Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών σε 15 ερωταπαντήσεις από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών

Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών σε 15 ερωταπαντήσεις από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών

Σειρά ερωτήσεων και απαντήσεων σχετικά με τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων δημοσιεύει η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, με σκοπό την παροχή διευκρινίσεων σχετικά με αυτόν.

Ακολουθούν τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας, οι προϋποθέσεις υπαγωγής και άλλα χρήσιμα στοιχεία σε 15 ερωτήσεις και απαντήσεις. Για επιπλέον, λεπτομερέστερες διευκρινίσεις σχετικά με θέματα όπως η υποβολή αίτησης εκ μέρους του οφειλέτη, η εξέλιξη της διαδικασίας, η κατάρτιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και οι κανόνες που τη διέπουν, μπορείτε να ανατρέξετε στη σχετική σελίδα στο site της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

1. Τι είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων;

Ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποτελεί μια νέα εξωδικαστική κατά βάση συλλογική διαδικασία ρύθμισης και διευθέτησης των οφειλών επιχειρήσεων. Με τον εξωδικαστικό μηχανισμό, όπως προβλέπεται στον Ν. 4469/2017 (ΦΕΚ Α 62/3.5.2017), ρυθμίζεται για πρώτη φορά το σύνολο των χρηματικών υποχρεώσεων βιώσιμων επιχειρήσεων, μέσω της κατάρτισης συμφωνίας ρύθμισης οφειλών με την πλειοψηφία των πιστωτών τους (στους οποίους περιλαμβάνονται τόσο οι ιδιώτες πιστωτές, όσο και ο δημόσιος τομέας, δηλ. το Ελληνικό Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ.). Η αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία υποβάλλεται στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (εφεξής «Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.»), μέσω ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα αναπτυχθεί για αυτό το σκοπό, και προϋποθέτει επιτυχή διαδικασία διαπραγμάτευσης μεταξύ της αιτούσας επιχείρησης και των πιστωτών της.

2. Ποια πρόσωπα μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού;

Δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής έχουν:

  • Τα νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 47 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 4172/2013, Α΄ 167), εφόσον διαθέτουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα (ενδεικτικά Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε. και Ι.Κ.Ε.)
  • Τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα.

Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του Νόμου οι ελεύθεροι επαγγελματίες και γενικά κάθε πρόσωπο που δεν διαθέτει πτωχευτική ικανότητα. Ενδεικτικά, δεν μπορούν να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν το επάγγελμα του οικονομολόγου, αναλυτή, προγραμματιστή, συμβούλου επιχειρήσεων, λογιστή, φοροτεχνικού, ιατρού, οδοντιάτρου, φυσιοθεραπευτή, δικηγόρου, συμβολαιογράφου, δικαστικού επιμελητή, αρχιτέκτονα, μηχανικού, ερευνητή, αναλογιστή, χημικού, γεωπόνου, σχεδιαστή, δημοσιογράφου, συγγραφέα, διερμηνέα, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη ή ηθοποιού, σκηνοθέτη και διακοσμητή (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του Νόμου, σελ. 3).

3. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις υπαγωγής στον Νόμο;

Απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης είναι ο έλεγχος συνδρομής των κριτηρίων επιλεξιμότητας. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας καθορίζονται στο Νόμο (βλ. άρθρο 3 Ν. 4469/2017) και είναι τα ακόλουθα:

Ο οφειλέτης σε μία (1) τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις (3) χρήσεις πριν την υποβολή της αίτησης να έχει:

  • θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, στην περίπτωση που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα,
  • θετικά αποτελέσματα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ή καθαρή θετική θέση (equity), στην περίπτωση που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα.

Περαιτέρω, για να υπαχθούν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού, τα παραπάνω πρόσωπα θα πρέπει κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 να συγκεντρώνουν μία τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • Να είχαν οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016. Ως «χρηματοδοτικός φορέας» θεωρούνται: τα πιστωτικά ιδρύματα, περιλαμβανομένων εκείνων που βρίσκονται υπό ειδική εκκαθάριση, οι εταιρείες Leasing, Factoring, παροχής πιστώσεων, καθώς και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, εφόσον τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού.

ή

  • Να είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο Ν.Π.Δ.Δ. (περιλαμβανομένων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης).

ή

  • Να είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών λόγω μη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/1933.

ή

  • Να είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.

Περαιτέρω, για να υπαχθεί μια επιχείρηση στο Νόμο θα πρέπει οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές να υπερβαίνουν το ποσό των 20.000 €.

4. Ποιες προϋποθέσεις θέτει ο Νόμος για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης;

Σκοπός του Νόμου είναι η διάσωση μόνο των βιώσιμων επιχειρήσεων, δηλ. εκείνων που έχουν την ικανότητα να διατηρηθούν στην αγορά που δραστηριοποιούνται, να συνεχίσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και να δημιουργήσουν κέρδη στο μέλλον (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του Νόμου, σελ. 1: «Βασικός σκοπός του νέου εξωδικαστικού μηχανισμού είναι η διάσωση των βιώσιμων επιχειρήσεων»).

Από την άποψη αυτή η εξασφάλιση της βιωσιμότητας του οφειλέτη αποτελεί προϋπόθεση για την υπαγωγή στο Νόμο και την επίτευξη συμφωνίας ρύθμισης.

Κατ’ ακολουθία, τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα πρέπει να υποβάλλονται από τον οφειλέτη με την αίτησή του και την περιλαμβανόμενη σε αυτή πρόταση ρύθμισης των οφειλών του.

Κατά τα λοιπά, η βιωσιμότητα της επιχείρησης του οφειλέτη θα ελεγχθεί από τους πιστωτές, οι οποίοι, εφόσον συγκεντρώνουν το 1/3 του συνόλου των απαιτήσεων, μπορούν να αναθέσουν τον έλεγχο σε εμπειρογνώμονα. Στην περίπτωση που η αιτούσα επιχείρηση έχει συνολικές οφειλές άνω των 2.000.000 € ή κύκλο εργασιών, κατά την προηγούμενη της υποβολής της αίτησης χρήση, άνω των 2.500.000 €, ο διορισμός εμπειρογνώμονα είναι υποχρεωτικός.

5. Ποιοι δικαιούνται να εκκινήσουν τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών;

  • Ο οφειλέτης, με την υποβολή αίτησης στην πλατφόρμα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
  • Το Ελληνικό Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και οι χρηματοδοτικοί φορείς (βλ. ανωτέρω υπό 3) μπορούν επίσης να εκκινήσουν τη διαδικασία ως πιστωτές.

Στη δεύτερη περίπτωση η διαδικασία ξεκινάει με την κοινοποίηση στον οφειλέτη (με δικαστικό επιμελητή ή με συστημένη επιστολή ή με ισοδύναμου τύπου ταχυδρομική επιστολή ή με αυτοπρόσωπη παράδοση), έγγραφης δήλωσης οποιουδήποτε πιστωτή που τον καλεί να υπαχθεί στις διατάξεις του Νόμου, η οποία κοινοποιείται με επιμέλεια του τελευταίου και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η αίτηση του οφειλέτη θα πρέπει να υποβληθεί εντός δύο (2) μηνών από την ως άνω κοινοποίηση. Ο πιστωτής που προσκάλεσε τον οφειλέτη να εκκινήσει τη διαδικασία, λογίζεται ως συμμετέχων σε αυτή. Αν ο οφειλέτης δεν υποβάλλει αίτηση εντός του διμήνου, δεν δικαιούται να εκκινήσει ο ίδιος τη διαδικασία υπαγωγής του στον Νόμο μεταγενέστερα, εκτός εάν προσκληθεί εκ νέου από τους πιστωτές.

Πάντως, η πορεία της διαδικασίας δεν διαφοροποιείται είτε η αίτηση υποβληθεί απευθείας από τον οφειλέτη, είτε κατόπιν έγγραφης πρόσκλησης των πιστωτών.

6. Μπορεί να υποβληθεί δεύτερη αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού από την ίδια επιχείρηση;

Όχι. Η αίτηση υποβάλλεται άπαξ και η υποβολή δεύτερης αίτησης από τον ίδιο οφειλέτη αποκλείεται (βλ. άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 4469/2017). Συνεπώς, αποκλείεται η υποβολή δεύτερης αίτησης όσο εκκρεμεί η ρύθμιση της πρώτης ή μετά την αποτυχία της διαδικασίας, λ.χ. αν δεν συγκεντρώθηκε το απαιτούμενο ποσοστό απαρτίας των πιστωτών (ποσοστό 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη) ή αν δεν επιτευχθεί συμφωνία με την πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών (δηλ. με το 60% των συμμετεχόντων πιστωτών, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται ποσοστό 40% των εμπραγμάτως ασφαλισμένων). Επίσης, αποκλείεται η υποβολή δεύτερης αίτησης αν η διαδικασία κηρυχθεί άκαρπη για οποιοδήποτε λόγο, π.χ. επειδή ο οφειλέτης δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του συντονιστή για τη συμπλήρωση των στοιχείων του φακέλου, όταν δεν έχει προσκομιστεί εξαρχής το σύνολο των δικαιολογητικών.

7. Μπορεί να υποβληθεί αίτηση αν έχει τελεστεί ποινικό αδίκημα από τον οφειλέτη ή τον νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης;

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 3 περ. δ΄ του Ν. 4469/2017, δεν μπορεί να υποβληθεί αίτηση όταν ο οφειλέτης έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για:

  • Φοροδιαφυγή, πλην των περιπτώσεων μη απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων φόρων, τελών ή εισφορών ή φόρου πλοίων.
  • Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δωροληψία, λαθρεμπορία, καταδολίευση δανειστών, χρεοκοπία ή απάτη.

Αν ο οφειλέτης είναι εταιρεία ή νομικό πρόσωπο, τα ανωτέρω αδικήματα αρκεί να έχουν τελεστεί από το νόμιμο εκπρόσωπο, λ.χ. τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, τον διαχειριστή και γενικά από κάθε πρόσωπο που είναι εντεταλμένο στη διαχείριση των υποθέσεων του νομικού προσώπου από το καταστατικό, το νόμο ή από δικαστική απόφαση. Στην περίπτωση αυτή, η ποινική καταδίκη πρέπει να αφορά σε αξιόποινη πράξη που συνδέεται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου, το οποίο ζητεί την ένταξή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.

8. Ποιες απαιτήσεις υπάγονται στη ρύθμιση; Προβλέπονται εξαιρέσεις;

Στη ρύθμιση υπάγονται όλες οι χρηματικές απαιτήσεις των πιστωτών της επιχείρησης, με την έννοια που προαναφέρθηκε.

Ωστόσο, προβλέπονται στο Νόμο συγκεκριμένες κατηγορίες απαιτήσεων, οι οποίες εξαιρούνται από τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού (βλ. άρθρο 2 παρ. 4, 6, 7 Ν. 4469/2017).

Συγκεκριμένα, εξαιρούνται από τη διαδικασία όλες οι απαιτήσεις που έχουν γεννηθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016. Μια απαίτηση θεωρείται ότι έχει γεννηθεί μετά την 31.12.2016, εφόσον η αιτία της (λ.χ. η κατάρτιση της σχετικής αρχικής σύμβασης) ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της παραπάνω ημερομηνίας.

Περαιτέρω, εξαιρούνται οι απαιτήσεις των λεγόμενων «μικρών πιστωτών» της επιχείρησης. Ως μικροί πιστωτές θεωρούνται οι δανειστές της επιχείρησης, με απαιτήσεις οι οποίες: (α) δεν υπερβαίνουν ατομικά για κάθε πιστωτή το ποσό των 2.000.000 € και ποσοστό 1,5% του συνολικού χρέους του οφειλέτη, (β) δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των 20.000.000 € και ποσοστό 15% του συνολικού χρέους του οφειλέτη. Όμως, αν οι απαιτήσεις των μικρών πιστωτών υπερβαίνουν αθροιστικά είτε το ποσό των 20.000.000, είτε συνολικό ποσοστό 15% του χρέους του οφειλέτη, θα συμμετάσχουν στη ρύθμιση οι πιστωτές με τις μεγαλύτερες κατά σειρά απαιτήσεις μέχρι το ως άνω όριο. Για παράδειγμα, αν σε μια επιχείρηση υπάρχουν απαιτήσεις από τρέχουσες συναλλαγές της εταιρείας (λ.χ. καθυστερούμενα μισθώματα, οφειλές λογαριασμών κοινής ωφέλειας, καθυστερούμενες αποδοχές εργαζομένων), οι οποίες δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των 20 εκ. € ή το 15% του συνολικού χρέους τους οφειλέτη, οι απαιτήσεις αυτές δεν θα συμμετάσχουν στη διαδικασία και δεν θα δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Αντίθετα, αν οι παραπάνω απαιτήσεις υπερβαίνουν αθροιστικά ένα από τα παραπάνω κριτήρια (20 εκ. € ή 15% του συνολικού χρέους), θα συμμετάσχουν κανονικά οι μεγαλύτερες κατά ποσό απαιτήσεις που υπερβαίνουν το όριο των 20.000.000 € ή το ποσοστό του 15% του συνολικού χρέους της επιχείρησης.

Τέλος, δεν μπορούν να ρυθμιστούν στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου από ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων.

Οι εξαιρούμενες απαιτήσεις πιστωτών: (α) δεν συμμετέχουν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού, ούτε λαμβάνουν σχετική πρόσκληση για να συμμετάσχουν, (β) δεν συμμετέχουν στην απαρτία και πλειοψηφία που απαιτείται για την επίτευξη συμφωνίας, (γ) δεν ρυθμίζονται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών που καταρτίζεται μεταξύ του οφειλέτη και της πλειοψηφίας των πιστωτών.

9. Προβλέπεται υποχρέωση των πιστωτών να συμμετάσχουν στη διαδικασία;

Δεν προβλέπεται υποχρέωση των πιστωτών να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών έχει συναινετικό χαρακτήρα και στηρίζεται στην κοινή βούληση οφειλέτη και πιστωτών να ρυθμίσουν τις οφειλές της επιχείρησης. Συνεπώς, οι πιστωτές έχουν τη διακριτική ευχέρεια να συμμετάσχουν στη διαδικασία, λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του οφειλέτη και τις συνέπειες που θα είχε για αυτούς μια ενδεχόμενη συμφωνία για την αναδιάρθρωση των οφειλών του.

10. Είναι υποχρεωτικό να συμμετάσχει στη διαδικασία ένας ελάχιστος αριθμός πιστωτών;

Για να προχωρήσει η διαδικασία της εξωδικαστικής ρύθμισης, ο Νόμος θέτει ως προϋπόθεση ένα ελάχιστο ποσοστό απαρτίας πιστωτών, το οποίο ανέρχεται σε 50% των συνολικών απαιτήσεων έναντι της επιχείρησης (βλ. άρθρα 1 παρ. 2 περ. στ΄ και 8 παρ. 3 Ν. 4469/2017). Αν δεν συγκεντρωθεί το απαιτούμενο ποσοστό απαρτίας των πιστωτών, η διαδικασία περατώνεται αυτόματα ως άκαρπη. Ωστόσο, αν εκδηλώσουν ενδιαφέρον συμμετοχής στη διαδικασία πιστωτές που εκπροσωπούν το 50% των απαιτήσεων της επιχείρησης, η διαδικασία προχωρά κανονικά και υπάρχει το ενδεχόμενο κατάρτισης δεσμευτικής συμφωνίας ακόμα και για τις απαιτήσεις πιστωτών που δεν συμμετείχαν στη διαδικασία. Πάντως, η δέσμευση των πιστωτών που δεν συμμετείχαν τελεί υπό την προϋπόθεση ότι η συμφωνία θα επικυρωθεί από το Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο της έδρας του οφειλέτη), σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο Νόμο.

Για τον υπολογισμό της ως άνω απαρτίας δεν λαμβάνονται υπόψη απαιτήσεις προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη (ενδεικτικά: σύζυγοι, συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του δευτέρου βαθμού, ελέγχοντες μέτοχοι νομικών προσώπων) [βλ. άρθρο 1 παρ. 2 περ. ι΄ Ν. 4469/2017]. Επίσης, για τον υπολογισμό της απαρτίας δεν λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις που εξαιρούνται από τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού (λ.χ. απαιτήσεις που έχουν γεννηθεί μετά την 31.12.2016, μικροί πιστωτές, απαιτήσεις ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων).

Ειδικά, πάντως, για τις απαιτήσεις των συνδεδεμένων προσώπων με τον οφειλέτη, διευκρινίζεται ότι αυτές δεν συμμετέχουν στην απαρτία, αλλά μπορούν να ρυθμίζονται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 4469/2017, σελ. 3). Για παράδειγμα τυχόν οικονομικές υποχρεώσεις της αιτούσας εταιρείας προς ελέγχοντες μετόχους (λ.χ. από οφειλόμενες αμοιβές Δ.Σ.) μπορούν να ρυθμιστούν με απόφαση της πλειοψηφίας των πιστωτών, ακόμα και αν δεν συμμετέχουν στη διαδικασία διαπραγμάτευσης.

11. Πού υποβάλλεται η αίτηση του οφειλέτη;

Η αίτηση υποβάλλεται αποκλειστικά και μόνο ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), με χρήση ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας (βλ. άρθρο 4 παρ. 2 Ν. 4469/2017). Δεν είναι επιτρεπτή η υποβολή της αιτήσεως σε Τραπεζικό Κατάστημα, ή στην έδρα Πιστωτικού Ιδρύματος, ή η επίδοσή της με δικαστικό επιμελητή.

12. Ποιο είναι το ελάχιστο περιεχόμενο της αίτησης του οφειλέτη;

Η αίτηση του οφειλέτη περιέχει υποχρεωτικά στοιχεία που εξατομικεύουν την επιχείρηση, προσδιορίζουν την οικονομική κατάσταση αυτής και αναπτύσσουν τις προοπτικές της.

Πέραν αυτών με την αίτησή του ο οφειλέτης πρέπει να συνυποβάλει:

  • Κατάλογο όλων των πιστωτών του με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή.
  • Την πρόταση της επιχείρησης για τον τρόπο ρύθμισης των χρεών της. Συγκεκριμένα, ο οφειλέτης θα πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον το ποσό που είναι σε θέση να καταβάλει σε μηνιαία ή ετήσια βάση για την αποπληρωμή των οφειλών του, με βάση τα εκτιμώμενα έσοδα και έξοδα κατά τις επόμενες τρεις (3) τουλάχιστον χρήσεις. Η πρόταση του οφειλέτη πρέπει να είναι σύμφωνη με τους υποχρεωτικούς κανόνες της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, μνημονεύοντας συγκεκριμένα την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης και τα ποσά που θα πρέπει να διανεμηθούν υποχρεωτικά σε πιστωτές με ειδικό προνόμιο (υποθήκη, προσημείωση, ενέχυρο) ή με γενικό προνόμιο (λ.χ. Δημόσιο, εργαζόμενοι). Επίσης, αν υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο Ν.Π.Δ.Δ., η πρόταση του οφειλέτη πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν και για αυτές.
  • Τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας του οφειλέτη ως προς την ύπαρξη μιας τουλάχιστον χρήσης με λειτουργική κερδοφορία. Την πληρότητα της αιτήσεως εξετάζει ο συντονιστής που ορίζεται από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ, αλλά η τελική και ουσιαστική αξιολόγηση της αιτήσεως γίνεται από τους συμμετέχοντες πιστωτές.

13. Προβλέπεται άρση του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου;

Ναι. Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία παρέχεται από τον οφειλέτη η άδεια για κοινοποίηση στον συντονιστή, τον εμπειρογνώμονα και όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές, επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων που αφορούν στην περιουσιακή κατάστασή του (λ.χ. καταθέσεις, εμβάσματα κ.λπ.), τα οποία βρίσκονται στην κατοχή ή σε γνώση των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών (βλ. άρθρο 5 παρ. 6 Ν. 4469/2017). Η εν λόγω άδεια συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του Ν.Δ. 1059/1971 (Α΄ 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του Ν. 4174/2013 (Α΄ 170). Οι δανειστές, πριν αρχίσει η διαδικασία διαπραγμάτευσης και μετά το σχηματισμό απαρτίας, πρέπει να υπογράψουν δήλωση εμπιστευτικότητας σε σχέση με τα παραπάνω στοιχεία, που περιέρχονται σε γνώση τους.

14. Ποια είναι η απαραίτητη πλειοψηφία πιστωτών για την κατάρτιση αναδιάρθρωσης οφειλών;

Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών καταρτίζεται με βάση συγκεκριμένη πρόταση ρύθμισης που υποβάλλει ο οφειλέτης ή με βάση αντιπροτάσεις που υποβάλλουν οι πιστωτές. Για την έγκριση συγκεκριμένης πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται η σύμφωνη γνώμη ποσοστού τουλάχιστον 60% (3/5) επί του συνόλου των απαιτήσεων των συμμετεχόντων πιστωτών (δηλαδή μεταξύ των πιστωτών, που έχουν σχηματίσει απαρτία), στο οποίο συμπεριλαμβάνεται ποσοστό 40% (2/5) επί του συνόλου των απαιτήσεων που εξασφαλίζονται με ειδικό προνόμιο πάνω σε περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης (υποθήκη, προσημείωση υποθήκης, ενέχυρο ή άλλο ειδικό προνόμιο) [βλ. άρθρο 8 παρ. 8 του Ν. 4469/2017, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 παρ. 2 περ. ζ΄ & η΄]. Αν εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών με τα παραπάνω ποσοστά πλειοψηφίας, η σχετική σύμβαση υπογράφεται μεταξύ του οφειλέτη και των συναινούντων πιστωτών.

15. Ποιες είναι οι συνέπειες σε περίπτωση μη τήρησης της συμφωνίας αναδιάρθρωσης οφειλών από την επιχείρηση;

Σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 8 του Ν. 4469/2017, η δικαστική απόφαση που επικυρώνει τη συμφωνία αναδιάρθρωσης αποτελεί εκτελεστό τίτλο για την απαίτηση του πιστωτή, όπως η τελευταία ρυθμίζεται ή αναδιαρθρώνεται στο πλαίσιο της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού (και υπό την προϋπόθεση ότι από τη δικαστική απόφαση προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής του οφειλέτη). Κατά συνέπεια, αν ο οφειλέτης δεν φανεί συνεπής στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης, είναι δυνατή η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς να απαιτείται η έκδοση διαταγής πληρωμής ή η έναρξη δικαστικής διαδικασίας σε βάρος του για την επιδίκαση της απαίτησης.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ν. 4469/2017, αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει προς οποιονδήποτε πιστωτή τα ποσά που οφείλονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των ενενήντα (90) ημερών, ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση της συμφωνίας ως προς όλους, καταθέτοντας αίτηση στο δικαστήριο που επικύρωσε τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Αν η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δεν έχει επικυρωθεί, η αίτηση ακύρωσης κατατίθεται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης. Με την ακύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη και των συνοφειλετών, ως είχαν πριν από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Ποσά που καταβλήθηκαν σε εκτέλεση της σύμβασης αναδιάρθρωσης αφαιρούνται από τις απαιτήσεις που αναβίωσαν.

Αναφορικά με τις ρυθμισμένες οφειλές προς το Δημόσιο, σημειώνεται ότι μη καταβολή προς αυτό ποσών που ισούνται με το άθροισμα τριών (3) μηνιαίων δόσεων οδηγεί σε ακύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών.

Τέλος, η ακύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αποτελεί μαχητό τεκμήριο για την παύση πληρωμών του οφειλέτη. Συνεπώς, ο τελευταίος θα μπορεί πλέον να κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από πιστωτή ή πιστωτές της επιχείρησης.

Δημοφιλή