqir / Reuters

Ο «Αμπού Αχμάντ» άλλοτε διοικητής ανταρτών στη Συρία, τον οποίο κάποτε κάποιοι μαχητές θεωρούσαν ως «τον άνθρωπο της CIA στη χώρα» βρίσκεται στο επίκεντρο δημοσιεύματος των Financial Times.

Κάποτε, άλλοι ηγέτες της συριακής αντιπολίτευσης ζητούσαν τη βοήθειά του ενώ ξένοι πράκτορες ζητούσαν την άποψή του, αναφέρεται στο δημοσίευμα. «Όταν περνούσε στη Συρία, έφερνε τσάντες με χαρτονομίσματα των 100 δολαρίων για αντάρτες. Οι σύντροφοί του λάμβαναν αντιαρματικούς πυραύλους με την έγκριση των ΗΠΑ, που είχαν παραδοθεί διακριτικά στα σύνορα...τώρα δεν του απαντούν στα τηλέφωνα» αναφέρεται σχετικά.

«Κάναμε πλάκα, “αν θες κάτι από τον Μπαράκ Ομπάμα, φώναξε τον Αμπού Αχμάντ”» λέει άλλος ένας διοικητής ανταρτών, στηριζόμενος από τη CIA. «Αν κάποιος στην αντιπολίτευση ήθελε να συναντήσει τους Αμερικανούς, πήγαινε σε αυτόν. Τώρα τύποι σαν εμάς καταλήγουν στον σκουπιδοντενεκέ της ιστορίας».

Μετά από δύο χρόνια ως «fixer» της CIA που διένειμε όπλα και σχεδίαζε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία, ο Αμπού Αχμάντ κατέληξε στη φυλακή. Όταν αφέθηκε ελεύθερος, αναγκάστηκε προσωρινά να κρυφτεί, και μετά ατιμάστηκε στα μάτια των άλλων ανταρτών. Για λόγους ασφαλείας ζήτησε το όνομά του, καθώς και άλλων που μίλησαν για την ιστορία του, να αλλαχθούν, και να μην αποκαλυφθεί πού βρίσκεται.

Όπως τονίζουν οι Financial Times, η ιστορία της ανόδου και της πτώσης του αποκαλύπτουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς λειτουργούσε η CIA στο πλαίσιο της πολιτικής Ομπάμα για τη Συρία, καθώς και τις αντιπαλότητες ανάμεσα στις αμερικανικές υπηρεσίες, αλλά και την ολοένα και μεγαλύτερη απόκλιση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, που είχαν αποτέλεσμα την κλιμάκωση της κρίσης.

Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, η απόφαση της Ουάσινγκτον να μην «συρθεί» στον πόλεμο της Συρίας, αλλά συνάμα και η αναγνώριση της σημασίας του για την περιοχή, άφησε τις ΗΠΑ «με το ένα πόδι μέσα» στην υπόθεση. Σύριοι όπως ο Αμπού Αχμάντ αντικατοπτρίζουν τις συνέπειες του διλήμματος αυτού: Το 2013 μπήκε σε ένα συγκαλυμμένο πρόγραμμα της CIA για την παροχή όπλων και χρημάτων σε θεωρούμενους μετριοπαθείς αντάρτες. Ο ίδιος, όπως και άλλοι διοικητές, θεώρησαν πως, περνώντας στο αμερικανικό στρατόπεδο, θα είχαν μακροπρόθεσμα στήριξη σαν αυτή που βοήθησε τους Λίβυους αντάρτες να ανατρέψουν τον Καντάφι το 2011. Τελικά έχασε το στοίχημα αυτό: Σήμερα ξυπνά στις 7 το πρωί (μια συνήθεια που του έμεινε από τις ημέρες του στον στρατό), πηγαίνει με δανεικό αυτοκίνητο στη βιομηχανική ζώνη της πόλης στη νότια Τουρκία όπου μένει, στα σύνορα με τη Συρία, χαιρετά τα παιδιά των Σύριων προσφύγων που καθαρίζουν αυτοκίνητα με μάνικες και κοιτά αν έχουν επισκευαστικές δουλειές για αυτόν οι ιδιοκτήτες γκαράζ. Μετά πάει στην πόλη, όπου κάνει λογιστικά για κάποιες τοπικές επιχειρήσεις.

«Πίστευα πως η Αμερική ήταν ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Με ρωτάς αν έκανα λάθος; Ναι, έκανα λάθος...αυτό που με ένοιαζε ήταν να τα έχω καλά με τους Αμερικανούς. Μου έδιναν όπλα, τα πήγαινα στη Συρία. Το ότι η Τουρκία δεν συμπαθούσε τους Αμερικανούς ή το ότι οι Αμερικανοί δεν συμπαθούσαν τους Τούρκους δεν είχαν σημασία για εμένα. Δεν είχα κάτι να κάνω με αυτά. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν λειτουργούν έτσι» λέει. Υπενθυμίζεται πως οι ΗΠΑ δεν έχουν πλέον πολλές καλές επιλογές στη Συρία, ειδικά μετά την πτώση του Χαλεπιού στις δυνάμεις του Άσαντ (υποστηριζόμενου από τη Ρωσία) στα τέλη του 2016, η οποία συμβολίζει τη μείωση της αμερικανικής επιρροής στην περιοχή- ενώ οι διπλωματικές πρωτοβουλίες της Μόσχας και της Άγκυρας έχουν αφήσει στο περιθώριο την Ουάσινγκτον.

Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, στον Αμπού Αχμάντ άρεσε να έχει πάρε-δώσε με «ξένους φίλους», εν αντιθέσει με την όλο και μεγαλύτερη θρησκοληψία πολλών ανταρτών, και τη δυσπιστία τους προς τις ΗΠΑ. Ο ίδιος παρουσιάζεται ως «καθαρός», με μηδενική ανοχή απέναντι στη διαφθορά και καχύποπτος απέναντι στους ισλαμιστές- «οποιονδήποτε με μούσια», όπως λέει ο ίδιος. Άλλοι αντάρτες τον αποκαλούν χιουμοριστικά «κοσμικό εξτρεμιστή».

«Αν είχες μια ερώτηση για μια μάχη που ήθελαν να κάνουν οι αντάρτες, ο Αμπού Αχμάντ κατευθείαν θα σου έλεγε πόσες σφαίρες ήθελες, πόσοι μαχητές είναι εκεί, πώς θα έπρεπε να κινηθούν» λέει σχετικά ένας διπλωμάτης. «Οι Αμερικανοί το έτρωγαν».

Όταν άρχισαν οι διαδηλώσεις στη Συρία το 2011, ο Αμπού Αχμάντ ήταν αξιωματικός του στρατού στην κεντρική Συρία. Μετά οι δυνάμεις ασφαλείας άρχισαν να ανοίγουν πυρ εναντίον των διαδηλωτών. Αγρότες, αποστάτες του στρατού και ντόπιοι έμποροι συγκρότησαν ένοπλες ομάδες για να πολεμήσουν και άρχισε η εξέγερση. Ο Αμπού Αχμάντ πέρασε στις περιοχές των ανταρτών στη βόρεια Συρία με ένα πιστόλι. «Δεν είχα ιδέα. Καλά καλά δεν ήξερα να ρίχνω με όπλο. Η εκπαίδευση στα όπλα ποτέ δεν με ενδιέφερε». Ωστόσο, έδειξε ταλέντο στις τακτικές και την επιμελητεία, που μετά θα προσέλκυε τους Αμερικανούς. «Μπορούσα να ξέρω πόσοι μαχητές ήταν επί τόπου, πόσα πυρομαχικά μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν, και το πιο σημαντικό, πόσοι θα πολεμούσαν στα αλήθεια».

Ενώ άλλοι διοικητές αποθήκευαν όπλα, ο Αμπού Αχμάντ λέει πως κανόνιζε τη χρήση βάσει εκτιμήσεων των ανδρών του και τις πιθανές κινήσεις των δυνάμεων του Άσαντ. «Ήταν σαν να παίζω σκάκι. Λατρεύω το σκάκι».

Το 2012 τραυματίστηκε σε αεροπορική επίθεση, και ήταν αναίσθητος για 10 ημέρες. Ξύπνησε σε νοσοκομείο με μεταλλική βέργα στο πόδι. Η σύζυγός του, Ουμ Αχμάντ, θυμάται να κάθεται μαζί του μέρα και νύχτα, προσπαθώντας να τον βοηθήσει να σηκωθεί, να μιλήσει ή να φάει. «Μετά, όταν κάποιοι μαχητές τον επισκέφθηκαν, σηκώθηκε αμέσως, μιλούσε και γελούσε. Τότε συνειδητοποίησα ότι από εκεί και πέρα θα ήμασταν τρεις στη σχέση: Εγώ, αυτός και η επανάσταση».

Ο Αχμάντ γύρισε λίγους μήνες μετά σε δράση, σε ένα θέατρο όπου πολλά είχαν αλλάξει, καθώς ο «Ελεύθερος Συριακός Στρατός» δεν είχε εξελιχθεί στη δύναμη που αναμενόταν να εξελιχθεί. Η διαφθορά είχε εξαπλωθεί σε πολλές ομάδες, ενώ είχαν εμφανιστεί ισλαμιστικές οργανώσεις, με στήριξη συμμάχων των ΗΠΑ όπως το Κατάρ και η Τουρκία.

«Ήμασταν τόσο χαζοί, ήμουν τόσο χαζός» λέει ο Αμπού Αχμάντ. «Τι σκεφτόμουν; Νόμιζα πως το καθεστώς θα έπεφτε και θα πηγαίναμε πίσω στην αρχή. Όταν επέστρεψα, βρήκα το Μέτωπο Αλ Νόσρα και το ISIS να εξαπλώνονται, και είχαν τόσα σχέδια. Τότε κατάλαβα πως θα έπρεπε να έχουμε επιχειρήσεις εναντίον του».

Ο Αχμάντ ήρθε σε επαφή με έναν Σαουδάραβα πράκτορα που επεδίωκε να συντονίσει επιχειρήσεις των ανταρτών κατά του ISIS, και συντόνισε επιχειρήσεις μεταξύ Σαουδαράβων και ανταρτών που είχαν αποτέλεσμα την απώθηση του ISIS από τη βορειοδυτική Ιντλίμπ στις αρχές του 2014. Τότε τον προσέγγισε η CIA. Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, πηγή στην Ουάσινγκτον επιβεβαίωσε πως ο Αχμάντ είχε συνεργαστεί με την αμερικανική υπηρεσία, λέγοντας όμως πως ήταν «απλά ένας Σύριος fixer».

Οι Αμερικανοί τον προσκάλεσαν σε ένα κοινό κέντρο συγκαλυμμένων επιχειρήσεων που έφτιαχναν με συμμάχους τους, που περιελάμβαναν τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιορδανία, το Κατάρ, τη Σ. Αραβία και την Τουρκία, για τη στήριξη των μετριοπαθών ανταρτών, γνωστό ως ΜΟΜ (Müşterek Operasyon Merkezi). Η επιχείρηση αντιμετώπιζε εμπόδια από την αρχή, όπως η δυσκολία ελέγχου των συνόρων Τουρκίας- Συρίας και οι σχέσεις των τζιχαντιστών με ξένους υποστηρικτές κλπ- καθιστώντας αδύνατη τη διαχείριση της ροής των όπλων.

Η ΜΟΜ αντιμετωπιζόταν από πολλούς αντάρτες ως ένα προγεφύρωμα ξένων υπηρεσιών. Έδρα της ήταν μια βίλα στη νότια Τουρκία, όπου διοικητές των ανταρτών και ξένοι πράκτορες συναντιούνταν για να συζητήσουν σχέδια μάχης και προμήθειες όπλων. Οι αντάρτες που εγκρίνονταν ως «μετριοπαθείς» λάμβαναν μηνιάτικο 150 δολαρίων (300 για τους διοικητές). Στην αρχή, η ατμόσφαιρα ήταν καλή, ωστόσο σύντομα άρχισαν να παρουσιάζονται προβλήματα, με τους αντάρτες να βλέπουν τη ΜΟΜ ως δυσκίνητη και απρόθυμη να παρέχει χρήματα και προμήθειες. Παρόλα αυτά, κάποιοι θεωρούν πως το πρόβλημα ήταν το αντίθετο- το ότι η ΜΟΜ έγινε μέσον διαφθοράς του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, με διοικητές να «φουσκώνουν» τους αριθμούς των μαχητών τους για να πάρουν περισσότερα λεφτά, άλλους να παίρνουν όπλα που στη συνέχεια πουλούσαν στη μαύρη αγορά (καταλήγοντας συχνά στο ISIS) και άλλους να κλείνουν συμφωνίες με τζιχαντιστές για να μην τους επιτίθενται.

Ο Αχμάντ λέει πως κατηγορούσε τους διεφθαρμένους, με αποτέλεσμα να προκαλεί δυσαρέσκεια στους Σύριους, που τον κατηγορούσαν ως Αμερικανό πράκτορα. Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, δεν υπάρχει τρόπος να επιβεβαιωθούν αυτά που λέει, ωστόσο σημειώνεται πως επί της παρούσης ο τρόπος ζωής του δεν είναι σαν αυτόν άλλων διοικητών ανταρτών, που ζουν σε μεγάλα διαμερίσματα στην Τουρκία, οδηγούν ακριβά αυτοκίνητα και έχουν ακριβά κινητά: Ζει με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους σε ένα μικρό διαμέρισμα, με τους γονείς και την οικογένεια του αδελφού του.

Ακόμα μεγαλύτερη ζημιά από τη διαφθορά έκαναν οι αντιπαλότητες μεταξύ των ξένων υποστηρικτών της ΜΟΜ. «Ένα παιδί μπορούσε να μπει στην αίθουσα της ΜΟΜ και να πει ποιον υποστήριζαν οι Αμερικανοί, ποιον ήθελαν οι Τούρκοι, ποιον οι Σαουδάραβες» λέει ο Αμπού Ομάρ, φίλος του Αμπού Αχμάντ και επίσης υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ διοικητής ανταρτών. Το χειρότερο χάσμα ήταν μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν μετά την κατάληψη της Μοσούλης από το ISIS τον Ιούνιο του 2014. Οι ΗΠΑ άρχισαν μια αεροπορική εκστρατεία κατά του ISIS, αλλά στο έδαφος η στήριξη πλέον πήγαινε στους Κούρδους της YPG: Δεν υπήρχε φόβος για διείσδυση ισλαμιστών και δεν μάχονταν κατά του Άσαντ. Αυτό εξόργισε την Άγκυρα, που πολεμούσε για δεκαετίες εναντίον του ΡΚΚ.

Οι υποστηριζόμενοι από τις ΗΠΑ αντάρτες βρέθηκαν στη μέση, θεωρούμενοι προδότες από τους Τούρκους και τις ισλαμιστικές οργανώσεις. Ο Αμπού Αχμάντ άρχισε να απομακρύνεται από τη ΜΟΜ. Θυμάται συνάντηση όπου ένας Τούρκος αξιωματούχος τον ρώτησε σκόπιμα μπροστά στους Αμερικανούς γιατί τα αμερικανικά αεροπορικά πλήγματα βοηθούσαν τους Κούρδους και όχι αντάρτες σαν αυτόν. Οι πράκτορες της CIA απάντησαν πως τα πλήγματα ήταν του Πενταγώνου, που είναι άλλος φορέας. Αυτά προκάλεσαν σύγχυση στη ΜΟΜ και τις δυνάμεις που υποστήριζε, ενώ οι διοικητές που συνεργάζονταν με τη CIA άρχισαν να δυσκολεύονται να δραστηριοποιούνται στην Τουρκία.

Κάποια στιγμή αντάρτες που ήθελαν να οργανώσουν καλύτερα τις δυνάμεις τους ίδρυσαν μια νέα συμμαχία, τη Τζάμπχα Σαμίγια, ελπίζοντας να μειώσει την κόντρα μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον. Αντ'αυτού, βρέθηκε εκτός του προγράμματος. Ο Αμπού Αχμάντ παραιτήθηκε αντί να μπει στη συμμαχία αυτή, αλλά σύντομα οι Αμερικανοί του ζήτησαν να αναλάβει καθήκοντα συμβούλου τους, δίνοντάς του 1.000 δολάρια τον μήνα. Έγινε γνωστός στους Σύριους ως κάποιος που μπορούσε να κανονίζει συναντήσεις. Οι επικριτές του λένε πως βοηθούσε τη CIA να διοργανώνει δολοφονίες ηγετών του Μετώπου Αλ Νόσρα και να υπονομεύει ομάδες που στήριζαν οι Τούρκοι. Το καλοκαίρι του 2015, οι ΗΠΑ άρχισαν το πρόγραμμα εκπαίδευσης και εξοπλισμού (Τ&Ε) για επιλεγμένους αντάρτες του Πενταγώνου. Κόστισε 500 εκατ. δολάρια και απέτυχε παταγωδώς. «Το Πεντάγωνο ήρθε και άρχισαν να συναντιούνται με ανθρώπους στο Γκαζιαντέπ, διαλέγοντας άτομα που η CIA και η ΜΟΜ θεωρήσουν ανεπιτυχείς επιλογές». Όταν η πρώτη ομάδα μαχητών Τ&Ε αιχμαλωτίστηκε από το Μέτωπο αλ Νόσρα, υποψιάστηκε πως οι Αμερικανοί δεν μοιράζονταν πληροφορίες. Μετά μια δεύτερη ομάδα, υπό νέο διοικητή, παραδόθηκε στο Μέτωπο Αλ Νόσρα. «Τότε συνειδητοποίησα πως οι Αμερικανοί κινούνταν πως δύο διαφορετικές κατευθύνσεις» λέει, συμπληρώνοντας πως άρχισε να ρωτά δυτικούς διπλωμάτες για το αμερικανικό σύστημα. «Ίσως να μιλάμε για πάρα πολλή δημοκρατία» λέει σχετικά. Στο μεταξύ το ρήγμα βάθαινε μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, για το θέμα της ζώνης απαγόρευσης πτήσεων. Ένα από τα σημεία τριβών ήταν το ποιος θα ήταν ο «άνθρωπος στη Συρία». Οι Αμερικανοί ήθελαν τον Αμπού Αχμάντ, οι Τούρκοι κάποιον άλλο. Μια μέρα πριν μια συνάντηση της ΜΟΜ για το ζήτημα, συνελήφθη από την τουρκική αστυνομία. Η CIA δεν μπορούσε να κανονίσει την απελευθέρωσή του. Εν τέλει συμφώνησε να απελαθεί στη Συρία και εκεί χρησιμοποίησε χρήματα που είχε βάλει στις τσέπες πριν τη σύλληψή του για να επιστρέψει παράνομα στην Τουρκία, όπου κρύφτηκε σε σπίτι στα σύνορα για πάνω από έναν μήνα. Οι Τούρκοι τελικά συμφώνησαν να τον αφήσουν ήσυχο αν σταματούσε να συνεργάζεται με τους Αμερικανούς και τους αντάρτες, κάτι που ο ίδιος δέχτηκε, και έκτοτε ζει στο περιθώριο της συριακής κοινότητας στην Τουρκία.

Δημοφιλή