Νίκος Ξανθόπουλος. ‘Όταν ο κινηματογράφος διδάσκει ναυτοσύνη

Νίκος Ξανθόπουλος. ‘Όταν ο κινηματογράφος διδάσκει ναυτοσύνη
Νίκος Ξανθόπουλος, Τα ψίχουλα του κόσμου, 1967
Νίκος Ξανθόπουλος, Τα ψίχουλα του κόσμου, 1967
Ταξιδεύουμε για να ζήσουμε, δεν είμαστε ούτε Θεοί, ούτε Άγιοι. Ας είμαστε τουλάχιστον σωστοί άνθρωποι, όσο μπορούμε...” Σε ρόλο καπετάνιου ο Νίκος Ξανθόπουλος, απευθυνόμενος προς το πλήρωμα του πλοίου του, στην ταινία «Τα ψίχουλα του κόσμου», 1967.

Κάποιες φορές, κυρίως εμείς οι στεριανοί, ψάχνουμε τις λέξεις, παλεύουμε με τα σημεία στίξεως, πρώτα για να αντιληφθούμε κι ύστερα για να ορίσουμε τον όρο ναυτοσύνη.

Λοιπόν ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος, για να φανούν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες που παλεύουν μέσα στις θάλασσες, από μια ταινία του Νίκου Ξανθόπουλου.

Σπουδαίος ηθοποιός και τραγουδιστής που εξακολουθεί να γνωρίζει τη λατρεία του κοινού. Αν και μόνο στις οκτώ, από τις περίπου 50 κινηματογραφικές ταινίες που πρωταγωνίστησε, το σενάριο κούμπωνε πάνω σε μια θαλασσινή ιστορία κι όμως η γνησιότητα και η πηγαία αλήθεια των ρόλων είναι τέτοια που δε χωρούν αμφισβητήσεις.

Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που το πέρασμα του χρόνου, αντί να λυγίσει, δυνάμωσε ακόμη περισσότερο εκείνα τα φιλμ, χάρισε ζωή στους χαρακτήρες, τόσο που ξεπέρασαν τις δυο διαστάσεις. Σε κάθε ευκαιρία επανάληψης μοιάζει να σκίζουν το κινηματογραφικό πανί. Ενώ σήμερα, αυτό κι αν είναι το παράδοξο, θυμίζουν αληθινά στιγμιότυπα θαλασσινών της διπλανής πόρτας.

Μοναχοπαίδι, ο Νίκος Ξανθόπουλος γεννήθηκε το Μάρτη του ’37 στη Νέα Ιωνία, από ξεριζωμένους Πόντιους γονείς. Ο πατέρας ήταν τσαγκάρης-ναυτικός κι η μάνα εργάτρια. Τα παιδικά του χρόνια κύλησαν μέσα στην κατοχή, ο Νίκος Ξανθόπουλος δε ξεχνά, όπως λέει σε παλαιότερες συνεντεύξεις του:

“ζήσαμε τον πόλεμο, είδαμε πράματα που καλύτερα να μην τα δούνε οι σημερινές γενιές”.

Σημαιοφόρος στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο, ένα παιδί που λάτρευε τη γνώση, χανόταν μέσα στα βιβλία, ο Νίκος ήθελε να γίνει φιλόλογος, όμως η μοίρα είχε άλλα σχέδια για κείνον. Το 1953 θα μπει στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου και ακολούθησε τη δύσκολη καριέρα του ηθοποιού.

Στην αρχή ήταν το θέατρο, όμως το πρώτο διάστημα δεν ήταν καθόλου εύκολο, άσημος και συνάμα φτωχός ηθοποιός, ίσως να μην υπάρχει χειρότερο μίγμα!

Πολύ σύντομα το ταλέντο του θα απογειωθεί, ο κόσμος ζει τις ταινίες του, κλαίει-γελάει, ταυτίζεται μαζί του.

Η μια επιτυχία ακολουθεί την άλλη κι εκείνος, άνθρωπος με ήθος, μόρφωση και βαθιά ενσυναίσθηση, δεν ξεπουλιέται σε φακούς κι εξώφυλλα. Αντίθετα παραμένει με τα πόδια σταθερά στη γη, δέχεται το θαυμασμό, καμαρώνει το χειροκρότημα κι ύστερα με τη δουλειά του τιμά και ανταποδίδει την αγάπη, ειδικά με τη φωνή του δίκαια κατακτά τον τίτλο «παιδί του λαού»!

Η θάλασσα χόρταινε τη ζωή του, από παιδί τα καλοκαίρια τα περνούσε στον αδελφό της μητέρας του, στη Δραπετσώνα. Λίγα χρόνια αργότερα, στον άγριο εμφύλιο, όταν ο πατέρας του θα τραβήξει για το βουνό, αντάρτης με τον Άρη Βελουχιώτη, ο Νίκος Ξανθόπουλος θα πάρει τη θέση του για μεροκάματο, δουλεύει σε ένα καΐκι στην Πάτρα. Ακόμη μια φορά, το 1962-63, απογοητευμένος από τη δουλειά στο σανίδι, σκέφτεται να βγάλει ναυτικό φυλλάδιο, είχε ξάδελφο Αρχικαπετάνιο, αυτός λοιπόν θα τον έστελνε σε ένα πλοίο φορτηγό κι έτσι θα γυρνούσε τον κόσμο. Όμως, όπως ο ίδιος γράφει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο, ενώ λάτρευε τη θάλασσα εκείνη τον ζάλιζε!

Από το 1970 οργανώνει μουσικό θίασο και σα νάταν χρόνο-καιρό μπαρκαρισμένος σε βαπόρι, πολλές φορές φέρνει βόλτα όλο τον πλανήτη.

- Με αυτά τα λιγοστά θαλασσινά εφόδια, πως γίνεται κανείς να νιώθει την έννοια της ναυτοσύνης στο πετσί του; Ο Ξανθόπουλος την αποδίδει με περίσσια άνεση και μαστοριά στον κινηματογραφικό φακό!

Πέρα από τις σπουδές και την πείρα της ναυτικής τέχνης, ο τρόπος να ζυγίζεις τη θάλασσα είναι προνόμιο που χαρακτηρίζει τον ελληνισμό, έρχεται από το πιο βαθύ παρελθόν και τραβά ίσα μπροστά, δίχως να λογαριάζει την εξέλιξη, η ναυτοσύνη είναι στοιχείο που λες και δίνεται μαζί με το πρώτο Μυστήριο, με το βάφτισμα του μωρού στη κολυμπήθρα.

Στο πρόσωπο του Ξανθόπουλου ταιριάζει ο άγνωστος Έλληνας ναυτικός, είναι το DNA, το αίμα που τρέχει στις φλέβες, έτσι νοτισμένο από την αρμύρα, ξεπερνά την άγρια καταιγίδα, αντιστέκεται στον πιο σκληρό Βοριά. Ξέρει πως και που πρέπει να σταθεί πάνω σε ένα πλεούμενο, γνωρίζει από αλληλεγγύη, μιλά ντόμπρα, δε σφάλει, μονάχα με δουλειά γίνεται κολάϊ στη θάλασσα κι όταν τύχει να δέσει σε ένα λιμάνι, τότε σε πολλές στιγμές μοιάζει με τον αμάθητο έφηβο, που χάνεται από την πονηριά των στεριανών ανθρώπων.

Κάθε ναυτικός ρόλος του Ξανθόπουλου ήταν και ένα ανεπανάληπτο μάθημα ζωής, ίσως κάποιες φορές τα σενάρια να αμφισβητήθηκαν, τα γυρίσματα να πραγματοποιήθηκαν με πενιχρά μέσα, ωστόσο η αλήθεια είναι ότι έμειναν να χαρακτηρίζουν ολάκερη την κοινωνία και την εποχή της.

Στην ταινία “Η σφραγίδα του Θεού”(1969), που σε πρώτη προβολή είδαν περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι, ο Νίκος Ξανθόπουλος υποδύεται έναν ναυτικό που επιστρέφει στο νησί του μετά από πολλά χρόνια. Έχει σκοπό να απαλλάξει από την ατίμωση το όνομα του νεκρού πατέρα του και να κλείσει τα χρέη, παίρνοντας πίσω το καΐκι της οικογένειάς του. Σε έναν διάλογο, με τη χαροκαμένη μάνα του, θα της πεί:

“Τώρα είμαι κοντά σου εγώ, μη μου πικραίνεσαι, θα έρθει μια μέρα που θα πάψεις να βασανίζεσαι, να λοιπόν που γίναν όλα. Σε ευχαριστώ μάνα, ναξερες πως περάσαν όλα αυτά τα χρόνια στα καράβια, από μπάρκο σε μπάρκο να οργώνεις της θάλασσες, ερχόντουσαν στιγμές που έλεγα πως θα τσακίσω, τότε θυμόμουν εσένα και το καΐκι μας…”

Αλλά και πάνω στο καΐκι, με συμπρωταγωνιστή τον Ανέστη Βλάχο, σε μια σκηνή με θέμα το κλείσιμο μιας δουλειάς, ο Ξανθόπουλος θα πει:

“όταν σηκώνεται το κύμα βουνό Παναγή και ναυαγήσεις στο πέλαγος, το κάνεις χαλάλι. Αλλά να πνιγείς εδώ, μέσα στο λιμάνι, είναι κάτι που δεν το χωράει ο νους.”

Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ξεκινά την καριέρα του στον κινηματογράφο με την ταινία“Η ζωή μου αρχίζει με σένα”, (1958, Φίλιππος Φυλακτός).

Αλήτης στο λιμάνι του Πειραιά, στο υπέροχο“Σπίτι της ηδονής” (1961 Γιώργος Ζερβουλάκος).

Πλοίαρχος στο φιλμ “Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί” (1967) Απόστολος Τεγόπουλος, ακόμη μια φορά καπετάνιος στο “Τα ψίχουλα του κόσμου” (1967 Αποστ. Τεγόπουλος), λιμενεργάτης και σφουγγαράς στην“καρδιά ενός αλήτη” (1968, Απ. Τεγόπουλος).

Ναυτικός και καραβοκύρης στη “Σφραγίδα του Θεού” (1969, Απ. Τεγόπουλος), ακόμη και Υδραίος ψαράς, στην ταινία“Εσένα μόνο αγαπώ” (1970 Απ. Τεγόπουλος) ή εργάτης σε καρνάγιο στο“Γιακουμής, μια ρωμεϊκη καρδιά” (1970, Απ. Τεγόπουλος).

Η σημειωτική των εικόνων δεν αφήνει περιθώρια στη σκέψη, καπετάνιος που προσφέρει το φαγητό και ανοίγει το πορτοφόλι του στους ναύτες, φτωχός λιμενεργάτης, ερωτευμένος ψαράς, ακόμη και κυνηγημένος αχθοφόρος στο λιμάνι. Ήρωες που λατρέψαμε, ίσως γιατί κάπου μέσα στο πανί διακρίναμε τον εαυτό μας.

Γνήσιοι ναυτικοί ρόλοι, με κοινή συνισταμένη το ήθος, τη τιμιότητα και κείνο το ρημάδι το φιλότιμο, που όλοι ψάχνουμε μέσα κι έξω από τον εαυτό μας. Αναφορά στο μεγαλείο ενός λαού με μιά, γιατί όχι, ζητούμενη υπερβολή, πολύ μακριά όμως από φτιασίδια κι ασύστολα ψέματα.

Κόπιες χιλιοπαιγμένες, γεμάτες γραμμές, ξεθωριασμένες και ίσως θαμπές, όμως εξακολουθούν να κάνουν τους ανθρώπους να βουρκώνουν.

Άραγε πως γίνεται, ενώ η εποχή αυτών των ταινιών ναναι παρελθόν, όμως τα σενάρια και οι ήρωες των ταινιών να γεννούν τέτοια συναισθήματα;

*Η φωτογραφία του Νίκου Ξανθόπουλου, που συνοδεύει το άρθρο, είναι από την ταινία “Τα ψίχουλα του κόσμου”, από παλαιοπωλείο στο Μοναστηράκι.

Δημοφιλή