Γιατί η ρύθμιση του χρέους δεν θα είναι «αναίμακτη». Ποια τα οφέλη και ποιες οι προσδοκίες

Γιατί η ρύθμιση του χρέους δεν θα είναι «αναίμακτη». Ποια τα οφέλη και ποιες οι προσδοκίες

«Μια ρύθμιση χρέους δεν αρκεί για να φέρει την άνοιξη στην ελληνική Οικονομία πόσο δε μάλλον αν αυτή είναι βραχυπρόθεσμη». Με αυτό τον τρόπο σχολίασε στη HuffPost Greece υψηλόβαθμος οικονομικός παράγοντας, την εν εξελίξει συζήτηση για τα μέτρα ρύθμισης του ελληνικού χρέους.

Οι γνώμες όλων των παραγόντων που έχουν γνώση και των διαπραγματεύσεων αλλά και του «οφέλους» που θα έχει η ελληνική Οικονομία, είναι κοινή. Οι εκτιμήσεις τους συγκλίνουν στο γεγονός ότι η βραχυπρόθεσμη ρύθμιση, είτε έχει τη μορφή που αποκάλυψε με την επιστολή του ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, είτε μια άλλη, θα βοηθήσει λιγότερο τη «ψυχολογία» της αγοράς και περισσότερο το αφήγημα της κυβέρνησης, καθώς το αποτέλεσμα έχει ήδη προεξοφληθεί από όλους.

Οι περισσότεροι παράγοντες συμφωνούν ότι η Ελλάδα επείγεται για πραγματικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγή του «μίγματος οικονομικής πολιτικής» και σε χαμηλότερο βαθμό για μια βραχυπρόθεσμη ρύθμιση του χρέους, η οποία μάλιστα όπως όλα δείχνουν δεν θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα του.

Προφανώς και πρέπει να γίνει και μάλιστα σύντομα, αναφέρουν παράγοντες της αγοράς και μαζί τους συμφωνούν και τραπεζικά στελέχη, αλλά και κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Το ερώτημα ωστόσο είναι αν η βραχυπρόθεσμη ρύθμιση του χρέους μπορεί να φέρει άμεσα σημαντικά οφέλη στην ελληνική Οικονομία.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, στην πράξη η εφαρμογή μια τέτοιας ρύθμισης θα έχει μικρά αποτελέσματα. Τα επιτόκια για την περίοδο που θα γίνουν οι παρεμβάσεις είναι ήδη χαμηλά. Η αναδιαμόρφωση του προφίλ ωρίμανσης των δανείων του EFSF/ESM θα μεταφέρει τη λήξη από τα 28 στα 32 χρόνια. Ως εκ τούτου σίγουρα θα «ελαφρύνει» κάποιες δύσκολες χρονιές, αλλά στην πραγματικότητα δίνει μικρή παράταση στο συνολικό πρόβλημα.

Ενδεικτική των αποτελεσμάτων που θα έχει μια βραχυπρόθεσμη ρύθμιση, είναι η πρόσφατη έκθεση της CITI στην οποία οι οικονομολόγοι της εκτιμούν ότι «μικρές μειώσεις στις πληρωμές τόκων που οφείλονται σε ΕFSF/ESM μπορεί όντως να συμφωνηθούν πριν από το τέλος του έτους, αλλά αυτό δεν θα κάνει καμία σημαντική διαφορά στην ανάλυση βιωσιμότητας του Ελληνικού χρέους που είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και για την απόφαση της ΕΚΤ να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE)».

Τα οφέλη

Παρά τα μικρά άμεσα οφέλη, κυβέρνηση, οικονομολόγοι, τραπεζίτες και αγορά, υπερθεματίζουν ότι η βραχυπρόθεσμη ρύθμιση πρέπει να αποφασιστεί και να εφαρμοστεί γρήγορα. Όπως αναφέρουν, σε με τέτοια περίπτωση τα έμμεσα οφέλη θα είναι πολύ περισσότερα και πολύ πιο σημαντικά.

Αρχικά θα σπάσει το «ταμπού» για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων, αρχικά το 2012 και στη συνέχεια το 2015, αναφορικά με τη ρύθμιση του χρέους εφόσον η Ελλάδα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Οι δανειστές θα πρέπει να αποδείξουν ότι υλοποιούν και αυτοί τις υποσχέσεις τους.

Παράλληλα, η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και η εφαρμογή των συμφωνηθέντων θα ανοίξει το δρόμο για την υλοποίηση του πιο σημαντικού κομματιού της συμφωνίας, το οποίο αφορά τη μέσο-μακροπρόθεσμη διευθέτηση του χρέους.

Οι προσδοκίες

Πέρα όμως από τα μικρά ή μεγαλύτερα οφέλη που θα υπάρξουν στους όρους εξυπηρέτησης του χρέους, κυβέρνηση και οικονομικοί παράγοντες δίνουν μεγάλη σημασία στις έμμεσες συνέπειες που θα υπάρξουν.

Πρώτον, η εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων παρεμβάσεων στο χρέος, θα δώσουν βοηθήσουν την ΕΚΤ προκειμένου να εξετάσει με ευνοϊκότερους όρους τη δυνατότητα συμμετοχής των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, φέρνοντας περισσότερο ρευστό στις τράπεζες και κατ επέκταση (εφόσον ξεκινήσουν και πάλι να δανειοδοτούν) στην πραγματική οικονομία.

Δεύτερον, η βραχυπρόθεσμη ρύθμιση του χρέους θα στείλει μήνυμα στις αγορές ότι η ελληνική Οικονομία κάνει βήματα για να επιστρέψει στην κανονικότητα. Αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου η χώρα να ξαναβγεί στις αγορές για να βρει «φτηνό» χρήμα. Όπως έχει πει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης «στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι η Ελλάδα να βγει στις κεφαλαιαγορές του χρόνου το καλοκαίρι, αλλά για την ώρα απουσιάζουν τα κατάλληλα «εργαλεία» που θα κάνουν επιτεύξιμη αυτή την προσπάθεια.

Αυτά είναι η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QΕ) της ΕΚΤ και η διαχειρισιμότητα του ελληνικού χρέους, που θα αποτελέσουν ένα είδος «σήματος» προς τις αγορές ότι η ελληνική οικονομία μπαίνει πλέον σε ενάρετο κύκλο».

Σε όλα τα παραπάνω βέβαια θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η ρύθμιση του χρέους δεν θα γίνει «αναίμακτα». Οι πλειονότητα των δανειστών έχουν ξεκαθαρίσει ότι η συμφωνία για το χρέος θα πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένες δεσμεύσεις από την Ελληνική πλευρά. Η υλοποίηση αυτών των δεσμεύσεων θα «ξεκλειδώνει» κάθε φορά το επόμενο βήμα για την εφαρμογή των ρυθμίσεων του χρέους.

Για αρκετούς αυτό σημαίνει νέα μέτρα, ίσως και νέο μνημόνιο, από την στιγμή που η Γερμανία επιμένει ότι η εφαρμογή των μέσο-μακροπρόθεσμων μέτρων θα γίνει μετά το 2018, όταν δηλαδή θα έχει ολοκληρωθεί το υφιστάμενο πρόγραμμα.

Δημοφιλή