Ερωτήματα πριν (και μετά) την κάλπη

Η Ελλάδα που θα ψηφίσει την Κυριακή είναι μια Ελλάδα με χαμηλή αυτοπεποίθηση.
Alexandros Avramidis / Reuters

Παρασκευή βράδυ, η καταιγίδα των δημοσκοπήσεων σβήνει κι αφήνει πίσω της, σαν ουράνιο τόξο, μερικές ερωτήσεις που θα τις απαντήσει, το βράδυ της Κυριακής, το αποτέλεσμα.

Το πρώτο- και σημαντικότερο- ερώτημα είναι: Πόσοι θα ψηφίσουν;. Μην δίνετε σημασία στα ποσοστά αποχής που ανακοινώνονται. Είναι ποσοστά επί ενός εκλογικού καταλόγου που περιέχει άγνωστο αριθμό συμπολιτών που απεδήμησαν, είτε σε άλλες χώρες είτε εις Κύριον. Το κρίσιμο είναι ο πραγματικός αριθμός εκλογέων που θα εμφανιστούν στην κάλπη. Ήταν πάνω από 7 εκατομμύρια το 2009. Έπεσαν σε 6,3 εκατομμύρια τον Ιανουάριο του 2015. Κι έπειτα, όταν οι κάλπες ξαναστήθηκαν τον Σεπτέμβριο του 15, το 11% των ψηφοφόρων του Ιανουαρίου δεν εμφανίστηκαν. Μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου έπεσαν στις κάλπες 760.000 λιγότερα ψηφοδέλτια. Μέτρο σύγκρισης: η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος ήταν 400.000 ψήφοι.

Το δεύτερο ερώτημα είναι αν όσοι ψηφίσουμε θα εκλάβουμε τις εκλογές αυτές ως ευρωεκλογές ή ως οιονεί εθνικές εκλογές- όπως προσπάθησαν να μας πείσουν Τσίπρας και Μητσοτάκης. Αν, δηλαδή, η δύναμη των δύο κομμάτων που διεκδικούν εξουσία θα υποχωρήσει και θα υπάρξει χώρος για τα μικρότερα κόμματα, όπως συμβαίνει συνήθως στις ευρωεκλογές. Ή αν η πόλωση θα οδηγήσει τα δύο μεγαλύτερα κόμματα σε υψηλά ποσοστά- εις βάρος των μικρότερων κομμάτων. Μέτρο σύγκρισης: Στις τελευταίες ευρωεκλογές, το 2014, το άθροισμα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ήταν κάτι λιγότερο από 50%. Στις εθνικές εκλογές ήταν 63,5%.

Το τρίτο ερώτημα είναι, φυσικά, η έκταση της διαφοράς ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κόμμα. Από το 1989 κι ύστερα η διαφορά αυτή κυμάνθηκε από 3 έως 4,5 μονάδες- με εξαίρεση τις ευρωεκλογές του 2004 που έγιναν τρεις μήνες μετά τις εθνικές και διεύρυναν την διαφορά στις 8 μονάδες. Ποια θα είναι, λοιπόν, η διαφορά το βράδυ της Κυριακής; Και ποια διαφορά θα κριθεί ως σημαντική και θα οδηγήσει σε αποφάσεις σαν αυτές που υπαινίχθηκε στην συνέντευξή του στην ΕΡΤ ο πρωθυπουργός;

Αυτά είναι ερωτήματα που θα έχουν απαντηθεί μέχρι την Δευτέρα το πρωί. Υπάρχουν, όμως, και ερωτήματα που θα χρειαστούν χρόνο για να απαντηθούν. Και το πιο σημαντικό είναι αυτό: Πώς και πότε θα επουλωθούν τα βαθύτερα τραύματα, πώς και πότε θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη που εξακολουθεί να λείπει. Στην πιο ενδιαφέρουσα, ίσως, προεκλογική δημοσκόπηση που έγινε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, σε δέκα χώρες με δείγμα 50.000 πολιτών (ECFR.eu), η Ελλάδα αναδείχθηκε ως η χώρα με την μικρότερη εμπιστοσύνη στο πολιτικό της σύστημα, στους θεσμούς της, στον εαυτό της.

Το 81% των Ελλήνων, ποσοστό ρεκόρ σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πιστεύει ότι τα σημερινά παιδιά θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους. Μέτρο σύγκρισης: Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ισπανία είναι 46% και στην Ρουμανία 48% To 70% των Ελλήνων, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από ότι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πιστεύει ότι θα ζούσε καλύτερα, θα είχε περισσότερες ευκαιρίες αν ζούσε σε μια άλλη χώρα. Και, το σημαντικότερο, στο ερώτημα «εμπιστεύεστε περισσότερο το εθνικό σας πολιτικό σύστημα ή την Ευρώπη;», οι Ελληνες απαντούν: Εμπιστοσύνη στο πολιτικό μας σύστημα μόλις 3%! Εμπιστοσύνη στην Ευρώπη 29%. Και ένα θηριώδες 61% απαντούν: «Ούτε το ένα ούτε το άλλο». Αυτό το 61% της ελληνικής δυσπιστίας είναι σχεδόν διπλάσιο από το 38% που είναι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος.

Η Ελλάδα που θα ψηφίσει την Κυριακή είναι, λοιπόν, μια Ελλάδα με χαμηλή αυτοπεποίθηση και ακόμη χαμηλότερη εμπιστοσύνη στους θεσμούς και στο πολιτικό σύστημα. Πώς αλλάζει αυτή η εικόνα; Πώς ανακτά η χώρα την χαμένη της αυτοπεποίθηση; Αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν θα απαντηθεί την Κυριακή το βράδυ. Αλλά θα μπορούσε να είναι το κεντρικό ερώτημα της επόμενης ημέρας.

Δημοφιλή