Μια από τις σταθερές του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, ήταν η ύπαρξη συμφωνιών που διαμόρφωναν το απαραίτητο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, εξασφαλίζοντας περαιτέρω συνέχεια στην άσκηση Διοίκησης και πολιτικής.
Σήμερα, τα πράγματα διαμορφώνονται από ένα μεταβαλλόμενο πολωτικό κλίμα, πρωτοφανές διαιρετικό και διχαστικό για τις ΗΠΑ, αλλά και για τον ελεύθερο, δημοκρατικό κόσμο. Ένα κλίμα που παράγει διαιρέσεις, με λογικές και εμφύλιας αντιπαράθεσης. Και όλα αυτά συμβαίνουν εκατόν εξήντα χρόνια μετά τις συγκρούσεις μεταξύ Βορείων και Νοτίων, τον αμερικανικό εμφύλιο που προκλήθηκε από διαφορές οπτικές επι κοινωνικών ζητημάτων, όπως αυτό της δουλείας.
Στην Αμερική, συνέπεια των πρακτικών που ακολουθήθηκαν κατά την διάρκεια της Προεδρίας Τράμπ, αλλά και μετά από αυτήν, συντελέστηκε ένας μεγάλος και βαθύτατος διαχωρισμός, που ξεκίνησε από το συγκρουσιακό κλίμα που εκπέμπει ο ίδιος ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος, δημιουργώντας χάσμα διαίρεσης μεταξύ των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων, φθάνοντας έως την Κοινωνία. Ένας αλλοπρόσαλλος αναθεωρητισμός αναπτύχθηκε επιθετικά απέναντι στο φιλελεύθερο περιβάλλον.
Παρά το ότι οι πρόνοιες του Αμερικανικού Συντάγματος είναι τέτοιες που καθορίζουν με σαφήνεια πως διαμορφώνεται η άσκηση πολιτικής από τις δυο παρατάξεις, αυτές είχαν αρκετούς κοινούς παρονομαστές. Από την απελευθέρωση της Ευρώπης και το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από την διαίρεση της Ευρώπης με την εγκαθίδρυση δια της βίας ολοκληρωτικών σοσιαλιστικών καθεστώτων στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και την κατασκευή του Τείχους του Βερολίνου από την ανατολικογερμανική κομμουνιστική ηγεσία, ως συμβόλου της ψυχροπολεμικής διαίρεσης της ηπείρου μας, η Αμερική είχε διαχρονικές σταθερές συμφωνίες από τις δυο παρατάξεις των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων. Αυτές οι συμφωνίες διαμόρφωσαν σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνον το εσωτερικό της μεγάλης υπερατλαντικής δύναμης, αλλά και τις διεθνείς αντιλήψεις.
Από την περίοδο της πρώτης προεδρίας Τράμπ, αυτό άρχισε να αμφισβητείται και να υποχωρεί, να χάνεται αυτός ο συνθετικός κρίκος, από την στιγμή που το Ρεπουμπλικανικό κόμμα έχασε κάθε επαφή με την μακρά του διαδρομή. Και σήμερα, αυτές οι δυο δυνάμεις του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ βρίσκονται σε αυτή την τεράστια απόσταση. Και το πλέον τραγικό, μέσα από μια διαμόρφωση διχασμού και διαίρεσης.
Το υπαρξιακό αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν έρχεται να καθορίσει μόνον το αύριο της υπερατλαντικής δύναμης, αλλά συνολικά του Δυτικού κόσμου. Οι αμερικανικές εκλογές, η πορεία προς αυτές, καθορίσθηκαν από την διάχυση ενός έντονα πολωτικού και διαιρετικού κλίματος, που αναμφίβολα είναι αποσταθεροποιητικό. Και αυτή η διχαστική αποσταθεροποίηση, έχει τις ρίζες της στην προηγούμενη εκλογική διαδικασία, την ήττα Τράμπ την οποία δεν αποδεχόταν το 2020, την εισβολή ακραίων αντιδημοκρατικών στοιχείων στην Γερουσία. Αλλά και τα υπονοούμενα του περί κινδύνου νόθευσης του εκλογικού αποτελέσματος, δημιούργησαν ελλείμματα στην αμερικανική δημοκρατία.
Από την πρώτη θητεία Τράμπ, στον Δυτικό κόσμο, στις συμμαχικές χώρες, κυριαρχεί μια τάση παραγωγής αστάθειας σε ότι γνωρίζαμε στην διάρθρωση του μεταπολεμικού κόσμου. Με τις συνέπειες να έχουν γίνει ορατές, δημιουργώντας πρωτόγνωρες ταλαντεύσεις ως προς τις παγκόσμιες υποθέσεις, δημιουργώντας αστερίσκους ακόμα και στα κράτη-εταίρους της ΕΕ.
Το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών αναμφισβήτητα έρχεται να δημιουργήσει προβληματισμούς ακόμα και εντός των γεωπολιτικών συμμαχικών, εταιρικών σχέσεων. Τα όσα προηγήθηκαν στην περίοδο της πρώτης προεδρίας Τράμπ, προκάλεσαν την ενθάρρυνση ενός ριζοσπαστικού αναθεωρητισμού, που κινείται προς μια κατεύθυνση αντίθετη από όσα οικοδομήθηκαν στο μεταπολεμικό περιβάλλον, τις τελευταίες οκτώ δεκαετίες.
Ο αναθεωρητισμός που έχει ενσκύψει, με κυρίαρχο τον ρόλο του αυταρχικού Ρωσικού καθεστώτος, πέραν των απειλών που επιδεικνύει, όπως συμβαίνει στην πολύπαθη Ουκρανία, με την επιθετική του στάση ως προς το Διεθνές Δίκαιο, πραγματοποιεί απροκάλυπτες υπονομευτικές παρεμβάσεις κατά των Δυτικών ελεύθερων και δημοκρατικών αρχών, των πολιτικών τους συστημάτων. Είναι αυτός ο αναθεωρητισμός που επιδιώκει να υπονομεύσει το ευρωατλαντικό μέλλον χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά και άλλων ανεξάρτητων κρατών από την π. Σοβιετική Ένωση.
Το αμερικανικό δεσμευτικό πολιτικό πλαίσιο και η συμβολή της ελεύθερης Ευρώπης που διαμόρφωσαν το μεταπολεμικό σύστημα ασφαλείας, μέσα από την Συνθήκη ίδρυσης του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και την δημιουργία της ΕΟΚ, σήμερα απειλούνται από τις τάσεις απομονωτισμού που εμφανίζονται ακόμα και εντός των ΗΠΑ.
Μια αμερικανική μετατόπιση ως προς τις σταθερές του μεταπολεμικού κόσμου, αναπόφευκτα θα επηρεάσει και την Ευρώπη, την στιγμή μάλιστα που οι απειλές κυρίως από την Ρωσία ενισχύονται. Απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο, η Ευρώπη πρέπει να καταστεί πιο συνεκτική, λειτουργική, να κατευθυνθεί προς την πολιτική της ενοποίηση, να καθορίσει ένα νέο Μάαστριχτ, για μια νέα φάση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, για να γίνει το κοινοτικό κεκτημένο ξανά η προμετωπίδα των Ευρωπαίων.
Για την Ευρώπη, οι απειλές που εκδηλώνονται από την Ρωσία, οι αναθεωρητισμοί που διαμορφώνονται εντός και εκτός Ευρώπης, σε συνδυασμό με μια ενδεχόμενη μετατόπιση της νέας αμερικανικής διοίκησης, μια υποχώρηση της από τα παγιωμένα μεταπολεμικά δεδομένα, θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις. Απέναντι στον αναθεωρητισμό και στην αδράνεια που προκαλεί, υπονομεύοντας την συνεργασία των κρατών του Δυτικού κόσμου, η Ευρώπη καλείται να ενισχύσει το ενοποιητικό περιβάλλον, στο σύνολο του γεωγραφικού της χώρου, με έμφαση στα Δυτικά Βαλκάνια, στα ανατολικά ευρωπαϊκά σύνορα, αλλά και στην Μέση Ανατολή, στην Βόρειο Αφρική.
Και εναπόκειται στην ΕΕ να ενισχύσει τις στοχεύσεις για βαθύτερη ενοποίηση, να θέσει, διαμορφώνοντας όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που θα προσδιορίσουν τις επόμενες δεκαετίες. Επαναφέροντας στις συνθήκες του σήμερα, τις πιο εμβληματικές ιστορικές περιόδους που έχουν διαμορφώσει το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον. Αυτό το οποίο καθορίζει την Ευρώπη ως σταθερό θεματοφύλακα των συνθηκών της ειρήνης, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, ως στοιχείο που οριοθετεί την ευρωατλαντική εταιρική σχέση. Ειδικά σήμερα, που οι συγκρούσεις και οι διαιρέσεις σε έναν ευρύτερο χώρο δεν είναι απλά καταγραφή ηγεμονισμών.