IMEdD Lab: Η γεωγραφική κατανομή των θανάτων της πανδημίας στην Ελλάδα

Στη βόρεια Ελλάδα οι περισσότεροι νεκροί.
Alexandros Avramidis / Reuters

Στοιχεία σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των θανάτων από την πανδημία κορονοϊού στη χώρα παρουσιάζει το iMEdD Lab.

Οι νεκροί ανέρχονται πλέον στους 3.785, με τους 3.061 να έχουν πεθάνει στο διάστημα από την 1η Νοεμβρίου ως τις 14 Δεκεμβρίου.

Αν και ο ΕΟΔΥ δίνει στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή των νέων κρουσμάτων, δεν παρέχονται αντίστοιχα αναλυτικά στοιχεία για τους θανάτους από την πανδημία. Το iMEdD Lab, από την αρχή της πανδημίας έως και τα μέσα Νοεμβρίου ενημέρωνε το σύνολο δεδομένων που αφορά στις απώλειες ανά Περιφερειακή Ενότητα, χρησιμοποιώντας ως βασική πηγή τις αναφορές στον Τύπο. Το σύνολο δεδομένων οπτικοποιούταν σε εξειδικευμένη εφαρμογή για την COVID-19.

Το iMEdD Lab συγκέντρωσε ανωνυμοποιημένα στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή 3.214 θανάτων ανά Περιφερειακή Ενότητα από την αρχή της πανδημίας (αντιστοιχεί στο 87% των 3.687 συνολικών θανάτων έως τις 14 Δεκεμβρίου). Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ότι οι περιοχές με τους περισσότερους θανάτους είναι η Θεσσαλονίκη (750), η Αττική (659), η Πέλλα (208), οι Σέρρες (184), η Πιερία (148), η Ημαθία (138), η Δράμα (140) και η Λάρισα (122). Όπως σημειώνεται, η αναγωγή των θανάτων ανά 100.000 πληθυσμού δείχνει ότι οι περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία είναι οι: Πέλλα (148,9 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού), Δράμα (142,4), Πιερία (116,8) και Σέρρες (104,3). Η Θεσσαλονίκη έχει 67,5 νεκρούς ανά 100.000 πληθυσμού και η Αττική 17,2.

Ακολουθούν σχετικοί χάρτες και γραφήματα. Όπως σημειώνεται στην ιστοσελίδα του iMEdD Lab, ο δείκτης της θνητότητας δείχνει πόσοι από αυτούς που έχουν διαγνωστεί θετικοί στον κορονοϊό, έχασαν τη ζωή τους, ωστόσο παρά το γεγονός ότι η θνητότητα είναι πολύ σημαντικός δείκτης, θα πρέπει να εξετάζεται με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή: «Αυτό διότι ο αριθμός των ατόμων που έχουν διαγνωστεί με COVID-19 δεν ανταποκρίνεται στον πραγματικό πληθυσμό που έχει κολλήσει τον ιό. Αυτό συμβαίνει, από τη μία, επειδή δεν υποβάλλεται σε τεστ το σύνολο του πληθυσμού και, από την άλλη, επειδή εκείνοι που υποβάλλονται σε τεστ συνήθως είναι άτομα που έχουν ήδη εμφανίσει κάποια συμπτώματα. Εξαιτίας αυτών των λόγων, το ποσοστό θνητότητας ενδέχεται να είναι υπερτιμημένο σε σύγκριση με τον πραγματικό κίνδυνο θανάτου από την COVID-19».

.
.
iMEdD Lab

Δημοφιλή