Μικροί Παράδεισοι: Οι ομορφιές της φύσης και των χρωμάτων της «ζωντανεύουν» σε νέα έκθεση

Η έκθεση της εικαστικού Χρύσας Βέργη παρουσιάζεται στο πλαίσιο του αφιερώματος «Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη»

Την Πέμπτη 24 Μαΐου, στις 20.00, η διεύθυνση του ξενοδοχείου Radisson BLU PARK HOTEL, ATHENS - στα πλαίσια του αφιερώματος «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ» - που διοργανώνεται για 6η συναπτή χρονιά, με επιμέλεια της ιστορικού τέχνης Ελένης Αθανασίου, παρουσιάζει έργα της εικαστικού Χρύσας Βέργη με τίτλο Μικροί Παράδεισοι. Τα έργα προέρχονται από την περίοδο 2000-2015 και θα εκτίθενται στους χώρους του ξενοδοχείου έως τις 31 Ιουλίου 2018.

Το Radisson Blu Park Hotel Athens με τη δράση του αυτή συνδέει τον τουρισμό με τον πολιτισμό, προβάλλοντας έργα σημαντικών Ελλήνων καλλιτεχνών τόσο στον ξένο επισκέπτη του ξενοδοχείου όσο και στη νεότερη γενιά Ελλήνων.

Εκτός από ένα μοντέρνο χώρο φιλοξενίας με έμφαση στο urban nature design, το Radisson Blu Park Hotel, έχει καθιερωθεί και ως ένα art hotel, με έργα τέχνης να ανανεώνονται με την εναλλαγή των καλλιτεχνών στην εκάστοτε έκθεση.

Λίγα λόγια για την καλλιτέχνιδα και το έργο της:

Η Χρύσα Βέργη αποτελεί μία από τις δυναμικότερες γυναικείες παρουσίες στη σύγχρονη νεοελληνική ζωγραφική. Ακολουθώντας μια καθαρά προσωπική γραφή με μεγάλη άνεση στη σύνθεση και χαρακτηριστικό αισθητικό ύφος, δίνει το δικό της στίγμα στην εξερεύνηση του τοπίου και πιο συγκεκριμένα της φύσης που συνιστά και το επίκεντρο της έρευνας και θεματολογίας της. Ξερά φυλλώματα, κατόψεις εδάφους, λίμνες και ποτάμια με άλλοτε ευδιάκριτο το βάθος τους και άλλοτε υπαινικτικό, αντανακλάσεις του ουρανού, των δένδρων και σπανίως κάποιων φιγούρων μέσα στο υγρό στοιχείο, συνθέτουν επεισόδια από μικρές ιστορίες με αφηγηματικούς συμβολιστικούς υπαινιγμούς και διακοσμητικές τάσεις. Εκφράζεται εικαστικά με λάδια και ακρυλικά σε εναλλαγή, χρωματίζει με νέους τόνους και συναίσθημα τα τοπία της και μεταφέρει στον καμβά την εκφραστική δύναμη του χρώματος, συνταιριάζοντας ρεαλιστικά, ιμπρεσσιονιστικά και εξπρεσιονιστικά στοιχεία ταυτόχρονα.

Στη συγκεκριμένη έκθεση, η ζωγραφική της, απαλλαγμένη από την τυπική αναπαράσταση που είχαμε συνηθίσει σε παλαιότερη δουλειά της και με γραφή σχεδόν αφαιρετική, κάνει ένα είδος action painting και φέρνει στην επιφάνεια του καμβά μια έμμεση αναταραχή γεμάτη κίνηση και ρυθμό. Ζωγραφίζει σχεδόν με όλο της το σώμα, σχεδόν σα να χόρευε και ακολουθεί έναν δικό της τρόπο δουλειάς χωρίς πολλές προετοιμασίες και αναστολές.

Συχνά, τοποθετεί τους τεράστιους καμβάδες της στο έδαφος όπως έκανε ο Jackson Pollock και χρησιμοποιώντας ένα είδος dripping technique χτίζει την ζωγραφική της επιφάνεια, άλλοτε με γαιώδη και άλλοτε με ψυχρά χρώματα. Η διαδικασία αυτή γίνεται σταδιακά, δουλεύοντας τα έργα της άλλοτε προσθετικά και άλλοτε αφαιρετικά, επαναπροσδιορίζοντας την εικόνα ανάμεσα στην εξαφάνιση και την επανεμφάνισή της.

Δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, ένα συμπαγές μωσαϊκό χρωμάτων - σε όλες τις διαβαθμίσεις του πράσινου που μεταβάλλεται σταδιακά σε κιτρινωπό-μέσω μιας χειρονομιακής αφαίρεσης, χωρίς προηγούμενο σχεδιασμό, χωρίς συγκεκριμένη σύνθεση, με έλεγχο του τυχαίου.

Όπως αναφέρει η επιμελήτρια της έκθεσης Ελένη Αθανασίου, «Ο ιδιότυπος υπαιθρισμός της Βέργη, με την ατμοσφαιρική προοπτική που σβήνει τα περιγράμματα προς το βάθος και προσδιορίζει το χώρο, αλλά και το παιχνίδι του φωτός και της σκιάς, γίνονται τα εκφραστικά της μέσα για να μεταφέρει στα έργα της την πνοή της φύσης και το νέο φως, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο ατμοσφαιρικό στοιχείο και στην εσωτερικότητα - ψυχή του χρώματος. Εξαρτά τον χρωματικό τόνο από την ένταση του φωτός και με σχεδιαστική ελευθερία, χρωματική ευαισθησία και θέαση από ψηλά (birds eye view), δίχως εγκεφαλικές διεργασίες, αποδίδει την φωτεινή εντύπωση της στιγμής αλλά και τις σπάνιες ατμοσφαιρικές όψεις που σχηματίζονται στους μικρούς της παραδείσους…» και συνεχίζει: «Η Χρύσα Βέργη έχοντας αφομοιώσει διδάγματα από πρωτοποριακούς κύκλους ζωγράφων κινείται μεταξύ παραστατικής γραφής και αφαίρεσης, ενεργοποιεί τις αισθήσεις μας και μας γοητεύει με μουσικές αρμονίες που αντιλαμβάνεται το μάτι στη φύση…»