Συνέντευξη Βίτσα στον Guardian: Οι διακινητές είναι πάντα ένα βήμα μπροστά

«Δεν μπορούμε να επεξεργαστούμε περισσότερα από 20.000 αιτήματα ασύλου ετησίως ή να ενσωματώσουμε περισσότερους από 12.000 πρόσφυγες» λέει ο υπουργός.
Elias Marcou / Reuters

Συγκρίνοντας τη Σάμο με μια «νέα Λέσβο», ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, προειδοποίησε, μιλώντας στον Gurardian για τον αγώνα που δίνεται ενάντια στο χρόνο, προκειμένου να βρεθεί κατάλληλη στέγη για τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ατόμων που παγιδεύονται σε ένα κέντρο υποδοχής, που φιλοξενεί έξι φορές περισσότερα άτομα απ′ όσα αντέχει.

«Η Σάμος είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα μας. Οι ροές είναι σταθερές και οι διακινητές φαίνεται ότι είναι πάντα ένα βήμα μπροστά», δήλωσε ο Δημήτρης Βίτσας στην Έλενα Σμιθ. «Το καμπ είναι πολύ υπερπλήρες, με όλα τα προβλήματα που αυτό σημαίνει. Πρέπει να μεταφέρω τουλάχιστον 2.000 άτομα από το νησί το συντομότερο δυνατόν».

Είναι τέτοια η πίεση στο καμπ της Σάμου που περισσότεροι από 1.500 άνθρωποι ζουν σήμερα σε σκηνές χωρίς θέρμανση και καταφύγια εκτός του κέντρου, σύμφωνα με την UNHCR, την υπηρεσία προσφύγων του ΟΗΕ. Εκτιμάται ότι το 24% είναι παιδιά, εκ των οποίων τα 229 αναφέρονται ως ασυνόδευτα και ότι υπάρχει μόνο ένας γιατρός για όλο αυτόν τον κόσμο απλώς χειροτερεύει την κατάσταση. Άλλωστε, οι γιατροί διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου, αξιολογώντας την ευπάθεια.

Η συντριπτική πλειονότητα των 15.150 προσφύγων που είναι σήμερα εγγεγραμμένοι στα πέντε νησιά του Αιγαίου έχει ζητήσει άσυλο και οι αιτήσεις -σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ- πρέπει να διεκπεραιώνονται στην χώρα πρώτης υποδοχής, δηλαδή την Ελλάδα.

«Επειδή δεν υπάρχουν αρκετοί γιατροί, είναι αδύνατο να γνωρίζουμε πόσοι χρειάζονται προστασία και πρέπει να μεταφερθούν στην ηπειρωτική χώρα», δήλωσε ο Βίτσας, επιμένοντας ότι τουλάχιστον δύο επιπλέον ιατροί θα φτάσουν στο νησί μέχρι το τέλος του μήνα.

Σε έκθεση που δημοσιοποιήθηκε την Δευτέρα, το Συμβούλιο της Ευρώπης αποδοκίμασε τις συνθήκες που επικρατούν στα κέντρα κράτησης μεταναστών της ελληνικής αστυνομίας, όπου αναφέρεται ότι η βιαιότητα κατά των μεταναστών και των προσφύγων είναι συχνή.

Σύμφωνα με τον Guardian, o Βίτσας, ως αριστερός πολιτικός, πιστεύει ότι δεν έχουν γίνει αρκετά για να στηριχτεί η ανάπτυξη ή να καταπολεμηθεί η φτώχεια στις χώρες απ′ όπου τόσοι πολλοί φεύγουν αναζητώντας καλύτερες ζωές.

«Η Ελλάδα δεν χρειάζεται χρήματα γι′ αυτό, αυτό που χρειάζεται είναι η αλληλεγγύη - και αυτό σημαίνει να μοιράζουμε το βάρος και την ευθύνη της υποδοχής προσφύγων» είπε ο Δημήτρης Βίτσας, προειδοποιώντας ότι εάν αγνοηθούν τέτοιες πολιτικές, οι σκοτεινότερες δυνάμεις του δεξιού εξτρεμισμού θα αποκομίσουν μόνο κέρδη στις ευρωεκλογές του Μαΐου.

«Είναι ζωτικής σημασίας η ΕΕ να καταρτίσει ένα νέο πρόγραμμα μετεγκατάστασης το οποίο θα εφαρμοστεί όλα τα κράτη μέλη της και όχι μόνο τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η δική μας, σε αιτούντες άσυλο. Είναι λάθος να πρέπει να είμαστε Ενωση όταν πρόκειται για οικονομικά θέματα και όχι όταν πρόκειται για αλληλεγγύη στα θέματα μετανάστευσης».

Παρά το κρύο και τους θυελλώδεις ανέμους, οι μεταναστευτικές ροές προς Ελλάδα δεν μειώθηκαν το χειμώνα. Σε αντίθεση με την Ιταλία, όπου σημειώθηκε σημαντική μείωση στις αφίξεις από θάλασσα, οι μετανάστες και πρόσφυγες που φθάνουν στις ελληνικές ακτές αυξήθηκαν από 36.310 σε 50.511 μεταξύ 2017 και 2018, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ. Επιπλέον, το 2018, οι αφίξεις στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία αυξήθηκαν κατά 284%.

Ωστόσο, με τη χαοτική γραφειοκρατία που βασιλεύει στην χώρα μας, παράλληλα με τη μακροχρόνια οικονομική κρίση, ο κύριος Βίτσας υποστήριξε ότι είναι πολύ περιορισμένες οι δυνατότητες αντιμετώπισης του μεταναστευτικού: «Όλα τα μοντέλα προσομοίωσης δείχνουν ότι δεν μπορούμε να επεξεργαστούμε περισσότερα από 20.000 αιτήματα ασύλου ετησίως ή να ενσωματώσουμε σωστά περισσότερους από 12.000 πρόσφυγες στην κοινωνία, δεδομένου ότι το 18% του πληθυσμού μας παραμένει άνεργο», ανέφερε.

Με πληροφορίες από Guardian

Δημοφιλή