Συζητώντας με την Σοφία Φιλιππίδου «Για την καταιγίδα της ανθρώπινης ψυχής που είναι ικανή για τα μεγάλα, αλλά και τα πιο χυδαία και ποταπά»

Για πρώτη φορά στην Ελλάδα ανεβαίνει «Η ιστορία του πρίγκιπα του Κούμπα Τάντι» του Λεντς

Η «Η ιστορία του πρίγκιπα του Κούμπα Τάντι» είναι μια άγρια κωμωδία του ιδιοφυούς Λεντς, που μαζί με τον Γκαίτε, υπήρξε από τους κεντρικούς δημιουργούς του κινήματος «Sturm und Drang» (Θύελλα και Ορμή), των αρχών της δεκαετίας 1770. Η Σοφία Φιλιππίδου μεταφράζει, σκηνοθετεί και κρατά ένα ρόλο - έκπληξη.

Μιλήσαμε μαζί της για την παράσταση και την πολύ παλιά «σχέση» της με τον Λεντς.

Αληθεύει κ. Φιλιππίδου, ότι η «σχέση» σας με τον Λεντς, ξεκίνησε πριν 35 χρόνια στη Θεσσαλονίκη;

Ναι, είναι αλήθεια πως τον Λεντς τον «γνώριζα» από παλιά στο Πανεπιστήμιο, όταν σπούδαζα Γερμανική φιλολογία και έμαθα για το ρεύμα «θύελλα και ορμή». Ήταν κάποιοι νέοι πρωτοπόροι εισηγητές του ρομαντικού κινήματος μέσα στον διαφωτισμό. Ιδιοφυΐες όλοι τους, μεταξύ 20 και 25 χρονών, με αρχηγό τον ηγεμονικό Γκαίτε - εναντιώθηκαν στην κατεστημένη πολιτική και πολιτιστική κατάσταση του 18 αιώνα στην Βαϊμάρη και μίλησαν για τα ανθρώπινα πάθη και τα αισθήματα, για την καταιγίδα της ανθρώπινης ψυχής που είναι ικανή για τα μεγάλα, αλλά και τα πιο χυδαία και ποταπά. Γύρω στο 1980 παρακολούθησα τα πρώτα σεμινάρια θεατρολογίας, πάλι στο πανεπιστήμιο και πρότεινα για πτυχιακή μου εργασία την μετάφραση της «Ιστορίας του πρίγκιπα του Κούμπα Τάντι» του Λεντς που ανακάλυψα στο Theater Heute τευχος του 1982.

Τι επιδιώκετε στήνοντας αυτήν την παράσταση;

Επιδιώκουμε να αφηγηθούμε το έργο ολόκληρο, όπως μας το παρέδωσε ο Λεντς και ας είναι ημιτελές ή ατελές, όπως ισχυρίζονται οι επικριτές του. Επιθυμούμε - με αγάπη προς αυτόν τον μεγαλοφυή δημιουργό - να παρουσιάσουμε ένα άγνωστο στην Ελλάδα έργο. Μετά από μας, και αν το έργο αρέσει, ας το πάρουν κι ας το διασκευάσουν ή ας το κόψουν οι επόμενοι. Προσωπικά, θεωρώ καθήκον μου να παρουσιάσω το έργο ολόκληρο κι εύχομαι οι θεατές να αγαπήσουν κι αυτοί όπως εγώ αυτό το ιδιοφυές πνεύμα - τον «άτυχο» Γιάκομπ Μίχαελ Ράινχολτ Λεντς.

Πιστεύετε πως, όπως συγκίνησε εσάς το γερμανικό κίνημα «Θύελλα και Ορμή», θα συγκινήσει και τους θεατές; Είναι η στιγμή να ξαναζωντανέψει το επαναστατικό πνεύμα του ιδιοφυούς Λεντς;

Ναι, πιστεύω πολύ πως η στιγμή είναι κατάλληλη. Κάθε στιγμή βέβαια, είναι κατάλληλη να μας θυμίσει τον παράγοντα άνθρωπο και τα θυελλώδη και ορμητικά πάθη του. Βέβαια, στην δεκαετία του 1990 ίσως να μην ενδιέφερε τόσο να πούμε ή να μιλήσουμε γι αυτά, γιατί όλοι ήμασταν μεθυσμένοι από το «πλούτο» και την ευμάρεια και θεωρούσαμε αυτονόητο να είμαστε μεθυσμένοι και αυτάρκεις… και δεν υπολογίζαμε τις συνέπειες.

Σε ποια γλώσσα πιστεύετε πως πρέπει να μιλήσει ο καλλιτέχνης στο κοινό για την έννοια της ελευθερίας, τις αστικές πεποιθήσεις και τις ηθικές αρχές το 2018;

Σε πρώτο επίπεδο θα έλεγα στα γαλλικά, λόγω της επαναστατικότητας της περιοχής, αλλά γιατί όχι - και στα ελληνικά. Δεν πάμε κι εμείς πίσω. Είμαστε κι εμείς από τρελή γενιά που λέει και ο ποιητής. Έχουμε λαμπρή παράδοση και έχουμε επίσης τους ποιητές και τους επαναστάτες μας. Μας πήρε λίγο ο ύπνος τα τελευταία χρόνια της καλοπέρασης - πράγμα που το πληρώσαμε και θα πληρώσουμε ακόμη ακριβά - αλλά αυτό το μάθημα μπορεί να γίνει ο σπόρος μιας νέας αρχής και μιας νέας ελληνικής ελεύθερης γλώσσας!

Αισθάνεστε πως παίρνετε κάποιο ρίσκο μ’ αυτο το ανέβασμα;

Παίρνω ένα ρίσκο, ναι. Δεν ξέρω αν υπάρχει κοινό που να ενδιαφέρεται για τον συγγραφέα Λεντς - μέχρι στιγμής ανέβηκε στην Ελλάδα η νουβέλα «Λεντς» του Μπίχνερ, που αναφέρεται στην σχιζοφρένεια του Λεντς - δεν ξέρω αν με ακολουθήσουν κι αυτή την φορά, δεν βλέπω να υπάρχει ιδιαίτερο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον «για Λεντς πρώτη φορά στην Ελλάδα». Ίσως αγαπώ έναν συγγραφέα μεγάλο για την Γερμανία και «μικρό» για τα δικά μας… όμως δεν μπορώ να αντισταθώ στην φωνή μέσα μου, που το ζητάει. Εδώ οφείλω να ευχαριστήσω το Υπουργείο πολιτισμού που με στηρίζει, το Ινστιτούτο Γκαίτε, τους χορηγούς επικοινωνίας και όλους τους ηθοποιούς και συνεργάτες μου που με ακολουθούν με ενθουσιασμό και χαρά!

Ο κόσμος σας λατρεύει και πάντα σας επιβραβεύει. Πόση δύναμη σας δίνει αυτό, σε κάθε νέο σας βήμα; Ή μήπως σας αγχώνει;

Με επιβραβεύει και με ακολουθεί είναι αλήθεια, αλλά ποτέ δεν επαναπαύομαι, ούτε με καθησυχάζει η ιδέα ότι το κοινό μου έχει εμπιστοσύνη. Τίποτε δεν είναι κατακτημένο και δεδομένο. Ο αγώνας είναι καθημερινός και πάντα είμαι εκτεθειμένη στην κρίση του κοινού και της συντεχνίας μου. Αυτό με αγχώνει, χάνω τον ύπνο μου και την ησυχία μου, αλλά είναι μοναδική χαρά να κάνεις κάτι που εσύ αγαπάς και μόνος αποφάσισες και που μόνος σου θέλησες να κάνεις. Είναι ευλογία να αγωνίζεσαι και να δουλεύεις για ένα όραμα σου και κυρίως να διαμορφώνεις ένα «θέλω» και τις προϋποθέσεις να το κάνεις πραγματικότητα

Δημοφιλή