Κορνήλιος Σελαμσής: Στην μουσική, όπως και σε οτιδήποτε άλλο, αναζητώ τις δομές

«Ποιος φοβάται την avant garde;»

Συνθέτης απόλυτα σύγχρονων ή και πρωτοποριακών έργων με σπουδές στην Ελλάδα και στην Ολλανδία όπου και έζησε για έξι χρόνια, εξαιρετικά ευφάνταστος και για αυτό περιζήτητος ενορχηστρωτής, ενίοτε μαέστρος, καλλιτεχνικός διευθυντής πολύ ιδιαίτερων μουσικών διοργανώσεων και από το ’15 ιδρυτής και διδάσκων στο Εργαστήριο Σύνθεσης Θεατρικής Μουσικής του Εθνικού θεάτρου. Ο Κορνήλιος Σελαμσής αναμφίβολα είναι από τις κυρίαρχες φυσιογνωμίες της μουσικής πρωτοπορίας στην χώρα μας. Στην πιο ώριμη μέχρι τώρα στιγμή του ο αεικίνητος, ευέλικτος και σε ασυνήθιστο βαθμό πολυσχιδής τριανταοκτάχρονος δημιουργός μου μίλησε για τις πιο πρόσφατες δραστηριότητες του, αναπτύσσοντας έτσι επί της ουσίας το θέμα «ποιος φοβάται την avant garde;»!

Ελάχιστοι άλλοι Έλληνες συνθέτες έχουν ασχοληθεί τόσο με την μουσική για το θέατρο όσο εσύ, έτσι δεν είναι;

Ναι, έχω κάνει την μουσική για περίπου εξήντα παραστάσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, είναι όντως πάρα πολλές. Εφέτος ειδικά μπορώ να πω ότι έχω καταρρίψει το προσωπικό ρεκόρ μου, σε ορισμένες από αυτές συμμετέχω και εκτελεστικά, παίζοντας ζωντανά κατά την διάρκεια τους, σε μία ακόμα και ως ηθοποιός. Δεν θα κρύψω ότι, χωρίς να έχω πάψει να αγαπώ την θεατρική μουσική ή να αρνούμαι ότι μου έχει προσφέρει πολλά, επί της ουσίας λειτουργεί βιοποριστικά για εμένα και αυτό, σε συνδυασμό με το πόσο πολύ έχω ασχοληθεί μαζί της, έχει αρχίσει να με κουράζει και μάλιστα πολύ. Μετά την τελευταίο παράσταση στην μουσική της οποίας εργάζομαι τώρα, στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ και στο μικρό θέατρο της Επιδαύρου το καλοκαίρι, σκοπεύω να κάνω ένα πολύ μεγάλο διάλειμμα, αν όχι να απομακρυνθώ οριστικά από αυτήν.

Υπάρχει μια συγκεκριμένη μέθοδος που ακολουθείς στο πως προσεγγίζεις μια παράσταση ή αλλάζει κάθε φορά;

Προφανώς και η προσέγγιση είναι διαφορετική σε κάθε περίπτωση αλλιώς δεν θα είχε ενδιαφέρον, αν όχι οποιοδήποτε νόημα. Το μόνο κοινό στοιχείο είναι η θεμελιώδης ερώτηση, αυτή που για εμένα δεν μπορεί παρά να είναι η αφετηρία για οποιαδήποτε δημιουργία, για οποιαδήποτε δημιουργική πράξη: Γιατί; Από αυτό ξεκινώ πάντα, χρειάζεται πραγματικά μουσική η συγκεκριμένη παράσταση; Αν ναι, γιατί; Για εμένα η μουσική πρέπει να λειτουργεί έτσι σε μια θεατρική παράσταση ώστε να γίνεται δομικό στοιχείο της, ει δυνατόν να μη την προσέχεις καν όταν είναι εκεί αλλά, αν λείψει, να αντιλαμβάνεσαι αμέσως την απουσία της. Αυτή είναι η μία και μοναδική και πολύ μεγάλη πρόκληση κάθε φορά, αν δεν μπορέσω να ανταποκριθώ σε αυτήν, πριν ακόμα θεωρήσω ότι έχω αποτύχει, χάνω το ενδιαφέρον μου.

Εκκινείς πάντα από το κείμενο αν δεν απατώμαι;

Ούτως ή άλλως κάθε μορφή δημιουργίας δεν είναι παρά μια αφήγηση, η αποτύπωση και η έκφραση ενός ή περισσοτέρων προσωπικών αφηγήσεων. Στην περίπτωση του θεάτρου η αφήγηση είναι δεδομένη, το κείμενο. Από εκεί και πέρα η θεατρική πράξη συνίσταται στο ποια θα είναι η ανάγνωση αυτού του κειμένου, πρώτιστα φυσικά από τον σκηνοθέτη. Η μουσική ή καλύτερα ο ήχος είναι με την σειρά της μια άλλη αφήγηση η οποία πρέπει να συνδυαστεί με αυτή του κειμένου διαμέσου του σκηνοθέτη ώστε να συναποτελέσουν μια τρίτη και διαφορετική από τις δύο προηγούμενες, την αισθητική και όχι μόνο πρόταση της παράστασης. Η σχέση λοιπόν του συνθέτη με τον σκηνοθέτη, η δημιουργική άρα και η ανθρώπινη σχέση, μπορεί να διατρέχει όλη την γκάμα των ανθρωπίνων σχέσεων, συμφωνίας, διαφωνίας, αντιθετική, συμπληρωματική, ανταγωνιστική και μη, σύμπραξης, συμπόρευσης, μπορεί να διέρχεται από περισσότερα από ένα από αυτά στην διάρκεια μιας συνεργασίας ή και να μην υφίσταται καν. Προσωπικά δεν ενδιαφέρομαι καθόλου, για να μην πω ότι δεν μου αρέσει κιόλας, μια σχέση ταύτισης με τον εκάστοτε σκηνοθέτη. Αυτό που θέλω και επιδιώκω σε έναν βαθμό είναι μια σχέση συντονισμού μαζί του/της. Συντονισμός δεν σημαίνει απαραίτητα κοινή κατεύθυνση, κάλλιστα μπορεί να είναι άκρως αντίθετη. Σίγουρα όμως σημαίνει το να σέβεται κανείς εκείνη του άλλου – εκτός πλέον και αν δεν υπάρχει καν στοιχειώδης επικοινωνία ανάμεσα τους οπότε δεν γίνεται και να συνεργαστούν – και να αναγνωρίζει ότι συμβάλλουν εξίσου σε ένα κοινό και όσο το δυνατόν αρτιότερο αποτέλεσμα.

“Για εμένα η μουσική, γενικότερα η δημιουργία πρέπει να ανυψώνει, έστω λίγο, το αισθητήριο του κοινού, να διευρύνει το πνεύμα του και να το κάνει πιο δεκτικό σε νέες προτάσεις και προσεγγίσεις. Αν η δημιουργία δεν έχει και μιαν εκπαιδευτική διάσταση τότε δεν είναι δημιουργία.”

Σε ποια στοιχεία του κειμένου βασίζεσαι συνήθως, αν όχι πάντα;

Σε κάθε κείμενο, όπως και σε οτιδήποτε άλλο στην ζωή, αναζητώ την δομή του. Το ίδιο φυσικά κάνω και στην μουσική, είναι κεντρικό στοιχείο της φιλοσοφικής θεώρησης μου γιατί θεωρώ ότι δίχως την ύπαρξη δομών τίποτα δεν μπορεί να αναπτυχθεί, ακόμα και αν δεχτούμε ότι είναι δυνατόν να υπάρξει. Αφού εντοπίσω την δομή του – και παράλληλα φυσικά με συζήτηση με τον σκηνοθέτη για να διαπιστώσω ποια είναι η δική του εικόνα που θα διαμορφώσει το πως θα το προσεγγίσει – αρχίζω να δομώ την δική μου, ηχητική προσέγγιση σε αυτό. Πού χρειάζεται ήχος, πού αρκεί ο θεατρικός λόγος και πού ίσως να υπάρχει σιωπή; Τι και ποιος πρέπει να είναι αυτός ο ήχος; Μουσική; Από φυσικά, ηλεκτρικά όργανα, ηλεκτρονικές ηχητικές πηγές ή έναν συνδυασμό όλων αυτών; Στην δεύτερη περίπτωση, ποια είναι η αναλογία των μερών σε αυτό τον συνδυασμό; Πού πρέπει να υπάρχουν παρασκευασμένοι τεχνητά ήχοι ή και θόρυβοι; Πού απαιτούνται φυσικοί ήχοι, επεξεργασμένοι ή μη; Πώς, με ποιο τρόπο, από ποιες κατευθύνσεις και σε ποια ένταση θα ακούγονται όλοι αυτοί οι διαφορετικοί ήχοι;

Είναι όλα αυτά που στην διεθνή ορολογία αποδίδονται με τον όρο sound design και για εμένα είναι, όπως άλλωστε και η επιλογή της ενορχήστρωσης, δομικό και αναπόσπαστο στοιχείο της διαδικασίας της σύνθεσης. Όλες οι πιθανότητες για την σχέση της δομής που παρασκευάζω με αυτήν του κειμένου είναι ανοιχτές, η πρώτη μπορεί να αναδεικνύει την δεύτερη, να την σχολιάζει, να την συμπληρώνει, να είναι ενάντια της, να την υπονομεύει ή και να την ανατρέπει εξολοκλήρου. Αυτό βέβαια εξαρτάται πάρα πολύ και από την άποψη του σκηνοθέτη, είναι το σημείο όπου η συζήτηση μαζί του είναι συνεχής καθώς είναι η δική του ματιά, η δική του θέση αυτή η οποία καταρχήν διαμορφώνει και δίνει ταυτότητα στην παράσταση. Μερικές φορές επίσης είναι σαν ένα υπερεγώ, πάνω και έξω τόσο από εμένα όσο και από τον σκηνοθέτη, να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις, δεν ξέρω από πού προέρχονται αλλά γνωρίζω ότι πρέπει να τις εφαρμόσω, τουλάχιστον να τις δοκιμάσω. Κάποιες φορές δεν λειτουργούν και τις εγκαταλείπω αλλά έχω παρατηρήσει ότι τις περισσότερες είναι όχι μόνο κατάλληλες αλλά και σχεδόν ιδανικές.

Οφείλω τέλος να πω ότι, με όλο τον σεβασμό μου στα τόσα, περισσότερο ή λιγότερο κλασικά, κείμενα όλων των εποχών, προτιμώ να έχω να κάνω με νέα, τουλάχιστον εγώ να τα αντιμετωπίζω για πρώτη φορά. Ο λόγος είναι ότι το γνωστό σε ωθεί, υποσυνείδητα ίσως, να κάνεις κάτι δεδομένο, κάτι που όχι απαραίτητα έχεις ξανακούσει αλλά είναι αυτό το οποίο θα έκανε οποιασδήποτε, αυτό ακριβώς που θα περίμενες και εσύ ο ίδιος να κάνεις στην συγκεκριμένη περίπτωση. Αντίθετα το άγνωστο σε προκαλεί να κάνεις κάτι όχι απλά διαφορετικό αλλά που να υπερβαίνει τα όρια σου και για εμένα αυτό δεν είναι απλά ενδιαφέρον ή και σημαντικό αλλά πρωταρχικό αίτημα στην δημιουργία.

Να υποθέσω λοιπόν ότι δεν βάζεις όρια στο τι είναι και τι δεν είναι «μουσική»...

Από την στιγμή που μουσική δεν είναι παρά «χρονισμένος» ήχος είναι αυτονόητο ότι κάθε ήχος μπορεί να είναι μουσική αν ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο διανοητικό πλαίσιο και υλικό περιβάλλον. Να προσθέσω με την ευκαιρία ότι η παράμετρος του χρόνου είναι το δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχείο στο πως προσεγγίζω μια θεατρική παράσταση. Πρέπει να συντονιστώ με τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου, αυτό που θα κάνω να έχει την ίδια αίσθηση του χρόνου με εκείνο αλλιώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει.

“Γεννήθηκα σε ένα σύστημα αστικής δημοκρατίας που δεν πρόκειται να αλλάξει...Αυτό που ζητώ λοιπόν είναι απλά να διατηρούνται οι αξίες αυτού του συστήματος ώστε να στηρίζουν τις αναγκαίες υποδομές του για να μπορούν να λειτουργούν, κάτι που στην Ελλάδα εδώ και πάρα πολλά χρόνια συμβαίνει ελάχιστα ως καθόλου.”

Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι δεν επιδιώκεις να κάνεις μιαν «όμορφη» μουσική η οποία να «επενδύει» την παράσταση, την πλέον συνηθισμένη δηλαδή πρακτική στην θεατρική μουσική.

Οχι, αυτό είναι κάτι που όχι μόνο με αφήνει αδιάφορο αλλά και διαφωνώ πολιτικά μαζί του. Για εμένα η μουσική, γενικότερα η δημιουργία πρέπει να ανυψώνει, έστω λίγο, το αισθητήριο του κοινού, να διευρύνει το πνεύμα του και να το κάνει πιο δεκτικό σε νέες προτάσεις και προσεγγίσεις. Αν η δημιουργία δεν έχει και μιαν εκπαιδευτική διάσταση τότε δεν είναι δημιουργία. Επίσης δεν μπορεί να ανοίξει τους ορίζοντες της κοινωνίας ώστε να οδηγηθεί σε ένα καλύτερο και πιο προοδευτικό μέλλον.

Για εσένα είναι αναγκαιότητα αυτό το πιο προοδευτικό μέλλον;

Αν με ρωτάς για την πολιτική θέση μου θα σου πω ότι είμαι...βασιλόφρων! (πολλά γέλια). Για να μιλήσουμε σοβαρά όμως, αν δεχτούμε τον ιστορικό υλισμό του Μαρξ που ομολογουμένως είναι μια θεωρία με πολλά θετικά στοιχεία πρέπει πριν από όλα να προσέξουμε ότι είναι ιστορικός, εμπεριέχει δηλαδή την έννοια του χρόνου.

Αυτή την παράμετρο της πάρα πολλοί οπαδοί της τείνουν να την αγνοούν και οδηγούνται σε μια μεταφυσική θεώρηση της πολιτικής. Προσωπικά δεν την αγνοώ καθόλου και έτσι έχω απόλυτη επίγνωση ότι γεννήθηκα σε ένα σύστημα αστικής δημοκρατίας που δεν πρόκειται να αλλάξει, όχι μόνο στη χώρα μου αλλά και διεθνώς, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Αυτό που ζητώ λοιπόν είναι απλά να διατηρούνται οι αξίες αυτού του συστήματος ώστε να στηρίζουν τις αναγκαίες υποδομές του για να μπορούν να λειτουργούν, κάτι που στην Ελλάδα εδώ και πάρα πολλά χρόνια συμβαίνει ελάχιστα ως καθόλου.

Θέλω να πω επίσης ότι τον τελευταίο καιρό νιώθω όλο και πιο μακριά από τις θέσεις και κυρίως τις συμπεριφορές όσων βρίσκονται στο αριστερό άκρο του πολιτικού φάσματος και πέραν αυτού, σχεδόν όσο και από αυτών οι οποίο βρίσκονται στο αντίστοιχο δεξιό άκρο και πέραν αυτού. Επί της ουσίας βλέπω ότι και οι πρώτοι εφαρμόζουν πλέον την τακτική της στοχοποίησης (με πιθανή προοπτική εξόντωσης) όσων δεν συμφωνούν απόλυτα και στα πάντα μαζί τους που γνωρίζαμε ανέκαθεν ότι χαρακτηρίζει και εφαρμόζουν οι τελευταίοι. Οταν λοιπόν κάποιοι επιλέγουν όχι μόνο να μη διαφοροποιούνται αλλά να ταυτίζονται με κάτι που απεχθάνομαι και φοβάμαι δεν θα τους κάνω την χάρη δήθεν να τους διαφοροποιήσω στο όνομα οποιασδήποτε ιδεολογίας ή και απλής ιδεοληψίας.

Η μουσική δραστηριότητα σου στο θέατρο επηρεάζει την «αυτόνομη» δημιουργία σου και το αντίστροφο;

Για πάρα πολύ καιρό προσπαθούσα συνειδητά, ακόμα και επίμονα, να διατηρώ αυτές τις δύο πλευρές μου εντελώς διαφορετικές και διακριτές. Τα τελευταία χρόνια όμως διαπιστώνω ο ίδιος ότι, ίσως υποσυνείδητα και πιθανόν αναπόφευκτα, έχουν αρχίσει να υπεισέρχονται και να επηρεάζουν όλο και περισσότερο η μια την άλλη.

“...Χρειάζεται μόνο συστηματική προσπάθεια, επιμονή και πάνω από όλα χρόνος, όπως και για οτιδήποτε θετικό συμβαίνει στον άνθρωπο...”

Ποια είναι λοιπόν τα σχέδια ή έστω οι προτεραιότητες σου τώρα που θα επιστρέψεις στην πρωτότυπη, αυτόνομη δημιουργία;

Εχω συνθέσει αρκετά έργα για σόλο όργανα τα τελευταία χρόνια και θέλω να ασχοληθώ και πάλι με σύνολα, μικρότερα ή και μεγαλύτερα. Νιώθω και πάλι την επιθυμία να γράψω ένα έργο για συμφωνική ορχήστρα, η τελευταία φορά που το έκανα ήταν πριν δέκα χρόνια. Επίσης η εμπειρία από την πρώτη όπερα μου ήταν πάρα πολύ ευχάριστη, όχι μόνον από την απήχηση που είχε στον κόσμο αλλά και η δημιουργική ικανοποίηση την οποία μου άφησε και θα ήθελα να την επαναλάβω. Οχι μόνον όμως δεν έχω ακόμα στο μυαλό μου κάποιο θέμα αλλά ούτε καν μιαν ιδέα για αυτό...

Και το σκέλος της μουσικής διεύθυνσης; Δεν σε ενδιαφέρει πια;

Ποτέ δεν με ενδιέφερε γιατί απλούστατα δεν πιστεύω ότι είμαι ιδιαίτερα ικανός σε αυτό. Το έχω κάνει πολύ λίγες φορές και σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στην Ελλάδα έχουμε ευτυχώς εξαίρετους μαέστρους, ασύγκριτα καλύτερους από εμένα, μερικοί από αυτούς είναι και φίλοι και φυσικά τους εμπιστεύομαι απόλυτα για να διευθύνουν και τα δικά μου έργα!

Μίλησε μου λίγο και αυτή την πρωτότυπη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράσταση, το «Συστημένο», στην οποία συμπράττεις αυτό τον καιρό. Πώς θα την χαρακτήριζες καταρχήν, τι είναι;

Το «Συστημένο» είναι μια ιδέα που είχαμε μαζί με δύο φίλους ηθοποιούς, τους Παναγιώτη Εξαρχέα και Άρη Μπαλή και την υλοποιούμε επίσης από κοινού, συν-σκηνοθετώντας την και παίζοντας και οι τρεις. Με έμπνευση και πρώτη ύλη ερωτικές επιστολές διακεκριμένων αντρών και γυναικών από τον χώρο του πνεύματος και του πολιτισμού και όχι μόνον και με ελάχιστα μέσα τα οποία κυρίως προσθέτουν την ηχητική διάσταση - η οποία χρησιμοποιείται με τον ίδιο τρόπο που το κάνω και στις θεατρικές παραστάσεις – προσπαθούμε να δώσουμε μέσα σε μια ώρα μία εικόνα του τι είναι έρωτας, σε όλες τις διαστάσεις και το μεγαλείο του. Τώρα το τι είδους παράσταση είναι πολύ δύσκολο να το πω, ακόμα και να το περιγράψω...ας πούμε απλά ότι είναι μια δοξολογία για την αγάπη!

Πράγματα, κινήσεις, πρωτοβουλίες όπως αυτή πώς μπορούν να περάσουν σε ένα ευρύτερο κοινό από το, όπως και να το κάνουμε, μικρό και εξειδικευμένο που συνήθως τα παρακολουθεί;

Αυτή είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση με πάρα πολλές παραμέτρους που θα μπορούσαμε να την κάνουμε για ημέρες ολόκληρες χωρίς να καταφέρουμε να την ολοκληρώσουμε ή πολύ περισσότερο να βγάλουμε συμπέρασμα. Σαφώς με έχει απασχολήσει και εμένα πάρα πολύ αυτό το θέμα, δεν έχω λύσεις «πακέτο» αλλά νομίζω ότι έχω αντιληφθεί ένα πολύ μεγάλο λάθος που κάνουμε. Δεν χρειάζεται να παρουσιάζουμε το νέο, το πρωτότυπο, το πρωτοποριακό ακόμα ως τέτοιο, δίνοντας μάλιστα έμφαση σε αυτό, ούτε πολύ περισσότερο να το αναλύουμε με πολύπλοκες θεωρητικές τοποθετήσεις. Μπορούμε πολύ απλά να το παρουσιάζουμε όπως και οτιδήποτε άλλο, αυτό είναι, αν σας ενδιαφέρει ελάτε να το παρακολουθήσετε. Ανάμεσα στους λίγους που θα έρθουν, αρχικά από περιέργεια, θα είναι σίγουρα και κάποιοι οι οποίοι θα το κατανοήσουν και θα τους αρέσει Αυτοί θα μιλήσουν και θα φέρουν άλλους και εκείνοι με την σειρά τους άλλους και έτσι το κοινό που ενδιαφέρεται για την πρωτοποριακή δημιουργία σιγά – σιγά θα αυξηθεί. Χρειάζεται μόνο συστηματική προσπάθεια, επιμονή και πάνω από όλα χρόνος, όπως και για οτιδήποτε θετικό συμβαίνει στον άνθρωπο...

Χρόνος που μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να είναι πανδαμάτωρ αλλά σε άλλες, όπως στην μουσική την οποία κάνουν δημιουργοί όπως ο Κορνήλιος Σελαμσής, είναι...παντοτέκτων, τόσο ως προς την εσωτερική δομή της όσο και προς την αυτοτελή αξία της εντός του πολιτιστικού αλλά και του κοινωνικού περιβάλλοντος.

Info: Το «Συστημένο» θα παίζεται για άλλα τρία Σάββατα, μέχρι και τις 20 Απριλίου, στις 5 μ. μ. στην Οικία Κατακουζηνού (Αμαλίας 4, Σύνταγμα).

Μπορείτε να ακούσετε έργα του Κορνήλιου Σελαμσή στο https://soundcloud.com/kornilios-selamsis

Δημοφιλή