Ελλάδα 2018: Μια διασπασμένη κοινωνία;

Ελλάδα 2018: Μια διασπασμένη κοινωνία;
NurPhoto via Getty Images

Πριν από μερικές μέρες, μια τοπική ενημερωτική ιστοσελίδα της Θεσσαλονίκης δημοσιοποίησε ένα ρεπορτάζ για την θετικότατη επίδραση του τουρισμού στην εστίαση και το λιανεμπόριο της πόλης. Αναφέρθηκε μάλιστα και σε παράδειγμα επιχείρησης εστίασης στο κέντρο της πόλης, που μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια είδε το μερίδιο των τουριστών να αυξάνεται εντυπωσιακά στο πελατολόγιό της, καθώς από 20% ανέβηκε στο 70%.1

Βέβαια, το προαναφερόμενο success story, το οποίο αντανακλά γενικώς τις μεταβολές στην σύνθεση της σαλονικιώτικης αγοράς, θα μπορούσε να έχει και ανάποδη ανάγνωση: Ότι η εσωτερική ζήτηση έχει καταρρεύσει. Τους τελευταίους δύο μήνες, δημοσιοποιήθηκαν αρκετά στοιχεία που καταγράφουν μια γενική καθίζηση στα εισοδήματα μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών.

Προσφάτως η Εργάνη δημοσιοποίησε στατιστικές αναλύσεις για την εξέλιξη της αγοράς εργασίας για την τριετία 2014-2017. Σύμφωνα με αυτά, το μερίδιο της ημιαπασχόλησης αυξάνεται διαρκώς, απασχολεί το 22,65% του συνόλου της εργατικής δύναμης, οι οποίοι λαμβάνουν απολαβές μέχρι 500€, ενώ δείγμα της αυξητικής της τάσης είναι το γεγονός ότι αντιστοιχεί στο 30% της αύξησης που καταγράφηκε μέσα στο 2017. Αξίζει όμως και να αναφερθούμε και στην γενική εικόνα που παρουσιάζει η απασχόληση, καθώς εκεί αποτυπώνεται χαρακτηριστικά η σοβαρή απαξίωση της εργασίας που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια: Έτσι, ένα άλλο 28,72% αμείβεται με μισθούς από 500€-800€, δηλαδή, περίπου το 51% της ελληνικής εργατικής δύναμης εργάζεται πλέον για μερικές εκατοντάδες ευρώ,2 ενώ, μόλις δέκα χρόνια πριν μιλάγαμε για την «γενιά των 700€» στηλιτεύοντας την επιδείνωση των όρων απασχόλησης για τους τότε νεοεισερχόμενους.

Όσο για τους ελεύθερους επαγγελματίες είναι πανθομολογούμενος –και κυνικά αποδεκτός από τους εμπνευστές της φορολογικής πολιτικής στην κυβέρνηση– ο ληστρικός χαρακτήρας της φορολογίας στην οποία καταδικάζονται: Έτσι, σύμφωνα με το Βήμα οι ελεύθεροι επαγγελματίες που θέλουν να παραμείνουν συνεπείς στο σύνολο των υποχρεώσεών τους απέναντι στο κράτος, θα πρέπει να στερηθούν το... 50% του εισοδήματός τους, δηλαδή, μιλάμε για ένα φορολογικό καθεστώς που επιβάλει αρνητική αναδιανομή στην αυτοαπασχόληση.3 Με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για τους μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα, καθώς θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η δομή της ελληνικής οικονομίας παραμένει μικρο-ιδιοκτητική και ένα μεγάλο μέρος των μισθωτών εργάζονται σε επιχειρήσεις που απασχολούν κάτω από τα 5 άτομα –αν και τα χαρακτηριστικά αυτά τείνουν να ατονήσουν από τις «πολιτικές καταστροφής» αυτού του ιδιότυπου κοινωνικού και οικονομικού ιστού, τις οποίες εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση.

Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με δυο αντίρροπες πραγματικότητες: Από την μία είναι η υπερβιομηχανία του τουρισμού, που διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο μέσα στην ελληνική οικονομία, και την ίδια στιγμή συγκεντροποιείται και διεθνοποιείται ολοένα και περισσότερο. Και από την άλλη είναι τα οικονομικά κυκλώματα εκείνα που εξαρτώνται περισσότερο από την εσωτερική δυναμική, και τα οποία ατονούν, συρρικνώνονται και παρακμάζουν.

Δυο παράλληλοι κόσμοι, και αν κάτι τεκμηριώνει την ολοκληρωτική χρεοκοπία της ελληνικής πολιτικής σκηνής, είναι ότι έχει αποτύχει παταγωδώς στο να καταφέρει να τους συνδέσει, δηλαδή να χρησιμοποιήσει την δυναμική της τουριστικής εξωστρέφειας, ως πολλαπλασιαστή για την αναζωογόνηση του εσωτερικού οικονομικού τοπίου. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με μια θαρραλέα αλλαγή του τουριστικού μοντέλου, από τον μαζικό τυποποιημένο τουρισμό, σ’ ένα μοντέλο ποιοτικού πολυκαταμερισμού που αξιοποιεί την ιστορία, το περιβάλλον, και την ποιοτική ελληνική πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή. Με αυτόν τον τρόπο, οι ροές κεφαλαίων που εισέρχονται δια του τουρισμού, θα μεταβιβάζοντας και στους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας με πολύ μεγαλύτερη ένταση, καθώς σήμερα, όταν δεν επανεπενδύονται στην αναβάθμιση των υποδομών και στην επέκταση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, τα τουριστικά κέρδη φεύγουν έξω από την χώρα. Για να μην μιλήσουμε για το πως η τουριστική ζήτηση, στο μέτρο που μιλάμε για τον μαζικό, τυποποιημένο all-inclusive τουρισμό φτάνει να χρηματοδοτεί τα... ελλείμματα της χώρας καθώς οι μεγάλες μονάδες διασυνδέονται κατ εξοχήν με τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες για να ταΐσουν τους πελάτες τους.

Υπό αυτό το πρίσμα, δεν είναι διόλου τυχαίο που η έκθεση που δημοσιοποίησαν τις προηγούμενες μέρες το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδίων και Τουρισμού σε συνεργασία με τον όμιλο McKinsey και η οποία αφορά στους κινδύνους και τις σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες που έχει ο τουριστικός συνωστισμός, περιλαμβάνει και την Ελλάδα μέσα στις χώρες αναφοράς. Με όρους όπως «τα άνισα οικονομοικά του τουρισμού» και «αποξένωση του τοπικού πληθυσμού»4 προειδοποιούν ακριβώς γι’ αυτές τις πραγματικότητες που περιγράψαμε στις προηγούμενες παραγράφους. Και προσθέτουν, μάλιστα, ότι οι χώρες που αδυνατούν να τις αντιμετωπίσουν πολύ σύντομα βλέπουν τουριστικά πλεονεκτήματα όπως το περιβάλλον και η πολιτιστική κληρονομιά να εξανεμίζονται από την εντατική υπερεκμετάλλευση.

Είναι τραγικό το πως αυτός ο προβληματισμός, που απασχολεί τους κορυφαίους του κλάδου, διαφεύγει από το πολιτικό προσωπικό μιας χώρας, κι ας καυχιέται την ίδια στιγμή ότι «ο τουρισμός θα μας βγάλει από την κρίση» ή πως «το 2018 θα βγούμε από τα μνημόνια». Όλα αυτά είναι κενές νοήματος προβλέψεις στο χρηματιστήριο των πολιτικών αξιών, γιατί δεν έχουν να κάνουν με την πραγματικότητα, την οποία σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος γνωρίζει πλέον ελάχιστα.

Εν τω μεταξύ, οι δυο παράλληλες και αντιθετικές πραγματικότητες που περιγράψαμε συνεχίζουν να επιδρούν πάνω στην κοινωνία, παράγοντας κάτι που για την Ελλάδα είναι «καινοτομία» αλλά για τις ευρωπαϊκές και την αμερικάνικη κοινωνία, είναι εδώ και δεκαετίες γνώριμη: Ένας τύπος νεόπτωχου, μάλλον αποστερημένου από οποιαδήποτε κοινωνική και οικονομική ταυτότητα –αυτό που οι κοινωνιολόγοι ονομάζουν declasseπαρά «προλεταριοποιημένου», που συνδυάζει ταυτόχρονα χαρακτηριστικά οικονομικής και πολιτιστικής καθίζησης, χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, υποβαθμισμένων όρων διαβίωσης ακόμα και σε ό,τι αφορά στην διατροφή και κατ’ επέκταση στο επίπεδο της υγείας του.

Την ζωή αυτών των ανθρώπων αναπαριστά μια ταινία που κυκλοφόρησε μέσα στο γιορτινό δωδεκαήμερο στις ελληνικές αίθουσες, το Florida Project του Σον Μπέικερ. Μέσα από μια γλυκόπικρη ιστορία πολύ πρόωρης ενηλικίωσης, περιγράφει ακριβώς την ζωή αυτών των ολότελα αποκλεισμένων. Διόλου τυχαία, ζουν δίπλα στην υπερτουριστική Ντίσνεϋλαντ.

Ο ελληνικός πολιτικός κόσμος θα πρέπει να προσέξει τι εύχεται για το 2018: Όταν υπόσχεται να «επανέλθουμε στην ευρωπαϊκή κανονικότητα» να ξέρει ότι στην Ευρώπη υπάρχει και η «κανονικότητα» των υποβαθμισμένων προαστίων, που συνδυάζουν όψεις επιφανειακού εξευγενισμού, την νέα φτώχεια, την πολυπολιτισμική διάσπαση. Η χώρα που κυβερνούν αυτές οι ιθύνουσες τάξεις, θα τείνει να ομοιάσει πολύ περισσότερο σε κάτι τέτοιο την επόμενη χρόνια...

1Άννη Καρολίδου, «Ο τουρισμός ωφελεί σοβαρά εμπόριο και επιχειρήσεις στην Θεσσαλονίκη», voria.gr, 23/12/2017

2«Με μισθό ως 600 ευρώ ένας στους τρεις εργαζόμενους», Euro2Day, 19/12/2017

3Ντίνος Σιωμόπουλος, «Σε φόρους και εισφορές πάει το μισό ετήσιο εισόδημα», Το Βήμα, 23/12/2017.

4«Coping with success: Managing Overcrowding in Tourism Destinations», World Travel Tourism Council – McKinsey&Company.

Δημοφιλή