Με την Ουάσινγκτον ή με τη Μόσχα; Το ερώτημα που βασανίζει την Τουρκία

Μπορεί κάποιος να ξεκινήσει όποτε θέλει έναν πόλεμο, αλλά δεν μπορεί να τον τελειώσει όποτε αυτός επιθυμεί.
Anadolu Agency via Getty Images

Η κρίση στην Ουκρανία επαναφέρει για άλλη μια φορά τα μεγάλα και άλυτα ζητήματα που άφησε το ταχύτατο τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η διάλυση της ΕΣΣΔ συνοδεύτηκε από τη δημιουργία νέων ανεξάρτητων κρατών.

Η δημιουργία ενός κράτους απαιτεί τεράστιες θυσίες και σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ δύσκολη γιατί πρέπει να συντρέχουν τρεις βασικές προϋποθέσεις. Πληθυσμός, έδαφος στο οποίο αυτός κατοικεί αλλά και αποτελεσματική εξουσία.

Με άλλα λόγια, να μπορεί ένα κράτος να υφίσταται όχι μόνο νομικά (de jure) αλλά και να είναι λειτουργικό (de facto). Αναφορικά με τον πληθυσμό, τα πράγματα είναι ακόμη πιο περίπλοκα καθώς αυτός, δεν μπορεί να μην εξεταστεί με βάση ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Δεν είναι μόνο ο αριθμός των ανθρώπων αλλά και η ταυτότητά τους. Ποια γλώσσα μιλάνε, ποιες συνήθειες έχουν, ποια θρησκεία ασπάζονται και τελικά, τι συνείδηση έχουν.

Αυτά τα τελευταία χαρακτηριστικά, είναι και εκείνα που ωθούν τον ιστορικό ρου σε εξέλιξη.

Οι περισσότεροι πόλεμοι έγιναν γι’αυτά τα χαρακτηριστικά. Η Μαύρη Θάλασσα, ο Καύκασος, τα Βαλκάνια και η Μέση Ανατολή, έχουν εν πολλοίς αστάθεια, λόγω της ετερογένειας. Τα έθνη-κράτη ζητούν ομοιογένεια.

Στην Ουκρανία, άλλοι αισθάνονται ″Ρώσοι″ και άλλοι αισθάνονται ″Δυτικοί″ που δεν έχουν καμία σχέση με τη Μόσχα.

Η Τουρκία είναι μια χώρα που επίσης έχει τεράστιο πρόβλημα ομοιογένειας το οποίο πολλές φορές προσπάθησε να το καλύψει (πραγματοποιώντας γενοκτονίες και σφαγές) καθώς από τη μια μέρα στην άλλη, κατέρρευσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη διαδέχτηκε το τουρκικό κράτος.

Υπάρχουν τουλάχιστον 20 εκατομμύρια άνθρωποι που δεν ανέχονται τον χαρακτηρισμό ″ορεσίβιοι Τούρκοι″, και βέβαια αυτοί είναι οι Κούρδοι.

Στην Ουκρανία η Τουρκία βλέπει εφιάλτες ανάλογους με αυτούς που βλέπει στη Συρία όμως πλέον, δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα.

Οι τακτικισμοί του Ερντογάν έφτασαν στο τέλος τους και το μέλλον της Τουρκίας πλέον, δεν είναι στο χέρι της. Πιο συγκεκριμένα, η Τουρκία θα αναγκαστεί να πάρει μια πολύ δύσκολη και επώδυνη -σε συνέπειες- απόφαση.

Ο μύθος της ″ατρόμητης″ Τουρκίας έχει καταρρεύσει από τη μέρα που με αμηχανία η Άγκυρα αποδέχτηκε το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών.

Ο Ερντογάν αισθανόταν ασφαλής μέσα σε ένα άτυπο τρίγωνο μεταξύ αυτού, του Τραμπ και του Πούτιν.

Ο Λευκός Οίκος δεν έχει πλέον άλλα συγχωροχάρτια για την Τουρκία και δεν αφήνει να πέσει καρφίτσα σε ό,τι την αφορά.

Η Άγκυρα εδώ και καιρό προσπαθεί μανιωδώς να επαναπροσεγγίσει τις ΗΠΑ και τα ″tweets θάρρους″ του Ιμπραϊμ Καλίν του περασμένου καλοκαιριού (που απειλούσε τις ΗΠΑ οτι θα πληρώσουν τίμημα) δεν υπάρχουν πια.

Αντιθέτως, υπάρχει ανησυχία για την οργή που υπάρχει στην Ουάσινγκτον για τα πεπραγμένα του Ερντογάν.

Οι Αμερικανοί θεωρούν ότι οι Τούρκοι τους περιπαίζουν εδώ και αρκετά χρόνια.

Η Τουρκία από την πλευρά της, έχει προσλάβει λομπίστες στην Ουάσινγκτον και προσπαθεί να δείξει ότι είναι ″χρήσιμη″ στην Ουκρανία, όμως οι Αμερικανοί δεν πείθονται.

Ενώ η κρίση στο Κίεβο ίσως έχει ξεπεράσει σε ένταση ακόμη και τα έτη 2013-2014, η Τουρκία προσπάθησε να υπενθυμίσει στις ΗΠΑ την αξία της.

Παρόλα αυτά, στις 6/4/2021 και εν μέσω μεγάλης έντασης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία, το State Department ανακοίνωσε την εξειδίκευση των αμερικανικών κυρώσεων που υπάγονται στο νόμο CAATSA και επιβάλλονται στην Τουρκία, στοχεύοντας την τουρκική αμυντική βιομηχανία.

Αυτό ήταν ένα μήνυμα πως η Αμερική δεν θεωρεί την Τουρκία απαραίτητη για να επιλυθεί υπέρ των δυτικών συμφερόντων η κρίση στην Ουκρανία. Ο κύριος λόγος αφορά τις δεσμεύσεις που έχει η Άγκυρα απέναντι στη Ρωσία.

Η Μόσχα έχει στείλει πολλαπλά μηνύματα στην Τουρκία η οποία μπορεί στα λόγια να ″στηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, να υποστηρίζει τη νατοϊκή προοπτική του Κιέβου και να μην αναγνωρίζει την προσάρτηση της Κριμαίας″, όμως δεν μπορεί να κάνει τίποτε παραπάνω από αυτό.

Η τήρηση της Συνθήκης του Μοντρέ του 1936 που αφορά το καθεστώς των Στενών, είναι για τη Μόσχα μονόδρομος.

Την ίδια ώρα, οι ρωσικές δυνάμεις στη Συρία υπενθυμίζουν στην Τουρκία ότι είναι επί ξύλου κρεμάμενη η σταθερότητα και στα νοτιοανατολικά τουρκικά σύνορα, ενώ γνωρίζει καλά οτι η Τουρκία έχει παντού εχθρούς.

Ο Πούτιν όχι μόνο εξανάγκασε την Τουρκία στο να γίνει ο δούρειος ίππος των ρωσικών συμφερόντων στο ΝΑΤΟ και στη Μέση Ανατολή, αλλά έφτασε σε τέτοια επίπεδα εξάρτησης της τουρκικής ασφάλειας από το Κρεμλίνο, που πλέον οι ΗΠΑ και να θέλουν, δεν μπορούν να εμπιστευτούν το παιχνίδι της Τουρκίας.

Οι S-400, ο συμπληρωματικός ρόλος Ρωσίας και Τουρκίας στη Συρία και στη Λιβύη, η δραστηριοποίηση της Rosatom στην Τουρκία αλλά και η ίδια η ρευστότητα του τουρκικού πολιτικού σκηνικού, καθιστούν την Τουρκία ιδιαίτερα επίφοβη για ″σύμμαχο″ των ΗΠΑ. Αν ήθελε αυτό ο Πούτιν, σίγουρα το έχει πετύχει.

Σαν να μην φτάνει αυτό, η ισχυρή σύμμαχος του Ερντογάν στην Ευρώπη, η Καγκελάριος Μέρκελ, αποχωρεί το προσεχές φθινόπωρο και η φωνή του Μακρόν θα ακούγεται όλο και πιο έντονα εντός της ΕΕ, μαζί με αυτήν της Ελλάδας, της Αυστρίας αλλά και της Ιταλίας, η οποία κατάλαβε οτι η ″συνεργασία″ μεταξύ Ρώμης και Άγκυρας στη Λιβύη είναι αδύνατη.

Ο Πούτιν έχει ακόμη ένα πολύ ισχυρό χαρτί να παίξει εναντίον του Ερντογάν.

Ο Ρώσος πρόεδρος παίζει με τα φαντάσματα που κυνηγά ο Ερντογάν και αυτά αφορούν το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016.

Ο Τούρκος πρόεδρος και οι αυλικοί του θεωρούν πως οι Αμερικανοί μαζί με τον Γκιουλέν αποπειράθηκαν να τον ανατρέψουν και οτι ακόμη και αν οι ΗΠΑ ″κλείσουν το μάτι″ στην Τουρκία για να βοηθήσει το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, τότε αυτό ίσως να είναι και η τελική παγίδα για να αποσταθεροποιηθεί η Τουρκία και να τελειώσει κάθε ελπίδα για την πολιτική του επιβίωση.

Η ισχύς είναι πάνω από όλα ψυχολογικός έλεγχος του ισχυρού στον λιγότερο ισχυρό.

Την ίδια ώρα, η τουρκική οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα και η εποχή της ευεξίας που έφερναν οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί ανάπτυξης κυρίως μετά το 2007 μέχρι το 2014, έχουν παρέλθει.

Ο Ταγίπ Ερντογάν, πάνω στην απελπισία του για να τραβήξει την προσοχή των Αμερικανών, δήλωσε στην D-8 πως τα μουσουλμανικά κράτη πρέπει να προσπαθήσουν να μειώσουν την επιρροή του αμερικανικού δολαρίου και να δημιουργήσουν ένα δικό τους, κοινό νόμισμα. Αυτό θυμίζει κάποιες ιδέες του Καντάφι.

Το σκάνδαλο της Halkbank βρίσκεται στα χέρια των ΗΠΑ. Όμως και χωρίς να υπήρχε αυτό το σοβαρό ζήτημα που δηλητηριάζει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις μαζί με το θέμα των S-400, ο ρόλος των ΗΠΑ στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι τόσο σημαντικός που η Τουρκία δεν μπορεί να αγνοήσει.

Οι ανάσες από την Κίνα δεν επαρκούν για να σωθεί η τουρκική οικονομία.

Η αξιοπιστία της Τουρκίας μειώνεται ακόμη περισσότερο καθώς την ώρα που παίρνει κινεζικό δάνειο ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων, θυμήθηκε το ζήτημα των Ουιγούρων, κλείνοντας το μάτι στις ΗΠΑ για ακόμη μια φορά.

Στην πραγματικότητα, ο Ερντογάν έχει υπογράψει συμβόλαιο με την κινεζική Sinovac προκειμένου η Τουρκία να παραλάβει 100 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων και τα οποία, είναι ακόμη...στο δρόμο.

Η Τουρκία βλέπει πως οι ″φαντασιακές″ εναλλακτικές που είχε, δεν είναι ικανές για να εξασφαλίσουν ταυτόχρονα την οικονομική ευημερία, την κοινωνική συνοχή και την ασφάλεια της χώρας.

Η Τουρκία στο θέμα της Ουκρανίας θα πάρει αποφάσεις, ειδικά αν η κρίση αγγίξει δυσθεώρητα επίπεδα έντασης.

Η Τουρκία έχει να επιλέξει ανάμεσα σε μια δύναμη που μπορεί να ρυθμίσει την πιστοληπτική της ικανότητα και σε μια δύναμη που μπορεί να της δημιουργήσει τεράστια προβλήματα ασφάλειας τόσο στη Συρία, όσο και στον Καύκασο.

Το Αζερμπαϊτζάν, όσο ″αδελφό″ έθνος και αν είναι με την Τουρκία, χρωστάει την ευνοϊκή εκεχειρία στο Ναγκόρνο Καραμπάχ στη Ρωσία.

Κανένας πολιτικός στο Αζερμπαϊτζάν δε θα ήθελε να έχει το μέλλον του Αρμένιου πρωθυπουργού.

Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η εσωτερική πολιτική της Τουρκίας βρίσκεται σε μεγάλη ένταση λόγω και της φτωχοποίησης μεγάλου μέρους του τουρκικού πληθυσμού αλλά και του αυταρχισμού του οποίου υπέρμαχος είνα ο Τούρκος πρόεδρος.

Το Κουρδικό Κόμμα της Τουρκίας έχει τον αρχηγό του στη φυλακή.

Οι αγορές για να εμπιστευτούν την Τουρκία, θα χρειαστούν αποδείξεις οτι ο Ερντογάν θα επιλέξει σταθερά τη βάρκα που πλέει προς τη Δύση.

Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε και την αποδοχή όλων των νατοϊκών δεσμεύσεων σε μια περίοδο που η Ρωσία δείχνει οτι ζεσταίνει την πολεμική της μηχανή.

Είναι ίσως η πρώτη φορά που ο Ερντογάν θα ήθελε σταθερότητα γύρω του όμως τώρα που τη χρειάζεται, δεν είναι στο χέρι του να την οικοδομήσει.

Για άλλη μια φορά, η στρατηγική είναι αμείλικτη και μας υπενθυμίζει οτι μπορεί κάποιος να ξεκινήσει όποτε θέλει έναν πόλεμο αλλά δεν μπορεί να τον τελειώσει όποτε αυτός επιθυμεί.

Δημοφιλή