Έρευνα: Πώς η ελληνική οικονομία έφτασε εδώ. Τα προβλήματα, οι στόχοι και τα οφέλη των μνημονιακών χρόνων

Έρευνα: Πώς η ελληνική οικονομία έφτασε εδώ. Τα προβλήματα, οι στόχοι και τα οφέλη των μνημονιακών χρόνων

Εκτενή έρευνα σχετικά με το πώς η ελληνική οικονομία έφτασε στο χείλος της καταστροφής, καθώς και το τι πρέπει να αλλάξει, πραγματοποίησε ομάδα Ελλήνων επιστημόνων, με συντονιστή τον καθηγητή του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνο Τσακλόγλου για λογαριασμό της «διαΝΕΟσις».

Όπως σημειώνεται στην έρευνα (υπό τον τίτλο «Ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο για την Ελληνική οικονομία και η μετάβαση σε αυτό»), της παρούσας κρίσης, που έκανε την εμφάνισή της το 2008, αλλά διογκώθηκε και επεκτάθηκε κατά τα επόμενα χρόνια, προηγήθηκε μια μακρά περίοδος εύθραυστης, όπως αποδείχθηκε, οικονομικής ευφορίας και ευημερίας.

«Η κρίση που βιώνει η ελληνική οικονομία δεν είναι απλώς απόρροια της έντονης καθοδικής πορείας του οικονομικού κύκλου. Είναι χρόνια, σχετίζεται με διαρθρωτικές παθογένειες και αδυναμίες που αφορούν τη δομική λειτουργία της, και συνεπώς απαιτεί ριζικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές» αναφέρεται σχετικά- ενώ σημειώνεται πως, ενώ συνήθως στον δημόσιο διάλογο η ελληνική κρίση θεωρείται κρίση δημοσίου χρέους, στη ρίζα της είναι μια κλασική περίπτωση κρίσης ανταγωνιστικότητας.

«Η πτώση της ανταγωνιστικότητας οφείλεται στη μη υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για αρκετά χρόνια πριν από την κρίση. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι το “πιστοποιητικό γέννησης” της κρίσης δεν γράφει “2010”, δηλαδή το έτος που η χώρα μας εισήλθε στα Μνημόνια, αλλά “2001”, το έτος που –κάτω από το βάρος της τεράστιας λαϊκής αντίδρασης– η τότε κυβέρνηση εγκατέλειψε τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος» .

Ως βασικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας επισημαίνονται:

  • (α) H ύπαρξη χρόνιας ύφεσης
  • (β) H μείωση της ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας και, ειδικότερα, των άμεσων ξένων επενδύσεων μετά το 2008.
  • (γ) H μη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών, δηλαδή τόσο του δημοσίου χρέους όσο και του συνταξιοδοτικού/ασφαλιστικού συστήματος.
  • (δ) H έντονη αβεβαιότητα που κυριαρχεί σχετικά με τις μακροοικονομικές προοπτικές.
  • (ε) H ύπαρξη μη ανταγωνιστικών αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, γεγονός που, μεταξύ άλλων, εμποδίζει την ανάπτυξη και αυξάνει το κόστος διαβίωσης
  • (στ) H έλλειψη σχεδιασμού για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας στο διεθνές εμπόριο, προκειμένου η εγχώρια παραγωγή να αποκτήσει εξαγωγικό προσανατολισμό και το εξωτερικό χρέος να καταστεί βιώσιμο.
  • (ζ) H έλλειψη μακρόπνοα σχεδιασμένης μεταναστευτικής πολιτικής η οποία θα εγγυάται την ομαλή και επωφελή για την ελληνική οικονομία ενσωμάτωση των προσφυγικών ροών στον κοινωνικό ιστό.
  • (η) Η κακή ποιότητα της δημόσιας υγείας και, ιδιαίτερα, της δημόσιας παιδείας
  • (θ) Η κακή ποιότητα των «θεσμών» (institutions) και η έλλειψη «κοινωνικού κεφαλαίου» (social capital).

Ως τελικοί στόχοι της οικονομικής πολιτικής ορίζονται:

  • (α) η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους (δημοσίου και ιδιωτικού) και του ασφαλιστικού συστήματος,
  • (β) η επίτευξη βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, δηλαδή η αύξηση τού κατά κεφαλήν ΑΕΠ
  • (γ) η βελτίωση της κοινωνικής προστασίας των ασθενέστερων οικονομικά ομάδων

Όσον αφορά στα θετικά κεκτημένα από τα μέχρι τώρα χρόνια των μνημονίων, παρατίθενται τα εξής:

  • α) Η ευρεία κοινωνική και πολιτική συνειδητοποίηση ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επιστρέψει ούτε στην υπερχρέωση ούτε στην αμεριμνησία της προ-Μνημονίων περιόδου.
  • β) Υπάρχει μια θετική κληρονομιά τεχνογνωσίας, μεταρρυθμίσεων και (με μεγάλες θυσίες) εξάλειψης των ελλειμμάτων του παρελθόντος.
  • γ) Υπάρχουν σημαντικοί «οδοδείκτες» στη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη πορεία υλοποίησης του προγράμματος, που συνδέονται με σημαντικές ωφέλειες για την ελληνική οικονομία.
  • δ) Η διακομματική συναίνεση στην ψήφιση του τρίτου Μνημονίου αποτελεί σημαντικό κεκτημένο, μετά από πέντε χρόνια οξύτατης αντιμνημονιακής πόλωσης, πολιτικής σύγκρουσης και λαϊκισμού.

Καταλήγοντας, στη μελέτη αναφέρεται πως ο πιο κρίσιμος παραλυτικός παράγοντας μετά το 2010 στην προσπάθεια οικονομικής προσαρμογής της χώρας υπήρξε η έλλειψη πολιτικής συναίνεσης και η οξύτατη κομματική σύγκρουση. «Η διακομματική ψήφιση του τρίτου Μνημονίου με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα πρέπει και θα μπορούσε να αποτελέσει την αρχή της μετάβασης προς μια ευρύτερη, ορθολογική –ελάχιστη έστω– πολιτική και κοινωνική συναίνεση, σηματοδοτώντας την έξοδο προς τη σταθερότητα και την ανάπτυξη. Είναι όμως αναγκαίο να έχει συνέχεια στη διασφάλιση των επόμενων κρίσιμων βημάτων για τη χώρα, με πρώτο κύριο σταθμό την επιτυχή και έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Η εύθραυστη οικονομία δεν θα άντεχε έναν νέο κύκλο αστάθειας, παρατεταμένης αγωνίας για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και ακυβερνησίας».

Δημοφιλή