Είμαστε φτιαγμένοι για να ακούμε ιστορίες

Οι ιστορίες έχουν τεράστια δύναμη που δεν εξαντλείται στην επίδραση στη νευροφυσιολογία. Εν πρώτοις επηρεάζουν τις ορμόνες, αλλά στη συνέχεια επιδρούν άμεσα στα συναισθήματα και στη συμπεριφορά μας.
LiudmylaSupynska via Getty Images

Οι ιστορίες έχουν έναν μοναδικό αντίκτυπο στον εγκέφαλό μας. Κι αν αυτό μέχρι σήμερα το γνωρίζαμε εμπειρικά, από το αποτύπωμά τους στο δικό μας συναίσθημα, οι σύγχρονες έρευνες στο πεδίο των νευροεπιστημών το τεκμηριώνουν πλήρως.

Όπως υποστηρίζει ο νευροεπιστήμονας Paul Zak, «μια πειστική ιστορία με συναισθηματικό βάθος αλλάζει τη χημεία του εγκεφάλου και μάς κάνει να εμπιστευόμαστε περισσότερο, να καταλαβαίνουμε καλύτερα και να είμαστε πιο ανοιχτοί σε νέες ιδέες».

Ο ίδιος, καθηγητής στο Claermont Graduate University, θυμάται ακριβώς τη στιγμή που αποφάσισε να ασχοληθεί με αυτήν τη θεματική. Ήταν νύχτα και πετούσε προς την Καλιφόρνια, σε μια πτήση με πολλές αναταράξεις. Εξαντλημένος από τη μέρα, αποφάσισε να δει στην ατομική του οθόνη το Million Dollar Baby, τη βραβευμένη με Όσκαρ ταινία του Κλιντ Ήστγουντ.

Όταν τελείωσε η ταινία, ο επιβάτης που καθόταν δίπλα του γύρισε προς το μέρος του και τον ρώτησε αν μπορούσε να τον βοηθήσει. Τότε συνειδητοποίησε πως έκλαιγε γοερά κι ένιωθε τα μάτια, τη μύτη και το στόμα του να τρέχουν. Συγκινημένος από την ταινία, δεν μπορούσε να ελέγξει τη θλίψη του.

Όταν συνήλθε, άρχισε να αναρωτιέται τι του είχε συμβεί. Είχε πλήρη επαφή με το περιβάλλον και θυμόταν ποιος ήταν. Όμως η ιστορία ήταν τόσο συναρπαστική που τον είχε κάνει να αντιδράσει σαν να ήταν και ο ίδιος ένας από τους χαρακτήρες της ταινίας, σαν η πρωταγωνίστρια που υπέφερε να ήταν μια από τις κόρες του.

Ως νευροεπιστήμονας, γνώριζε ότι οι ταινίες μπορούσαν να αλλάξουν με κάποιον τρόπο την εγκεφαλική λειτουργία. Χρειάστηκε, ωστόσο, αυτή η έντονη προσωπική εμπειρία για να τον κάνει να διευρύνει την έρευνά του για τον εγκέφαλο.

Έκτοτε, το εργαστήριο του Ζακ έκανε εκτενείς έρευνες για τις ορμόνες και τον τρόπο με τον οποίο επιδρούν στον εγκέφαλο ως αποτέλεσμα εξωτερικών ερεθισμάτων και συναισθημάτων. Κέντρο της μελέτης του ήταν η ωκυτοκίνη, η οποία συντίθεται στον υποθάλαμο των θηλαστικών και εκλύεται τόσο στον εγκέφαλο όσο και στο αίμα. Συνδεδεμένη συνήθως με τις συσπάσεις της μήτρας και τον θηλασμό, η ωκυτοκίνη σχετίζεται με την ενσυναίσθηση και την εμπιστοσύνη. Τα επίπεδα ωκυτοκίνης που απελευθερώνονται στον εγκέφαλο προβλέπουν πόσο ένας άνθρωπος είναι πρόθυμος να πλησιάσει και να βοηθήσει κάποιον άλλο. Με άλλα λόγια, η έκλυση μιας ορμόνης έχει τη δυνατότητα να μας φέρει πιο κοντά στους άλλους και να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τα συναισθήματά τους.

Ο Ζακ και οι συνεργάτες του έκαναν έρευνα στο εργαστήριο αλλά και στο πεδίο, σε συνθήκες που περιέλαβαν από θρησκευτικά δρώμενα, γάμους και παραδοσιακούς χορούς, μέχρι πολεμικές τελετές των Παπούα στη Νέα Γουινέα. Μέτρησαν τα επίπεδα της ορμόνης στο αίμα των συμμετεχόντων στην έρευνα μετά από εύρος ερεθισμάτων, αλλά κατέδειξαν, επίσης, την επίδραση της ωκυτοκίνης στη συμπεριφορά, χορηγώντας με ασφάλεια σε εκατοντάδες άτομα συνθετική ωκυτοκίνη από τη μύτη.

Με βάση την εμπειρία του Ζακ με το “Million Dollar Baby”, ένα μέρος της έρευνας αξιολόγησε την ερευνητική υπόθεση πως οι ιστορίες που βλέπουμε σε βίντεο αυξάνουν τα επίπεδα της ωκυτοκίνης στον εγκέφαλο όσων τις παρακολουθούν, παίρνοντας δείγματα αίματος πριν και μετά την προβολή. Το πιο γνωστό πείραμα πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του St. Jude Childrens Research Hospital. Ένα βίντεο δείχνει έναν πατέρα να μιλά στην κάμερα ενώ ο Μπεν, ο δίχρονος γιος του, ο οποίος πάσχει από καρκίνο στον εγκέφαλο σε τελικό στάδιο, παίζει στο βάθος. Ακολουθώντας μια κλασική αφηγηματική δομή, η ιστορία δείχνει τον πατέρα να προσπαθεί να χαρεί τον γιο του, γνωρίζοντας ότι έχει μπροστά του μόνον ελάχιστους μήνες ζωής. Σε άλλο βίντεο του ίδιου πειράματος, ο ίδιος πατέρας και ο γιος του περνούν μια μέρα στον ζωολογικό κήπο. Αυτή η εκδοχή δεν αναφέρεται ευθέως στον καρκίνο ή στον θάνατο αλλά υπονοείται, καθώς το αγόρι έχει χάσει τα μαλλιά του (προφανώς από χημειοθεραπεία) και μία φορά στη διάρκεια της αφήγησης χαρακτηρίζεται ως “παιδί-θαύμα”. Αυτό το βίντεο δεν έχει την ένταση που χαρακτηρίζει την προηγούμενη ιστορία, έχει, ωστόσο, τους ίδιους πρωταγωνιστές και χρησιμοποιήθηκε για να κατανοήσουν οι επιστήμονες πώς αντιδρά ο εγκέφαλος σε ένα οπτικό ερέθισμα.

Η ερευνητική ομάδα του Ζακ έκανε αναλύσεις αίματος στους συμμετέχοντες πριν δουν τα δύο βίντεο, αλλά και μετά από κάθε ένα. Ανακάλυψε ότι η πρώτη ιστορία, αυτή με την έντονα δραματική εξέλιξη, προξένησε αύξηση των επιπέδων της ωκυτοκίνης όπως και της κορτιζόλης, της ορμόνης που σχετίζεται με το στρες. Προφανώς η αλλαγή στα επίπεδα της ωκυτοκίνης είχε άμεση σχέση με την ενσυναίσθηση: αυτό που ένιωσαν οι συμμετέχοντες για τον Μπεν και τον πατέρα του. Και ήταν τόσο έντονη η αντίδραση που οδήγησε τους συμμετέχοντες ακόμα και να θελήσουν να προσφέρουν χρήματα σε έναν άγνωστο, δίχως καν να τους ζητηθεί. Με άλλα λόγια, η ιστορία συνδέθηκε με ένα συναίσθημα και, στη συνέχεια, αυτό το συναίσθημα προκάλεσε κάποια συμπεριφορά. Αντίθετα, η κάπως αδιάφορη ιστορία του Μπεν και του πατέρα του στον ζωολογικό κήπο δεν επηρέασε ούτε την ωκυτοκίνη, ούτε την κορτιζόλη -και οι συμμετέχοντες στην έρευνα δεν ένιωσαν ιδιαίτερη συμπάθεια για τους χαρακτήρες της.

Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας είναι καταλυτικά για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι ορμόνες συνδέονται με τα συναισθήματα -και το αντίστροφο. Είναι, επίσης, εξαιρετικά σημαντικά για τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούμε στις ιστορίες που διαβάζουμε, ακούμε ή βλέπουμε. Χάρη στην έρευνα, σήμερα γνωρίζουμε ότι οι ιστορίες κινητοποιούν τις αισθήσεις με πολλαπλούς τρόπους, μετατρέποντας κάποιον από παθητικό θεατή ή ακροατή σε ενεργό μέρος της εμπειρίας. Κι αυτή είναι η πιο συναρπαστική ανακάλυψη: για τον εγκέφαλο, η απόσταση ανάμεσα στο να ζούμε οι ίδιοι μια ιστορία, να τη διαβάζουμε ή να τη βλέπουμε στην οθόνη, είναι μικρή. Ακόμα κι αν είμαστε μακριά, λειτουργούμε σαν να είμαστε κι εμείς εκεί. Συμπάσχουμε με τον πρωταγωνιστή και ταυτιζόμαστε με τις αγωνίες του. Νιώθουμε τα χέρια μας να ιδρώνουν, την καρδιά μας να χτυπά πιο δυνατά και τα μάτια μας να βουρκώνουν.

Οι ιστορίες, λοιπόν, έχουν τεράστια δύναμη που δεν εξαντλείται στην επίδραση στη νευροφυσιολογία. Εν πρώτοις επηρεάζουν τις ορμόνες, αλλά στη συνέχεια επιδρούν άμεσα στα συναισθήματα και στη συμπεριφορά μας. Επηρεάζουν το πώς θα νιώσουμε και, έπειτα, το τι θα κάνουμε επειδή νιώσαμε έτσι – από το να ακούσουμε τον άλλο και να αναζητήσουμε τρόπους να τον συνδράμουμε, μέχρι να βάλουμε το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσουμε χωρίς καν να μας ζητηθεί.

Δημοφιλή