Θετική η πρώτη εκτίμηση στις προτάσεις για το Ασφαλιστικό από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους

Θετική η πρώτη εκτίμηση στις προτάσεις για το Ασφαλιστικό από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους
Eurokinissi

Την ανάγκη εφαρμογής του νέου μνημονίου, με όσες βελτιώσεις είναι ακόμη δυνατές, τονίζει στην τριμηνιαία του έκθεση για την περίοδο Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2015 το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους (ΓΠΚ), καθώς όπως υπογραμμίζει εάν αποτύχει τότε η επιστροφή στην ανάπτυξη διακυβεύεται. Στην ίδια έκθεση σημειώνεται ότι η διαχείριση-αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι πολιτικό θέμα, που θα πρέπει να λυθεί άμεσα και αποτελεσματικά, ενώ για το Ασφαλιστικό οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν ότι η στόχευση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης θα πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη ώστε να μην οδηγηθούμε σε κατάρρευση.

Ειδικότερα, στην έκθεση του το ΓΠΚ λέει πως «η μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ του νέου (τρίτου κατά σειρά) Μνημονίου παραμένει μείζον πολιτικό γεγονός και συνιστά λόγο αισιοδοξίας, καθώς ήταν ένα πρώτο βήμα για να αναιρεθεί ο διχασμός της πολιτικής και των πολιτών σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς και να δημιουργηθεί ελάχιστη συναίνεση για τους “κανόνες του παιγνιδιού”. Παρόλα αυτά, μόνο η ανάπτυξη θα θωρακίσει αυτή τη διαδικασία δημιουργίας μιας ελάχιστης συνέχισης και θα απο- τρέψει ουσιαστικά μελλοντικούς κινδύνους».

Στην ίδια έκθεση γίνεται λόγο για το εύρος των δημοσιονομικών προσαρμογών και των μεταρρυθμίσεων που ακόμα απαιτούνται και αλλάζουν το πρότυπο οικονομίας και κράτους στη χώρα καθώς τροποποιούν τα δεδομένα σε σειρά ολόκληρη περιοχών πολιτικής.

Η στόχευση αυτή αποβλέπει στη μεταβολή των κανόνων του παιγνιδιού με αναπτυξιακή προοπτική και όχι απλά αμυντική για να αποφύγουμε τα χειρότερα συνεχίζουν οι αναλυτές και προσθέτουν για για έναν ηράκλειο άθλο, προειδοποιώντας παράλληλα ότι όχι μόνο στις δεδομένες συνθήκες, αυτή η ανάπτυξη μπορεί να μη συνδέεται με σημαντική αύξηση της απασχόλησης, αλλά και ότι δεν πρέπει να υποτιμάται ο κίνδυνος να αποτύχει το πρόγραμμα πολιτικά.

Συνολικά, η πολιτική προσαρμογής θα αποτύχει αν η χώρα δεν επιστρέψει σε τροχιά σταθερής ανάπτυξης» τονίζεται στην έκθεση.

Τα επόμενα βήματα τους επόμενους μήνες, μέχρι τον Μάρτιο-Απρίλιο 2016

Θα πρέπει να συμφωνηθούν με τους θεσμούς και να αρχίσουν να εφαρμόζονται δύσκολες μεταρρυθμίσεις. Η πορεία τώρα για τους επόμενους μήνες είναι χαραγμένη και περιλαμβάνει κυρίως αποφάσεις για:

  • την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων το 2016,
  • το ασφαλιστικό, για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση δημοσιοποίησε στις 4.1.2016 την πρότασή της ανοίγοντας με τον τρόπο αυτό το διάλογο με τους «θεσμούς»,
  • το φορολογικό (αναμένεται τον επόμενο Μάρτιο)
  • το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Οικονομικής Στρατηγικής 2017-2020
  • τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης
  • τις μεταρρυθμίσεις στον Τραπεζικό Τομέα και
  • τη μεταρρύθμιση στον τομέα της Ηλεκτρικής Ενέργειας
  • Για το Ασφαλιστικό

Οι συντάκτες της έκθεσης του ΓΠΚ αναφέρουν πως με τα σημερινά του χαρακτηριστικά το ασφαλιστικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο.

«Κατά πρώτη εκτίμησή μας, οι προτάσεις της κυβέρνησης για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συνιστούν ένα πολιτικά επώδυνο (για την ίδια και την αντιπολίτευση) βήμα διόρθωσης του συστήματος. Αν εφαρμοσθούν σωστά, επιφέρουν μερικές διορθώσεις στη σημερινή κατάσταση» αναφέρουν και εξηγούν:

  • Εξορθολογίζουν εν πολλοίς το σύστημα (αύξηση ορίων συνταξιοδότησης, βαθμιαία έστω κατάργηση πρόωρων συντάξεων, επανεξέταση ποσοστών αναπλήρωσης, ορο- φές στις διπλές συντάξεις κλπ).
  • μειώνουν δυνητικά το «λειτουργικό» (= γραφειοκρατικό) κόστος ενοποιώντας Ταμεία
  • το κάνουν διαφανέστερο (ενιαιοποιώντας π.χ. τα κριτήρια συνταξιοδότησης),
  • υπό όρους αποτελεσματικότερο (ως προς τα έσοδα),
  • εν μέρει δικαιότερο καθώς επιβαρύνουν λιγότερο τους χαμηλοσυνταξιούχους (εν μέ- ρει διότι π.χ. από την άλλη πλευρά ευνοεί του σημερινούς συνταξιούχους σε βάρος των σημερινών απασχολούμενων),
  • συμβάλλουν εν μέρει στη βιωσιμότητα μειώνοντας τη συνταξιοδοτική δαπάνη και αυξάνοντας τα έσοδα.
  • Τέλος, η νέα «αρχιτεκτονική» του συνταξιοδοτικού συστήματος που επαναφέρει και συμπληρώνει τις ρυθμίσεις νόμου 3863/2010 (νόμου Λοβέρδου)15 αποτελεί μια καλή βάση για συζήτηση. Και, οπωσδήποτε, η επάνοδος της χώρας στην ομαλότητα έχει προτεραιότητα.

«Η έκρηξη του ασφαλιστικού συστήματος είναι προ των πυλών και η μεταρρύθμισή του αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Κύριο μέλημα θα πρέπει να είναι η διασφάλιση ενός βιοτικού επιπέδου για όλους τους πολίτες λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη την γήρανση του πληθυσμού, τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, τον κίνδυνο των "ηλικιωμένων φτωχών" αλλά και το γεγονός ότι το ασφαλιστικό και η σύνδεσή του με την οικονομία καθορίζει τόσο το κοινωνικό όσο και το αναπτυξιακό μοντέλο, επηρεάζοντας τους ρυθμούς μεγέθυνσης.

Είναι γεγονός ότι τα μέτρα θα είναι επώδυνα διότι η καθυστέρηση επίλυσης του ασφαλιστικού επιδείνωσε την κατάσταση. Οι μεταρρυθμίσεις αποδίδουν καλύτερα σε περιόδους ανάπτυξης παρά σε περιόδους οικονομικής κρίσης αλλά δεν γίνεται κατανοητό ότι πρέπει να γίνουν τότε.

Το ζητούμενο είναι μια μακροπρόθεσμη λύση για το ασφαλιστικό και όχι απλώς επίτευξη των στόχων του μνημονίου. Το πολιτικό κόστος της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι τεράστιο και προϋποθέτει συναίνεση. Η συνεχής μετακύληση της ευθύνης δεν αποτελεί λύση.

Εκτός από τον διάλογο ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις χρειάζεται διάλογος και με τις κοινωνικές δυνάμεις και ιδιαίτερα τους νέους, όχι μόνο για την αντιμετώπιση των κοινωνικών αντιδράσεων αλλά για την διασφάλιση του πώς θα ρυθμιστούν οι δικές τους συντάξεις μιας και αυτοί καλούνται να μειώσουν το βιοτικό τους επίπεδο για να χρηματοδοτήσουν τους ήδη συνταξιούχους προσδοκώντας όμως το ίδιο στο μέλλον.

Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση στην τελική της μορφή πρέπει να απαντά και να προβλέπει τυχόν προβλήματα και αδυναμίες που είναι δυνατόν να προκύψουν. Η στόχευση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης θα πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη ώστε να μην οδηγηθούμε σε κατάρρευση.

Οι μειώσεις πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαιες και να μην επιβαρύνουν δυσανάλογα τους νέους εργαζόμενους και δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγηθούμε σε ένα προνοιακό σύστημα. Ειδάλλως, τίθεται σε κίνδυνο οποιαδήποτε προσδοκία ανάπτυξης. Το βιοτικό επίπεδο θα χειροτερεύσει και η κοινωνία θα αποσταθεροποιηθεί...»

Προβληματισμοί

Όπως σχολιάζουν οι συντάκτες της έκθεσης «αυτή η κατ’ αρχάς θετική αξιολόγηση δεν μας εμποδίζει όμως να διακρίνουμε συζητήσιμες επιλογές και πιθανές αρνητικές παρενέργειες και, κυρίως, τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία ορισμένων επιλογών, ούτε ότι ορισμένες ρυθμίσεις εκπέμπουν λάθος μηνύματα (π.χ. η προσωπική διαφορά). Βέβαια, σε ένα πολύπλοκο σύστημα, κάθε παρέμβαση σε οποιοδήποτε σημείο μπορεί να έχει και δυσμενείς επιπτώσεις σε άλλες παραμέτρους. Για παράδειγμα, οι σημερινές συντάξεις επιτρέπουν τη στήριξη των νέων ανέργων στο πλαίσιο της οικογενειακής αλληλεγγύης».

Η φορολογική μεταρρύθμιση

Ένα ακόμη μεγάλο βήμα είναι η φορολογική μεταρρύθμιση, της οποίας οι προτάσεις της Κυβέρνησης αναμένονται τον Μάρτιο του 2016, συνεχίζει η έκθεση και προσθέτει:

«Η αστάθεια της φορολογίας που πήγαζε στο παρελθόν από τη δημοσιονομική ακαταστασία ήταν (και παραμένει) το σημαντικότερο εμπόδιο για επενδύσεις». Όμως σύμφωνα με την ίδια πηγή η συνεχής αύξηση φόρων ιδίως μέσα σε περιβάλλον οικονομικής ασφυξίας, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική. Ενισχύει την ύφεση καθώς και ακυρώνει πολλά επενδυτικά σχέδια.

«Επιπρόσθετα, η Ελληνική Κυβέρνηση με τη νομοθέτηση υψηλών φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις, φέρνει την ελληνική οικονομία σε μειονεκτική θέση καθώς σπρώχνει τις ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα προς άλλες χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές αλλά και με φιλικότερο, ευνοϊκότερο περιβάλλον για επενδύσεις. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση των φορολογικών εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης και άρα η μείωση της δυνατότητας επαρκούς χρηματοδότησης δημοσίων δαπανών χωρίς εξωτερικό δανεισμό.

Όσον αφορά στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2017-2020

«Σημειώνουμε ότι θα πρέπει να ανταποκρίνεται όχι απλά σε κοινοτικούς κανόνες αλλά στην ανάγκη να σχεδιάζεται η οικονομική και κοινωνική πολιτική σε βάθος χρόνου. Μόνον έτσι μπορεί να διασφαλισθεί η συνοχή των διαφόρων μέτρων, ο σταθερός προσανατολισμός της οικονομικής πολιτικής και ο περιορισμός ευκαιριακών αποφάσεων που υπακούουν σε περιστασιακές συγκυρίες συμφερόντων και ιδεών. Όλα αυτά είναι πλέον καλά τεκμηριωμένα. Άλλωστε η ελληνική εμπειρία με κοντόθωρες αποφάσεις είναι πικρή. Το Μεσοπρόθεσμο, αν σχεδιασθεί σωστά και, το σπουδαιότερο, αν τηρηθεί, θα αποτελέσει πραγματική καινοτομία στην ελληνική οικονομική πολιτική. Στο παρελθόν μετατράπηκε απλά σε άσκηση επί χάρτου».

Για το Δημόσιο Χρέος το ΓΠΚ αναφέρει πως το τεράστιο συσσωρευμένο χρέος θα επικρέμαται ως «δαμόκλειος σπάθη» πάνω από την ελληνική οικονομία και θα απειλεί να θολώνει τις προοπτικές της κάθε φορά που θα αντιμετωπίζει εξωτερικές διαταραχές ή άλλες δυσκολίες.

«Δεδομένου ότι παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζουν και άλλες χώρες της ΕΕ μια τολμηρή λύση σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα συνέβαλε θετικά στην ανάπτυξη παντού» προτείνεται.

Μετά το μνημόνιο

Στην έκθεση εκτιμάται πως λογικά η χώρα μας δεν θα χρειασθεί ένα νέο πρόγραμμα αν το τρέχον εφαρμοσθεί ικανοποιητικά (και αξιολογηθεί θετικά).

«Ίσως χρειασθεί στο τέλος να ανοιχθεί μια προληπτική γραμμή πίστωσης στον ΕΜΣ. Υπενθυμίζουμε όμως ότι τα κριτήρια για το άνοιγμα αυτής της πίστωσης είναι ότι το κράτος μέλος συμμορφώνεται στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), το χρέος του είναι βιώσιμο, προσφεύγει ήδη στις αγορές για δανεισμό, έχει πετύχει σταθερά βελτιωμένο εξωτερικό ισοζύγιο και δεν έχει προβλήματα πτώχευσης τραπεζών. Αλλά πρέπει να σημειώσουμε ότι και τότε ακόμα, αν όλα πάνε καλά, η χώρα θα υπάγεται σε «ενισχυμένη παρακολούθηση» (enhanced post-programme surveillance). Ο λόγος είναι ότι ισχύουν οι κανόνες της Νέας Οικονομικής Διακυβέρνησης στην ΕΕ που προβλέπουν τέτοια εποπτεία όσο καιρό ένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης δεν έχει αποπληρώσει 75% των δανείων που έχει λάβει από τους μηχανισμούς EFSF/EFSM/ESM. O δρόμος ως την αποκατάσταση ομαλών οικονομικών συνθηκών θα είναι μακρύς και δύ- σβατος, θα γίνεται εντός της θεσμικής δομής της ΕΕ και δεν ωφελεί να αγνοούνται οι δυσκολίες».

Για το 2016, η Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού προβλέπει περαιτέρω συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας κατά 0,7%. Η Ιδιωτική και η Δημόσια Κατανάλωση προβλέπεται να μειωθούν κατά 0,7% και 1%, αντίστοιχα.

Ο Κρατικός Προϋπολογισμός (ΚΠ) στο δωδεκάμηνο

Για το δωδεκάμηνο του 2015 ο Κρατικός Προϋπολογισμός εμφανίζει ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα € 2,27 δισ. ή 1,3% του ΑΕΠ και συνολικό έλλειμμα (συνυπολογίζοντας και τους τόκους) € 3,53 δισ. ή 2,0% του ΑΕΠ. Το Πρωτογενές

Αποτέλεσμα (πλεόνασμα) του ΚΠ είναι μικρότερο κατά € 0,99 δισ. ή κατά 30,3% έναντι της αντίστοιχης εκτίμησης όπως αποτυπώνεται στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2016 (πλεόνασμα € 3,26 δισ.) για το δωδεκάμηνο του 2015 και μεγαλύτερο κατά € 0,39 δισ. ή κατά 21,26% σε σύγκριση με τις αντίστοιχο αποτέλεσμα της ίδιας περιόδου του 2014.

Αντιστοίχως, μεγαλύτερο έναντι της αντίστοιχης εκτίμησης όπως αποτυπώνεται στην Ει-ση- γητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2016 (€ -2,57 δισ.) κατά € 0,96 δισ. ή κατά 37,2% εμφα- νίζεται και το συνολικό έλλειμμα του ΚΠ (€ -3,53 δισ. ή 2,0% του ΑΕΠ) στο δωδεκά-μηνο του 2015 και μικρότερο κατά € 0,17 δισ. ή κατά 4,52% σε σύγκριση με τις αντίστοιχο αποτέλεσμα της ίδιας περιόδου του 2014.

Δημόσιο Χρέος

Αναφορικά με το δημόσιο χρέος (Γενικής Κυβέρνησης), στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπο- λογισμού του 2016 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 180,2% του ΑΕΠ (€ 316,5 δισ.) το 2015, ενώ προβλέπεται να ανέλθει στο 187,8% του ΑΕΠ (€ 327,6 δισ.) το 2016. Η αύξηση του χρέους – εν μέσω εφαρμογής μιας σφικτής δημοσιονομικής πολιτικής -προκύπτει από τις δαπάνες για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την εξυπηρέτηση υποχρεώσεων του Δημοσίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού του 2015, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης το 2015 προβλεπόταν να διαμορφωθεί στο 171,4% του ΑΕΠ (€ 316,9 δισ.), ενώ η εκτίμηση για το 2014 ήταν 177,7% του ΑΕΠ (€ 318 δισ.). Σήμερα, το ελληνικό χρέος ανέρχεται περίπου σε €320 δισ.

Στο πλαίσιο αυτό, διευκρινίζεται στην έκθεση, ο υψηλός λόγος χρέους προς ΑΕΠ δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους. Θέματα όπως μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση χρέους αναμένεται να αποτελέσουν το επίκεντρο μιας μακράς διαπραγματευτικής διαδικασίας που θα ξεκινήσει στους προσεχείς μήνες, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του νέου προγράμματος προσαρμογής.

Η άποψη του ΓΠΚ, όπως έχει κατατεθεί και στο παρελθόν, είναι ότι μια αναδιάρθρωση χρέους - είτε με τη μορφή διαγραφής μέρους (haircut) ή με μείωση των επιτοκίων δανεισμού ή με επιμήκυνση των περιόδων αποπληρωμής του ή με κάποιο συνδυασμό αυτών - είναι απαραίτητη ώστε η ελληνική οικονομία να ξεφύγει από την υφεσιακή δίνη και να εισέλθει σύντομα σε αναπτυξιακή τροχιά. Ασφαλώς, η αναδιάρθρωση αυτή θα πρέπει να συνοδευτεί με συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων.

Αντίστοιχες εκτιμήσεις συνεχίζει έχουν γίνει και από το ΔΝΤ, σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο του οποίου το ελληνικό χρέος θα φτάσει το 200% του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, καθιστώντας το χρέος μη διαχειρίσιμο και την αναδιάρθρωσή του απαραίτητη.

Ως βασική αιτία της εξέλιξης αυτής αναφέρονται η χαλάρωση της σφικτής πολιτικής κατά τους πρώτους μήνες του 2015 καθώς και το κλείσιμο των τραπεζών και η επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις σημαντικών στελεχών του ΔΝΤ – όπως διευθύντριά του Κριστίν Λαγκάρντ - ότι το Ταμείο δεν θα συμμετάσχει στη χρηματοδότηση της Ελλάδας αν δεν υπάρξει μια συμφωνία με τους ευρωπαίους πιστωτές για σημαντική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, η οποία θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από αυτό που υπολογιζόταν μέχρι τώρα.

Από την άλλη πλευρά, εκφράζει τον προβληματισμό του το ΓΠΚ, «ο Πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ δηλώνει ότι με την συμφωνία του Αυγούστου το ελληνικό χρέος καθί σταται πάλι διαχειρίσιμο78 και ότι μια πιθανή πραγματική αναγκαιότητα για ελάφρυνση θα λάβει χώρα μετά από 15 χρόνια».

«Είναι φανερό ότι το ζητούμενο δεν είναι αν θα γίνει η αναδιάρθρωση, αλλά το πότε και το πώς. Το 44% του ελληνικού χρέους το κατέχει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το 18,5% οι χώρες της Ευρωζώνης μέσω διακρατικών δανείων, το 11% η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το 10% το Διεθνές Νο- μισματικό Ταμείο, ενώ μόλις ένα 16,5% είναι στα χέρια ιδιωτών.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα ποιος θα καλύψει ένα ενδεχόμενο "κούρεμα" χρέους, λαμβάνοντας υπόψη ότι κάποιοι οργανισμοί (όπως το ΔΝΤ) έχουν προτεραιότητα στην αποπληρωμή. Χωρίς αμφιβολία, η διαχείριση-αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι πολιτικό θέμα. Και είναι ένα θέμα που θα πρέπει να λυθεί άμεσα και αποτελεσματικά: όσο το κλίμα αβεβαιότητας παραμένει, παράγοντες καθοριστικοί για την ανάπτυξη (όπως οι ιδιωτικές επενδύσεις, η ομαλή κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών κα) γίνονται μέρος του προβλήματος, αντί να αποτελούν τη λύση».

Τέλος υπογραμμίζεται ότι η πλήρης εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων θα δώσει το μήνυμα ότι η Ελλάδα έχει στην ουσία την «ιδιοκτησία» των αλλαγών που συντελούνται – κάτι που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιτυχία τους αλλά και για την πορεία της οικονομίας το 2016. Εφόσον γίνουν όλα αυτά, θα μπορέσει να ανοίξει και ο διάλογος για τη μείωση του ελληνικού χρέους, κάτι για το οποίο όμως χρειάζεται η συναίνεση των εταίρων.

«Ο τελευταίος καθοριστικός παράγοντας που θα επηρεάσει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι οι διεθνείς πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Η ενδεχόμενη συνέχιση της αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων θα επιβραδύνει την αμερικανική οικονομία και θα αναστατώσει τις αγορές. Η εύθραυστη ανάκαμψη των οικονομιών της Ευρωζώνης θα κινδυνεύσει, εξέλιξη που μπορεί να καθυστερήσει την ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές αλλά και να επηρεάσει την προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα.

Συμπερασματικά, η μεγάλη πρόκληση για το 2016 είναι εάν η χώρα μπορεί να ξεπεράσει τις στρεβλώσεις και τις χρόνιες παθογένειες που προκάλεσαν την οικονομική, πολιτική και τε- λικά κοινωνική απαξίωση των τελευταίων ετών. Εάν δηλαδή εφαρμόσει τα απαραίτητα διαρθρωτικά μέτρα ώστε να μετασχηματίσει το προηγούμενο σαθρό, εσωστρεφές, προσοδοθηρικό και πελατειακό μοντέλο "ανάπτυξης" σε ένα νέο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο, βασισμένο στην εξωστρέφεια, στην επιχειρηματικότητα, στην αποτελεσματικότητα, στους ισχυρούς θεσμούς, στην καλή διακυβέρνηση και στην κοινωνική εμπιστοσύνη» καταλήγει η έκθεση.

Δημοφιλή