H Διαμεσολάβηση στην εποχή του COVID-19

Όλα δείχνουν πως η διαμεσολάβηση έχει τα εχέγγυα για να εδραιωθεί στην Ελλάδα ιδιαίτερα
undefined undefined via Getty Images

Η διαμεσολάβηση, η οποία έχει αρχίσει πλέον να έχει μια πιο δυναμική παρουσία στην Ελλάδα, προσφέρει έναν εναλλακτικό τρόπο επίλυσης των διαφορών, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που λόγω COVID-2019 έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα οι συγκρούσεις από διαφόρων ειδών συμβατικές υποχρεώσεις (π.χ. ακυρώσεις εισιτηρίων/κρατήσεων, καθυστερήσεις εμπορευμάτων, εκκρεμότητες με πληρωμές προμηθευτών, ακυρώσεις γάμων κ.ο.κ).

Με το νόμο 4640/2019 o νομοθέτης για να δώσει ένα κίνητρο ώστε να έρθουν περισσότεροι άνθρωποι σε επαφή με το θεσμό εισήγαγε, μεταξύ άλλων, την υποχρεωτική αρχική συνεδρία με διαμεσολάβηση σε ορισμένες περιπτώσεις (όπως π.χ. στις οικογενειακές διαφορές, ή στις διαφορές όπου αρμόδιο είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο με αντικείμενο αξίας άνω των 30.000 ευρώ και το Πολυμελές Πρωτοδικείο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Ουσιαστικά δηλαδή σε αυτές τις περιπτώσεις τα μέρη θα πρέπει (με την παρουσία των δικηγόρων τους) πριν τη συζήτηση της αγωγής στο δικαστήριο να κάνουν μια συνάντηση με διαμεσολαβητή και να επιλέξουν αν επιθυμούν να λύσουν τη διαφορά τους με αυτόν τον τρόπο.

Το συγκεκριμένο μοντέλο (της υποχρεωτικής πρώτης συνάντησης) ξεκίνησε από την Ιταλία και είχε ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση λαμβάνοντας υπόψη πως η γείτονα χώρα έφτασε να έχει το 2017 γύρω στις 200.000 διαμεσολαβήσεις το χρόνο. Επιπλέον για τις υποθέσεις όπου ο νόμος επέβαλε υποχρεωτικά μια πρώτη συνάντηση το 50% αυτών που αποφάσιζαν να προχωρήσουν με διαμεσολάβηση έκλεινε με επιτυχία. Αυτό έδωσε μια ανάσα και στο δικαστικό σύστημα της χώρας που είναι υπερφορτωμένο ίσως λίγο λιγότερο από το δικό μας.

Στην εν λόγω χώρα, ακριβώς επειδή τα ευεργετικά αποτελέσματα της διαμεσολάβησης είναι κάτι παραπάνω από εμφανή, ο νομοθέτης ειδικά για την περίοδο του CΟVID-2019 όρισε με νομοθετική διάταξη την υποχρεωτική πρώτη συνεδρία με διαμεσολάβηση για όλες τις διαφορές από συμβάσεις που έχουν προκύψει λόγω του «lockdown» (π.χ. διαφορές που αφορούν τον τουριστικό-ξενοδοχειακό κλάδο όπως διαφορές για θέματα εισιτηρίων, προκαταβολές για ταξίδια, πληρωμές για εκδηλώσεις που δεν πραγματοποιήθηκαν, εμπορεύματα που δεν έφτασαν στον προορισμό τους κ.ο.κ).

Θεωρήθηκε ιδιαίτερα σημαντικό σε μια περίοδο που αυτού του είδους οι διαφωνίες αυξήθηκαν κατακόρυφα να χρησιμοποιηθεί μια άμεση και πολύ αποτελεσματική διαδικασία ώστε να μειώσει τον όγκο των υποθέσεων που φτάνουν στα δικαστήρια. Εννοείται φυσικά πως η διαδικασία μπορεί να γίνει on-line όπως επιβεβαιώθηκε και με νομοθετική διάταξη κατά την περίοδο του lockdown όπου δόθηκε η δυνατότητα ακόμα και σε υποθέσεις που η υποχρεωτική πρώτη συνεδρία είχε ανασταλεί λόγω της μη λειτουργίας των δικαστηρίων να γίνουν με τηλεδιάσκεψη εφόσον λαμβάνονταν η σύμφωνη γνώμη όλων των μερών.

Το μοντέλο της υποχρεωτικής πρώτης συνεδρίας ακολούθησε και η Τουρκία στις εργατικές διαφορές και έφτασε τον Ιούλιο του 2018 στις 163.557 υποθέσεις εκ των οποίων 72.750 έκλεισαν επιτυχώς.

Στην Ελλάδα τα πρώτα θετικά αποτελέσματα είναι εμφανή δεδομένου ότι όπως ανέφερε και στις δηλώσεις του ο Υπουργός Δικαιοσύνης με αφορμή την έκθεση πεπραγμένων των διαμεσολαβητών ήδη το 15% των υποθέσεων που εισάγονται στην αρχική υποχρεωτική συνεδρία επιλύεται εξωδικαστικά. Αυτό είναι σίγουρα μια καλή αρχή και όλα δείχνουν πως η διαμεσολάβηση έχει τα εχέγγυα για να εδραιωθεί στην Ελλάδα ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου οι διαφωνίες λόγω και όλων των προβλημάτων που προκάλεσε ο COVID-2019 έχουν αυξηθεί καθότι:

1) η διαφορά επιλύεται πολύ πιο γρήγορα (πχ σε μία ή δύο συναντήσεις)

2) μπορεί να γίνει δια ζώσης ή on-line πράγμα που μειώνει το χρόνο και το κόστος ειδικά σε μια περίοδο όπου η φυσική επαφή μπορεί να δημιουργήσει πολύ σοβαρά προβλήματα

3) το συμφωνητικό αν κατατεθεί στο δικαστήριο γίνεται τίτλος εκτελεστός

4) η διαδικασία έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα.

Υπάρχουν όμως και ουσιαστικότερα οφέλη που κρύβονται στη διαδικασία και είναι αυτά τα οποία κλίνεται κάθε φορά ο διαμεσολαβητής να αναδείξει. Ο σκοπός της διαμεσολάβησης δεν είναι να υπάρξουν νικητές ή χαμένοι, ούτε πρόκειται κάποιος να πάρει την ευθύνη και να αποφασίσει για το τι είναι καλό ή όχι για τα μέρη. Το αντίθετο μάλιστα, οι πλευρές είναι αυτές που αποφασίζουν για το είδος της συμφωνίας που θα υπογράψουν. Ενώ ο διαμεσολαβητής και οι νομικοί παραστάτες είναι εκεί για να βοηθήσουν τα μέρη να μετακινηθούν από τις θέσεις τους, να δουν ποιες είναι οι ουσιαστικές τους ανάγκες και να υπογράψουν μια συμφωνία που είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές ώστε να την τιμήσουν. Η διαμεσολάβηση θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι ένας τρόπος να συνειδητοποιήσουν τα μέρη πως έφτασαν στο σημείο της διαφωνίας και τι είναι αυτό που χρειάζονται ώστε να πάψει αυτή άμεσα. Η δουλειά του διαμεσολαβητή και του νομικού παραστάτη είναι ιδιαίτερα σημαντική και μέσω της συνεργασίας αυτών και των ίδιων των μερών μπορούν να «πέσουν» στο τραπέζι επωφελείς, δημιουργικές προτάσεις ικανές να οδηγήσουν σε μια συμφωνία.

Δημοφιλή