«Still Recording»: Ο δημιουργός του ντοκιμαντέρ για τη συριακή αντίσταση στη HuffPost

Εκεί που κάποιοι μάχονται ακόμα εναντίον του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ.
Stringer . / Reuters

Ο Γκιαθ Αγιούμπ βρίσκεται στη Βηρυτό και σχεδόν καθημερινά μιλά στο τηλέφωνο με τον φίλο του Σαεέντ που ζει πια μόνιμα στο Βερολίνο. Και οι δύο έφυγαν μαζί από τη Συρία - και ειδικότερα την ανατολική Γούτα- όπου βρέθηκαν για περισσότερα από τέσσερα χρόνια προκειμένου να καταγράψουν με μια κάμερα την εμπειρία της συριακής αντίστασης.

Κι αυτή ακριβώς είναι η εικόνα που βλέπει σε πρώτο πλάνο ο θεατής. Άνθρωποι που συμμετέχουν στον οργανωμένο αγώνα κατά του Μπασάρ αλ Άσαντ μέσα και έξω από τα οδοφράγματα και τις τακτικές εφόδους, μέσα από τη συνεχή εναλλαγή ζωής και θανάτου, ελπίδας και απόγνωσης. Το μόνο που μένει αναλλοίωτο και σταθερό καθ’όλη τη διάρκεια των μαχών είναι η άσβεστη θέληση για ελευθερία. Αυτή άλλωστε η επιθυμία σε συνδυασμό με την υπόσχεσή τους να επιστρέψουν στη Συρία και να αγωνιστούν και πάλι είναι οι λόγοι που τους κρατούν ενωμένους παρά την χιλιομετρική απόσταση που τους χωρίζει.

Το ντοκιμαντέρ που δημιούργησαν, με τίτλο «Still Recording» είναι η ακριβής αποτύπωση της μάχης που δίνουν όσοι αντιστέκονται στο καθεστώς Άσαντ και τους συμμάχους του. Η πείνα που υφίστανται οι νεαροί μαχητές, οι συνεχείς στερήσεις, οι ριπές καλάζνικοφ του πολέμου που ρίχνουν νεκρά στο έδαφος ακόμα και μικρά παιδιά και οι λαϊκές εξιστορήσεις περιπλέκονται με τις αφηγήσεις ενός ντοκιμαντέρ που κάνει το γύρο του κόσμου και ήδη έχει ξεχωρίσει σε διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ και βραβεύσεις.

Μία από τις διακρίσεις αυτές ήταν και η αφορμή για τη συνέντευξη που παραχώρησε στη HuffPost ο Γκιαθ Αγιούμπ, ο ένας εκ των δύο βασικών συντελεστών της ταινίας. Ριζοσπαστισμός, κριτική στην πολιτική κατάσταση της Συρίας, προσωπική συμμετοχή στο κινηματογραφικό έργο και ο ρόλος αυτού στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ήταν μερικά από όσα χώρεσαν σ’ αυτή τη σχεδόν 45λεπτη κουβέντα.

Τέσσερα χρόνια στην πρώτη γραμμή

Από τα πρώτα λεπτά της συζήτησης ο Γκιαθ μου εξηγεί πως το «Still Recording» είναι παράλληλα μια προσπάθεια ώστε οι επιζήσαντες του πολέμου της Συρίας να αποτίσουν φόρο τιμής σε όσους έχασαν τη ζωή τους στις μάχες κατά τη διάρκεια της κινηματογράφησης, χωρίς τους οποίους ο στόχος για μια εναλλακτική πληροφόρηση δεν θα είχε ευοδωθεί. «Όλα ξεκίνησαν από τη Δαμασκό το 2011. Εκεί τραβήχτηκαν οι πρώτες εικόνες που μας οδήγησαν στην Ντούμα. Ήταν τότε που ο Σαεέντ συνελήφθη από τις καθεστωτικές δυνάμεις και κατέληξε στη φυλακή. Εκεί συνειδητοποίησε και το φόβο που έτρεφαν οι καθεστωτικοί για όλους όσους κρατούσαν μια κάμερα και πόσο τελικά αυτή λειτουργούσε σαν όπλο στα χέρια όσων την είχαν στην κατοχή τους», λέει ξεκινώντας να αφηγείται μια ιστορία που καταγράφει ατόφιες τις καθημερινές εικόνες του πολέμου.

“Στην ταινία δεν δίνουμε απαντήσεις, θέτουμε απλά ερωτήματα για προβληματισμό, ανοίγουμε πόρτες στην σκέψη”

Κάπως έτσι -στους δρόμους της Συρίας και γνωρίζοντας μόνο κάποιες βασικές τεχνικές- εξοικειώθηκαν και με την τέχνη της κινηματογράφησης. Μέχρι εδώ καλά. Το ερώτημα όμως που προκύπτει στο σημείο αυτό είναι το πώς δύο άνθρωποι που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή της μάχης κατόρθωσαν να διαχειριστούν τον εξοπλισμό που ήταν απαραίτητος για τις λήψεις, να προστατέψουν τη ζωή τους και τις ιδέες τους και την ίδια ώρα να τροφοδοτήσουν την κάμερα με υλικό που θα οδηγούσε σε μια παραγωγή που θα ταξίδευε στον κόσμο, όταν γύρω τους έπεφταν νεκροί από τα πυρά των αντιπάλων φίλοι και συγγενείς. Η απάντηση που μου δίνει ο Γκιαθ είναι ψύχραιμη και περιεκτική.

«Θέλαμε από την αρχή να βγει αυτό το αποτέλεσμα και ξέραμε πως ό,τι και να συνέβαινε θα το κάναμε πράξη. Χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια και περίπου 450 ώρες κινηματογράφησης για να συγκεντρώσουμε στα χέρια μας τις εικόνες που επιθυμούμε. Σαφώς ήταν δύσκολο, γιατί κάθε λεπτό ήμασταν αντιμέτωποι με τους βομβαρδισμούς, με τον κρότο των όπλων. Χάσαμε πολλές εικόνες και μέρος του εξοπλισμού σε πολλές προσπάθειες μας να επιζήσουμε», εξηγεί.

Stringer . / Reuters

Τα προβλήματα φυσικά δεν τέλειωσαν εκεί, καθώς ο Γκιαθ με τον Σαεέντ το 2015, αφότου έφτασαν στο Λίβανο και έχοντας γεμίσει την κάμερα με εκατοντάδες αυθεντικές λήψεις, κλήθηκαν να απαντήσουν σε πληθώρα ερωτημάτων σχετικά με το κατά πόσο ήταν νόμιμο να χρησιμοποιήσουν τις εικόνες συγκεκριμένων προσώπων από το μέτωπο της μάχης, κυρίως αυτές μικρών παιδιών που τελικά πρωταγωνίστηκαν στο ντοκιμαντέρ. Χρειάστηκαν δύο ολόκληρα χρόνια και άπειρες ώρες μοντάζ για να καταλήξουν στις δύο ώρες που τελικά διαρκεί η ταινία. «Από τις 450 ώρες, φτάσαμε στις 150. Λίγες ημέρες μετά στις 70 και μετά από λεπτομερή επιλογή και διαπραγματεύσεις χωρίς τέλος, καταφέραμε να δημιουργήσουμε μια παραγωγή δύο ωρών», συμπληρώνει ο Γκιαθ.

Οι διεθνείς διακρίσεις

Το «Still Recording», μερικούς μήνες μετά την κυκλοφορία του το 2018, κατάφερε να αποσπάσει το μεγάλο βραβείο της Εβδομάδας Κριτικής κατά το 75ο Φεστιβάλ Βενετίας, ενώ εκτενής ήταν η αναφορά στην ταινία και κατά τη διάρκεια του 41ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ «Cinema du Reel» που έλαβε χώρα στο Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι τον περασμένο μήνα. Για τον ίδιο, οι συγκεκριμένες διακρίσεις είναι το μεγαλύτερο δώρο. Κι αυτό γιατί όπως λέει, αυτό που φοβούνταν περισσότερο με την προβολή της ταινίας ήταν αν τελικά ο κόσμος θα αποδεχτεί την οπτική τους και την διαφορετική προσέγγιση για τον πόλεμο που μαίνεται στη Συρία. «Ξέρεις, είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που βιώνεις κάθε φορά που παράγεις κάτι στον κινηματογράφο. Εσύ έχεις βάλει την καρδιά σου, αλλά ο θεατής θα το αγαπήσει το ίδιο;», λέει χαρακτηριστικά.

H συζήτηση μεταφέρεται στον Τζιόνα Ναζάρο, τον επικεφαλής του Φεστιβάλ στη Βενετία και στη φράση που εκείνος χρησιμοποίησε λίγο πριν απονείμει το βραβείο στο «Still Recording». Ο ίδιος μιλώντας από τη σκηνή κατά την απονομή των βραβείων είπε πως «την εποχή που η πολιτική κλείνει πόρτες, ο κινηματογράφος θέλει να τις ανοίξει όλες διάπλατα». Παίρνοντας αφορμή από την εν λόγω θέση, ρωτώ τον Γκιαθ αν θεωρεί πως η προσωπική συμμετοχή είναι μία νέα πρόκληση και έκκληση για τον καλλιτέχνη -πόσο μάλλον στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εκείνος συμφωνεί. Παίρνει το λόγο και τονίζει πως ακριβώς αυτός ήταν και ο δικός τους στόχος από την αρχή.

«Είμαστε νέοι άνθρωποι και απευθυνόμαστε στους νέους ανθρώπους ολόκληρου του κόσμου. Στην ταινία δεν δίνουμε απαντήσεις, θέτουμε απλά ερωτήματα για προβληματισμό, ανοίγουμε πόρτες στην σκέψη. Παρουσιάζουμε στον κόσμο πώς η γενιά μας βίωσε την επανάσταση. Την ώρα που κάποιοι εξαπολύουν πυρά και κρατούν όπλα, οι νέοι πρέπει να κρατούν κάμερες, να καταγράφουν την αλήθεια και να διαβάζουν πίσω από τις λέξεις. Η στάση μας είναι μια πολιτική επιλογή, αφού παλεύουμε ενάντια στην προπαγάνδα του καθεστώτος που μας παρουσιάζει σαν εξτρεμιστές. Κι όμως είμαστε απλοί άνθρωποι που θέλουμε τη Συρία ελεύθερη. Το “Still Recording” είναι ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή και όχι για το θάνατο», σημειώνει με την ένταση στη φωνή του να αυξάνεται. «Γι’ αυτό και η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσαμε κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού ήταν να ολοκληρώσουμε την ταινία, ξεπερνώντας όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια που εμφανίστηκαν μπροστά μας», συμπληρώνει μερικά λεπτά αργότερα.

YouTube

«Έμοιαζαν σαν να κοιμούνται. Όμως δεν ξύπνησαν ποτέ»

H κουβέντα καταλήγει στη ρίψη χημικών και τη χρήση εμπρηστικών βομβών εναντίον αμάχων στη Συρία κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να μην καταλήξει εκεί, παρόλο που ίσως το κομμάτι αυτό είναι το πιο επώδυνο τόσο για τον Γκιαθ, όσο και για όλους εκείνους που βρέθηκαν στο σημείο της επίθεσης τη λάθος στιγμή. Ο ίδιος θυμάται με λεπτομέρειες όλα όσα ο Σαεέντ του περιέγραψε. Μιλά για την πρώτη ρίψη χημικών στη Ντούμα πριν από έξι χρόνια και για εκείνες που ακολούθησαν.

«Το 2013 βρισκόμουν στη Δαμασκό. Όμως ο Σαεέντ ήταν στην ανατολική Γούτα που δέχτηκε επίθεση με τοξικά αέρια. Δεν τράβηξε κανένα πλάνο. Όταν συνειδητοποίησε τι συνέβαινε άφησε την κάμερα στην άκρη και έτρεξε να βοηθήσει τον κόσμο. Έβλεπε πεσμένους στο δρόμο φίλους και συγγενείς. Δεν είχαν πάνω τους ίχνος αίματος. Ήταν σαν να κοιμούνται. Δεν ξύπνησαν όμως ποτέ. Ήταν φρικτό για όποιον το έζησε και με αυτές τις μνήμες ξυπνάμε ακόμα», λέει.

Υπενθυμίζεται ότι στις 21 Αυγούστου 2013 εκδηλώνεται επίθεση των καθεστωτικών δυνάμεων στην Ανατολική Γούτα και τη Μουανταμίγια αλ Σαμ, δύο ανταρτοκρατούμενους τομείς στην περιφέρεια της Δαμασκού. Η αντιπολίτευση κατηγορεί το καθεστώς ότι έκανε χρήση τοξικών αερίων, κάτι που διαψεύδεται από την κυβέρνηση. Στα τέλη Αυγούστου, η Ουάσιγκτον ανακοινώνει την «ισχυρή πεποίθησή της» ότι το καθεστώς ευθύνεται για την επίθεση που, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, στοίχισε τη ζωή σε 1.429 ανθρώπους. Τα 426 από τα θύματα ήταν παιδιά.

Στις 16 Σεπτεμβρίου ο ΟΗΕ δίνει στη δημοσιότητα την έκθεση των εμπειρογνωμόνων που ερεύνησαν την επίθεση. Στην έκθεση αναφέρεται ότι βρέθηκαν «ατράνταχτες αποδείξεις» πως χρησιμοποιήθηκε το νευροτοξικό αέριο σαρίν.

Στις 10 Σεπτεμβρίου 2014, οι εμπειρογνώμονες του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (ΟΑΧΟ) επιβεβαιώνουν ότι το αέριο χλωρίου χρησιμοποιήθηκε ως χημικό όπλο «συστηματικά και κατ′ επανάληψη» στην Καφρ Ζέτα (στην επαρχία Χάμα) την Αλ Ταμάνα και την Ταλ Μίνις (επαρχία Ιντλίμπ), τρία ανταρτοκρατούμενα χωριά. Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι επιθέσεις αυτές διαπράχθηκαν τον Απρίλιο του ίδιου έτους από το καθεστώς.

Στα τέλη Αυγούστου, μια επιτροπή ερευνών του ΟΗΕ κατηγόρησε τις συριακές αρχές ότι χρησιμοποίησαν χημικά όπλα, «πιθανότατα χλώριο» σε οκτώ περιπτώσεις στα δυτικά της χώρας. Ουάσιγκτον, Λονδίνο και Παρίσι κατηγορούν τον συριακό στρατό ότι επί 16 μήνες εξαπέλυε επιθέσεις με αέριο χλωρίου. Όμως για τη Ρωσία, τη σύμμαχο της Δαμασκού, δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την ενοχή του συριακού καθεστώτος.

“Το «Still Recording» απέσπασε το μεγάλο βραβείο της Εβδομάδας Κριτικής κατά το 75ο Φεστιβάλ Βενετίας”

Στις 2 Αυγούστου 2016, το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κάνει λόγο για 24 θανάτους από ασφυξία στην ανταρτοκρατούμενη πόλη Σαρακέμπ, 50 χιλιόμετρα νοτίως του Χαλεπιού. Δέκα ημέρες αργότερα, η Γαλλία εκφράζει ανησυχίες για τις πληροφορίες που κάνουν λόγο για μια επίθεση με χημικά στο Χαλέπι στις 10 Αυγούστου, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 4 άνθρωποι και να τραυματιστούν δεκάδες άλλοι.

Στις 21 Οκτωβρίου 2016, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ λαμβάνει μια εμπιστευτική έκθεση που συμπεραίνει ότι ο συριακός στρατός εξαπέλυσε επίθεση με χημικούς παράγοντες, πιθανότατα με αέριο χλωρίου, στο Κμένας, στην επαρχία του Ιντλίμπ, στις 16 Μαρτίου του 2015. Σε προηγούμενη έκθεσή της η επιτροπή JIM (Κοινός Ερευνητικός Μηχανισμός) είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στρατιωτικά ελικόπτερα ψέκασαν αέριο χλώριο σε τουλάχιστον δύο κοινότητες της επαρχίας Ιντλίμπ, στο Ταλμενές (21 Απριλίου 2014) και το Σαρμίν (16 Μαρτίου 2015). Συνολικά, από τις εννέα επιθέσεις που εξετάστηκαν από τους εμπειρογνώμονες, οι τρεις αποδόθηκαν στο καθεστώς και μία στο Ισλαμικό Κράτος, εκείνη της Μαρέα (επαρχία Χαλεπιού, 21 Αυγούστου 2015) όπου χρησιμοποιήθηκε αέριο μουστάρδας.

Στις 28 Φεβρουαρίου 2017, η Ρωσία και η Κίνα ασκούν βέτο σε μια απόφαση του ΟΗΕ που προέβλεπε την επιβολή κυρώσεων στη Συρία επειδή έκανε χρήση χημικών όπλων. Στις αρχές Μαρτίου, ο ΟΑΧΟ ανακοίνωσε ότι ερευνά οκτώ επιθέσεις με τοξικά αέρια που φέρεται ότι διαπράχθηκαν από τις αρχές του έτους στη Συρία. Και οι αναφορές για επιθέσεις με χημικά συνεχίζονται ακόμα και σήμερα.

Omar Sanadiki / Reuters

«Η Συρία είναι δύο κόσμοι»

Τον τελευταίο λόγο έχει ο Γκιαθ. Τον ρωτώ αν θα επιστρέψει ποτέ στη Συρία, αν θεωρεί πως η χώρα του μπορεί να γίνει και πάλι ένα ενωμένο, πλήρως κυρίαρχο κράτος ύστερα από όλα όσα συνέβησαν. Μου απαντά πως ονειρεύεται κάθε μέρα την επιστροφή του, όχι όμως στη Συρία έτσι όπως είναι αυτή σήμερα. «Υπάρχει η Συρία του Άσαντ και των συμμάχων του και η άλλη, αυτή που ονειρευόμαστε κάθε πρωί όλοι όσοι την θυμόμαστε ελεύθερη από το δικτατορικό καθεστώς. Στην αρχή τον φοβόμασταν, πλέον όμως όχι», αναφέρει ενώ συμπληρώνει: «Μπορεί να έχουμε κάπως κουραστεί, μπορεί φαινομενικά, το καθεστώς να έχει νικήσει, όμως τίποτα δεν έχει ακόμα κριθεί. Από την αρχή δεν μιλήσαμε για πόλεμο, μιλήσαμε για επανάσταση. Και αυτή δεν έχει ακόμα τελειώσει».

*Σήμερα ο Γκιαθ ζει στη Βηρυτό ενώ ο Σαεέντ στο Βερολίνο. Δύο από τους στενούς συνεργάτες τους βρίσκονται στην Τουρκία, ενώ άλλοι τόσοι είναι διασκορπισμένοι σε χώρες της Ευρώπης. Καθημερινά επικοινωνούν, δημιουργούν και εργάζονται με στόχο την προβολή του ντοκιμαντέρ σε όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες γίνεται. Επιθυμία τους είναι η ταινία να προβληθεί και στην Ελλάδα μέσα στο επόμενο διάστημα. Στο πλαίσιο αυτό, απευθύνουν κάλεσμα σε όλους όσους θα ήθελαν να μοιραστούν αντίστοιχες ιδέες ή τη δική τους ιστορία, να το πράξουν. Με μια κάμερα ή ένα μολύβι στο χέρι. Μόνο έτσι θα νιώσουν ελεύθεροι.

To τρέιλερ του Still Recording:

Δημοφιλή