Η Τσατάνη υπέβαλε αναφορά στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ευτέρπη Γκουτζαμάνη για τους ισχυρισμούς Παπαγγελόπουλου

Κατεπείγουσα έρευνα ζητεί η Τσατάνη για τους ισχυρισμούς Παπαγγελόπουλου
sooc

Αναφορά στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Γκουτζαμάνη υπέβαλε ο δικηγόρος Θέμης Σοφός, ο οποίος εκπροσωπεί την εισαγγελέα εφετών Γεωργία Τσατάνη και ζητάει να διενεργηθεί κατεπείγουσα προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση, προκειμένου, όπως αναφέρει «να πιστοποιηθεί και ενδοϋπηρεσιακώς το σύννομον (ή μη) των ενεργειών της εισαγγελέα, σχετικά με την υπόθεση Βγενόπουλου, καθώς επίσης και των ενεργειών της Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασιλικής Θάνου Χριστοφίλου, και του Εισαγγελέα Εφετών Ιωάννη Αγγελή και της Αντεισαγγελέα Εφετών Διαφθοράς Ελένης Ράικου, όπως και όλων των εισαγγελικών λειτουργών, που εξετάστηκαν ως μάρτυρες, κληθέντες από την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, στο πλαίσιο της έρευνας, που διενεργήθηκε για την ίδια υπόθεση».

Ο συνήγορος αναφέρεται στα πρακτικά της Βουλής, στη συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως, που έγινε την Τρίτη με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, σχετικά με τις εξελίξεις στο χώρο της Δικαιοσύνης, καθώς επίσης και στο σύνολο των στοιχείων της προκαταρκτικής δικογραφίας, για την υπόθεση Τσατάνη.

Όπως αναφέρεται «παρά το γεγονός, ότι η κ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, παρέδωσε στην κ. Γεωργία Τσατάνη, Εισαγγελέα Εφετών, συνοδευτικώς προς την ανωτέρω επιστολή – κλήση της, έγγραφα και ένορκες καταθέσεις, πλην όμως δεν εξειδικεύει στην εν λόγω κλήση τι είναι αυτό που αποδίδεται στην κ. Γεωργία Τσατάνη, ώστε να ήταν ούτως εις θέσιν να απαντήσει, σε μια σαφώς ορισμένη αιτίαση, που «αποδίδεται» στο πρόσωπό της.

Ο συνήγορος αναφέρεται σε όσα είπε ο Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος στη Βουλή, για τις καταγγελίες της εισαγγελέα Εφετών Τσατάνη, καθώς και για άλλες δικαστικές έρευνες και ισχυρίζεται ότι, «από όλα τα ανωτέρω γεννάται εύλογη υπόνοια παραβίασης της μυστικότητας της διαδικασίας».

Στην αναφορά του περιλαμβάνει όσα είπε ο κ. Παπαγγελόπουλος στην Βουλή:

«ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Προκαταβολικά, όμως, λέω ότι επειδή ο χρόνος είναι πάρα πολύ λίγος για όσα έχω να πω, μια μικρή ανοχή και από εσάς και από το Σώμα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αναστάσιος Κουράκης): Ναι, μία μικρή ανοχή θα την έχετε.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Επειδή με αφορά και προσωπικά το θέμα.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αν ζητούσα βοήθεια και συμβουλές για τη διαδικασία της σημερινής συζήτησης και στη συνέχεια κατηγορούσα αυτόν που με βοήθησε και με συμβούλευσε, ότι παρενέβη στην κρίση μου και στα καθήκοντά μου, πώς θα με κρίνατε και πώς θα με χαρακτηρίζατε;

Όπως είπα και πριν, ο χρόνος μου είναι πολύ λίγος για όσα έχω να πω. Όμως, περιμένω την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου εκεί θα έχω πολύ περισσότερο χρόνο και θα πω πολύ περισσότερα. Θα χαρίσω ένα-δύο λεπτά, για να κάνω μερικές επισημάνσεις για αυτά που άκουσα σήμερα στη Βουλή.

Ξεκινάω από τον κ. Βενιζέλο. Ζήτησε τον λόγο επί προσωπικού και μίλησε για την κ. Τσατάνη. Τι να εικάσω; Ότι είναι προσωπικό του θέμα η κ. Τσατάνη; Ο κ. Μητσοτάκης, είπε -πολύ ορθά το είπε και συμφωνώ απόλυτα μαζί του- ότι ο πατέρας του, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, υπήρξε ο πατέρας της έννοιας της διαπλοκής και ότι τελικά αυτή τον έριξε.

Συμφωνώ απόλυτα, αλλά δεν μας είπε με ποιον τρόπο η διαπλοκή τον έριξε. Και να πω κάτι για τον κ. Θεοδωράκη, τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω γιατί ανέφερε κάποιες υποθέσεις, που δήθεν έβαλα εγώ στο αρχείο. (PM)

Ο κ. Θεοδωράκης δεν έχει ενημερωθεί σωστά. Εδώ και πολλά χρόνια τώρα που είμαι συνταξιούχος, δεν έχω το βήμα για να πω δυο πράγματα γι’ αυτές τις υποθέσεις, γιατί το συζητούσα με τους δικαστικούς συντάκτες, το ήξεραν, αλλά τα μέσα της διαπλοκής που από τότε με πολεμούσαν, δεν το έπαιζαν.

Ας δούμε, λοιπόν, τις υποθέσεις που έβαλα στο αρχείο, χωρίς να υπενθυμίσω αυτές που έκανα σαν εισαγγελέας ή που παρήγγειλα σαν προϊστάμενος. Και η SIEMENS και τα εξοπλιστικά δικές μου παραγγελίες είναι, κύριοι, και δεν το λέω για να περιαυτολογήσω, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας είναι άλλο.

Είπε ο κ. Θεοδωράκης, λοιπόν, ότι έβαλα στο αρχείο μια υπόθεση με δασάρχες. Τον έχουν πληροφορήσει λάθος. Αυτήν την υπόθεση την είχε κάνει άλλος εισαγγελέας και δεν πήγε στο αρχείο και αυτός ο εισαγγελέας –δεν θέλω να αναφέρω το όνομά του- δεν ήταν φίλος μου. Ήταν φίλος του κ. Μαρκή τον οποίον επικαλέστηκε ο κ. Θεοδωράκης και απ’ ό,τι ξέρω, τον συμβουλεύει. Επίσης, αναφέρθηκε στις υποκλοπές και στο θάνατο του Τσαλικίδη. Άλλη μια τεράστια προσπάθεια παραπληροφόρησης.

Καιρός, λοιπόν, να τα ακούσετε εσείς σήμερα, κύριοι Βουλευτές, αλλά να τα ακούσει και ο ελληνικός λαός. Ποιες υποκλοπές έβαλα στο αρχείο; Εγώ έκανα την προκαταρκτική εξέταση και ασκήθηκε ποινική δίωξη κόντρα σ’ οτιδήποτε μπορούσε να σημαίνει αυτό το πράγμα και η δικογραφία πήγε στην ανάκριση και η ανάκριση συνεχιζόταν μέχρι προχθές και τώρα εκκρεμεί απόφαση δικαστικού συμβουλίου. Τι ψέμα και τι σκευωρία είναι αυτή; Στο κάτω-κάτω, τι είχα να κρύψω εγώ για τις υποκλοπές; Ποιος ήταν θύμα των υποκλοπών τότε; Ο τότε Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Με εμφανίζουν σαν εκλεκτό του. Άρα, είχα κανένα λόγο να καλύψω εγώ τις υποκλοπές;

Επαναλαμβάνω, όμως: Δεν καλύφθηκαν οι υποκλοπές, κύριοι. Ασκήθηκε δίωξη και διενεργείτο ανάκριση μέχρι πρότινος και τώρα εκκρεμεί έκδοση βουλεύματος.

Όσο για τον θάνατο του Τσαλικίδη, άλλο ένα τεράστιο ψέμα. Απορώ με το θράσος μερικών. Την έρευνα αυτή δεν την έκανα εγώ, την έκανε άλλος εισαγγελέας. Ούτε αυτού το όνομα θα αναφέρω, αλλά κι αυτός φίλος του κ. Μαρκή είναι.

Δεν αναφέρω το όνομά του γι’ αυτόν, μολονότι θα έπρεπε να έχει την ευθιξία και να έχει βγει να πει ότι αυτός έκανε την έρευνα και να μην αφήνει έξι χρόνια να πετιέται λάσπη εναντίον μου.

Ένα από τα θέματα της Δικαιοσύνης, που το αναγάγουν σε μείζον ζήτημα είναι οι «βουτιές» που δήθεν έκανε η Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας να μιλήσουμε για «βουτιές» στην επετηρίδα, μόνο που οι «βουτιές» εκείνων είναι «μακροβούτια» και με στοιχεία, γιατί την ξέρω τη Δικαιοσύνη. Την ξέρω εδώ και τριάντα χρόνια. Αν οι δικές μας ήταν «βουτιές», εκείνων ήταν «μακροβούτια».

Ας επανέλθουμε στο θέμα για το οποίο με καταγγέλλει η κ. Τσατάνη. Το τελευταίο διάστημα έχει εξαπολυθεί μια λυσσαλέα επίθεση εναντίον μου, μια επίθεση που δεν έχει ως στόχο να πλήξει εμένα και την Κυβέρνηση, αλλά κυρίως –όπως το λέω- να συγκαλύψει τεράστιες ευθύνες άλλων που υποκινούν και εκτελούν το μαφιόζικο συμβόλαιο, μια επίθεση γεμάτη υποκρισία και ψεύτικα ή ανακριβή στοιχεία, με μεθόδους παρακράτους ή μαφίας. Αλλά δυστυχώς για τους εκτελεστές και τους υποκινητές της, είναι εντελώς ερασιτεχνική, πρόχειρη και βλακώδης.

Η ανικανότητα της διαπλοκής να στήσει μια αξιοπρεπή σκευωρία με κάνει να αναρωτιέμαι πώς κατάφερε να εδραιωθεί στη χώρα μας για τόσα χρόνια. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι μάλλον έχουν μειωθεί τα ανακλαστικά της και οι ικανότητές της γιατί βρίσκεται ένα βήμα πριν από το τέλος της. Στο παρελθόν έστηνε σκευωρίες ανήθικες μεν, αλλά με αυτές επετύγχανε τον σκοπό της. Στην δευτερολογία μου, αν προλάβω, θα σας αναφέρω τρεις ανήθικες, αλλά αποτελεσματικές σκευωρίες. Αν δεν προλάβω, θα τις αναφέρω στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.

Κυρίες και κύριοι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους δικαστές, εισαγγελείς, δικηγόροι και όσοι έχουν οποιαδήποτε σχέση ή εμπλοκή τα τελευταία χρόνια με την ελληνική Δικαιοσύνη, γελάνε με τον ισχυρισμό ότι η σημερινή Κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά επιχειρούμε να παρέμβουμε στο έργο της Δικαιοσύνης. Γελάνε όλοι γιατί ξέρουν τι συνέβαινε στο παρελθόν και τι συμβαίνει τώρα.

…………… Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχουμε περισσότερο χρόνο, πρέπει να μιλήσουμε για τις πιέσεις και τις απειλές που δέχθηκαν εισαγγελείς, να μιλήσουμε για πειθαρχικά που δήθεν έγιναν κατά λάθος, για να καμφθεί το φρόνημα των ανυπόταχτων εισαγγελέων στην προηγούμενη κυβέρνηση και να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους.

Θα πρέπει να μιλήσουμε, επίσης, όχι μόνο για την ανυπόστατη νομικά και αβάσιμη ουσιαστικά καταγγελία της κ. Τσατάνη, όπως θα αποδείξω μετά από λίγο, αλλά και για τις καταγγελίες άλλων εισαγγελέων και ειδικά του ικανού, έντιμου και αδάμαστου Εισαγγελέα Εφετών Γιάννη Αγγελή και για τον τρόπο που αυτός παρεμποδίστηκε στο έργο του και εξουδετερώθηκε.

Αναρωτιέμαι γιατί οι καταγγελίες της κ. Τσατάνη είναι πιο σοβαρές και αξιόπιστες από τις καταγγελίες του Γιάννη Αγγελή -Εισαγγελέα Εφετών επίσης- και για τις οποίες δεν γίνεται καν λόγος, μολονότι σε αυτές τις καταγγελίες καταγγέλλονται σημεία και τέρατα και όχι πταίσματα σαν το δικό μου, αν είναι και αυτό πταίσμα.

……Επίσης, πρέπει να μιλήσουμε όχι μόνο για τη συνάντησή μου με την κ. Τσατάνη, αλλά και για άλλες συναντήσεις που μου ζητήθηκαν και έγιναν και για άλλες που εγώ αρνήθηκα να πραγματοποιηθούν. Πρέπει να συζητήσουμε για το τι συζητήθηκε στις συναντήσεις αυτές και αν αυτά που μου ζήτησαν αποτελούσαν παρέμβαση της Δικαιοσύνης, για να φανεί σε όλο της το μεγαλείο η υποκρισία αυτών που κόπτονται δήθεν σήμερα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

…Τέλος, πρέπει να κληθούν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπως κάποιοι θέλουν, και η κ. Τσατάνη και η κ. Γκουτζαμάνη και ο κ. Βγενόπουλος. Όμως, πρέπει να κληθούν και όλοι οι προαναφερόμενοι εισαγγελείς και όσοι ζήτησαν να με συναντήσουν και άλλοι εισαγγελείς που είδαν την αδικία σε βάρος μου και σπεύδουν μόνοι τους και ανοίγουν τα στόματά τους τώρα. Το τι θα ακουστεί θα το δούμε τις επόμενες μέρες. Πρέπει να έρθει και ο κ. Σηφουνάκης και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο κ. Παντελής, για να μας εξηγήσει μερικά σκοτεινά σημεία. Θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, μάλιστα, να γίνουν και κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις.

Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχω περισσότερο χρόνο, θα αναδειχθούν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, θα αποκαλυφθεί ο ρόλος πολλών και θα φωτιστούν όλες οι πτυχές όχι μόνο αυτής της υπόθεσης, αλλά και άλλων υποθέσεων στις οποίες έχουν γίνει παρεμβάσεις.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Πρόεδρος της Βουλής κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΤΣΗΣ)

Εγώ, κυρίες και κύριοι, δεν έχω να κρύψω τίποτα. Ισχύει, όμως, το ίδιο για όλους και κυρίως για τους υποκινητές και εκτελεστές τής σε βάρος μου σκευωρίας;

Σήμερα η Δικαιοσύνη αναπνέει ελεύθερα και οι λειτουργοί της νιώθουν ασφαλείς και απελευθερωμένοι. Σε ελάχιστους, όμως, δεν αρέσει αυτό. Έχουν μάθει αλλιώς. Γι’ αυτό ονειρεύονται παρενθέσεις, παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, παρένθεση δική μου στο Υπουργείο. Αυτό διακινούν σε κάποιους, για να τους κρατήσουν ακόμα με κλειστά τα στόματα. Με το ίδιο, όμως, όνειρο της παρένθεσης ζουν και άλλοι, οι μεγαλόσχημοι εκπρόσωποι της διαφθοράς και της διαπλοκής.

Οι παρενθέσεις, όμως, δυστυχώς γι’ αυτούς, αργούν να κλείσουν και το όνειρό τους αποδεικνύεται απατηλό και όνειρο θερινής νύχτας.

Στην απελπισία τους, λοιπόν, αποφάσισαν να μου επιτεθούν. Άρχισαν να ψάχνουν στοιχεία σε βάρος μου και επειδή δεν βρήκαν τίποτα κατέφυγαν στο στήσιμο μιας σκευωρίας επικοινωνιακής, αλλά άτεχνης, πρόχειρης και ανεπαρκούς και εν τέλει βλακώδους.

Δεν πρόκειται να ασχοληθώ με τα μέσα ενημέρωσης που με στοχοποίησαν, εκτός και εάν προκληθώ στη συνέχεια. Ας απολογηθούν εκείνα, όμως, στην κοινή γνώμη, γιατί στην περίπτωσή μου θυσίασαν την ανεξαρτησία που τους παρέχει το Σύνταγμα και η δημοκρατία μας στον βωμό προσωπικών και διαπλεκομένων οικονομικών συμφερόντων.

Στην επιστολή μου προς τον κύριο Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, την οποία προφανώς έχετε διαβάσει, αναφέρομαι διεξοδικά σε ό,τι ακριβώς συνέβη με την κ. Τσατάνη. Έχει ενδιαφέρον να την διαβάσω και σήμερα, αλλά είπαμε ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος. Ενδεικτικά θα υπενθυμίσω μόνο ορισμένα σημεία.

Προηγουμένως, όμως, ας δούμε ποια είναι η κ. Τσατάνη.

Είναι σύζυγος και μητέρα στελεχών και υποψηφίων Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας. Είναι η εισαγγελέας –αυτό θέλω να το προσέξετε- που στην ανάκριση για την υπόθεση του Βατοπεδίου δεν δήλωσε αποχή όχι μόνο γιατί ο σύζυγός της ήταν στέλεχος και υποψήφιος Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και η κόρη της επίσης υποψήφια Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, αλλά επιπλέον γιατί ο σύζυγός της είχε προσωπικές διαφορές με τον Γιώργο Βουλγαράκη, ο οποίος τον είχε αποπέμψει από το ΝΑΤ και η Κατερίνα Πελέκη, σύζυγος του κ. Βουλγαράκη, ήταν κατηγορούμενη στην υπόθεση αυτή. Άλλωστε στις εκλογές του 2009, αν θυμάμαι καλά, ο σύζυγος της κ. Τσατάνη δεν ήταν υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας. Άλλος ένας λόγος για να μην είναι αμερόληπτη, όπως επίσης δεν ήταν αμερόληπτη και για τον κ. Αγγέλου, όπως θα εκθέσω παρακάτω.

Ας γυρίσουμε όμως τώρα στις καταγγελίες της κ. Τσατάνη. Εδώ εξαιτίας μιας ερώτησης του κ. Μητσοτάκη αναγκάζομαι να αλλάξω λίγο τη δομή της ομιλίας μου και να μην εκθέσω από την αρχή πώς ξεκίνησε, αλλά να πάω στο ερώτημα που μου έθεσε, γιατί δοκίμασα να μπω στο δωμάτιο και να παρευρεθώ στη συνάντηση που είχαν Έλληνες και Κύπριοι εισαγγελείς.

Τελευταία –εντελώς συμπτωματικά- η εφημερίδα του κ. Ψυχάρη έφερε στη δημοσιότητα ένα επεισόδιο που δήθεν έλαβε χώρα μεταξύ εμού και της κ. Τσατάνη. Κατά την εφημερίδα, στις 20-7-2015 η κ. Τσατάνη μού απαγόρευσε να παραστώ σε συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών και στην κυριολεξία με πέταξε έξω. Αυτή είναι η χαλκευμένη αλήθεια του κ. Ψυχάρη και ενδεχομένως και της κ. Τσατάνη.

Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης υπήρξε πράγματι συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών. Η κ. Τσατάνη απαγόρευσε για πρώτη φορά στην ιστορία παρεμφερών συναντήσεων την παρουσία εκπροσώπων του Υπουργείου, μεταξύ των οποίων και μιας εισαγγελέως και όχι τη δική μου. Ο Υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος απουσίαζε εκείνη την ημέρα από το Υπουργείο. Ήθελε όμως να ενημερωθεί για τα θέματα που θα συζητούνταν στη συνάντηση αυτή και αφορούσαν διακρατικές σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου. Για τον λόγο αυτόν ο διευθυντής του πολιτικού του γραφείου μού ζήτησε τη συνδρομή για την αντιμετώπιση της εμπλοκής που προκάλεσε η άρνηση της κ. Τσατάνη να συμμετάσχουν στη διμερή συνάντηση και εκπρόσωποι του Υπουργείου.

Πράγματι, πήγα στην Αίθουσα που ήταν συγκεντρωμένοι Έλληνες και Κύπριοι και όρθιος, χωρίς να καθίσω, από την πόρτα σχεδόν, πολύ ευγενικά ζήτησα να πληροφορηθώ τι συμβαίνει. Ήμουν τόσο ευγενής και καλοπροαίρετος που η κ. Τσατάνη δεν μπόρεσε να διανοηθεί ότι ήμουν Υπουργός και θεώρησε προφανώς ότι ήμουν απλός υπάλληλος που εργάζεται ως γραμματέας στο Υπουργείο και γι’ αυτό με αποκάλεσε «κύριο γραμματέα». Αυτό το παραδέχτηκε και η εφημερίδα: «Του είπα: Κύριε γραμματέα, περάστε έξω». Μόνο που δεν μου είπε έτσι.

Μολονότι δε δεν μπόρεσε να επικαλεστεί κάποια διάταξη νόμου –προσέξτε- που να μην επιτρέπει την παρουσία εκπροσώπου του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην προκειμένη συνάντηση, για να λήξει το θέμα και να μην συνεχιστούν οι προστριβές και μάλιστα ενώπιον των φιλοξενουμένων Κυπρίων, παρακάλεσα τον διευθυντή του πολιτικού γραφείου του Υπουργού να μην επιμένει και να αποχωρήσω.

Θέμα δικής μου συμμετοχής στη συνάντηση δεν υπήρξε. Επαναλαμβάνω όμως ότι εδώ, δυστυχώς για τους σκευωρούς, υπάρχουν μάρτυρες. Όλοι οι παρευρισκόμενοι εισαγγελείς Έλληνες, Κύπριοι και ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου.

Αναρωτιέμαι όμως γιατί η κ. Τσατάνη λίγο αργότερα να ζητήσει να με συναντήσει και να μου ζητήσει βοήθεια και συμβουλές, αν είχε συμβεί το επεισόδιο με τον τρόπο που περιγράφει «Το Βήμα» του κ. Ψυχάρη; Εννοώ πως ήρθε μετά από δύο μήνες γιατί εγώ την πίεσα.

Όμως το επεισόδιο αυτό δημιουργεί μερικά εύλογα ερωτήματα και θα πρέπει να απαντηθούν. Γιατί η κ. Τσατάνη δεν ήθελε παρόντες τους εκπροσώπους του Υπουργείου στη συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων για την υπόθεση Βγενόπουλου; Τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων για τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών του Ανδρέα Βγενόπουλου;

Τηρήθηκε η συμφωνία αυτή, κυρίως από την κ. Τσατάνη; Υπήρξαν πρακτικά για τη συνάντηση αυτή; Και αν όχι, γιατί; Μήπως η κ. Τσατάνη δεν ήθελε μάρτυρες και αποδεικτικά για το τι συζητήθηκε και τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων και αν ναι, γιατί; Γιατί συμμετείχε στη συνάντηση αυτή η κ. Τσατάνη και όχι ο αρμόδιος εισαγγελέας δικαστικών συνδρομών, ο Εισαγγελέας Εφετών Γιάννης Αγγελής; Για τα ερωτήματα αυτά πρέπει να υπάρξει απάντηση. Άλλωστε και για το θέμα αυτό διενεργείται πειθαρχική έρευνα.

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσω ότι αφορμή της πειθαρχικής έρευνας αποτέλεσε η επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και κάποιες περίεργες συμπτώσεις –που θα πρέπει κι αυτές να διερευνηθούν- που αναγράφονται στην επιστολή αυτή.

Η υπόμνηση αυτή γίνεται για να προφυλάξω τους σκευωρούς και από άλλα λάθη στην προσπάθειά τους να διαστρεβλώσουν άλλη μια φορά την πραγματικότητα και να μιλήσουν για διώξεις δήθεν. Καλό θα είναι λοιπόν να περιμένουμε την ολοκλήρωση της πειθαρχικής έρευνας και όσα άλλα αποκαλυφθούν στη συνέχεια.

Νομίζω ότι μπορώ να συνεχίσω στη δευτερολογία μου, για να πω ακριβώς τι συνέβη με την κ. Τσατάνη, ώστε να μην υπερβώ το εικοσάλεπτο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Κύριε Υπουργέ, παρακαλώ να συντομεύσετε…

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τελείωσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Τελειώσατε; Άρα, δεν υπερβήκατε το εικοσάλεπτο. Ες μεθαύριον τα σπουδαία!

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τα καλά τα αφήνω για τη δευτερολογία μου.»

«Σύμφωνα με το άρ. 97 παρ. 5 Ν. 1756/1988 ορίζονται τα εξής:

Δεν μπορούν να μετάσχουν σε πειθαρχικό συμβούλιο ή δικαστήριο για την εκδίκαση ορισμένης πειθαρχικής υπόθεσης:

α) οι δικαστικοί λειτουργοί κατά των οποίων στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα,

β) οι συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως ή σε πλάγια γραμμή έως και τον τέταρτο βαθμό ή εξ αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό, καθώς και ο σύζυγος είτε του διωκομένου είτε του δικαστικού λειτουργού κατά του οποίου στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα,

γ) εκείνοι που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη ή έχουν ενεργήσει ανάκριση στην ίδια πειθαρχική υπόθεση,

δ) όσοι έχουν εξεταστεί ως μάρτυρες στην ίδια υπόθεση,

ε) οι δικαστές που έχουν μετάσχει σε ποινική δίκη για την ίδια πράξη,

στ) όσοι συνδέονται με ιδιαίτερη φιλία ή βρίσκονται σε οξεία αντίθεση με το διωκόμενο ή έχουν ιδιαίτερη σχέση με την υπόθεση που κρίνεται, ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για την αμεροληψία τους.

Ο δικαστικός λειτουργός που κωλύεται κατά τα παραπάνω έχει τις υποχρεώσεις του άρθρου 23 του κώδικα ποινικής δικονομίας, που εφαρμόζεται αναλόγως.

Με την παρούσα αναφορά μου θέτω εις γνώσιν και κρίσιν της υπηρεσίας, ως προϊσταμένης αρχής, και δη

α) με την ιδιότητά σας ως ανωτάτης ιεραρχικά προϊσταμένης Αρχής σύμφωνα με το νόμο 1756/1988,

β) με την ιδιότητά σας ως παραγγείλασας την προκαταρκτική εξέταση, η οποία ανετέθη στην κ. Γεωργία Τσατάνη, Εισαγγελέα Εφετών, κατά την παραγγελίαν σας ως αρχαιοτέρας στην επετηρίδα Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών και την οποία αύτη βάσει των μέχρι τότε στοιχείων επεραίωσε με την άνω διάταξίν της,

γ) με την ιδιότητά σας ως έχουσας κατ’ άρ. 99 § 1δ΄ Ν. 1756/1988 περί Οργανισμού Δικαστηρίων ως τροπ. με άρ. 107 § 2 Ν. 4055/2012 αντικατεστάθη με το άρ. 46 § 3 Ν. 4356/24.12.2015 την αποκλειστικήν αρμοδιότητα πειθαρχικής δίωξης και λόγω αρμοδιότητος ως έχουσας το κατ’ άρ. 99 § 9 Ν. 1756/1988 ομοίως ισότιμον αλλά και αποκλειστικόν [δια την κατ’ άρ. 27 & 28 ΚΠΔ, 87 Συντάγματος ανεξάρτητον (Δημόπουλος ΠΧ 1999.91, Σταμάτης ΠΧ Λ.609, Μπάκας ΠΧ ΛΗ.554, Μπάγιας ΠοινΔικ 2002.73 επ., Βλ. σχετ. ΣυμβΠλΑθ 2655/1989 ΠΧ ΝΘ.522, ΑΠ 1442/1983 ΠΧ ΛΔ.415, Σπινέλης ΝοΒ 1978.875) υπηρεσίαν σας από κάθε άλλην αρχήν καθώς και από τα δικαστήρια, δεδομένου ότι και υμείς ως παραγγείλασα κατ’ άρ. 35 ΚΠΔ, αλλά και η κ. Γεωργία Τσατάνη, Εισαγγελέας Εφετών, ως παραγγειλαμένη είχομεν δυνατότητα και ασκήσεως ποινικής διώξεως δια συναφούς παραγγελίας], δικαίωμά σας να ενεργήσετε αμέσως προκαταρκτική εξέταση (βλ. άρ. 99 § 9 Ν. 1756/1988), ορίζοντας δικαστικόν λειτουργό ανώτερον κατά βαθμόν αυτής, που ερευνάται ως φερομένη να έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα, αλλά και

δ) ως πολλαπλώς αναφερόμενον ως ενημερωθέν και επιληφθέν και παραγγείλαν ανώτατον όργανον της υπηρεσίας, όπως αυτό ανενδοίαστα προκύπτει από τις καταθέσεις εισαγγελέων (ενός ανωτέρου αυτής βαθμού Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου κ. Νικολάου ΠΑΝΤΕΛΗ, εποπτεύοντος την αντιμετώπισιν του πάσης φύσεως οικονομικού εγκλήματος, ο οποίος και επί του ενός ερευνωμένου θέματος απεφάνθη με έρευνα και διάταξίν του υπ’ αρ. 5594/2015), ότι και ορθώς ανετέθη η διερεύνησις υποθέσεως και ορθώς λόγω δικονομικής συναφείας κατ’ άρ. 128 & 129 ΚΠΔ η εκζήτησις συναφών δικογραφιών,

ε) με την ιδιότητά σας ως έχουσας την κατ’ άρ. 35 ΚΠΔ ανώτατη διεύθυνση στην Ανάκρισιν υπό ευρεία έννοιαν και ως έχουσας κατ’ άρ. 35 § 2 τα ίδια δικαιώματα του Εισαγγελέως Εφετών χωρίς τους περιορισμούς των προηγούμενων εδαφίων, εν οις και παραγγελίας να κινηθεί ποινική δίωξις κατ’ απόλυτο προτεραιότητα ανεξαρτήτως αρχειοθετήσεως,

Σας θέτω υπ’ όψιν ως νεώτερα στοιχεία, προκειμένου να διενεργήσετε ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ, τα αναφερόμενα στα πρακτικά της Βουλής, κατά τη διενεργηθείσα την 29/3/2016 Συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως σύμφωνα με το άρθρο 143 του Κανονισμού της Βουλής, με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, σχετικά με τις εξελίξεις στο χώρο της Δικαιοσύνης, καθώς επίσης και το σύνολο της ληφθείσης υπ’ εμού προκαταρκτικής δικογραφίας, και ζητώ όπως, ως ιεραρχικά προϊσταμένη, ενεργήσετε σύμφωνα με νόμον, ώστε να πιστοποιηθή και ενδοϋπηρεσιακώς το σύννομον (ή μη) των ενεργειών της κ. Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών κ. Γεωργίας Τσατάνη, αλλά και της κ. Προέδρου του Αρείου Πάγου, κ. Βασιλικής Θάνου Χριστοφίλου, και των κ. Ιωάννη Αγγελή, Εισαγγελέως Εφετών, και κ. Ελένης Ράϊκου, Αντεισαγγελέως Εφετών Διαφθοράς, καθώς και όλων των εξετασθέντων εισαγγελικών λειτουργών ως μαρτύρων, κληθέντων από την κ. Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, αλλά και για παν θέμα που εκθέτει απομειωτικώς την επί δεκαετίες άσπιλον υπηρεσιακή ιδιότητα και την προσωπικότητα της κ. Γεωργίας Τσατάνη και εις το πρόσωπόν της την ενιαίαν εισαγγελική υπηρεσίαν, έστω και υπονοηματικώς «εκ συμπτώσεως», επιλυομένων, κατά παράκλησιν και των δικονομικών και ουσιαστικών παραμέτρων της υπηρεσιακής εκπληρώσεως του ανατεθέντος από εσάς καθήκοντός της, εξ επόψεως εσωτερικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς εννόμου τάξεως, την οποία ως ιεραρχικώς κατωτέρα σεμνύνεται να σας υποδείξει, επαφιεμένη εις την τιμίαν κρίσιν σας και την κρίσιν οιουδήποτε ανωτέρου βαθμού συναδέλφου.

Φρονώ ότι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε και τους τυχόν έχοντες άγνοιαν ή ελλιπή γνώσιν της συναφούς νομοθεσίας, εγχώριους και αλλοδαπούς, υπηρεσιακούς παράγοντες.

Με ρητή επιφύλαξιν κάθε δικαιώματός μου, αστικής, ποινικής και πειθαρχικής φύσεως έναντι παντός, εντός και εκτός Ελλάδος και Ευρωπαϊκής Ηπείρου.

Σύμφωνα με το άρ. 98 παρ. 2 Ν. 1756/1988 η προδικασία ενώπιον των πειθαρχικών δικαστηρίων και συμβουλίων είναι μυστική.

Σας αναφέρω όμως, ότι ο κ. Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, ανέφερε εχθές, παρουσία μου, ενώπιον του Ελληνικού Κοινοβουλίου, τα εξής:

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Προκαταβολικά, όμως, λέω ότι επειδή ο χρόνος είναι πάρα πολύ λίγος για όσα έχω να πω, μια μικρή ανοχή και από εσάς και από το Σώμα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αναστάσιος Κουράκης): Ναι, μία μικρή ανοχή θα την έχετε.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Επειδή με αφορά και προσωπικά το θέμα.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αν ζητούσα βοήθεια και συμβουλές για τη διαδικασία της σημερινής συζήτησης και στη συνέχεια κατηγορούσα αυτόν που με βοήθησε και με συμβούλευσε, ότι παρενέβη στην κρίση μου και στα καθήκοντά μου, πώς θα με κρίνατε και πώς θα με χαρακτηρίζατε;

Όπως είπα και πριν, ο χρόνος μου είναι πολύ λίγος για όσα έχω να πω. Όμως, περιμένω την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου εκεί θα έχω πολύ περισσότερο χρόνο και θα πω πολύ περισσότερα. Θα χαρίσω ένα-δύο λεπτά, για να κάνω μερικές επισημάνσεις για αυτά που άκουσα σήμερα στη Βουλή.

Ξεκινάω από τον κ. Βενιζέλο. Ζήτησε τον λόγο επί προσωπικού και μίλησε για την κ. Τσατάνη. Τι να εικάσω; Ότι είναι προσωπικό του θέμα η κ. Τσατάνη; Ο κ. Μητσοτάκης, είπε -πολύ ορθά το είπε και συμφωνώ απόλυτα μαζί του- ότι ο πατέρας του, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, υπήρξε ο πατέρας της έννοιας της διαπλοκής και ότι τελικά αυτή τον έριξε.

Συμφωνώ απόλυτα, αλλά δεν μας είπε με ποιον τρόπο η διαπλοκή τον έριξε. Και να πω κάτι για τον κ. Θεοδωράκη, τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω γιατί ανέφερε κάποιες υποθέσεις, που δήθεν έβαλα εγώ στο αρχείο. (PM)

Ο κ. Θεοδωράκης δεν έχει ενημερωθεί σωστά. Εδώ και πολλά χρόνια τώρα που είμαι συνταξιούχος, δεν έχω το βήμα για να πω δυο πράγματα γι’ αυτές τις υποθέσεις, γιατί το συζητούσα με τους δικαστικούς συντάκτες, το ήξεραν, αλλά τα μέσα της διαπλοκής που από τότε με πολεμούσαν, δεν το έπαιζαν.

Ας δούμε, λοιπόν, τις υποθέσεις που έβαλα στο αρχείο, χωρίς να υπενθυμίσω αυτές που έκανα σαν εισαγγελέας ή που παρήγγειλα σαν προϊστάμενος. Και η SIEMENS και τα εξοπλιστικά δικές μου παραγγελίες είναι, κύριοι, και δεν το λέω για να περιαυτολογήσω, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας είναι άλλο.

Είπε ο κ. Θεοδωράκης, λοιπόν, ότι έβαλα στο αρχείο μια υπόθεση με δασάρχες. Τον έχουν πληροφορήσει λάθος. Αυτήν την υπόθεση την είχε κάνει άλλος εισαγγελέας και δεν πήγε στο αρχείο και αυτός ο εισαγγελέας –δεν θέλω να αναφέρω το όνομά του- δεν ήταν φίλος μου. Ήταν φίλος του κ. Μαρκή τον οποίον επικαλέστηκε ο κ. Θεοδωράκης και απ’ ό,τι ξέρω, τον συμβουλεύει. Επίσης, αναφέρθηκε στις υποκλοπές και στο θάνατο του Τσαλικίδη. Άλλη μια τεράστια προσπάθεια παραπληροφόρησης.

Καιρός, λοιπόν, να τα ακούσετε εσείς σήμερα, κύριοι Βουλευτές, αλλά να τα ακούσει και ο ελληνικός λαός. Ποιες υποκλοπές έβαλα στο αρχείο; Εγώ έκανα την προκαταρκτική εξέταση και ασκήθηκε ποινική δίωξη κόντρα σ’ οτιδήποτε μπορούσε να σημαίνει αυτό το πράγμα και η δικογραφία πήγε στην ανάκριση και η ανάκριση συνεχιζόταν μέχρι προχθές και τώρα εκκρεμεί απόφαση δικαστικού συμβουλίου. Τι ψέμα και τι σκευωρία είναι αυτή; Στο κάτω-κάτω, τι είχα να κρύψω εγώ για τις υποκλοπές; Ποιος ήταν θύμα των υποκλοπών τότε; Ο τότε Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Με εμφανίζουν σαν εκλεκτό του. Άρα, είχα κανένα λόγο να καλύψω εγώ τις υποκλοπές;

Επαναλαμβάνω, όμως: Δεν καλύφθηκαν οι υποκλοπές, κύριοι. Ασκήθηκε δίωξη και διενεργείτο ανάκριση μέχρι πρότινος και τώρα εκκρεμεί έκδοση βουλεύματος.

Όσο για τον θάνατο του Τσαλικίδη, άλλο ένα τεράστιο ψέμα. Απορώ με το θράσος μερικών. Την έρευνα αυτή δεν την έκανα εγώ, την έκανε άλλος εισαγγελέας. Ούτε αυτού το όνομα θα αναφέρω, αλλά κι αυτός φίλος του κ. Μαρκή είναι.

Δεν αναφέρω το όνομά του γι’ αυτόν, μολονότι θα έπρεπε να έχει την ευθιξία και να έχει βγει να πει ότι αυτός έκανε την έρευνα και να μην αφήνει έξι χρόνια να πετιέται λάσπη εναντίον μου.

Ένα από τα θέματα της Δικαιοσύνης, που το αναγάγουν σε μείζον ζήτημα είναι οι «βουτιές» που δήθεν έκανε η Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας να μιλήσουμε για «βουτιές» στην επετηρίδα, μόνο που οι «βουτιές» εκείνων είναι «μακροβούτια» και με στοιχεία, γιατί την ξέρω τη Δικαιοσύνη. Την ξέρω εδώ και τριάντα χρόνια. Αν οι δικές μας ήταν «βουτιές», εκείνων ήταν «μακροβούτια».

Ας επανέλθουμε στο θέμα για το οποίο με καταγγέλλει η κ. Τσατάνη. Το τελευταίο διάστημα έχει εξαπολυθεί μια λυσσαλέα επίθεση εναντίον μου, μια επίθεση που δεν έχει ως στόχο να πλήξει εμένα και την Κυβέρνηση, αλλά κυρίως –όπως το λέω- να συγκαλύψει τεράστιες ευθύνες άλλων που υποκινούν και εκτελούν το μαφιόζικο συμβόλαιο, μια επίθεση γεμάτη υποκρισία και ψεύτικα ή ανακριβή στοιχεία, με μεθόδους παρακράτους ή μαφίας. Αλλά δυστυχώς για τους εκτελεστές και τους υποκινητές της, είναι εντελώς ερασιτεχνική, πρόχειρη και βλακώδης.

Η ανικανότητα της διαπλοκής να στήσει μια αξιοπρεπή σκευωρία με κάνει να αναρωτιέμαι πώς κατάφερε να εδραιωθεί στη χώρα μας για τόσα χρόνια. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι μάλλον έχουν μειωθεί τα ανακλαστικά της και οι ικανότητές της γιατί βρίσκεται ένα βήμα πριν από το τέλος της. Στο παρελθόν έστηνε σκευωρίες ανήθικες μεν, αλλά με αυτές επετύγχανε τον σκοπό της. Στην δευτερολογία μου, αν προλάβω, θα σας αναφέρω τρεις ανήθικες, αλλά αποτελεσματικές σκευωρίες. Αν δεν προλάβω, θα τις αναφέρω στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.

Κυρίες και κύριοι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους δικαστές, εισαγγελείς, δικηγόροι και όσοι έχουν οποιαδήποτε σχέση ή εμπλοκή τα τελευταία χρόνια με την ελληνική Δικαιοσύνη, γελάνε με τον ισχυρισμό ότι η σημερινή Κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά επιχειρούμε να παρέμβουμε στο έργο της Δικαιοσύνης. Γελάνε όλοι γιατί ξέρουν τι συνέβαινε στο παρελθόν και τι συμβαίνει τώρα.

…………… Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχουμε περισσότερο χρόνο, πρέπει να μιλήσουμε για τις πιέσεις και τις απειλές που δέχθηκαν εισαγγελείς, να μιλήσουμε για πειθαρχικά που δήθεν έγιναν κατά λάθος, για να καμφθεί το φρόνημα των ανυπόταχτων εισαγγελέων στην προηγούμενη κυβέρνηση και να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους.

Θα πρέπει να μιλήσουμε, επίσης, όχι μόνο για την ανυπόστατη νομικά και αβάσιμη ουσιαστικά καταγγελία της κ. Τσατάνη, όπως θα αποδείξω μετά από λίγο, αλλά και για τις καταγγελίες άλλων εισαγγελέων και ειδικά του ικανού, έντιμου και αδάμαστου Εισαγγελέα Εφετών Γιάννη Αγγελή και για τον τρόπο που αυτός παρεμποδίστηκε στο έργο του και εξουδετερώθηκε.

Αναρωτιέμαι γιατί οι καταγγελίες της κ. Τσατάνη είναι πιο σοβαρές και αξιόπιστες από τις καταγγελίες του Γιάννη Αγγελή -Εισαγγελέα Εφετών επίσης- και για τις οποίες δεν γίνεται καν λόγος, μολονότι σε αυτές τις καταγγελίες καταγγέλλονται σημεία και τέρατα και όχι πταίσματα σαν το δικό μου, αν είναι και αυτό πταίσμα.

……Επίσης, πρέπει να μιλήσουμε όχι μόνο για τη συνάντησή μου με την κ. Τσατάνη, αλλά και για άλλες συναντήσεις που μου ζητήθηκαν και έγιναν και για άλλες που εγώ αρνήθηκα να πραγματοποιηθούν. Πρέπει να συζητήσουμε για το τι συζητήθηκε στις συναντήσεις αυτές και αν αυτά που μου ζήτησαν αποτελούσαν παρέμβαση της Δικαιοσύνης, για να φανεί σε όλο της το μεγαλείο η υποκρισία αυτών που κόπτονται δήθεν σήμερα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

…Τέλος, πρέπει να κληθούν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπως κάποιοι θέλουν, και η κ. Τσατάνη και η κ. Γκουτζαμάνη και ο κ. Βγενόπουλος. Όμως, πρέπει να κληθούν και όλοι οι προαναφερόμενοι εισαγγελείς και όσοι ζήτησαν να με συναντήσουν και άλλοι εισαγγελείς που είδαν την αδικία σε βάρος μου και σπεύδουν μόνοι τους και ανοίγουν τα στόματά τους τώρα. Το τι θα ακουστεί θα το δούμε τις επόμενες μέρες. Πρέπει να έρθει και ο κ. Σηφουνάκης και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο κ. Παντελής, για να μας εξηγήσει μερικά σκοτεινά σημεία. Θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, μάλιστα, να γίνουν και κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις.

Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχω περισσότερο χρόνο, θα αναδειχθούν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, θα αποκαλυφθεί ο ρόλος πολλών και θα φωτιστούν όλες οι πτυχές όχι μόνο αυτής της υπόθεσης, αλλά και άλλων υποθέσεων στις οποίες έχουν γίνει παρεμβάσεις.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Πρόεδρος της Βουλής κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΤΣΗΣ)

Εγώ, κυρίες και κύριοι, δεν έχω να κρύψω τίποτα. Ισχύει, όμως, το ίδιο για όλους και κυρίως για τους υποκινητές και εκτελεστές τής σε βάρος μου σκευωρίας;

Σήμερα η Δικαιοσύνη αναπνέει ελεύθερα και οι λειτουργοί της νιώθουν ασφαλείς και απελευθερωμένοι. Σε ελάχιστους, όμως, δεν αρέσει αυτό. Έχουν μάθει αλλιώς. Γι’ αυτό ονειρεύονται παρενθέσεις, παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, παρένθεση δική μου στο Υπουργείο. Αυτό διακινούν σε κάποιους, για να τους κρατήσουν ακόμα με κλειστά τα στόματα. Με το ίδιο, όμως, όνειρο της παρένθεσης ζουν και άλλοι, οι μεγαλόσχημοι εκπρόσωποι της διαφθοράς και της διαπλοκής.

Οι παρενθέσεις, όμως, δυστυχώς γι’ αυτούς, αργούν να κλείσουν και το όνειρό τους αποδεικνύεται απατηλό και όνειρο θερινής νύχτας.

Στην απελπισία τους, λοιπόν, αποφάσισαν να μου επιτεθούν. Άρχισαν να ψάχνουν στοιχεία σε βάρος μου και επειδή δεν βρήκαν τίποτα κατέφυγαν στο στήσιμο μιας σκευωρίας επικοινωνιακής, αλλά άτεχνης, πρόχειρης και ανεπαρκούς και εν τέλει βλακώδους.

Δεν πρόκειται να ασχοληθώ με τα μέσα ενημέρωσης που με στοχοποίησαν, εκτός και εάν προκληθώ στη συνέχεια. Ας απολογηθούν εκείνα, όμως, στην κοινή γνώμη, γιατί στην περίπτωσή μου θυσίασαν την ανεξαρτησία που τους παρέχει το Σύνταγμα και η δημοκρατία μας στον βωμό προσωπικών και διαπλεκομένων οικονομικών συμφερόντων.

Στην επιστολή μου προς τον κύριο Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, την οποία προφανώς έχετε διαβάσει, αναφέρομαι διεξοδικά σε ό,τι ακριβώς συνέβη με την κ. Τσατάνη. Έχει ενδιαφέρον να την διαβάσω και σήμερα, αλλά είπαμε ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος. Ενδεικτικά θα υπενθυμίσω μόνο ορισμένα σημεία.

Προηγουμένως, όμως, ας δούμε ποια είναι η κ. Τσατάνη.

Είναι σύζυγος και μητέρα στελεχών και υποψηφίων Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας. Είναι η εισαγγελέας –αυτό θέλω να το προσέξετε- που στην ανάκριση για την υπόθεση του Βατοπεδίου δεν δήλωσε αποχή όχι μόνο γιατί ο σύζυγός της ήταν στέλεχος και υποψήφιος Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και η κόρη της επίσης υποψήφια Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, αλλά επιπλέον γιατί ο σύζυγός της είχε προσωπικές διαφορές με τον Γιώργο Βουλγαράκη, ο οποίος τον είχε αποπέμψει από το ΝΑΤ και η Κατερίνα Πελέκη, σύζυγος του κ. Βουλγαράκη, ήταν κατηγορούμενη στην υπόθεση αυτή. Άλλωστε στις εκλογές του 2009, αν θυμάμαι καλά, ο σύζυγος της κ. Τσατάνη δεν ήταν υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας. Άλλος ένας λόγος για να μην είναι αμερόληπτη, όπως επίσης δεν ήταν αμερόληπτη και για τον κ. Αγγέλου, όπως θα εκθέσω παρακάτω.

Ας γυρίσουμε όμως τώρα στις καταγγελίες της κ. Τσατάνη. Εδώ εξαιτίας μιας ερώτησης του κ. Μητσοτάκη αναγκάζομαι να αλλάξω λίγο τη δομή της ομιλίας μου και να μην εκθέσω από την αρχή πώς ξεκίνησε, αλλά να πάω στο ερώτημα που μου έθεσε, γιατί δοκίμασα να μπω στο δωμάτιο και να παρευρεθώ στη συνάντηση που είχαν Έλληνες και Κύπριοι εισαγγελείς.

Τελευταία –εντελώς συμπτωματικά- η εφημερίδα του κ. Ψυχάρη έφερε στη δημοσιότητα ένα επεισόδιο που δήθεν έλαβε χώρα μεταξύ εμού και της κ. Τσατάνη. Κατά την εφημερίδα, στις 20-7-2015 η κ. Τσατάνη μού απαγόρευσε να παραστώ σε συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών και στην κυριολεξία με πέταξε έξω. Αυτή είναι η χαλκευμένη αλήθεια του κ. Ψυχάρη και ενδεχομένως και της κ. Τσατάνη.

Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης υπήρξε πράγματι συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών. Η κ. Τσατάνη απαγόρευσε για πρώτη φορά στην ιστορία παρεμφερών συναντήσεων την παρουσία εκπροσώπων του Υπουργείου, μεταξύ των οποίων και μιας εισαγγελέως και όχι τη δική μου. Ο Υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος απουσίαζε εκείνη την ημέρα από το Υπουργείο. Ήθελε όμως να ενημερωθεί για τα θέματα που θα συζητούνταν στη συνάντηση αυτή και αφορούσαν διακρατικές σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου. Για τον λόγο αυτόν ο διευθυντής του πολιτικού του γραφείου μού ζήτησε τη συνδρομή για την αντιμετώπιση της εμπλοκής που προκάλεσε η άρνηση της κ. Τσατάνη να συμμετάσχουν στη διμερή συνάντηση και εκπρόσωποι του Υπουργείου.

Πράγματι, πήγα στην Αίθουσα που ήταν συγκεντρωμένοι Έλληνες και Κύπριοι και όρθιος, χωρίς να καθίσω, από την πόρτα σχεδόν, πολύ ευγενικά ζήτησα να πληροφορηθώ τι συμβαίνει. Ήμουν τόσο ευγενής και καλοπροαίρετος που η κ. Τσατάνη δεν μπόρεσε να διανοηθεί ότι ήμουν Υπουργός και θεώρησε προφανώς ότι ήμουν απλός υπάλληλος που εργάζεται ως γραμματέας στο Υπουργείο και γι’ αυτό με αποκάλεσε «κύριο γραμματέα». Αυτό το παραδέχτηκε και η εφημερίδα: «Του είπα: Κύριε γραμματέα, περάστε έξω». Μόνο που δεν μου είπε έτσι.

Μολονότι δε δεν μπόρεσε να επικαλεστεί κάποια διάταξη νόμου –προσέξτε- που να μην επιτρέπει την παρουσία εκπροσώπου του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην προκειμένη συνάντηση, για να λήξει το θέμα και να μην συνεχιστούν οι προστριβές και μάλιστα ενώπιον των φιλοξενουμένων ΚυπρίωΕπαναλαμβάνω όμως ότι εδώ, δυστυχώς για τους σκευωρούς, υπάρχουν μάρτυρες. Όλοι οι παρευρισκόμενοι εισαγγελείς Έλληνες, Κύπριοι και ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου.

Αναρωτιέμαι όμως γιατί η κ. Τσατάνη λίγο αργότερα να ζητήσει να με συναντήσει και να μου ζητήσει βοήθεια και συμβουλές, αν είχε συμβεί το επεισόδιο με τον τρόπο που περιγράφει «Το Βήμα» του κ. Ψυχάρη; Εννοώ πως ήρθε μετά από δύο μήνες γιατί εγώ την πίεσα.

Όμως το επεισόδιο αυτό δημιουργεί μερικά εύλογα ερωτήματα και θα πρέπει να απαντηθούν. Γιατί η κ. Τσατάνη δεν ήθελε παρόντες τους εκπροσώπους του Υπουργείου στη συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων για την υπόθεση Βγενόπουλου; Τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων για τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών του Ανδρέα Βγενόπουλου;

Τηρήθηκε η συμφωνία αυτή, κυρίως από την κ. Τσατάνη; Υπήρξαν πρακτικά για τη συνάντηση αυτή; Και αν όχι, γιατί; Μήπως η κ. Τσατάνη δεν ήθελε μάρτυρες και αποδεικτικά για το τι συζητήθηκε και τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων και αν ναι, γιατί; Γιατί συμμετείχε στη συνάντηση αυτή η κ. Τσατάνη και όχι ο αρμόδιος εισαγγελέας δικαστικών συνδρομών, ο Εισαγγελέας Εφετών Γιάννης Αγγελής; Για τα ερωτήματα αυτά πρέπει να υπάρξει απάντηση. Άλλωστε και για το θέμα αυτό διενεργείται πειθαρχική έρευνα.

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσω ότι αφορμή της πειθαρχικής έρευνας αποτέλεσε η επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και κάποιες περίεργες συμπτώσεις –που θα πρέπει κι αυτές να διερευνηθούν- που αναγράφονται στην επιστολή αυτή.

Η υπόμνηση αυτή γίνεται για να προφυλάξω τους σκευωρούς και από άλλα λάθη στην προσπάθειά τους να διαστρεβλώσουν άλλη μια φορά την πραγματικότητα και να μιλήσουν για διώξεις δήθεν. Καλό θα είναι λοιπόν να περιμένουμε την ολοκλήρωση της πειθαρχικής έρευνας και όσα άλλα αποκαλυφθούν στη συνέχεια.

Νομίζω ότι μπορώ να συνεχίσω στη δευτερολογία μου, για να πω ακριβώς τι συνέβη με την κ. Τσατάνη, ώστε να μην υπερβώ το εικοσάλεπτο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Κύριε Υπουργέ, παρακαλώ να συντομεύσετε…

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τελείωσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Τελειώσατε; Άρα, δεν υπερβήκατε το εικοσάλεπτο. Ες μεθαύριον τα σπουδαία!

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τα καλά τα αφήνω για τη δευτερολογία μου.»

Σύμφωνα με το άρ. 97 παρ. 5 Ν. 1756/1988 ορίζονται τα εξής:

Δεν μπορούν να μετάσχουν σε πειθαρχικό συμβούλιο ή δικαστήριο για την εκδίκαση ορισμένης πειθαρχικής υπόθεσης:

α) οι δικαστικοί λειτουργοί κατά των οποίων στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα,

β) οι συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως ή σε πλάγια γραμμή έως και τον τέταρτο βαθμό ή εξ αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό, καθώς και ο σύζυγος είτε του διωκομένου είτε του δικαστικού λειτουργού κατά του οποίου στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα,

γ) εκείνοι που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη ή έχουν ενεργήσει ανάκριση στην ίδια πειθαρχική υπόθεση,

δ) όσοι έχουν εξεταστεί ως μάρτυρες στην ίδια υπόθεση,

ε) οι δικαστές που έχουν μετάσχει σε ποινική δίκη για την ίδια πράξη,

στ) όσοι συνδέονται με ιδιαίτερη φιλία ή βρίσκονται σε οξεία αντίθεση με το διωκόμενο ή έχουν ιδιαίτερη σχέση με την υπόθεση που κρίνεται, ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για την αμεροληψία τους.

Ο δικαστικός λειτουργός που κωλύεται κατά τα παραπάνω έχει τις υποχρεώσεις του άρθρου 23 του κώδικα ποινικής δικονομίας, που εφαρμόζεται αναλόγως.

Με την παρούσα αναφορά μου θέτω εις γνώσιν και κρίσιν της υπηρεσίας, ως προϊσταμένης αρχής, και δη

α) με την ιδιότητά σας ως ανωτάτης ιεραρχικά προϊσταμένης Αρχής σύμφωνα με το νόμο 1756/1988,

β) με την ιδιότητά σας ως παραγγείλασας την προκαταρκτική εξέταση, η οποία ανετέθη στην κ. Γεωργία Τσατάνη, Εισαγγελέα Εφετών, κατά την παραγγελίαν σας ως αρχαιοτέρας στην επετηρίδα Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών και την οποία αύτη βάσει των μέχρι τότε στοιχείων επεραίωσε με την άνω διάταξίν της,

γ) με την ιδιότητά σας ως έχουσας κατ’ άρ. 99 § 1δ΄ Ν. 1756/1988 περί Οργανισμού Δικαστηρίων ως τροπ. με άρ. 107 § 2 Ν. 4055/2012 αντικατεστάθη με το άρ. 46 § 3 Ν. 4356/24.12.2015 την αποκλειστικήν αρμοδιότητα πειθαρχικής δίωξης και λόγω αρμοδιότητος ως έχουσας το κατ’ άρ. 99 § 9 Ν. 1756/1988 ομοίως ισότιμον αλλά και αποκλειστικόν [δια την κατ’ άρ. 27 & 28 ΚΠΔ, 87 Συντάγματος ανεξάρτητον (Δημόπουλος ΠΧ 1999.91, Σταμάτης ΠΧ Λ.609, Μπάκας ΠΧ ΛΗ.554, Μπάγιας ΠοινΔικ 2002.73 επ., Βλ. σχετ. ΣυμβΠλΑθ 2655/1989 ΠΧ ΝΘ.522, ΑΠ 1442/1983 ΠΧ ΛΔ.415, Σπινέλης ΝοΒ 1978.875) υπηρεσίαν σας από κάθε άλλην αρχήν καθώς και από τα δικαστήρια, δεδομένου ότι και υμείς ως παραγγείλασα κατ’ άρ. 35 ΚΠΔ, αλλά και η κ. Γεωργία Τσατάνη, Εισαγγελέας Εφετών, ως παραγγειλαμένη είχομεν δυνατότητα και ασκήσεως ποινικής διώξεως δια συναφούς παραγγελίας], δικαίωμά σας να ενεργήσετε αμέσως προκαταρκτική εξέταση (βλ. άρ. 99 § 9 Ν. 1756/1988), ορίζοντας δικαστικόν λειτουργό ανώτερον κατά βαθμόν αυτής, που ερευνάται ως φερομένη να έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα, αλλά και

δ) ως πολλαπλώς αναφερόμενον ως ενημερωθέν και επιληφθέν και παραγγείλαν ανώτατον όργανον της υπηρεσίας, όπως αυτό ανενδοίαστα προκύπτει από τις καταθέσεις εισαγγελέων (ενός ανωτέρου αυτής βαθμού Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου κ. Νικολάου ΠΑΝΤΕΛΗ, εποπτεύοντος την αντιμετώπισιν του πάσης φύσεως οικονομικού εγκλήματος, ο οποίος και επί του ενός ερευνωμένου θέματος απεφάνθη με έρευνα και διάταξίν του υπ’ αρ. 5594/2015), ότι και ορθώς ανετέθη η διερεύνησις υποθέσεως και ορθώς λόγω δικονομικής συναφείας κατ’ άρ. 128 & 129 ΚΠΔ η εκζήτησις συναφών δικογραφιών,

ε) με την ιδιότητά σας ως έχουσας την κατ’ άρ. 35 ΚΠΔ ανώτατη διεύθυνση στην Ανάκρισιν υπό ευρεία έννοιαν και ως έχουσας κατ’ άρ. 35 § 2 τα ίδια δικαιώματα του Εισαγγελέως Εφετών χωρίς τους περιορισμούς των προηγούμενων εδαφίων, εν οις και παραγγελίας να κινηθεί ποινική δίωξις κατ’ απόλυτο προτεραιότητα ανεξαρτήτως αρχειοθετήσεως,

Σας θέτω υπ’ όψιν ως νεώτερα στοιχεία, προκειμένου να διενεργήσετε ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ, τα αναφερόμενα στα πρακτικά της Βουλής, κατά τη διενεργηθείσα την 29/3/2016 Συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως σύμφωνα με το άρθρο 143 του Κανονισμού της Βουλής, με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, σχετικά με τις εξελίξεις στο χώρο της Δικαιοσύνης, καθώς επίσης και το σύνολο της ληφθείσης υπ’ εμού προκαταρκτικής δικογραφίας, και ζητώ όπως, ως ιεραρχικά προϊσταμένη, ενεργήσετε σύμφωνα με νόμον, ώστε να πιστοποιηθή και ενδοϋπηρεσιακώς το σύννομον (ή μη) των ενεργειών της κ. Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών κ. Γεωργίας Τσατάνη, αλλά και της κ. Προέδρου του Αρείου Πάγου, κ. Βασιλικής Θάνου Χριστοφίλου, και των κ. Ιωάννη Αγγελή, Εισαγγελέως Εφετών, και κ. Ελένης Ράϊκου, Αντεισαγγελέως Εφετών Διαφθοράς, καθώς και όλων των εξετασθέντων εισαγγελικών λειτουργών ως μαρτύρων, κληθέντων από την κ. Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, αλλά και για παν θέμα που εκθέτει απομειωτικώς την επί δεκαετίες άσπιλον υπηρεσιακή ιδιότητα και την προσωπικότητα της κ. Γεωργίας Τσατάνη και εις το πρόσωπόν της την ενιαίαν εισαγγελική υπηρεσίαν, έστω και υπονοηματικώς «εκ συμπτώσεως», επιλυομένων, κατά παράκλησιν και των δικονομικών και ουσιαστικών παραμέτρων της υπηρεσιακής εκπληρώσεως του ανατεθέντος από εσάς καθήκοντός της, εξ επόψεως εσωτερικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς εννόμου τάξεως, την οποία ως ιεραρχικώς κατωτέρα σεμνύνεται να σας υποδείξει, επαφιεμένη εις την τιμίαν κρίσιν σας και την κρίσιν οιουδήποτε ανωτέρου βαθμού συναδέλφου.

Φρονώ ότι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε και τους τυχόν έχοντες άγνοιαν ή ελλιπή γνώσιν της συναφούς νομοθεσίας, εγχώριους και αλλοδαπούς, υπηρεσιακούς παράγοντες.

Με ρητή επιφύλαξιν κάθε δικαιώματός μου, αστικής, ποινικής και πειθαρχικής φύσεως έναντι παντός, εντός και εκτός Ελλάδος και Ευρωπαϊκής Ηπείρου.

Σύμφωνα με το άρ. 98 παρ. 2 Ν. 1756/1988 η προδικασία ενώπιον των πειθαρχικών δικαστηρίων και συμβουλίων είναι μυστική.

Σας αναφέρω όμως, ότι ο κ. Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, ανέφερε εχθές, παρουσία μου, ενώπιον του Ελληνικού Κοινοβουλίου, τα εξής:

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Προκαταβολικά, όμως, λέω ότι επειδή ο χρόνος είναι πάρα πολύ λίγος για όσα έχω να πω, μια μικρή ανοχή και από εσάς και από το Σώμα.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αναστάσιος Κουράκης): Ναι, μία μικρή ανοχή θα την έχετε.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Επειδή με αφορά και προσωπικά το θέμα.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αν ζητούσα βοήθεια και συμβουλές για τη διαδικασία της σημερινής συζήτησης και στη συνέχεια κατηγορούσα αυτόν που με βοήθησε και με συμβούλευσε, ότι παρενέβη στην κρίση μου και στα καθήκοντά μου, πώς θα με κρίνατε και πώς θα με χαρακτηρίζατε;

Όπως είπα και πριν, ο χρόνος μου είναι πολύ λίγος για όσα έχω να πω. Όμως, περιμένω την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου εκεί θα έχω πολύ περισσότερο χρόνο και θα πω πολύ περισσότερα. Θα χαρίσω ένα-δύο λεπτά, για να κάνω μερικές επισημάνσεις για αυτά που άκουσα σήμερα στη Βουλή.

Ξεκινάω από τον κ. Βενιζέλο. Ζήτησε τον λόγο επί προσωπικού και μίλησε για την κ. Τσατάνη. Τι να εικάσω; Ότι είναι προσωπικό του θέμα η κ. Τσατάνη; Ο κ. Μητσοτάκης, είπε -πολύ ορθά το είπε και συμφωνώ απόλυτα μαζί του- ότι ο πατέρας του, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, υπήρξε ο πατέρας της έννοιας της διαπλοκής και ότι τελικά αυτή τον έριξε. Συμφωνώ απόλυτα, αλλά δεν μας είπε με ποιον τρόπο η διαπλοκή τον έριξε. Και να πω κάτι για τον κ. Θεοδωράκη, τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω γιατί ανέφερε κάποιες υποθέσεις, που δήθεν έβαλα εγώ στο αρχείο. (PM)

Ο κ. Θεοδωράκης δεν έχει ενημερωθεί σωστά. Εδώ και πολλά χρόνια τώρα που είμαι συνταξιούχος, δεν έχω το βήμα για να πω δυο πράγματα γι’ αυτές τις υποθέσεις, γιατί το συζητούσα με τους δικαστικούς συντάκτες, το ήξεραν, αλλά τα μέσα της διαπλοκής που από τότε με πολεμούσαν, δεν το έπαιζαν.

Ας δούμε, λοιπόν, τις υποθέσεις που έβαλα στο αρχείο, χωρίς να υπενθυμίσω αυτές που έκανα σαν εισαγγελέας ή που παρήγγειλα σαν προϊστάμενος. Και η SIEMENS και τα εξοπλιστικά δικές μου παραγγελίες είναι, κύριοι, και δεν το λέω για να περιαυτολογήσω, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας είναι άλλο.

Είπε ο κ. Θεοδωράκης, λοιπόν, ότι έβαλα στο αρχείο μια υπόθεση με δασάρχες. Τον έχουν πληροφορήσει λάθος. Αυτήν την υπόθεση την είχε κάνει άλλος εισαγγελέας και δεν πήγε στο αρχείο και αυτός ο εισαγγελέας –δεν θέλω να αναφέρω το όνομά του- δεν ήταν φίλος μου. Ήταν φίλος του κ. Μαρκή τον οποίον επικαλέστηκε ο κ. Θεοδωράκης και απ’ ό,τι ξέρω, τον συμβουλεύει. Επίσης, αναφέρθηκε στις υποκλοπές και στο θάνατο του Τσαλικίδη. Άλλη μια τεράστια προσπάθεια παραπληροφόρησης.

Καιρός, λοιπόν, να τα ακούσετε εσείς σήμερα, κύριοι Βουλευτές, αλλά να τα ακούσει και ο ελληνικός λαός. Ποιες υποκλοπές έβαλα στο αρχείο; Εγώ έκανα την προκαταρκτική εξέταση και ασκήθηκε ποινική δίωξη κόντρα σ’ οτιδήποτε μπορούσε να σημαίνει αυτό το πράγμα και η δικογραφία πήγε στην ανάκριση και η ανάκριση συνεχιζόταν μέχρι προχθές και τώρα εκκρεμεί απόφαση δικαστικού συμβουλίου. Τι ψέμα και τι σκευωρία είναι αυτή; Στο κάτω-κάτω, τι είχα να κρύψω εγώ για τις υποκλοπές; Ποιος ήταν θύμα των υποκλοπών τότε; Ο τότε Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Με εμφανίζουν σαν εκλεκτό του. Άρα, είχα κανένα λόγο να καλύψω εγώ τις υποκλοπές;

Επαναλαμβάνω, όμως: Δεν καλύφθηκαν οι υποκλοπές, κύριοι. Ασκήθηκε δίωξη και διενεργείτο ανάκριση μέχρι πρότινος και τώρα εκκρεμεί έκδοση βουλεύματος.

Όσο για τον θάνατο του Τσαλικίδη, άλλο ένα τεράστιο ψέμα. Απορώ με το θράσος μερικών. Την έρευνα αυτή δεν την έκανα εγώ, την έκανε άλλος εισαγγελέας. Ούτε αυτού το όνομα θα αναφέρω, αλλά κι αυτός φίλος του κ. Μαρκή είναι. Δεν αναφέρω το όνομά του γι’ αυτόν, μολονότι θα έπρεπε να έχει την ευθιξία και να έχει βγει να πει ότι αυτός έκανε την έρευνα και να μην αφήνει έξι χρόνια να πετιέται λάσπη εναντίον μου.

Ένα από τα θέματα της Δικαιοσύνης, που το αναγάγουν σε μείζον ζήτημα είναι οι «βουτιές» που δήθεν έκανε η Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας να μιλήσουμε για «βουτιές» στην επετηρίδα, μόνο που οι «βουτιές» εκείνων είναι «μακροβούτια» και με στοιχεία, γιατί την ξέρω τη Δικαιοσύνη. Την ξέρω εδώ και τριάντα χρόνια. Αν οι δικές μας ήταν «βουτιές», εκείνων ήταν «μακροβούτια».

Ας επανέλθουμε στο θέμα για το οποίο με καταγγέλλει η κ. Τσατάνη. Το τελευταίο διάστημα έχει εξαπολυθεί μια λυσσαλέα επίθεση εναντίον μου, μια επίθεση που δεν έχει ως στόχο να πλήξει εμένα και την Κυβέρνηση, αλλά κυρίως –όπως το λέω- να συγκαλύψει τεράστιες ευθύνες άλλων που υποκινούν και εκτελούν το μαφιόζικο συμβόλαιο, μια επίθεση γεμάτη υποκρισία και ψεύτικα ή ανακριβή στοιχεία, με μεθόδους παρακράτους ή μαφίας. Αλλά δυστυχώς για τους εκτελεστές και τους υποκινητές της, είναι εντελώς ερασιτεχνική, πρόχειρη και βλακώδης.

Η ανικανότητα της διαπλοκής να στήσει μια αξιοπρεπή σκευωρία με κάνει να αναρωτιέμαι πώς κατάφερε να εδραιωθεί στη χώρα μας για τόσα χρόνια. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι μάλλον έχουν μειωθεί τα ανακλαστικά της και οι ικανότητές της γιατί βρίσκεται ένα βήμα πριν από το τέλος της. Στο παρελθόν έστηνε σκευωρίες ανήθικες μεν, αλλά με αυτές επετύγχανε τον σκοπό της. Στην δευτερολογία μου, αν προλάβω, θα σας αναφέρω τρεις ανήθικες, αλλά αποτελεσματικές σκευωρίες. Αν δεν προλάβω, θα τις αναφέρω στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.

Κυρίες και κύριοι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους δικαστές, εισαγγελείς, δικηγόροι και όσοι έχουν οποιαδήποτε σχέση ή εμπλοκή τα τελευταία χρόνια με την ελληνική Δικαιοσύνη, γελάνε με τον ισχυρισμό ότι η σημερινή Κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά επιχειρούμε να παρέμβουμε στο έργο της Δικαιοσύνης. Γελάνε όλοι γιατί ξέρουν τι συνέβαινε στο παρελθόν και τι συμβαίνει τώρα.

…………… Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχουμε περισσότερο χρόνο, πρέπει να μιλήσουμε για τις πιέσεις και τις απειλές που δέχθηκαν εισαγγελείς, να μιλήσουμε για πειθαρχικά που δήθεν έγιναν κατά λάθος, για να καμφθεί το φρόνημα των ανυπόταχτων εισαγγελέων στην προηγούμενη κυβέρνηση και να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους.

Θα πρέπει να μιλήσουμε, επίσης, όχι μόνο για την ανυπόστατη νομικά και αβάσιμη ουσιαστικά καταγγελία της κ. Τσατάνη, όπως θα αποδείξω μετά από λίγο, αλλά και για τις καταγγελίες άλλων εισαγγελέων και ειδικά του ικανού, έντιμου και αδάμαστου Εισαγγελέα Εφετών Γιάννη Αγγελή και για τον τρόπο που αυτός παρεμποδίστηκε στο έργο του και εξουδετερώθηκε.

Αναρωτιέμαι γιατί οι καταγγελίες της κ. Τσατάνη είναι πιο σοβαρές και αξιόπιστες από τις καταγγελίες του Γιάννη Αγγελή -Εισαγγελέα Εφετών επίσης- και για τις οποίες δεν γίνεται καν λόγος, μολονότι σε αυτές τις καταγγελίες καταγγέλλονται σημεία και τέρατα και όχι πταίσματα σαν το δικό μου, αν είναι και αυτό πταίσμα.

……Επίσης, πρέπει να μιλήσουμε όχι μόνο για τη συνάντησή μου με την κ. Τσατάνη, αλλά και για άλλες συναντήσεις που μου ζητήθηκαν και έγιναν και για άλλες που εγώ αρνήθηκα να πραγματοποιηθούν. Πρέπει να συζητήσουμε για το τι συζητήθηκε στις συναντήσεις αυτές και αν αυτά που μου ζήτησαν αποτελούσαν παρέμβαση της Δικαιοσύνης, για να φανεί σε όλο της το μεγαλείο η υποκρισία αυτών που κόπτονται δήθεν σήμερα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

…Τέλος, πρέπει να κληθούν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπως κάποιοι θέλουν, και η κ. Τσατάνη και η κ. Γκουτζαμάνη και ο κ. Βγενόπουλος. Όμως, πρέπει να κληθούν και όλοι οι προαναφερόμενοι εισαγγελείς και όσοι ζήτησαν να με συναντήσουν και άλλοι εισαγγελείς που είδαν την αδικία σε βάρος μου και σπεύδουν μόνοι τους και ανοίγουν τα στόματά τους τώρα. Το τι θα ακουστεί θα το δούμε τις επόμενες μέρες. Πρέπει να έρθει και ο κ. Σηφουνάκης και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο κ. Παντελής, για να μας εξηγήσει μερικά σκοτεινά σημεία. Θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, μάλιστα, να γίνουν και κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις.

Στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου θα έχω περισσότερο χρόνο, θα αναδειχθούν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, θα αποκαλυφθεί ο ρόλος πολλών και θα φωτιστούν όλες οι πτυχές όχι μόνο αυτής της υπόθεσης, αλλά και άλλων υποθέσεων στις οποίες έχουν γίνει παρεμβάσεις.

(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Πρόεδρος της Βουλής κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΤΣΗΣ)

Εγώ, κυρίες και κύριοι, δεν έχω να κρύψω τίποτα. Ισχύει, όμως, το ίδιο για όλους και κυρίως για τους υποκινητές και εκτελεστές τής σε βάρος μου σκευωρίας;

Σήμερα η Δικαιοσύνη αναπνέει ελεύθερα και οι λειτουργοί της νιώθουν ασφαλείς και απελευθερωμένοι. Σε ελάχιστους, όμως, δεν αρέσει αυτό. Έχουν μάθει αλλιώς. Γι’ αυτό ονειρεύονται παρενθέσεις, παρένθεση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, παρένθεση δική μου στο Υπουργείο. Αυτό διακινούν σε κάποιους, για να τους κρατήσουν ακόμα με κλειστά τα στόματα. Με το ίδιο, όμως, όνειρο της παρένθεσης ζουν και άλλοι, οι μεγαλόσχημοι εκπρόσωποι της διαφθοράς και της διαπλοκής.

Οι παρενθέσεις, όμως, δυστυχώς γι’ αυτούς, αργούν να κλείσουν και το όνειρό τους αποδεικνύεται απατηλό και όνειρο θερινής νύχτας.

Στην απελπισία τους, λοιπόν, αποφάσισαν να μου επιτεθούν. Άρχισαν να ψάχνουν στοιχεία σε βάρος μου και επειδή δεν βρήκαν τίποτα κατέφυγαν στο στήσιμο μιας σκευωρίας επικοινωνιακής, αλλά άτεχνης, πρόχειρης και ανεπαρκούς και εν τέλει βλακώδους.

Δεν πρόκειται να ασχοληθώ με τα μέσα ενημέρωσης που με στοχοποίησαν, εκτός και εάν προκληθώ στη συνέχεια. Ας απολογηθούν εκείνα, όμως, στην κοινή γνώμη, γιατί στην περίπτωσή μου θυσίασαν την ανεξαρτησία που τους παρέχει το Σύνταγμα και η δημοκρατία μας στον βωμό προσωπικών και διαπλεκομένων οικονομικών συμφερόντων.

Στην επιστολή μου προς τον κύριο Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, την οποία προφανώς έχετε διαβάσει, αναφέρομαι διεξοδικά σε ό,τι ακριβώς συνέβη με την κ. Τσατάνη. Έχει ενδιαφέρον να την διαβάσω και σήμερα, αλλά είπαμε ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος. Ενδεικτικά θα υπενθυμίσω μόνο ορισμένα σημεία.

Προηγουμένως, όμως, ας δούμε ποια είναι η κ. Τσατάνη.

Είναι σύζυγος και μητέρα στελεχών και υποψηφίων Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας. Είναι η εισαγγελέας –αυτό θέλω να το προσέξετε- που στην ανάκριση για την υπόθεση του Βατοπεδίου δεν δήλωσε αποχή όχι μόνο γιατί ο σύζυγός της ήταν στέλεχος και υποψήφιος Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και η κόρη της επίσης υποψήφια Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, αλλά επιπλέον γιατί ο σύζυγός της είχε προσωπικές διαφορές με τον Γιώργο Βουλγαράκη, ο οποίος τον είχε αποπέμψει από το ΝΑΤ και η Κατερίνα Πελέκη, σύζυγος του κ. Βουλγαράκη, ήταν κατηγορούμενη στην υπόθεση αυτή. Άλλωστε στις εκλογές του 2009, αν θυμάμαι καλά, ο σύζυγος της κ. Τσατάνη δεν ήταν υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας. Άλλος ένας λόγος για να μην είναι αμερόληπτη, όπως επίσης δεν ήταν αμερόληπτη και για τον κ. Αγγέλου, όπως θα εκθέσω παρακάτω.

Ας γυρίσουμε όμως τώρα στις καταγγελίες της κ. Τσατάνη. Εδώ εξαιτίας μιας ερώτησης του κ. Μητσοτάκη αναγκάζομαι να αλλάξω λίγο τη δομή της ομιλίας μου και να μην εκθέσω από την αρχή πώς ξεκίνησε, αλλά να πάω στο ερώτημα που μου έθεσε, γιατί δοκίμασα να μπω στο δωμάτιο και να παρευρεθώ στη συνάντηση που είχαν Έλληνες και Κύπριοι εισαγγελείς.

Τελευταία –εντελώς συμπτωματικά- η εφημερίδα του κ. Ψυχάρη έφερε στη δημοσιότητα ένα επεισόδιο που δήθεν έλαβε χώρα μεταξύ εμού και της κ. Τσατάνη. Κατά την εφημερίδα, στις 20-7-2015 η κ. Τσατάνη μού απαγόρευσε να παραστώ σε συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών και στην κυριολεξία με πέταξε έξω. Αυτή είναι η χαλκευμένη αλήθεια του κ. Ψυχάρη και ενδεχομένως και της κ. Τσατάνη.

Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης υπήρξε πράγματι συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών. Η κ. Τσατάνη απαγόρευσε για πρώτη φορά στην ιστορία παρεμφερών συναντήσεων την παρουσία εκπροσώπων του Υπουργείου, μεταξύ των οποίων και μιας εισαγγελέως και όχι τη δική μου. Ο Υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος απουσίαζε εκείνη την ημέρα από το Υπουργείο. Ήθελε όμως να ενημερωθεί για τα θέματα που θα συζητούνταν στη συνάντηση αυτή και αφορούσαν διακρατικές σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου. Για τον λόγο αυτόν ο διευθυντής του πολιτικού του γραφείου μού ζήτησε τη συνδρομή για την αντιμετώπιση της εμπλοκής που προκάλεσε η άρνηση της κ. Τσατάνη να συμμετάσχουν στη διμερή συνάντηση και εκπρόσωποι του Υπουργείου.

Πράγματι, πήγα στην Αίθουσα που ήταν συγκεντρωμένοι Έλληνες και Κύπριοι και όρθιος, χωρίς να καθίσω, από την πόρτα σχεδόν, πολύ ευγενικά ζήτησα να πληροφορηθώ τι συμβαίνει. Ήμουν τόσο ευγενής και καλοπροαίρετος που η κ. Τσατάνη δεν μπόρεσε να διανοηθεί ότι ήμουν Υπουργός και θεώρησε προφανώς ότι ήμουν απλός υπάλληλος που εργάζεται ως γραμματέας στο Υπουργείο και γι’ αυτό με αποκάλεσε «κύριο γραμματέα». Αυτό το παραδέχτηκε και η εφημερίδα: «Του είπα: Κύριε γραμματέα, περάστε έξω». Μόνο που δεν μου είπε έτσι.

Μολονότι δε δεν μπόρεσε να επικαλεστεί κάποια διάταξη νόμου –προσέξτε- που να μην επιτρέπει την παρουσία εκπροσώπου του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην προκειμένη συνάντηση, για να λήξει το θέμα και να μην συνεχιστούν οι προστριβές και μάλιστα ενώπιον των φιλοξενουμένων Κυπρίων, παρακάλεσα τον διευθυντή του πολιτικού γραφείου του Υπουργού να μην επιμένει και να αποχωρήσω.

Θέμα δικής μου συμμετοχής στη συνάντηση δεν υπήρξε. Επαναλαμβάνω όμως ότι εδώ, δυστυχώς για τους σκευωρούς, υπάρχουν μάρτυρες. Όλοι οι παρευρισκόμενοι εισαγγελείς Έλληνες, Κύπριοι και ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου.

Αναρωτιέμαι όμως γιατί η κ. Τσατάνη λίγο αργότερα να ζητήσει να με συναντήσει και να μου ζητήσει βοήθεια και συμβουλές, αν είχε συμβεί το επεισόδιο με τον τρόπο που περιγράφει «Το Βήμα» του κ. Ψυχάρη; Εννοώ πως ήρθε μετά από δύο μήνες γιατί εγώ την πίεσα.

Όμως το επεισόδιο αυτό δημιουργεί μερικά εύλογα ερωτήματα και θα πρέπει να απαντηθούν. Γιατί η κ. Τσατάνη δεν ήθελε παρόντες τους εκπροσώπους του Υπουργείου στη συνάντηση Ελλήνων και Κυπρίων για την υπόθεση Βγενόπουλου; Τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων για τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών του Ανδρέα Βγενόπουλου;

Τηρήθηκε η συμφωνία αυτή, κυρίως από την κ. Τσατάνη; Υπήρξαν πρακτικά για τη συνάντηση αυτή; Και αν όχι, γιατί; Μήπως η κ. Τσατάνη δεν ήθελε μάρτυρες και αποδεικτικά για το τι συζητήθηκε και τι συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων και αν ναι, γιατί; Γιατί συμμετείχε στη συνάντηση αυτή η κ. Τσατάνη και όχι ο αρμόδιος εισαγγελέας δικαστικών συνδρομών, ο Εισαγγελέας Εφετών Γιάννης Αγγελής; Για τα ερωτήματα αυτά πρέπει να υπάρξει απάντηση. Άλλωστε και για το θέμα αυτό διενεργείται πειθαρχική έρευνα.

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσω ότι αφορμή της πειθαρχικής έρευνας αποτέλεσε η επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και κάποιες περίεργες συμπτώσεις –που θα πρέπει κι αυτές να διερευνηθούν- που αναγράφονται στην επιστολή αυτή.

Η υπόμνηση αυτή γίνεται για να προφυλάξω τους σκευωρούς και από άλλα λάθη στην προσπάθειά τους να διαστρεβλώσουν άλλη μια φορά την πραγματικότητα και να μιλήσουν για διώξεις δήθεν. Καλό θα είναι λοιπόν να περιμένουμε την ολοκλήρωση της πειθαρχικής έρευνας και όσα άλλα αποκαλυφθούν στη συνέχεια.

Νομίζω ότι μπορώ να συνεχίσω στη δευτερολογία μου, για να πω ακριβώς τι συνέβη με την κ. Τσατάνη, ώστε να μην υπερβώ το εικοσάλεπτο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Κύριε Υπουργέ, παρακαλώ να συντομεύσετε…

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τελείωσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Νικόλαος Βούτσης): Τελειώσατε; Άρα, δεν υπερβήκατε το εικοσάλεπτο. Ες μεθαύριον τα σπουδαία!

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Τα καλά τα αφήνω για τη δευτερολογία μου».

Από όλα τα ανωτέρω γεννάται εύλογη υπόνοια παραβίασης της μυστικότητας της διαδικασίας.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρ. 99 παρ. 9, 10 και 11 του Ν. 1756/1988 ορίζονται τα εξής:

…9. Ο αρμόδιος για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης έχει το δικαίωμα να ενεργεί αμέσως προκαταρκτική εξέταση. Η προκαταρκτική εξέταση είναι άτυπη και ενεργείται είτε από τον αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής αγωγής είτε, με εντολή του, από άλλο δικαστικό λειτουργό ανώτερο κατά βαθμό από εκείνον που φέρεται ότι έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα.

10. Εκείνος που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση οφείλει να ζητήσει προφορικές ή έγγραφες εξηγήσεις από αυτόν που φέρεται ότι έχει υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα. Δικαιούται να ζητήσει πληροφορίες ή τη διαβίβαση συναφών στοιχείων από κάθε άλλη αρχή, μεριμνά για τη συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων και εξετάζει μάρτυρες, αν το κρίνει αναγκαίο. Ο καλούμενος να δώσει εξηγήσεις έχει δικαίωμα να λάβει προηγουμένως γνώση όλων των στοιχείων που τον αφορούν. Για την προκαταρκτική εξέταση συντάσσεται έκθεση της οποίας το πόρισμα πρέπει να είναι αιτιολογημένο.

11. Ο αρμόδιος για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης, αν από την προκαταρκτική εξέταση καταλήξει στην κρίση ότι δεν συντρέχει λόγος να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, θέτει την υπόθεση στο αρχείο με αιτιολογημένη πράξη που κοινοποιείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης.

Σύμφωνα με το άρ. 23 παρ. 3 ΚΠΔ, εκτός των στο άρ. 14 του ιδίου Κώδικα αναγραφόμενων λόγων αποκλεισμού, με τη συνδρομή κάποιου των οποίων, τα δικαστικά πρόσωπα, που αναφέρονται σ’ αυτό, δεν δύνανται να ασκήσουν τα καθήκοντά τους ως και του στο επόμενο 15 εδ. 1 λόγου εξαιρέσεως, που επιβάλλει επίσης την αποχή αυτών από την ενάσκηση των καθηκόντων τους σε ορισμένη υπόθεση, περίπτωση τέτοιας αποχής εξαφανίζεται, επίσης και όταν σοβαροί λόγοι ευπρέπειας επιβάλλουν αυτή. Ο όρος «ευπρέπεια» περιέχει κρίση αντικειμενική, ενώ η «ευθιξία» είναι ιδιότητα του ατόμου. Η εξαντλητική απαρίθμηση των σοβαρών λόγων ευπρεπείας είναι αδύνατη γιατί, εάν και πότε υπάρχουν τέτοιοι λόγοι, είναι ζήτημα πραγματικό, για το οποίο θα κρίνει κάθε φορά το αρμόδιο Δικαστήριο ή Συμβούλιο, που επιλαμβάνεται του θέματος, κατά τις κρατούσες δεοντολογικές αντιλήψεις. Γενικά τέτοιοι λόγοι ευπρεπείας συντρέχουν, όταν η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού στην εκδίκαση συγκεκριμένης υποθέσεως μπορεί να δώσει αφορμή σε δυσμενές για αυτόν σχόλιο για την αντικειμενική και ανεπηρέαστη, από οτιδήποτε και οποιονδήποτε, διερεύνησή της, σε τρόπο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η ελεύθερη και μη προκατειλημμένη κρίση του. Η άποψη αυτή συμπορεύεται και με τη διάταξη του άρ. 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, με την οποία καθιερώνεται «το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη», όχι με την έννοια της ορθότητας της απόφασης, αλλά της έγκαιρης, ουσιαστικής και αδιάβλητης υπό διαδικαστικές (δικονομικές) εγγυήσεις, διεξαγωγής της δίκης, ώστε να είναι δυνατή η αντικειμενική αναζήτηση της αλήθειας και η έγκαιρη και αποτελεσματική προστασία του διαδίκου. Μία από τις εγγυήσεις αυτές είναι η ανεξαρτησία και αμεροληψία του δικαστηρίου, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τον εθνικό νόμο και αποφαίνεται επί της βασιμότητας της ποινικής κατηγορίας αν πρόκειται για ποινική υπόθεση (Βλ. «Η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρώπη», επιμέλεια Στ. Ματθία, Έκδοση ΔΣΑ 2006, σελ. 65, 66 όπου και η παράθεση σχετ. νομολογίας ΕΔΔΑ σε σελ. 75-77). Κατά την νομολογία αυτή η αντικειμενική αμεροληψία επιβάλλει να μην επιλαμβάνεται ο ίδιος δικαστής της εκδίκασης μιας υπόθεσης σε περισσότερα διαδικαστικά στάδια (βλ. άρ. 14 ΚΠΔ, ΑΠ 1623/2010, σε Συμβούλιο, ΠΧρ 2011, 604).

Από τη διάταξη του άρ. 15 ΚΠΔ προκύπτει σαφώς ότι η υποχρέωση δήλωσης αποχής ενός δικαστικού Λειτουργού από τα καθήκοντά του, υπάρχει, όχι μόνον όταν συντρέχει κάποιος λόγος εξαίρεσης ή αποκλεισμού αυτού, που ορίζονται στα άρ. 14 και 15 του ΚΠΔ, αλλά και όταν συντρέχει κάποιος σοβαρός και όχι απλός λόγος ευπρέπειας. Σοβαρός δε είναι ο λόγος ευπρέπειας, όταν κατά κρίση αντικειμενική ή κατά τις κρατούσες δεοντολογικές αντιλήψεις, θέτει ή μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την ελεύθερη κρίση ή το απροκατάληπτο της κρίσης του δικάζοντος δικαστικού λειτουργού (ΑΠ 2099/2008, ΠΧρ 2009, 819).

Κατά δε την παρ. 4 του άρ. 23 του ΚΠΔ, σε όλες τις περιπτώσεις του άρθρου αυτού, στις οποίες περιλαμβάνεται και η δήλωση αποχής για σοβαρούς λόγους ευπρεπείας, αρμόδιο να αποφασίσει εάν εκείνος που υπέβαλε την δήλωση πρέπει να απέχει ή όχι από την άσκηση των καθηκόντων του, είναι το δικαστήριο ως συμβούλιο αφού ακούσει την γνώμη του εισαγγελέως, οι δε διάδικοι δεν καλούνται, ούτε δικαιούνται να ακουσθούν, αφού η σχετική διαδικασία έχει ακραιφνώς υπηρεσιακό χαρακτήρα (ΑΠ 1080/2010, ΠΧρ 2011, 287, ΑΠ 2273/2008, ΠΧρ 2009, 838).

Τα ανωτέρω αναφέρω, προκειμένου να ερευνηθούν για κάθε λειτουργό αναμεμειγμένο στην υπό κρίση υπόθεση, κατόπιν των ανωτέρω σοβαροτάτων αναφορών του κ. Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης στη Βουλή.

Περαιτέρω, μετά την από 24 Φεβρουαρίου 2016 (Αρ. Φακ. 93/1984/Υ.226/28) επιστολή του κ. Κώστα Κληρίδη, Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία πρωτοκολλήθηκε στο Γενικό Πρωτόκολλο του Αρείου Πάγου αυθημερόν, και την με πανομοιότυπο περιεχόμενο (!) από 26 Φεβρουαρίου 2016 επιστολή του κ. Υπουργού Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Ιωνά Νικολάου, προς τον κ. Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.

Με σεβασμό,

Θεμιστοκλής Ι. Σοφός

Δ.Ν. – Δικηγόρος

Δημοφιλή