Σκέψεις με αφορμή την Έκθεση του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ 2020
small business concept diagram hand drawing on tablet pc
small business concept diagram hand drawing on tablet pc
cacaroot via Getty Images

Η δημοσίευση της έκθεσης του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ 2020 Ψηφιακός μετασχηματισμός και μικρές επιχειρήσεις είναι μια σημαντική παρέμβαση στον δημόσιο διάλογο για το αναπτυξιακό μοντέλο που επιδιώκουμε ως χώρα. Είναι για ακόμη μια φορά υψηλού επιπέδου, που αξίζει να συζητηθεί και να σχολιαστεί ευρύτερα. Η Έκθεση περιλαμβάνει δυο μέρη το πρώτο, στο οποίο και επικεντρωνόμαστε, αφορά αυτή καθαυτή την έρευνα και τον αναλυτικό σχολιασμό των αποτελεσμάτων της. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει 11 κεφάλαια με πολύ σημαντική θεωρητική επισκόπηση των ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών με έμφαση στον ψηφιακό μετασχηματισμό και πώς αυτές επηρεάζουν κυρίως τις ΜΜΕ.

Όπως υποστηρίζεται ήδη στο εισαγωγικό κείμενο του προέδρου του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, οι νέες τεχνολογικές εξελίξεις προσφέρουν καινούργιες τεχνικές δυνατότητες και επιχειρηματικές ευκαιρίες αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν νέους περιορισμούς και προβλήματα προς επίλυση. Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό ότι ήδη εξαρχής αναγνωρίζεται η σημασία του τεκμηριωμένου σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών, κάτι που δυστυχώς απέχει πολύ από το να είναι κυρίαρχη αντίληψη στη χώρα μας.

Η Έκθεση ακολουθεί μια ολιστική προσέγγιση του φαινομένου της ψηφιακής προσαρμογής, με πλήρη συνείδηση ότι το ζήτημα δεν είναι απλώς να βρεθούν τρόποι να σωθούν σήμερα οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις αλλά παράλληλα να ενταχθεί η σωτηρία τους στο πλαίσιο μιας μεσο-μακροπρόθεσμης προοπτικής.

Αν συνοψίζαμε τα αποτελέσματα της έρευνας, θα ξεχωρίζαμε τα εξής:

  • οι ΜΜΕ δεν γνωρίζουν καν ότι δεν γνωρίζουν πόσο υστερούν ψηφιακά και πόσο θα μεταβληθούν τα πάντα.

  • μόλις το 29,7% των επιχειρήσεων έχει επενδύσει τα τελευταία 3 χρόνια σε «τεχνολογικό/ ψηφιακό εξοπλισμό» και μάλιστα το 45,7% έκανε επενδύσεις, μικρότερες από 15.000 ευρώ

  • για το 50,7% των επιχειρήσεων το βασικότερο εμπόδιο στην ενσωμάτωση τεχνολογικού εξοπλισμού ήταν η έλλειψη χρηματοδότησης, μάλιστα το 83,2% χρηματοδότησαν τις επενδύσεις αυτές με «Ίδια κεφάλαια».

Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση ότι το στοιχείο της συνεργασίας με κρατική στήριξη ίσως είναι η μόνη δυνατότητα για την ψηφιακή αναβάθμιση αφού το μικρό μέγεθος και τα συνεπακόλουθα του (άγνοια, απουσία χρηματοδότησης, μεγάλο κόστος εισαγωγής επενδυτικών βελτιώσεων κτλ.) δεν αντιμετωπίζονται αλλιώς.

Τέλος, αν θα ήθελε κανείς να επισημάνει και μια έλλειψη της έκθεσης, είναι ότι δεν μας δίνει σαφείς ενδείξεις για το ποια είναι ή ποια μπορεί να είναι τα ισχυρά χαρτιά της ΜΜ επιχειρηματικότητας της χώρας, με έμφαση στο κλαδικό επίπεδο και στο ανθρώπινο κεφάλαιο και τι θα απαιτούνταν για να αναβαθμιστεί αυτό λίγο πιο συγκεκριμένα. Θα ήταν πολύ χρήσιμη μια ειδικότερη ερευνητική δουλειά πάνω στο ζήτημα αυτό.

Συνθήκες λειτουργίας των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων και οι δυνατότητες μετάβασης τους στην ψηφιακή εποχή

Η χώρα μας έχει μια γνωστή ″ιδιαιτερότητα”: έχει πολύ υψηλό ποσοστό πολύ μικρών επιχειρήσεων (μέχρι 9 απασχολούμενους - Ελλάδα 96,4%, ΟΟΣΑ 90,4%). Οι πολύ μικρές αυτές επιχειρήσεις έχουν πολύ χαμηλή παραγωγικότητα και περιορισμένη συμβολή στο ΑΕΠ. Το πολύ μικρό μέγεθος αποτελεί ανεξάρτητη αιτία δυσλειτουργιών, ενώ επίσης προκαλεί δυσκολίες αξιοποίησης οικονομιών κλίμακας, τεχνολογικής αναβάθμισης, καινοτομικής δραστηριοποίησης, και συχνά συνοδεύεται από δυσκολίες χρηματοδότησης.

Αυτοί οι μικροεπιχειρηματίες με ελάχιστο αριθμό απασχολουμένων αποτελούν ένα μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης, για να το πούμε αλλιώς: έναν καθοριστικό κρίκο του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού που συντελεί στην κοινωνική ειρήνη.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τείνουμε να οδηγηθούμε σε μια ισχυρή συγκέντρωση ιδιοκτησίας και ελέγχου στα χέρια λίγων μεγάλων εταιριών, που ολιγοπωλούν τις αγορές. Έτσι, την παλιά ταξική διάρθρωση με το «πέλαγος» μικρομεσαίων τείνει να αντικαταστήσει μία νέα όπου τις δύο ακραίες τάξεις, των πλουσιότερων και των (πολύ) φτωχότερων, δεν θα γεφυρώνει μία αριθμητικά αξιόλογη μέση τάξη. Μια τάξη εξαιρετικά πλουσίων ανθρώπων που κατέχει μεγάλο και συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου έχει αποκτήσει τεράστια οικονομική αλλά και πολιτική δύναμη.

Σε αυτό το τοπίο που διαμορφώνεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να έχει κομβική θέση και θετικά αποτελέσματα. Με τον όρο «ψηφιακός μετασχηματισμός» μιας επιχείρησης δεν εννοούμε την ανάγκη η επιχείρηση να αγοράσει και άλλους υπολογιστές, και άλλα προγράμματα για ΗΥ (software). Εννοούμε πως η επιχείρηση αλλάζει τη διαδικασία που ακολουθεί για να εκτελέσει μια εργασία, ώστε να την πραγματοποιεί με πιο καινοτόμο, πιο αποτελεσματικό τρόπο. Είναι ένα ταξίδι στρατηγικής, προγραμματισμένης οργανωτικής αλλαγής που δίνει βαρύτητα στην ενδυνάμωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων της. Ένα ταξίδι μιας επιχείρησης που επιδιώκει να προετοιμαστεί ώστε να εξασφαλίσει τη δυνατότητα επιτυχίας της στο μέλλον.

Eίναι μια διαδικασία που χρησιμοποιεί μηχανισμούς με τους οποίους τα δεδομένα που προηγουμένως η επιχείρηση συγκέντρωνε σε χαρτί, τα μετατρέπει σε ψηφιακά και ενοποιημένα δεδομένα, σε πληροφορίες οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν. Μετακινεί λοιπόν τις επιχειρήσεις από τη χρησιμοποίηση αναλογικών μεθόδων, στον ψηφιακό κόσμο, όπου τα δεδομένα αποθηκεύονται ψηφιακά και με αυτό τον τρόπο γίνονται πολύ πιο αποτελεσματικές όλες οι διαδικασίες. Έχοντας πολύ περισσότερα δεδομένα (για τους πελάτες, για την παραγωγή κτλ.) η επιχείρηση μπορεί να αναλύσει ακριβέστερα την κατάσταση και στη συνέχεια να επιλέξει σωστότερα τον τρόπο βελτιστοποίησής της.

Είναι μια στρατηγική με γνώμονα τα δεδομένα και απαιτεί την ύπαρξη μιας κουλτούρας καινοτομίας στην επιχείρηση. Άρα η επιχείρηση πρέπει να καταφέρει να «ξεκλειδώσει» τη δυναμική των εργαζομένων και να αλλάξει την κουλτούρα της επιχείρησης.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός ως «παράθυρο ευκαιρίας» για την Ελλάδα

Ας δούμε όμως τον ψηφιακό μετασχηματισμό στο ευρύτερο πλαίσιο της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης (4ΒΕ) στην οποία βρισκόμαστε. Η χώρα μας, εάν μπει σε μια πορεία μετάβασης προς την 4ΒΕ, θα έχει μια μεγάλη ευκαιρία να κάνει ένα «άλμα προς τα εμπρός» και να ξεφύγει από τη λεγόμενη «παγίδα των χωρών μεσαίου εισοδήματος». Παράλληλα βέβαια χρειάζεται μια εξαιρετικά τολμηρή και ριζοσπαστική αλλαγή «παραδείγματος». Υπάρχει ανάγκη κυριολεκτικά επαναστατικών μεταβολών στο κράτος, στη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση, και όχι μόνο στον «ψηφιακό μετασχηματισμό».

Ας επιμείνουμε όμως σε ένα από τα χαρακτηριστικά της 4ΒΕ, δηλαδή στον πολλαπλασιασμό των εντελώς νέων τεχνολογιών. Χαρακτηρίζονται «διαταρακτικές τεχνολογίες» γιατί καθιστούν παρωχημένες τις υπάρχουσες μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δημιουργούν εφαρμογές και προϊόντα απολύτως καινούρια, που μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα αλλάζουν βασικά δεδομένα της προσφοράς και της ζήτησης.

Λόγω της ταχείας υιοθέτησης της τεχνολογίας, αλλάζουν οι συνθήκες με τις οποίες οι επιχειρήσεις δημιουργούν ένα νέο βιώσιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Οι ψηφιακά καινοτόμες επιχειρήσεις (Airbnb, Αmazon κ.ο.κ) διαταράσσουν κάθε πιθανή αγορά που ενεργοποιείται από αυτές τις νέες τεχνολογίες και κερδίζουν κατά κράτος.

Η ταχύτατη αυτή διαρκής αναπροσαρμογή δίνει ευκαιρίες ακόμη και σε πολύ μικρές επιχειρήσεις να αμφισβητήσουν με επιτυχία τις εδραιωμένες επιχειρήσεις. Άλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Start ups) αποτελούν βασικό πρωτογενή δημιουργό καινοτομίας και ευρεσιτεχνιών.

Ψηφιακό χάσμα

Η Έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ καταδεικνύει ωστόσο πως οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται από σχετικά χαμηλό βαθμό ψηφιοποίησης, χαμηλό βαθμό αξιοποίησης των δυνατοτήτων του ηλεκτρονικού εμπορίου κτλ. Παράλληλα, πρόσφατη έρευνα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) «Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των ελληνικών επιχειρήσεων», έδειξε πως το ποσοστό των επιχειρήσεων που είναι σε πορεία ψηφιακού μετασχηματισμού αυξάνεται τόσο με το μέγεθός τους (33,5% των επιχειρήσεων με πάνω από 10 απασχολούμενος και 51,5% με περισσότερους από 250) όσο και με κριτήριο το εάν είναι καινοτόμες (42%) ή όχι (20,5%), στοιχείο που επιβεβαιώνει και η έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.

Όλα αυτά προοιωνίζουν μια επιδείνωση του δυισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, αυτή τη φορά λόγω του «ψηφιακού χάσματος» (digital divide):

  • αφενός στο εσωτερικό της κατηγορίας μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις μεταξύ αυτών που είναι ώριμες ψηφιακά (επενδύουν και εκσυγχρονίζονται, γίνονται μέρη αλυσίδας αξίας, είναι τεχνολογικές εταιρείες κτλ.) και αυτών που είναι λιγότερο προετοιμασμένες ψηφιακά,

  • και αφετέρου μεταξύ των πολύ μικρών και μικρών που κάνουν γενικά δειλά βήματα στη ψηφιοποίηση τους και των μεγάλων και πολύ μεγάλων που κάνουν πολύ πιο δραστικά βήματα.

Προτάσεις Πολιτικής

Στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας κάθε ΜΜΕ, οριακά ακόμη και το κατάστημα της γειτονιάς, θα πρέπει να μπορεί σε τελευταία ανάλυση να πωλεί τα προϊόντα της σε τιμές διεθνώς ανταγωνιστικές. Επομένως, οι ΜΜΕ για να επιβιώσουν θα πρέπει να γίνουν πολύ πιο ανταγωνιστικές, και μέχρι σήμερα καλούνται να το επιτύχουν χωρίς καμία ουσιαστική στήριξη. Ίσως έχει ενδιαφέρον να επισημανθεί πως παρ’ όλες τις διακηρύξεις όλων των πολιτικών κομμάτων, για πολλές δεκαετίες, ότι η μικρομεσαία επιχειρηματικότητά συνιστά τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, στην πραγματικότητα ποτέ δεν ενισχύθηκε με στόχο να βελτιωθεί και να ξεπεράσει τις εγγενείς αδυναμίες της.

Σχηματικά, υπάρχουν δυο κυρίαρχες απαντήσεις στο «πρόβλημα» της ύπαρξης των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων.

Η πρώτη είναι έμπλεη ορθόδοξων παραδοχών και παραπέμπει κυρίως στην προτεραιότητα της αύξησης μεγέθους για αυτές που έχουν κάποια προοπτική και της γρήγορης εξαγοράς ή πτώχευσης όσων «μένουν πίσω» (αυτή είναι π.χ. η οπτική του ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και των Θεσμών). Στηρίζεται σε θεωρίες «δημιουργικής καταστροφής» και εξυγίανσης της οικονομίας μέσω της «ευθανασίας του εμποράκου», γιατί οι επιχειρήσεις αυτές δεν είναι ανταγωνιστικές, φοροδιαφεύγουν κ.ο.κ. Στην Ελλάδα, οι Θεσμοί, τα τελευταία δέκα χρόνια, πίεσαν και σε μεγάλο βαθμό πέτυχαν την απορρύθμιση των διάφορων αγορών που ρύθμιζαν αυτό το μικρομεσαίο πέλαγος επιτρέποντάς του να επιβιώνει. Ο διακηρυγμένος στόχος ήταν βέβαια η μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού αύξηση του μεγέθους και της στενά συνδεόμενης με αυτό παραγωγικότητας της οικονομίας.

Η δεύτερη οπτική θεωρεί κρίσιμη τη διατήρηση των επιχειρήσεων αυτών, ώστε παράλληλα με την οικονομική αποτελεσματικότητα να ενισχυθεί η επαπειλούμενη σήμερα «οικονομική δημοκρατία». Υποστηρίζει πως πρέπει να υπάρξουν πολιτικές για τις ΜΜΕ που θα ενισχύουν τον οργανωσιακό μετασχηματισμό τους, τη συνεργατική κουλτούρα, τη δικτύωση, τη βελτίωση της διαδικασίας μεταβίβασης επιχειρήσεων.

Οι μικρές αυτές επιχειρήσεις πρέπει να παραμείνουν ζωντανές και δραστήριες, με προϋπόθεση βέβαια να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους μέσω:

  • επαγγελματικής-επιχειρηματικής συνεργασίας, με χρήση της κάθε φορά κατάλληλης εταιρικής μορφής: συνεταιριστικής, συμπράξεων–συνεργειών, clusters, μέρος αλυσίδας αξίας, ανάληψη «υπεργολαβιών ποιότητας».

  • επιχειρηματικής αύξησης μεγέθους, η οποία μπορεί να επιτευχθεί ενδογενώς μέσα από την επικράτηση ορισμένων επιχειρήσεων έναντι άλλων ή και μέσω συγχωνεύσεων.

  • βελτίωσης των πάσης φύσης ρυθμιστικών-ελεγκτικών αρχών ώστε να περιορίζονται ή αποφεύγονται οι καταστάσεις εκμετάλλευσης λόγω ολιγοπώλησης. Όμως, τόσο η ελληνική όσο και η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι τούτο μόνο εν μέρει αποδίδει, καθώς εμφανίζονται φαινόμενα «αιχμαλώτισης» των ρυθμιστικών αρχών από μέρους των εποπτευομένων, ή «περιστρεφόμενες πόρτες» για τα στελέχη των επιχειρήσεων και των ρυθμιστικών οργάνων.

  • ουσιαστικής χρηματικής στήριξης προσαρμοσμένης στις ανάγκες και τις δυνατότητες των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων. Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με τα τυπικά τραπεζικά κριτήρια ούτε να περιμένουμε πως θα χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες όταν η χρηματοδότηση αυτή προέρχεται από την ίδια γραμμή που αφορά και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Η τραπεζική χρηματοδότηση (παρά τις τόσες ανακεφαλαιοποιήσεις με χρήματα του ελληνικού λαού) εξακολουθεί να είναι σχεδόν ανύπαρκτη, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα για την ψηφιακή αναβάθμιση των ΜΜΕ, αλλά και ευρύτερα για τις επενδύσεις τους.

  • ενεργοποίησης της Δομής στήριξης των ΜΜΕ που συστήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Η Δομή έχει διασφαλισμένους πόρους 15 εκατ. ετησίως για τα επόμενα τρία χρόνια, έχει συγκροτημένη επιτελική δομή διοίκησης της από τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων που τη συγκροτούν: Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ και του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης. Θα παρέχει ηλεκτρονικές υπηρεσίες κεντρικά και θα έχει αντένες στα 59 επιμελητήρια, προσφέροντας έτσι και σε τοπικό επίπεδο υπηρεσίες υψηλού επιπέδου στηριζόμενες σε εξειδικευμένες αναλύσεις που θα γίνονται από ειδικούς κεντρικά.

Ας επιτραπεί να επιμείνουμε λίγο στην ανάγκη να ενεργοποιηθεί αυτή η Δομή στήριξης που συστήθηκε κατόπιν εκτενούς διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους, τους εκπροσώπους των ΜΜΕ, ανάμεσά τους και το ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ. Σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία της παγκοσμιοποιημένης αγοράς και της απαίτησης για ψηφιακό μετασχηματισμό, σε συνθήκες που επιδεινώθηκαν έντονα από την πανδημία του κορονοϊού, οι μικρές και πολύ μικρές πρέπει να υποστηριχθούν αποτελεσματικά.

Η Δομή, εφόσον ενεργοποιηθεί πλήρως, δύναται να παρέχει προσαρμοσμένες και εξατομικευμένες πληροφορίες σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, με αντικείμενο: την ενίσχυση της παραγωγικότητας / ανταγωνιστικότητάς τους, την καινοτομική τους ικανότητα, τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε νέες πηγές χρηματοδότησης, την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι δικτυώσεις και συνεργασίες, την υποβοήθηση δράσεων αναβάθμισης εξοπλισμού και ψηφιακής αναβάθμισης καθώς και της εξαγωγικής διείσδυσης μέσω ενημέρωσης για διεθνείς τάσεις, κτλ., τη διαμόρφωση «πολυχώρων ψηφιακής καινοτομίας» κεντρικά (στο ΕΚΤ) που θα προσφέρουν πρόσβαση σε νέες τεχνολογίες (π.χ. επιμόρφωση, πιλοτική ή επαγγελματική χρήση) αλλά και εικονική πρόσβαση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων από όλη τη χώρα. Τέλος, τη δημιουργία «πλατφορμών συνεργασίας» για την ανάπτυξη σύγχρονων εφαρμογών, την κοινή χρήση ψηφιακών υποδομών, την αξιοποίηση δεδομένων και την παροχή νέων υπηρεσιών

Όμως, η κυβέρνηση της ΝΔ ένα χρόνο μετά και χωρίς να εξηγεί γιατί, δεν έχει προχωρήσει ακόμη στην ενεργοποίηση της Δομής που θα συμβάλει ώστε οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις όχι απλά να παραμείνουν ζωντανές και δραστήριες αλλά και να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους.

1 Το κείμενο αυτό αποτελούσε τη βάση της εισήγησης μου στην παρουσίαση της Έκθεσης που πραγματοποιήθηκε στις 13 Ιουλίου 2020 στο Βυζαντινό μουσείο στην Αθήνα

Δημοφιλή