Με τις συγγνώμες μου στον Λουί Εντουάρ
Eurokinissi

Τι έχει 161 λέξεις, σπάει τα προγνωστικά και δεν έχει καμιά δουλειά στην αστική μας δημοκρατία;

Να το πάρει το ποτάμι, το Άρθρο 3 του Συντάγματος.

Το Άρθρο 3 ρυθμίζει ζητήματα σχέσης κράτους-Εκκλησίας. Ελπίζω το κεφαλαίο (κυρίου ονόματος) να έγινε αντιληπτό. Ποιας Εκκλησίας; Όχι γενικά των οργανωμένων πιστών, όχι γενικά των χριστιανών, αλλά της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Αυτήν την εκδοχή της θρησκευτικής πεποίθησης ο κρατικός μας μηχανισμός αναγνωρίζει ως “επικρατούσα”. Αυτή η εκδοχή έχει το αποκλειστικό δικαίωμα στο “brand” της Αγίας Γραφής και την διάθεσή της, στη λογική της αντιπροσωπείας ανταλλακτικών υποθέτω. Αυτή η εκδοχή της θρησκευτικής πεποίθησης στολίζει σχολεία, δικαστήρια, δημόσιες υπηρεσίες και κάθε εθνική εκδήλωση (διότι η ελληνική ένδοξη ιστορία δεν είναι απλώς ηρωική- είναι η Γ΄ Σταυροφορία).

Πώς γίνεται κάθε φορά που πέφτω πάνω στο Άρθρο 3, να μου έρχεται στο μυαλό το “Να Τελειώνουμε Με Τον Εντύ Μπελγκέλ”;

Με τον Εντύ Μπελγκέλ θέλει να τελειώνει η επαρχιακή Γαλλία γιατί ο Εντύ Μπελγκέλ είναι ξένο σώμα στην επαρχιακή Γαλλία- ένα ομοφυλόφιλο πρόσωπο που δεν έχει καμιά δουλειά να παραμένει σε ένα χωριό της Πικαρδίας, να υφίσταται κηρύγματα ανδροπρέπειας, κοινωνική κατάκριση και υπαρξιακές κρίσεις. Οι άνθρωποι γύρω από τον Εντύ Μπελγκέλ δεν είναι κακοί, απλώς ομοιογενείς και στενόμυαλοι- επικίνδυνος συνδυασμός για έναν μικρόκοσμο, ίσως η συνταγή για να διαλέγουμε ενεργά την απομόνωση και το σκοτάδι.

Η Ελλάδα ήταν κάποτε έτσι.

Ίσως όχι η Αθήνα- αν και υπήρχαν ακόμα και στα ’90 γειτονιές που δούλευαν ως μικρόκοσμοι, οι πολύ εργατικές και οι πολύ άνετες. Από το 2000, ίσως όχι και η Θεσσαλονίκη. Πριν την κρίση, πάντως, και πολλές φορές και σήμερα, η ελληνική επαρχία δεν απέχει πολύ από εκείνο το χωριό της Πικαρδίας του ύστερου αιώνα.

Με πολλή αγάπη θυμάμαι ακόμα τον παππού μου να με σκουντά για να πάρω πρώτος το Άγιο Φως, και τη γιαγιά μου να μην αφήνει το καντήλι του Αρχαγγέλου να σβήσει, και τις γριες της γειτονιάς μου τα Χριστούγεννα να μου δίνουν διπλά χαρτζιλίκια στα κάλαντα επειδή με έβλεπαν παπαδάκι στο ιερό κάθε Κυριακή. Η Εκκλησία σήμαινε κάτι παραπάνω από θρησκεία για αυτούς τους ανθρώπους: σήμαινε τη χριστιανική ηθική και την χριστιανική ενότητα, δυο αξίες που αφήσαμε να μας ορίσουν μέχρι και την αλλαγή του αιώνα.

Αλλά τώρα, μαζί με τον αιώνα, άλλαξε και ο κόσμος.

Έχουμε διαδίκτυο- μαζί του, πρόσβαση στην γνώση και την κοινότητα. Έχουμε φτηνή και διαδεδομένη παιδεία, για να χτίσουμε την “ηθική” μας πάνω στις ανάγκες των γύρω μας, και όχι τις επιταγές ενός θρησκεύματος. Έχουμε και μια υπαρξιακή κρίση, από τότε που η επί τριάντα χρόνια τακτική μας στα πάντα απέτυχε.

Θα ήθελα πολύ να επιχειρηματολογήσω πάνω στο πολιτειακό σκέλος του διαχωρισμού κράτους - θρησκείας, αλλά σαν συζήτηση είναι πλέον passe. Έχει κακογεράσει. Μετά από τρεις αναθεωρήσεις, και στον δρόμο για την τέταρτη, μάλλον άλλη είναι η κουβέντα που χρειάζεται να κάνουμε.

Με λίγο λιγότερη αγάπη έχω απωθήσει από τη μνήμη μου όλες τις φορές που κάποιος ανώτερος ιερωμένος έχει προσπαθήσει να μου πει πώς να σκέφτομαι για τους αλλόθρησκους μετανάστες (μάλλον γιατί “Deus vult”), όλες τις φορές που άκουσα κάποιον “της εκκλησίας” να μιλάει χυδαία για άτομα με διαφορετικές επιλογές ζωής και όλες τις φορές που κάποιος προσπάθησε να με πιέσει να κάνω πράγματα που δεν θέλω πατώντας στις θρησκευτικές πεποιθήσεις μου.

Δεν δέχομαι πως το Σύνταγμα είναι απομαγνητοφώνηση καφενειακών διαλόγων. Για να υπάρχει κάτι εκεί, πάει να πει πως κάπου, κάπως, κάποιον δεσμεύει (αυτό που οι νομικοί λέμε “κανονιστική ισχύς”). Το Άρθρο 3 δεν είναι απλό “σύμβολο”, είναι διάταξη στον πιο ισχυρό νόμο της χώρας. Αλλά έστω πως έχει καθαρά συμβολική ισχύ:

Το χρειαζόμαστε;

Έχουμε δει χιλιάδες Εντύ Μπελγκέλ να φεύγουν στο περιθώριο ή να γελοιοποιούνται ως μη αρμόζοντες με μια κρατούσα χριστιανική ηθική: ομοφοβία, τρανσφοβία, πατριαρχικές εντάσεις, αντισημιτισμός, ισλαμοφοβία, η φήμη “αριστερά=αθεΐα”, το στίγμα στα σύμφωνα συμβίωσης, οι θεωρίες συνωμοσίας, η άνοδος της ακροδεξιάς, ακόμα και η καταδίκη πολιτιστικών φαινομένων στα κεφάλια ορισμένων, όλα τους σχετικά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με τη στάση που έχει διαλέξει να κρατήσει η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού σε πολιτικά ζητήματα. Πώς μπόρεσε να λάβει τέτοιες πολιτικές-κοινωνικές θέσεις; Με τη δικαιολογία πως “είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το ελληνικό έθνος”.

Δεν είναι πια (αν ήταν και ποτέ). Η πληθυσμιακή και πολιτιστική σύσταση του ελληνικού κράτους έχει αλλάξει. Και οι χιλιάδες αυτοί Εντύ Μπελγκέλ έχουν αρχίσει να γίνονται πλειοψηφία.

Εντύ, η Ελλάδα δεν είναι πλέον το χωριό της Πικαρδίας που χρειάζεται να εγκαταλείπεις. Το κλίμα σε σηκώνει πια, κι εσένα, και χιλιάδες σαν εσένα, και χιλιάδες με τα προβλήματά σου. Η ώρα που η κοινωνία ήθελε να τελειώνει μαζί σου πρέπει να περάσει.

Για αυτό, να τελειώνουμε (επιτέλους), όχι με τον Εντύ Μπελγκέλ, αλλά με το Άρθρο 3.

Δημοφιλή