Ποινική εξομοίωση των χώρων του πανεπιστημίου: ασπιρίνες για πνευμονία;

Για να αντιμετωπιστούν αυτά τα συμπτώματα της παρατεταμένης κρίσης στα πανεπιστήμια απαιτούνται τολμηρές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες...
Costas Baltas / Reuters

Στην καθημερινή γλωσσική χρήση η φράση «πανεπιστημιακό άσυλο» παραπέμπει σε δύο διαφορετικές καταστάσεις οι οποίες υποτίθεται ότι συνδέονται μεταξύ τους με μορφή προϋπόθεσης: στην ελευθερία της ακαδημαϊκής έρευνας και διδασκαλίας, και εν γένει στην ελευθερία της διακίνησης των ιδεών μέσα στους χώρους των ΑΕΙ, και ταυτόχρονα στην εξαίρεση των χώρων αυτών από όλους τους υπόλοιπους φυσικούς χώρους σε σχέση με τη δυνατότητα δράσης των διωκτικών αρχών, όταν οι τελευταίες καλούνται να ασκήσουν τις αρμοδιότητές τους.

Υποτίθεται ότι οι προϋποθέσεις που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία για τη δυνατότητα επέμβασης των διωκτικών αρχών όταν εντός των χώρων των ΑΕΙ τελούνται ή προπαρασκευάζονται παράνομες ενέργειες, διασφαλίζουν την ελεύθερη διακίνηση των ακαδημαϊκών ιδεών. Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν πραγματικά ότι οι δύο αυτές καταστάσεις συνδέονται, αλλά υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι, ενώ γνωρίζουν ότι η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στα πανεπιστήμια δεν επηρεάζεται αρνητικά ούτε παρεμποδίζεται από την εξομοίωση των χώρων αυτών με όλος τους υπόλοιπους σε σχέση με τη δυνατότητα επέμβασης των διωκτικών αρχών, δηλώνουν ακριβώς το αντίθετο. Είναι προφανές ότι το πανεπιστημιακό άσυλο έχει εργαλειοποιηθεί για δεκαετίες ως ιδεολογικό όπλο της «προόδου» εναντίον της «συντήρησης».

Διασφαλίζει όντως η ισχύουσα νομοθεσία περί πανεπιστημιακού ασύλου την ελευθερία διακίνησης των ιδεών – μέσω της έρευνας, της διδασκαλίας και της συμμετοχής στα όργανα διοίκησης - στα ΑΕΙ; Θα διασφαλισθεί η ελευθερία διακίνησης των ιδεών στα πανεπιστήμια αν αλλάξει η ισχύουσα νομοθεσία και εξομοιωθούν ποινικά οι πανεπιστημιακοί χώροι με τους υπόλοιπους; Η απάντηση και στις δύο περιπτώσεις είναι αρνητική, παρότι ορισμένες από τις παρατηρούμενες σήμερα έκνομες συμπεριφορές μέσα στα πανεπιστήμια είναι πιθανόν να εκλείψουν ή να περιοριστούν αν αλλάξει η νομοθεσία. Κι αυτό διότι η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στα ΑΕΙ δεν παρεμποδίζεται μόνον ή κυρίως από τους «μπάχαλους», τις «συλλογικότητες» και τους «εμπόρους» που έχουν τις δικές τους ιδέες και με έκνομες ενέργειες και πρακτικές, τις οποίες νομιμοποιούν κατά κανόνα με την επίκληση κάποιου «κινήματος», επιχειρούν να ακυρώσουν ιδέες ή αποφάσεις άλλων – ατόμων ή οργάνων – επειδή αυτές είναι κατά την άποψή τους «αντιδραστικές» ή απλά δεν είναι αρκετά «προοδευτικές».

Ότι στους χώρους ορισμένων ΑΕΙ δραστηριοποιούνται σήμερα «μπάχαλοι», «συλλογικότητες» και «έμποροι», είναι αποδεδειγμένο. Ότι η ισχύουσα νομοθεσία περί ασύλου εκ του αποτελέσματος τουλάχιστον διευκολύνει τη δράση των παραπάνω ομάδων, είναι γεγονός. Ότι όμως οι ομάδες αυτές είναι οι μόνες που ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την παρεμπόδιση της διακίνησης των ιδεών στα ΑΕΙ και ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία περιστέλλεται μόνον εξ αιτίας της δράσης τους, αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση εσφαλμένη εκτίμηση της κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει κάποια ελληνικά πανεπιστήμια εξ αιτίας νομοθετημάτων που για δεκαετίες ευνόησαν τη δημιουργία δικτύων.

Τα δίκτυα αυτά έχουν τη δύναμη να παρακάμπτουν το πνεύμα, αλλά συχνά και το γράμμα του νόμου, στο πεδίο της εφαρμογής του σε ένα σύστημα διοίκησης άκρως συγκεντρωτικό όπου λείπουν οι έλεγχοι και τα αντίβαρα και όπου η βούληση του πρύτανη κινδυνεύει στην πράξη να υποκαταστήσει το νόμο. Άλλωστε ο όρος «ανομία» στην περίπτωση των ΑΕΙ δεν αφορά την παρανομία των «μπάχαλων», των «συλλογικοτήτων» και των «εμπόρων». Αυτές είναι παραβατικές συμπεριφορές που απλώς επαναλαμβάνονται εξ αιτίας της απουσίας διορθωτικής κρατικής παρέμβασης. Η λέξη «ανομία» παραπέμπει σε ψυχικές καταστάσεις ρευστότητας ή απώλειας της συνείδησης κανονικότητας της συμπεριφοράς και στη συνεπαγόμενη αδυναμία πρόβλεψης της δράσης του «άλλου» - προσώπου ή οργάνου – παρότι (στα χαρτιά) υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη για το κανονικό και το αντικανονικό.

Τα δίκτυα που έχουν δημιουργηθεί, εδραιωθεί και αναπαραχθεί στα πανεπιστήμια έχουν πλέον τη δυνατότητα να ορίζουν ad hoc και in situ την κανονικότητα μιας συμπεριφοράς ή μιας απόφασης ακόμη και contra legem. Που σημαίνει ότι είναι σε θέση να εμφανίζουν σύννομες και κανονικές συμπεριφορές ή αποφάσεις ως έκνομες και αντικανονικές και αντιστρόφως.

Στις ανατροπές αυτές ο εξωτερικός παρατηρητής δεν βλέπει ούτε «μπάχαλους», ούτε «συλλογικότητες», ούτε «εμπόρους» εν δράσει και γι αυτό μπορεί να έχει την ψευδαίσθηση ότι οι ιδέες μέσα στα ΑΕΙ διακινούνται ελεύθερα, αφού δεν υπάρχουν χτισίματα, ντουντούκες και εμπόριο ουσιών στο προσκήνιο. Ο ασκημένος εσωτερικός παρατηρητής όμως αντιλαμβάνεται ότι η διακίνηση των ιδεών στο πεδίο της διδασκαλίας, της έρευνας και της διοίκησης δεν είναι τόσο ελεύθερες, όσο φαίνεται. Τα δίκτυα έχουν «ιδέες», δηλαδή άποψη και βούληση, που μπορεί να μην είναι συμβατές με τις αντίστοιχες ενός μέλους της κοινότητας που - είτε λόγω αφέλειας, είτε λόγω ακαδημαϊκού σθένους – θα επιχειρούσε να αγνοήσει τη βούληση και τους μηχανισμούς του δικτύου να τις επιβάλει μέσω των οργάνων που ελέγχει. Δεν θυμάμαι πόσες φορές έχω ακούσει το επιχείρημα «μα θα τους βρω μπροστά μου» από πανεπιστημιακούς που έχουν μεν διαφορετικές ιδέες από εκείνες του δικτύου και επιθυμούν να τις διακινήσουν, αλλά φοβούνται τις συνέπειες και αυτολογοκρίνονται μπροστά στο ενδεχόμενο να υποστούν επαγγελματική βλάβη αν δεν ξεχάσουν τις δικές τους «ιδέες» και δεν προσαρμοστούν στις «ιδέες» του δικτύου.

Οι «μπάχαλοι», οι «συλλογικότητες» και οι «έμποροι» συνιστούν ένα μόνον από τα προβλήματα λειτουργίας των ΑΕΙ που συντηρούνται από την ισχύουσα νομοθεσία περί ασύλου. Δεν είναι πάντως αυτό το κεντρικό πρόβλημα σε σχέση με την ακαδημαϊκή ελευθερία. Η προτεινόμενη από το Υπουργείο Παιδείας νέα νομοθεσία ίσως περιορίσει την παραβατική συμπεριφορά των παραπάνω φορέων δράσης μέσα στους χώρους των ΑΕΙ και ίσως επαναφέρει σε ορισμένα πανεπιστήμια το απωλεσθέν αίσθημα ασφάλειας, κάτι που πρέπει να αξιολογηθεί θετικά. Αφήνει όμως άθικτο το μείζον πρόβλημα της ακαδημαϊκής ελευθερίας, όσο δεν εξουδετερώνεται ο φόβος των αρνητικών επιπτώσεων που θα είχε η διακίνηση ανεπιθύμητων «ιδεών» από χαμηλόβαθμους πανεπιστημιακούς που θα τολμούσαν να αγνοήσουν τη βούληση του «καπετανάτου» και όσο υπάρχει η πρακτική της προσχώρησης στο δίκτυο – το οποίο ουσιαστικά είναι η νέα μορφή της «έδρας», αλλά σε πολύ πιο αυταρχική εκδοχή - μελών της κοινότητας για την εξασφάλιση προστασίας από ενδεχόμενες κυρώσεις για επίμεμπτες ακαδημαϊκές πρακτικές, όπως λ.χ. η διακίνηση αντιγραμμένων ιδεών που εμφανίζονται ως «ίδιες», αντί της διακίνησης αυθεντικών ιδεών.

Και κάτι τελευταίο. Η δημιουργία δικτύων στα ΑΕΙ έχει συμβάλει στην παραγωγή και διακίνηση «ιδεών» που απλά βαφτίζονται επιστημονικές, ενώ αυτές ελάχιστη σχέση έχουν με την επιστήμη. Έχει οδηγήσει, επίσης, στην απροκάλυπτη διακίνηση κομματικών «ιδεών» από μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, που υποτίθεται ότι είναι δάσκαλοι, όχι μόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που διαθέτουν, αλλά και στα αμφιθέατρα. Η άρση των περιορισμών που ισχύουν σήμερα για την επέμβαση των διωκτικών αρχών στους χώρους των ΑΕΙ όταν συντελούνται πάσης φύσεως αδικήματα για τα οποία αυτές έχουν αρμοδιότητα επέμβασης, αν και είναι αναγκαία, δεν μπορεί να διασφαλίσει την ακαδημαϊκή ελευθερία, όταν αυτή απειλείται ήδη εκ των ένδον. Τα αίτια για την ιδεολογική και διοικητική βία που ευδοκιμεί σε ορισμένα ελληνικά ΑΕΙ δεν πρόκειται να εξαφανιστούν με την παρουσία των διωκτικών αρχών μέσα στα πανεπιστήμια, όταν αυτό επιβάλλεται. Για μια πραγματικά ελεύθερη διακίνηση των ακαδημαϊκών ιδεών απαιτείται ο αφοπλισμός των δικτύων από τους μηχανισμούς που διαθέτουν σήμερα. Τα αστυνομικά όργανα και οι εισαγγελείς ούτε έχουν αρμοδιότητα, ούτε είναι σε θέση να καταπολεμήσουν τη λογοκλοπή, τη δειλία, την απάτη, τη σπατάλη, τον επαρχιωτισμό, την ασχετοσύνη και τη συναλλαγή. Για να αντιμετωπιστούν αυτά τα συμπτώματα της παρατεταμένης κρίσης στα πανεπιστήμια απαιτούνται τολμηρές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που κινούνται πέραν των προσπαθειών για την επαναφορά του αισθήματος ασφαλείας και ευταξίας στα ΑΕΙ.

Δημοφιλή