Όταν η ανευθυνότητα μεταμφιέζεται σε επιείκεια

Η κοινωνία είναι σαφώς πιο έτοιμη να κατακτήσει (επιτέλους!) τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις μιας Δυτικής ευνομούμενης κοινωνίας, δηλαδή όχι απλώς την τήρηση του νόμου, αλλά την εσωτερίκευσή του.
A woman walks past graffiti on a wall in Athens in this April 28, 2013 file photo. Picture taken April 28, 2013. To match Special Report GREECE-ANARCHISTS/ REUTERS/John Kolesidis/Files (GREECE - Tags: SOCIETY POLITICS)
A woman walks past graffiti on a wall in Athens in this April 28, 2013 file photo. Picture taken April 28, 2013. To match Special Report GREECE-ANARCHISTS/ REUTERS/John Kolesidis/Files (GREECE - Tags: SOCIETY POLITICS)
John Kolesidis / Reuters

Ο μεγάλος Ντοστογιέφσκι, σε ένα μάλλον άγνωστο κείμενό του, επισημαίνει ένα παράξενο Ρωσικό φαινόμενο. Πιστεύοντας ότι έχει πελώριο ενδιαφέρον και για την Ελληνική κοινωνία, σταχυολογώ αποσπάσματα ώστε να τα σχολιάσω.

Διαπιστώνει, λοιπόν, πως οι ένορκοι της εποχής του έτειναν να είναι ιδιαίτερα επιεικείς με τους κατηγορούμενους. Ακόμη και όταν έκριναν ένοχο τον δράστη ενός εγκλήματος έβρισκαν ή ζητούσαν ελαφρυντικά. Συνήθως αυτά ήταν η ορφάνια, η φτώχεια, οι δυσμενείς συνθήκες μέσα στις οποίες μεγάλωσε κ.ο.κ.

Γράφει λοιπόν πως η «μανία να αθωώνουν οπωσδήποτε δεν κυρίευσε μόνο τους χωρικούς, που χθες ακόμη ήταν ταπεινοί και καταφρονεμένοι, αλλά όλους τους ενόρκους της Ρωσίας, ακόμη και της καλύτερης επιλογής, τους ευγενείς και τους καθηγητές του Πανεπιστημίου… ‘’Απλά είναι κρίμα να καταστρέψεις μια ξένη ζωή, κι αυτοί άνθρωποι είναι. Ο ρωσικός λαός είναι συμπονετικός’’ λένε άλλοι» (Το ημερολόγιο του συγγραφέα, α΄ μέρος, μετάφρ. Δημήτρη Τριανταφυλλίδη, εκδ. Αρμός, 2006, σ. 36).

Πώς ερμηνεύεται αυτό; Είναι άραγε θέμα ευσπλαγχνίας, χριστιανικής συγχωρητικότητας, αγάπης; Καθώς το φαινόμενο τού κινεί την περιέργεια προχωρεί τους συλλογισμούς του:

«Παρ’ όλα αυτά πάντα σκεφτόμουν ότι στην Αγγλία, λόγου χάριν, ο λαός είναι το ίδιο συμπονετικός …υπάρχει η συνείδηση και είναι ζωντανό το αίσθημα του χριστιανικού χρέους προς τον πλησίον… Ακόμη και αυτό το δικαστήριο των ενόρκων αυτοί το επινόησαν.

…Ο ένορκος εκεί κατανοεί, αμέσως μόλις καταλάβει την θέση του μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, ότι αυτός δεν είναι μόνο ένας αισθηματίας άνθρωπος με λεπτά αισθήματα, αλλά πρώτα απ’ όλα πολίτης… Εκεί ο ένορκος κατανοεί πριν απ’ όλα ότι στα χέρια του βρίσκεται η σημαία ολόκληρης της Αγγλίας, ότι αυτός παύει να είναι ιδιώτης και ότι είναι υποχρεωμένος να εκπροσωπήσει την κοινή γνώμη της χώρας… Ω! κι εκεί όμως υπάρχει η ”συμπόνια” της ετυμηγορίας, κι εκεί λαμβάνεται υπόψη η ‘’κακή επίδραση του περιβάλλοντος’’, αλλά μέχρι ορισμένα συγγνωστά όρια, όσο το επιτρέπει η κοινή γνώμη της χώρας και το επίπεδο φωτισμού της από την χριστιανική ηθική (και το επίπεδο αυτό μου φαίνεται ότι είναι πολύ υψηλό)» (σ. 37-38).

Έχοντας ζήσει και στη Δύση ο Ντοστογιέφσκι είναι σε θέση να συγκρίνει, κάτι που καθιστά ακόμη πιο ενδιαφέρουσες τις παρατηρήσεις του. Και καταλήγει στο συμπέρασμα: στο λειτούργημα της απόδοσης δικαιοσύνης ο Άγγλος σκέφτεται ως πολίτης, ενώ ο Ρώσος ως άτομο.

Πλήθος συνεπειών και προεκτάσεων πηγάζουν από εδώ, με εφαρμογή στη χώρα μας:

Α) Πόσο ενεργούμε ως πολίτες και πόσο ως άτομα; Πόσο αναλογιζόμαστε τις συνέπειες των πράξεών μας για την κοινωνία ευρύτερα; Έχω τονίσει και άλλη φορά την ανεύθυνη οδήγηση η οποία φθάνει να επιβαρύνει όλους οικονομικά μέσω των ατυχημάτων, την ανθυγιεινή διατροφή η οποία αποτελεί αντικοινωνική πράξη, την αναξιοκρατία η οποία απογοητεύει τα παιδιά μας κ.ο.κ.

Συνήθως, όταν ενεργούμε ως πολίτες είναι μόνο για να διεκδικήσουμε, όχι για να αναλάβουμε ευθύνες. Για παράδειγμα, αν σε μια ταβέρνα επισημάνουμε σε άλλο πελάτη που καπνίζει ότι απαγορεύεται, το πιο πιθανό είναι να θυμώσει και να μη μας αναγνωρίσει το δικαίωμα να του κάνουμε υπόδειξη. Αν όμως ζητήσουμε να σβήσει το τσιγάρο επειδή βλάπτει την δική μας υγεία λόγω κάποιας πάθησης που έχουμε, τότε συνήθως συμμορφώνεται αμέσως.

Με άλλα λόγια, στον τόπο μας δεν αναγνωρίζεται η επίκληση του νόμου αλλά η προσωπική παράκληση. Έτσι, όμως, αυτός που ζητά την τήρηση του νόμου εναπόκειται στο έλεος του άλλου, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται ένα ιδιοτελές σκηνικό ώστε να του είναι ευγνώμων για κάτι που δικαιούται.

Β) Το δημόσιο συμφέρον (το οποίο υπερασπίζεται ο Ντοστογιέφσκι, όχι κάποιος Δυτικός, ορθολογιστής, διαφωτιστής κτλ!) η πλειονότητα των Ελλήνων, όχι μόνο δεν έχει εκπαιδευθεί στο να το φροντίζει, αλλά το θεωρεί και αντίπαλο. Η εχθρότητα προς τον δημόσιο χώρο αναδεικνύεται έντονα με φαινόμενα αδιανόητα για Ευρωπαϊκή χώρα, όπως τους βανδαλισμούς μνημείων, σχολικών θρανίων κ.ά.

Γ) Είναι πασίγνωστο πως ο Χριστιανισμός εισήγαγε το έλεος ως αξία στον ανθρωπότητα, γεγονός που επηρέασε και τον νομικό μας πολιτισμό. Εντούτοις γίνεται κακή χρήση του σε κοινωνίες πιο ‘παραδοσιακές’, επειδή το μεταχειρίζονται με τρόπο που καθιστά τον νέο ανώριμο και ανεύθυνο. Το ότι στα σχολεία μας π.χ. ποτέ δεν πλήρωσαν οι γονείς των μαθητών τις ζημιές που τα παιδιά τους διέπραξαν και ποτέ δεν εκπαιδεύθηκαν οι ίδιοι οι δράστες μαθητές σε κοινωνική προσφορά ως πράξη αποκατάστασης, δεν έχει καμία σχέση με την ευσπλαγχνία ή με την κατανόηση που οφείλουμε να επιδεικνύουμε στους εφήβους. Πρόκειται ξεκάθαρα για λαϊκισμό, ή αδιαφορία για το δημόσιο συμφέρον, ή απλά συνενοχή.

Είναι άραγε ασπλαγχνία ή σκληρότητα η καταδίκη του παραβάτη; (Λαμβάνοντας πάντα υπόψη πως η ποινή οφείλει να είναι παιδαγωγική και να περιλαμβάνει κοινωνική προσφορά). Ο Ντοστογιέφσκι απογυμνώνει τα προσχήματα – και εδώ είναι η έκπληξη- με θεολογικό σκεπτικό: «Καθιστώντας τον άνθρωπο υπεύθυνο, ο χριστιανισμός κατ’ αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζει την ελευθερία του. Θεωρώντας τον άνθρωπο εξαρτημένο από κάθε λάθος που υπάρχει στην κοινωνική οργάνωση, η διδασκαλία για το περιβάλλον τον οδηγεί μέχρι την πλήρη αποπροσωποποίηση, μέχρι την πλήρη απελευθέρωσή του από κάθε προσωπικό ηθικό χρέος, από κάθε ανεξαρτησία, τον οδηγεί στην πιο απαίσια δουλεία που θα μπορούσαμε να φανταστούμε» (σ. 40).

Πολύ απλά, μας λέει ότι ούτε ο Θεός δεν θέλει τον άνθρωπο νήπιο. Και ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα η Ρωσική κοινωνία προδίδει το χριστιανικό μήνυμα.

Αλλά και την εμπειρία του στο κάτεργο αξιοποίησε. Θυμάται από τα χρόνια που πέρασε εκεί ότι κανείς από τους κατάδικους δεν ξεγελούσε τον εαυτό του πως είναι αθώος (σ. 44-45). Ο αυτοκαθαρμός μέσω της τιμωρίας «είναι πιο εύκολος από εκείνη τη μοίρα την οποία εσείς τους καθορίζετε με τις συνεχείς αθωώσεις σας στα δικαστήρια. Το μόνο που κάνετε είναι να μπολιάσετε στην ψυχή τους τον κυνισμό» (σ. 45). Με απλά λόγια, ξέρει κάποιος πότε τιμωρείται δίκαια. Όταν του παρέχουμε επιείκεια που δεν του αναλογεί αλλά πηγάζει από δικά μας κίνητρα, τότε και εμείς χάνουμε την εκτίμησή του και αυτός διαστρέφεται.

Σε καιρούς όπου έχει επανέλθει στον δημόσιο διάλογο το ενδημικό πρόβλημα της ανομίας και ατιμωρησίας στην Ελλάδα, και μάλιστα με όρους ευνοϊκότερους από ποτέ, ίσως οι στοχασμοί του Ντοστογιέφσκι να μας είναι χρήσιμοι. Η κοινωνία είναι σαφώς πιο έτοιμη να κατακτήσει (επιτέλους!) τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις μιας Δυτικής ευνομούμενης κοινωνίας, δηλαδή όχι απλώς την τήρηση του νόμου, αλλά την εσωτερίκευσή του. Διότι η τήρηση του νόμου απλώς από φόβο κρατά το άτομο κοντά στο σύνορο της παράβασης και έτσι δεν είναι ασφαλής. Αντίθετα, το να πιστεύει κάποιος ειλικρινά στο κράτος δικαίου και να το προστατεύει με αίσθημα ευθύνης, αποτελεί ισχυρότερη εγγύηση ευνομίας, αλλά και υγιέστερων διαπροσωπικών σχέσεων. Το στοίχημα για τις ερχόμενες γενιές είναι να συμβάλλου στην ευνομία, όχι για να μην τιμωρηθούν, αλλά επειδή σέβονται τους συμπολίτες τους και αγαπούν τη χώρα τους.

Δημοφιλή