Ρυτόν: Τα ελληνικά προϊόντα που θέλουν να κρατήσουν ζωντανή την γαστρονομική μας κληρονομιά

Ρυτόν: Τα ελληνικά προϊόντα που θέλουν να κρατήσουν ζωντανή την γαστρονομική μας κληρονομιά

Ο Νίκος Μέξης, ο Μιχάλης Αρκόπουλος και ο Σωτήρης Σκούλης είναι η βασική ομάδα που συνθέτει την Ρυτόν, μία εταιρεία που διαχειρίζεται τα ελληνικά προϊόντα, όχι ως απλά προϊόντα διατροφής, αλλά ως πανάρχαια πολιτισμικά σύμβολα μεσογειακής διατροφής. Το ελληνικό μέλι και το ελαιόλαδο μπαίνουν μέσα σε ιδιαίτερα εικονογραφημένες συσκευασίες και επιθυμούν να γίνουν ο «αγωγός» για να έρθει περισσότερος κόσμος σε επαφή με την γαστρονομικής μας κληρονομιά. Εμείς μιλήσαμε μαζί τους, για την αρχαία προέλευση του ονόματος «Ρυτόν», για το ελαιόλαδο και για την εξαπάτηση των καταναλωτών με την ετικέτα «εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο».

Aρχικά, πείτε μας λίγα λόγια για εσάς

H Ρυτόν ιδρύθηκε πριν από περίπου τρία χρόνια από δύο παιδικούς φίλους, τον Νίκο Μέξη και τον Μιχάλη Αρκόπουλο, που προέρχονται από τους χώρους της ναυτιλίας και του design. Πριν από ένα χρόνο στην οικογένεια της Ρυτόν προστέθηκε ένα ακόμα μέλος, ο Σωτήρης Σκουλής. Πίσω όμως από την βασική ομάδα της Ρυτόν υπάρχει μια ομάδα νέων ανθρώπων που συνένωσαν τις δημιουργικές και παραγωγικές τους δυνάμεις θέτοντας ως βασικό στόχο την αναζήτηση και χαρτογράφηση της αυθεντικής πρώτης ύλης, την ανάπτυξη ενός πρότυπου δικτύου, ως επί το πλείστον μικρών και οικογενειακών παραγωγών, και τη διατύπωση μιας εναλλακτικής πρότασης προσέγγισης και διάθεσης του ελληνικού γαστρονομικού πολιτισμού.

Πώς αποφασίσατε να δημιουργήσετε την Ρυτόν;

Εκείνο για το οποίο ήμασταν βέβαιοι εξαρχής ήταν ότι θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι νέο με μια συνεκτική πρόταση επαναπροσέγγισης της ελληνικής γαστρονομίας, θέτοντας τον πήχη πολύ ψηλά, αν και βρισκόμαστε σε μία εποχή με αντικειμενικές δυσκολίες. Αυτό ήταν για εμάς μια μεγάλη πρόκληση, παράλληλα όμως και ένας ξεκάθαρος στόχος. Η Ρυτόν για να ανταποκριθεί στις υψηλές προσδοκίες που αρχικά είχαμε θέσει χρειάστηκε 2.5 χρόνια έρευνας και αναζήτησης της αυθεντικής πρώτης ύλης, μια διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με αμείωτο ενδιαφέρον για τη συνεχή βελτίωση και ανανέωση των προτάσεων και επιλογών μας. Κατά τη διαδικασία αυτή συνεργαστήκαμε με αρκετούς ανθρώπους και φορείς της πρωτογενούς παραγωγής, του μάρκετινγκ και της καινοτομίας στο πλαίσιο της φιλοσοφίας μας για την εμπέδωση μιας κουλτούρας επιχειρηματικών συνεργειών.

Ποια είναι η ιστορία πίσω από το όνομα «Ρυτόν»;

Από τις πρώτες μας συζητήσεις οραματιστήκαμε τη Ρυτόν πρεσβευτή της ελληνικής γαστρονομίας. Γι’ αυτό και επιλέξαμε για το brand μας ένα όνομα που να αποδίδει τη βασική μας λειτουργία ως πάροχος των αυθεντικών ελληνικών γεύσεων. «Ρυτόν» ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα το τελετουργικό δοχείο των πόσιμων υγρών και έχει ως ρίζα της το ρήμα «ρειν». Κατά τον ίδιο τρόπο, η Ρυτόν συνάπτει ένα κανάλι απευθείας ροής μιας συναρπαστικής γαστρονομικής κληρονομιάς από τον τοπικό παραγωγό στο τραπέζι μας και με άμεσο όφελος στη διάσωση της πανάρχαιας διατροφικής μας κουλτούρας που τα τελευταία χρόνια απειλείται και υποβαθμίζεται.

Τι προϊόντα μπορεί να βρει κανείς στη «Ρυτόν»;

Καταρχάς να πούμε ότι είμαστε πολύ περήφανοι, καθώς μόλις λίγους μήνες μετά το ξεκίνημά μας, το 2013 και τα δύο προϊόντα μας βραβεύτηκαν στον διεθνή διαγωνισμό Great Taste Awards που γίνεται κάθε χρόνο στο Λονδίνο με εκατοντάδες συμμετοχές από όλο τον κόσμο. Η αναγνώριση αυτή επαληθεύτηκε το 2014, όταν το θυμαρίσιο μέλι μας βραβεύτηκε για μια ακόμα χρονιά.

Στην Ρυτόν, λοιπόν, μπορεί να βρει κανείς ένα εξαιρετικό θυμαρίσιο μέλι από την περιοχή των Χανίων και ένα Εξαιρετικό Παρθένο ελαιόλαδο βιολογικής γεωργίας από την Κρήτη. Πολύ σύντομα στο portfolio της Ρυτόν θα προστεθούν και οι βιολογικές Ελιές Καλαμών από τη Μεσσηνία.

Αναφέρετε ότι τα προϊόντα σας δεν είναι απλά προϊόντα διατροφής, αλλά πανάρχαια πολιτισμικά σύμβολα της μεσογειακής διατροφής. Πώς επικοινωνείτε αυτό το στοιχείο στον κόσμο;

Στη Ρυτόν έχουμε επιλέξει να συνεργαζόμαστε με μικρούς παραγωγούς, γνήσιους εκφραστές της ελληνικής υπαίθρου, που με πολύ κόπο και φροντίδα καθώς και ένα σημαντικό κεφάλαιο γνώσης που έχει συσσωρευτεί στο πέρασμα της πλούσιας ελληνικής παράδοσης, μας προσφέρουν σήμερα ένα ποιοτικά άριστο και ιδιαίτερα γευστικό προϊόν της ελληνικής γης. Είναι κάτι πολύ σημαντικό για εμάς και το οποίο μοιραζόμαστε έντονα με τον κόσμο. Για να αποτυπώσουμε μάλιστα αυτό που για εμάς πρεσβεύουν τα προϊόντα μας, και επενδύοντας στον «ελληνικό» χαρακτήρα τους, επιλέξαμε εξαρχής να συνεργαστούμε για την εικονογράφηση των συσκευασιών με τον Έλληνα εικονογράφο, Αλέξη Μάρκου. Επαληθεύοντας την επιλογή μας, ο εικονογράφος αποτύπωσε με μοναδικότητα την ελληνική φύση και ιστορικότητα των προϊόντων προσδίδοντας αποτέλεσμα υψηλής αισθητικής.

Με πόσους παραγωγούς συνεργάζεστε αυτή τη στιγμή και από ποιες περιοχές;

Η Ρυτόν από την αρχή έθεσε ως βασικό στόχο την αναζήτηση και χαρτογράφηση της αυθεντικής πρώτης ύλης, και την ανάπτυξη ενός πρότυπου δικτύου, ως επί το πλείστον μικρών και οικογενειακών παραγωγών. Αυτή την στιγμή συνεργαζόμαστε με τέσσερις παραγωγούς, δύο από την Κρήτη και 2 από την Μεσσηνία. Η επιλογή των δύο αυτών περιοχών δεν έγινε βέβαια καθόλου τυχαία, καθώς πιστεύουμε ότι τόσο η Κρήτη όσο και η Μεσσηνία αποτελούν δύο βασικούς πυλώνες της Ελληνικής γαστρονομίας.

Βρισκόμαστε σε μία χώρα με ιστορία στο ελαιόλαδο. Παρ' ολ' αυτά, παρατηρούμε ότι πολύς κόσμος δεν γνωρίζει την διαφορά ανάμεσα στο extra παρθένο ελαιόλαδο και το λάδι από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτή η άγνοια;

Είναι αλήθεια ότι επικρατεί άγνοια και σύγχυση σε μεγάλο μέρος του καταναλωτικού κοινού σχετικά με τις κατηγορίες και την ποιότητα του ελαιολάδου. Ως βάση για να ξεδιαλύνουμε λίγο το θέμα αυτό, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ανώτερη ποιότητα ελαιολάδου, με όλα τα ευεργετικά στοιχεία για την υγεία μας το προσφέρει το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο. Εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο είναι το λάδι που πληροί όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που ορίζει ο νόμος, ένα εκ των οποίων είναι οξύτητα μικρότερη από 0,8%, αλλά και να μην εμφανίζει κανένα «οργανοληπτικό» ελάττωμα. Τι σημαίνει αυτό; Εκτός από τη συμμόρφωση ως προς τα ποιοτικά-χημικά όρια θα πρέπει να μην έχει κανένα ελάττωμα ως προς τη γεύση και την οσμή, όπως τάγγισμα, μούχλα κλπ. Στην περίπτωση αυτή, το λάδι υποβιβάζεται από εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο σε απλό «παρθένο» η ακόμα χειρότερα σε «λαμπαντέ», μη βρώσιμο δηλαδή.

Αφού ξεκαθαρίσαμε εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, ας δούμε τώρα τους λόγους που ευνοούν τη σύγχυση που επικρατεί στην αγορά και ιδιαίτερα στους καταναλωτές. Καταρχάς, ένα μεγάλο ποσοστό διακίνησης ελαιολάδου γινόταν με τενεκέ από συγγενείς και φίλους. Έμπαινε λάδι στα σπίτια μας χωρίς κανένα ποιοτικό και οργανοληπτικό έλεγχο. Μάθαμε έτσι σε λάδια φτωχά ποιοτικά και κυρίως οργανοληπτικά. Σε λάδια που δεν παρήχθησαν, αποθηκεύτηκαν και διακινήθηκαν όπως θα έπρεπε. Συνηθίσαμε, εκπαιδευτήκαμε σε γεύσεις με ελαττώματα που θεωρήσαμε φυσιολογικά για ένα εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, με αποτέλεσμα τη σταδιακή υποβάθμιση του ελληνικού ελαιολάδου.

Και εδώ έρχονται οι μεγάλες εταιρείες του χώρου, που εκμεταλλευόμενες τους ελλιπείς ελέγχους από τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και την «γευστική σύγχυση» των καταναλωτών, κατακλύζουν τα Σ/Μ με λάδια κατώτερης οργανοληπτικής ποιότητας κάτω από το λαμπερό τίτλο «εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο». Δυστυχώς, οι καταναλωτές νομίζουν ότι αγοράζουν ένα ποιοτικό προϊόν, αλλά τελικά αγοράζουν ακριβά ένα υποδεέστερο και φθηνότερο προϊόν με αρνητικά χαρακτηριστικά ως προς τη γεύση και την οσμή.

Εκτός από την όποια πιθανή «εξαπάτηση» των καταναλωτών με την ετικέτα «εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο» όταν δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, έχουμε και τη προώθηση υποδεέστερων ποιοτικών λαδιών, τα οποία βαπτίζονται «ΚΛΑΣΙΚΟ» ή «ΑΓΝΟ» ελαιόλαδο και δεν είναι τίποτα άλλο από ραφιναρισμένο, επεξεργασμένο ελαιόλαδο, που δεν έχει καμιά σχέση με τον αγνό και θρεπτικό φυσικό χυμό της ελιάς.

Τι επιφυλάσσει το μέλλον για τη Ρυτόν;

Στα πλαίσια της κοινωνικής ευθύνης που μας αναλογεί, το όραμα μας από όταν ξεκίνησε η Ρυτόν ήταν η αναγκαιότητα ύπαρξης του μικρού παραγωγού και της συμβολής του στη διάσωση και την ανάδειξη της γνήσιας γεύσης. Με αυτήν τη λογική συνεχίζουμε σε κάθε βήμα που κάνουμε να στοχεύουμε στην ανάπτυξη του δικτύου μικρών παραγωγών. Επίσης, στόχος είναι να εμπλουτίζουμε το portfolio μας με νέα βιολογικά προϊόντα, καθώς θέλουμε να διατηρήσουμε και να αναδείξουμε τις τοπικές γεύσεις που αποτελούν τα πραγματικά εμβλήματα των μικρών περιοχών. Επίσης, ως εταιρεία έχουμε ήδη παρουσία σε αγορές του εξωτερικού, κάτι που επιθυμούμε να διευρύνουμε στο άμεσο μέλλον, καθώς με την καλώς εννοούμενη εξωστρέφεια μπορεί μια ελληνική εταιρεία να σταθεί με αξιώσεις σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον.