Άνθηση του online παράνομου εμπορίου όπλων μέσω κοινωνικών δικτύων στη Λιβύη

Άνθηση του online παράνομου εμπορίου όπλων μέσω κοινωνικών δικτύων στη Λιβύη
A Member of a brigade loyal to the Fajr Libya (Libya Dawn), an alliance of Islamist-backed fighters, stands on a pick up truck mounted with a machine gun during a military parade following battles against the Islamic State (IS) group, in the city of Sabratha, west of the capital Tripoli, on February 28, 2016.On February 19, a US air strike near Sabratha targeted a suspected IS training camp, killing 50 people. / AFP / MAHMUD TURKIA (Photo credit should read MAHMUD TURKIA/AFP/Getty Images)
A Member of a brigade loyal to the Fajr Libya (Libya Dawn), an alliance of Islamist-backed fighters, stands on a pick up truck mounted with a machine gun during a military parade following battles against the Islamic State (IS) group, in the city of Sabratha, west of the capital Tripoli, on February 28, 2016.On February 19, a US air strike near Sabratha targeted a suspected IS training camp, killing 50 people. / AFP / MAHMUD TURKIA (Photo credit should read MAHMUD TURKIA/AFP/Getty Images)
MAHMUD TURKIA via Getty Images

Μπορεί η Συρία να βρίσκεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας, ωστόσο υπάρχει και άλλη μια χώρα της Μεσογείου όπου εδώ και χρόνια μαίνονται συγκρούσεις ανάμεσα σε διαφορετικές φράξιες, στην οποία υπάρχει επίσης τζιχαντιστική δραστηριότητα ενώ αποτελεί σημαντικό παράγοντα και όσον αφορά στην εξέλιξη της προσφυγικής κρίσης: Ο λόγος φυσικά για τη Λιβύη, η οποία είναι βυθισμένη στο χάος από την πτώση του καθεστώτος Καντάφι και μετά.

Στη χώρα δραστηριοποιούνται πολλαπλές διαφορετικές παρατάξεις, ενώ την εξουσία διεκδικούν δύο κυβερνήσεις, παρατείνοντας μια κατάσταση η εξομάλυνση της οποίας δεν αναμένεται στο άμεσο μέλλον. Το πώς οι ενεργές παρατάξεις εφοδιάζονται με όπλα και πυρομαχικά αποτελεί αντικείμενο μελέτης της ARES (Armament Research Services), που έχει δημιουργήσει μια βάση δεδομένων με μεγάλο όγκο πληροφοριών όσον αφορά το εμπόριο όπλων στη Λιβύη και τους ιδιαίτερα δραστήριους «παίκτες» στον τομέα- οι οποίοι μάλιστα δείχνουν να χρησιμοποιούν πολύ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook και άλλες πλατφόρμες επικοινωνίας.

Τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης των εν λόγω δεδομένων δημοσιοποιήθηκαν στο πλαίσιο ενός report της Small Arms Survey, που εδρεύει στη Γενεύη. Όπως σημειώνεται στο report, επί Καντάφι υπήρχε ισχυρός έλεγχος του εσωτερικού εμπορίου όπλων, και ως εκ τούτου πρακτικά δεν υπήρχαν μαύρες αγορές- ωστόσο η πτώση του το 2011 άνοιξε τον δρόμο για μια πραγματική «έκρηξη» του παράνομου εμπορίου όπλων στη χώρα, ειδικά μετά τη λεηλασία αποθηκών οπλισμού και τη διοχέτευση μεγάλων αριθμών (σχετικά) ελαφρού οπλισμού (από τυφέκια, πολυβόλα, εκτοξευτές βομβίδων, μέχρι φορητά αντιαεροπορικά και αντιαρματικά όπλα, ΠΑΟ, όλμους κ.α) στη μαύρη αγορά.

Οι online πωλήσεις μέσω μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας από τους βασικούς «πυλώνες» της λειτουργίας αυτής της μαύρης αγοράς. Τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής έχουν ως εξής:

-Τα μεγάλα αστικά κέντρα παραμένουν οι πιο ενεργές περιοχές όσον αφορά στο παράνομο εμπόριο όπλων online

-Η διαθεσιμότητα ελαφρών όπλων σε online αγορές μπορεί να αντικατοπτρίζει τις ανάγκες των διαφόρων ενόπλων οργανώσεων. Κάποια στοιχεία υποδεικνύουν ότι κάποιοι αγοραστές και πωλητές συνδέονται με τις ανάγκες ενόπλων ομάδων και ότι οι αγοραπωλησίες σχετίζονται με τον εφοδιασμό τους ή με την απαλλαγή ανεπιθύμητου, άχρηστου ή πεπαλαιωμένου υλικού.

-Γενικά, τα αποκαλούμενα «ελαφρά όπλα» (light weapons) είναι πιο ακριβά από τον «ατομικό οπλισμό» (ελεύθερη απόδοση του όρου «small arms» που χρησιμοποιείται στο report), κάτι που υποδεικνύει ότι η σχετική αγορά αφορά περισσότερο σε ένοπλες ομάδες με σημαντική χρηματοδότηση παρά σε μεμονωμένα άτομα.

-Η σχετική απουσία κάποιων συγκεκριμένων ειδών οπλισμού (κυρίως όλμων και ΠΑΟ- πυροβόλων άνευ οπισθοδρομήσεως- που απαιτούν πλήρωμα) από online πλατφόρμες εμπορίας όπλων είναι αξιοσημείωτη, δεδομένων των μεγάλων αριθμών τέτοιων όπλων που κατείχαν τόσο οι δυνάμεις του Καντάφι όσο και των αντικαθεστωτικών κατά την εξέγερση του 2011.

-Τα περισσότερα όπλα προς πώληση προέρχονται από εισαγωγές του καθεστώτος Καντάφι πριν το 1992, αν και κάποια εισήχθησαν κατά την περίοδο 2003-2011, ενώ υπάρχει και μία περίπτωση μετά το 2011.

-Τα περισσότερα από τα όπλα των οποίων η προέλευση έχει ταυτοποιηθεί προέρχονται από χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, περιλαμβανομένης της Σοβιετικής Ένωσης και της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Οι αρχές του γενικευμένου εμπορίου όπλων online στη Λιβύη ανάγονται περίπου στα μέσα με τέλη του 2013. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, καταλύτης ήταν η αυξημένη πρόσβαση στο Ίντερνετ, η οποία δεν υπήρχε επί Καντάφι. Ως «κέντρα» θεωρούνται η Τρίπολη, η Βεγγάζη, η Σαμπράθα, Ζαούια και η Σάμπχα. Οι περισσότεροι έμποροι είναι μεταξύ 20 και 30 ετών, και έντονη φαίνεται να είναι η δραστηριότητα με «αγγελίες» σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (τι όπλα και πυρομαχικά ζητούνται κλπ).

Μεγάλη άνοδος της ζήτησης ελαφρού οπλισμού (σημειώνεται η προαναφερθείσα διαφοροποίηση από τον «ατομικό οπλισμό») σημειώθηκε το 2015 και εξακολουθεί να είναι υψηλή το 2016, καθώς όλο και περισσότεροι φαίνονται να αντιλαμβάνονται την ευκολία αγοραπωλησιών μέσω Ίντερνετ. Πολύ συχνά οι αγοραπωλησίες δεν φαίνονται να ξεκινούν από αρχική τιμή, αλλά να γίνονται προσφορές από ενδιαφερόμενους. Παρόλα αυτά, κάποιες μέσες τιμές έχουν ως εξής: Βαρέα πολυβόλα 5,900 δολάρια, αντιαεροπορικά συστήματα (όπως το ZPU-2) στα 62.000, ΠΑΟ στα 4.000 δολάρια, εκτοξευτές ρουκετών στα 6.500. Αξίζει να σημειωθεί πως στα όπλα που διατίθενται περιλαμβάνονται και δυτικής προέλευσης οπλισμός, όπως πύραυλοι MILAN. Υπάρχουν επίσης MANPADS (φορητοί αντιαεροπορικοί πύραυλοι, όπως SA-7b «Grail»), καθώς και κινεζικής προέλευσης εκτοξευτές ρουκετών. Στο report υπάρχουν πολλές φωτογραφίες όπλων προς πώληση που έχουν ανεβεί σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από εμπόρους που διαφημίζουν την «πραμάτειά» τους.

Καταλήγοντας, στο report αναφέρεται ότι το παράνομο εμπόριο όπλων online στη Λιβύη δείχνει σαφώς να αυξάνεται, και το γεγονός ότι περιλαμβάνονται, πέρα από συστήματα της περιόδου πριν το 1992, και πιο σύγχρονα είδη, αποδεικνύει ότι οι φόβοι περί εξάπλωσης όπλων στην περιοχή είναι βάσιμοι.

Σημειώνεται ότι στις αρχές του 2016, το Facebook και το Instagram (που ανήκει στο Facebook) απαγόρευσαν τις «private» πωλήσεις όπλων μέσα από τις πλατφόρμες τους, όπως έχουν αντίστοιχα απαγορευτεί οι πωλήσεις μαριχουάνας, παράνομων φαρμακευτικών ειδών και ναρκωτικών. Ωστόσο, τα νόμιμα καταστήματα/ εταιρείες που κατέχουν τις σχετικές άδειες έχουν ακόμα τη δυνατότητα να προβαίνουν σε δημοσιεύσεις σχετικά με τα είδη που εμπορεύονται και τις υπηρεσίες που παρέχουν.

Δημοφιλή