Στην Ευχαριστία υπάρχει μία σχέση. Σχέση Θεού και ανθρώπου.
The Last Supper, fresco inside the church of San Pietro in Oliveto, Limone sul Garda, Lake Garda, Lombardy, Italy, 12th-14th century.
The Last Supper, fresco inside the church of San Pietro in Oliveto, Limone sul Garda, Lake Garda, Lombardy, Italy, 12th-14th century.
DEA / ALBERT CEOLAN via Getty Images

Όταν ο Ντεκάρτ ξεκινούσε τον τρίτο στοχασμό με σκοπό να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού σημείωνε: ‘’Θα κλείσω τώρα τα μάτια, θα βουλώσω τα αυτιά, θα απομονώσω όλες τις αισθήσεις, θα εξαλείψω επίσης από τη σκέψη μου όλες τις εικόνες των σωματικών πραγμάτων ή επειδή μετά βίας μπορεί να γίνει αυτό, θα τις εκλάβω ως κενές και ψευδείς’’.

Δεν είναι εύκολη η προσέγγιση ενός ζητήματος που έχει χαρακτήρα υπερβατικό αλλά πραγματικό. Πώς όμως το υπερβατικό είναι πραγματικό; Κι αν δεν είναι; Δεν είναι αληθές; Και τι είναι αληθές; Ας αφήσουμε προς το παρόν τη διαμάχη αυτή της γνωσιολογικής θεωρίας στον Μανιχαίο και στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό. Το θέμα είναι πως το υπέρλογο δεν είναι παράλογο. Ο Λόγος είναι εκείνος που διαμεσολαβεί, που εμπνέει τα πράγματα και γνωρίζεται ο Θεός. Κι ευτυχώς που η θεία αποκάλυψη φανέρωσε τον Υιό του Θεού, τον σαρκωμένο Λόγο. Ειδάλλως, αν δεν είχαμε τη σάρκωση του Θεού, τότε κάθε τι θείο θα εκλαμβανόταν ως ιδέα, κι εκεί δεν θα διαφέραμε από μία πλατωνική αντίληψη.

Εκείνο το βράδυ, στο υπερώο, στην παράδοση του Μυστικού Δείπνου, δεν χωρίστηκε η μία φύση του Χριστού από την άλλη. Γράφει πολύ ωραία σε πρόσφατο κείμενο του ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος:

‘’…η κτιστή αυτή ύλη υπάρχει πλέον, εν αγίω Πνεύματι, ελεύθερη από τα κτιστά της όρια, δηλαδή υπάρχει με τον τρόπο υπάρξεως της άκτιστης φύσης, «ἐνεργουμένη καὶ ἐνεργοῦσα ὑπὲρ τὸν ἑαυτῆς θεσμόν», πλήρης της χάριτος του θεωμένου σώματος του Χριστού. Τούτο σημαίνει πως τα Τίμια Δώρα, ακόμη και αν υποστούν εξωτερική φθορά (όπως, για παράδειγμα, η μούχλα) ή αναμιχθούν αθελήτως (ή και, υποθετικά, κακοβούλως) με ιούς και μικρόβια, η παρούσα χάρις δεν επιτρέπει να καταστούν επιβλαβή για την υγεία του πιστού, ακριβώς διότι, όπως πάλι ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος επέμενε, αποτελούν ήδη πραγματικότητα και παρουσία της Βασιλείας του Θεού (πρβλ. τα λόγια του Χριστού «κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει», Μαρκ. 16,18)’’.

Είναι γνωστό και γίνεται ακόμη περισσότερο αντιληπτό στο θεολογικό κόσμο πως η Εκκλησία και η Ευχαριστία ταυτίζονται. Αυτό γνωρίζεται ως ‘’ευχαριστιακή εκκλησιολογία’’. Η Εκκλησία δεν είναι κάτι αφηρημένο, αλλά και ούτε εμπίπτει σε περιγραφικούς προσδιορισμούς. Οι Πατέρες δεν έμπλεξαν με ορισμούς της Εκκλησίας. Το απέφυγαν. Η Εκκλησία ‘’σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις’’ θα γράψει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, θέλοντας να πει πως Εκκλησία είναι η Θεία Ευχαριστία. Δεν υπάρχει Εκκλησία χωρίς τη Θεία Ευχαριστία, όπως δεν υπάρχει Θεία Ευχαριστία χωρίς την Εκκλησία.

Το ζήτημα της Θείας Ευχαριστίας δεν είναι ζήτημα ιδεών. Δεν είναι ένα ζήτημα που ερμηνεύεται με όρους φιλοσοφίας. Δεν αφορά απαγορεύσεις, υπαγορεύσεις, περιορισμούς, σκορπίζοντας τρόμο, αμφιβολίες και ισχυρούς κραδασμούς εκεί όπου δεν υπάρχουν. Είναι ο Ίδιος ο Χριστός, το Σώμα και το Αίμα Του, τίποτα παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Ένας άρτος, λίγο κρασί, που στην ευχή της Αναφοράς, ενώ διατηρούν το σχήμα, τις ιδιότητές τους, πλέον μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Δεν υπάρχει φαινομενικό Σώμα και Αίμα, όπως δεν υπάρχει ιδεολογικό Σώμα και Αίμα. Κι όλα αυτά με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

Στην Ευχαριστία υπάρχει μία σχέση. Σχέση Θεού και ανθρώπου. Ναι, είναι δυνατόν ο Θεός να υπάρξει στον άνθρωπο κι ο άνθρωπος ως εικόνα του Θεού (αλήθεια πόσο ύψιστη δωρεά αποτελεί κάτι τέτοιο) να υπάρξει στην προοπτική της θεότητος, με τρόπο χαρισματικό, τρόπο δωρεάς, τρόπο έκχυσης του θείου ελέους. Ο Θεός που για τους συνδαιτυμόνες του πλατωνικού συμποσίου δεν μπλέκεται με τον άνθρωπο, για τους Πατέρες της Εκκλησίας μπλέκεται. Αυτή η σχέση δεν διαρρηγνύεται. Είναι σχέση προσώπων. Προσώπων που κοινωνούν μεταξύ τους. Και είναι τόσο σημαντικό να κοινωνεί ο άνθρωπος με τον Θεό, να συνδέεται μαζί Του, να αναπτύσσει σχέση, να βιώνει τον τρόπο της σχέσης αυτής μέσα στην κοινότητα, με τους αδελφούς του, μέσα στην Ευχαριστία. Αυτή η σχέση είναι σχέση ελευθερίας, ομορφιάς, συνοχής και προόδου. Δεν είναι όμως δεδομένη.

Βέβαια, μπορεί να αμφισβητηθεί, όμως η αμφισβήτηση αυτή δεν σημαίνει κατάργηση, δεν σημαίνει το ψευδές. Υπάρχει ένα σημείο που χρειάζεται να δώσουμε βάση, ισχυρή βάση. Η Θεία Ευχαριστία δεν ενεργεί με τρόπο μαγικό. Τίποτε δεν είναι μαγικό μέσα στη ζωή και πνευματικότητα της Εκκλησίας. Απαραίτητη προϋπόθεση στην κλήση που ίσως οδηγήσει στην πίστη και στην πίστη πως κοινωνούμε Χριστό, είναι η ελευθερία. Δεν κοινωνώ και μετέχω απροϋπόθετα της αγιότητας. Αυτό χρειάζεται θέληση, αγώνα, κάθαρση, φώτιση. Δεν κοινωνώ και καθαρίζομαι από ψυχοφθόρα πάθη στο επόμενο λεπτό. Δεν κοινωνώ και καθίσταμαι άτρωτος απέναντι σ’ έναν ιό. Αν δεν το πιστεύω; Αν δεν το ζω; Είναι μυσταγωγικός ο τρόπος στη ζωή της Εκκλησίας. Δεν είναι μυστικός, δεν είναι απόκρυφος. Το Άγιο Πνεύμα δεν ενεργεί αυτόματα και εκβιαστικά. Το θέμα είναι εγώ τι δίνω για να ζήσω τη χάρη αυτή.

Η Εκκλησία είναι χώρος υπέρβασης του ατομισμού. Δεν υφίσταται αυτονομημένη ευσέβεια από το ευχαριστιακό ήθος (άρα και λειτουργικό). Η Θεία Ευχαριστία είναι ένα μυστήριο που καλλιεργεί ήθος, παράγει ήθος. Χρειάζεται η πίστη στο μυστήριο. Δεν καταδικάζεται κάποιος εάν δεν πιστεύει στο Σώμα και Αίμα Χριστού. Επιπλέον, δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι Σώμα και Αίμα. Αν επιχειρηθεί κάτι τέτοιο, σε τί διαφέρουμε από τη Δύση που γέννησε την αθεΐα; Ούτε σώζει η Θεία Ευχαριστία από οποιονδήποτε ιό αν δεν δώσει ο άνθρωπος τη θέληση του, την ύπαρξη του στο μυστήριο. Πώς να πείσεις για το Σώμα και Αίμα; Με λόγο και επιχειρήματα για κάτι τόσο υπερβατικό, τόσο ανένταχτο, απόλυτα ανένταχτο στους όρους της φύσης, της ίδιας της περατότητας; Είναι τόσο υψηλά τα νοήματα αυτά, τόσο προσωπικά, τόσο ανερμήνευτα, που καταντά πολύ φθηνό να διαπραγματεύονται υπό όρους και προϋποθέσεις.

‘’Τόσο τέλειο είναι το Μυστήριο αυτό, περισσότερο από κάθε άλλο Μυστήριο, και μας οδηγεί στην ίδια την κορυφή των αγαθών, όπου βρίσκεται και ο έσχατος σκοπός κάθε ανθρώπινης προσπάθειας. Και τούτο, γιατί στο Μυστήριο αυτό συναντούμε τον Ίδιο τον Θεό, ο Οποίος ενώνεται μαζί μας με την πιο τέλεια ένωση. Ποια τελειότερη ένωση θα μπορούσε να υπάρξει από το να γίνουμε ‘’ἕν πνεῦμα’’ με τον Θεό;’’. (Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Δ’).

Δημοφιλή