Στην Πράξη!: Όλες οι ειδήσεις (που αξίζει να δημοσιευθούν)

Τον περασμένο μήνα στο Νταβός, ανακοινώσαμε το «What's working», μια παγκόσμια δημοσιογραφική πρωτοβουλία της HuffPost να διπλασιάσει την κάλυψη της για αυτά που λειτουργούν. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να διηγούμαστε τις ιστορίες ανθρώπων και κοινοτήτων που έκαναν εκπληκτικά πράγματα, ξεπερνώντας μεγάλες αντιξοότητες, και να καταλήξουμε σε λύσεις για τις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Με το να επικεντρωθούμε σε αυτές τις ιστορίες ελπίζουμε ότι μπορούμε να προβάλλουμε αυτές τις λύσεις, και να δημιουργήσουμε μια θετική απήχηση που μπορεί να επεκτείνει το εύρος και να διευρύνει την εφαρμογή τους.

Υπάρχει ένα ρητό για τις ειδήσεις, που καθοδηγεί εδώ και δεκαετίες τη σκέψη όλων των συντακτικών ομάδων: «Το αίμα πουλάει». Δηλαδή ιστορίες βίας, τραγωδίας, δυσλειτουργίας και διαφθοράς προηγούνται -στην ώρα, στην οθόνη του υπολογιστή ή του τηλεφώνου, ή στην εφημερίδα - γιατί οι δημοσιογράφοι πιστεύουν ότι αυτές είναι οι ιστορίες που θέλει το κοινό να δει ή να διαβάσει.

Αυτή η υπόθεση εργασίας είναι λανθασμένη -τόσο ηθικά όσο και πρακτικά. Και είναι και κάκιστη δημοσιογραφία. Ως δημοσιογράφοι, η δουλειά μας είναι να δώσουμε στο κοινό μας μια ακριβή εικόνα - και αυτό σημαίνει μια πλήρη εικόνα - του τι συμβαίνει στον κόσμο. Με το να δείχνουμε την τραγωδία, τη βία, το χάος - εστιάζοντας σε όλα αυτά που διαλύονται, και δεν λειτουργούν- χάνουμε το τι συμβαίνει γύρω μας. Τι έχουμε να πούμε για τον τρόπο που αντιδρούν οι άνθρωποι σε αυτές τις προκλήσεις, τον τρόπο που έρχονται μαζί - ακόμη και μέσα στη βία, τη φτώχεια και την απώλεια; Και τι έχουμε να πούμε για όλες τις άλλες ιστορίες καινοτομίας, δημιουργικότητας, εφευρετικότητας, συμπόνιας και αξιοπρέπειας; Αν εμείς στα μέσα ενημέρωσης δείχνουμε μόνο τη σκοτεινή πλευρά, τότε αποτυγχάνουμε στη δουλειά μας.

Και ακόμα περισσότερο, αποδεικνύεται ότι με αυτόν τον τρόπο δεν δίνουμε στους αναγνώστες και στους τηλεθεατές μας, αυτό που θέλουν.

Τον περασμένο μήνα στο Νταβός, ανακοινώσαμε το «What's working», μια παγκόσμια δημοσιογραφική πρωτοβουλία της HuffPost να διπλασιάσει την κάλυψη της για αυτά που λειτουργούν. Ενώ θα συνεχίσουμε να καλύπτουμε τις ιστορίες σχετικά με ό,τι δεν λειτουργεί -την πολιτική δυσλειτουργία, τη διαφθορά, την αδικία, τη βία, και την καταστροφή - όπως κάναμε πάντα, θέλουμε να προχωρήσουμε πέρα από «το αίμα πουλάει». Και για να είμαι σαφής, δεν μιλάμε για απλές συγκινητικές ιστορίες, ή «γλυκούλικες στιγμές», ή χαριτωμένα ζωάκια- αν και μην ανησυχείτε , θα εξακολουθούμε να σας δίνουμε πολλές και από αυτές. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να διηγούμαστε τις ιστορίες ανθρώπων και κοινοτήτων που έκαναν εκπληκτικά πράγματα, ξεπερνώντας μεγάλες αντιξοότητες, και να καταλήξουμε σε λύσεις για τις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Με το να επικεντρωθούμε σε αυτές τις ιστορίες ελπίζουμε ότι μπορούμε να προβάλλουμε αυτές τις λύσεις, και να δημιουργήσουμε μια θετική απήχηση που μπορεί να επεκτείνει το έυρος και να διευρύνει την εφαρμογή τους.

Αυτό δεν είναι μόνο καλή δημοσιογραφία, είναι επίσης μια έξυπνη επιχειρηματική κίνηση. Αποδεικνύεται ότι, σε αντίθεση με το σκεπτικό «το αίμα πουλάει», οι άνθρωποι θέλουν να μάθουν μια πιο εποικοδομητική και αισιόδοξη ιστορία. Ως ο νούμερο 1 εκδότης στο Facebook, έχουμε μάθει ότι αυτές είναι οι ιστορίες που ενδιαφέρουν περισσότερο τους αναγνώστες μας -όχι μόνο να τις διαβάσουν αλλά και να τις μοιραστούν. Και η εμπειρία μας στη Huffington Post δεν είναι μοναδική. O Jonah Berger, καθηγητής στο Wharton Business School και συγγραφέας του Contagious: Why Things Catch On, έψαξε μαζί με τη συνάδελφο του Katherine Milkman στη λίστα των New York Times για τις ιστορίες που είχαν σταλεί περισσότερο με email κατά τη διάρκεια έξι μηνών. Αυτό που ανακάλυψαν ήταν ότι οι άνθρωποι ήταν πολύ πιο πιθανό να μοιραστούν τις ιστορίες που ξυπνούν θετικά συναισθήματα.

Το δημοσιογραφικό κριτήριο ήταν ανέκαθεν ένα σημαντικό μέρος της επιχείρησης των ειδήσεων. Αλλά κάπου στην πορεία, ο ορισμός του τι είναι είδηση έγινε συνώνυμο με τη βία το χάος και την καταστροφή.

Τα μέσα ενημέρωσης σπάνια καλύπτουν τις ιστορίες των λύσεων και του τι λειτουργεί (σε μεγάλο βαθμό αυτές οι ειδήσεις υποβαθμίζονται στο «ηρωικό» τμήμα στο τέλος τοπικών εκπομπών ή σε συναισθηματικά προφίλ θαμμένα κάπου στην ενότητα lifestyle) αλλά συγχρόνως δίνουμε άφθονη προσοχή σε ιστορίες που είναι μόλις και μετά βίας άξιες. Την περασμένη εβδομάδα για παράδειγμα, η εθνική μας συζήτηση κατέληξε σε ένα οδυνηρό αδιέξοδο για ώρες πριν και μετά την τηλεδιάσκεψη του Mitt Romney όπου ανακοίνωσε ότι δεν θα βάλει υποψηφιότητα για πρόεδρος.

«Όλα τα νέα που είναι κατάλληλα για να τυπωθούν» ήταν το φημισμένο σύνθημα των New York Times, που εισήγαγε ο εκδότης της εφημερίδας Adolph Ochs το 1896, σε μια προσπάθεια να απωθηθεί η κίτρινη δημοσιογραφία της εποχής. Πάνω από έναν αιώνα αργότερα όμως, μένουν απέξω πολλές πραγματικές ειδήσεις. Η συζήτηση περί καταλληλότητας/ακαταλληλότητας είναι παρωχημένη. Η νέα αντίληψη είναι ότι πρέπει να ακουστούν «Όλα τα νέα». Οπότε πώς ορίζουμε τι μπορεί να θεωρηθεί ως «είδηση»;

Κατ 'αρχάς, η είδηση θα πρέπει να αντικατοπτρίζει με ακρίβεια τον κόσμο που ζούμε. Ο Tony Gallagher, ο αρχισυντάκτης της Daily Mail, αναγνώρισε πρόσφατα ότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συχνά χάνουν την πλήρη εικόνα. «Οι δείκτες εγκληματικότητας έχουν κατέβει», δήλωσε, «αλλά κοιτώντας τα ΜΜΕ βλέπουμε ότι εξακολουθούν να καλύπτουν τον ίδιο αριθμό εγκλημάτων και δολοφονικών δικών, οπότε ναι, υπάρχει ο κίνδυνος ότι δεν αντικατοπτρίζουμε τον κόσμο».

Στο βιβλίο του "Better Angels of Our Nature: Why Violence Has Declined", ο ψυχολόγος του Χάρβαρντ Steven Pinker έδειξε ότι, στην πραγματικότητα ζούμε ίσως στη λιγότερο βίαιη και σκληρή περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας. Και πάλι δεν υποτιμάμε ούτε «ξεπλένουμε» τα μυριάδες μεγάλα προβλήματα που συμβαίνουν στον κόσμο. Αλλά παρά τα φοβερά πράγματα που βλέπουμε στις ειδήσεις, «έχει υπάρξει μια μείωση σε όλα τα είδη των οργανωμένων συγκρούσεων, συμπεριλαμβανομένων των εμφυλίων πολέμων, των γενοκτονιών, της καταπίεσης και της τρομοκρατίας», όπωςέγραψεο Peter Singer σε μία κριτική του βιβλίου του Pinker.

Πόσο απέχει όμως η κάλυψη της από τα ΜΜΕ σε σχέση με την ίδια την πραγματικότητα; Στη δεκαετία του 1990, η κάλυψη των δολοφονιών αυξήθηκε περισσότερο από 500 τοις εκατό - ακόμη και όταν τα ποσοστά ανθρωποκτονιών μειώθηκαν περισσότερο από 40 τοις εκατό, σύμφωνα με το Κέντρο Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Δημοσίων Υποθέσεων.

Ο κόσμος μας είναι γεμάτος από κρίσεις, δυσλειτουργία, και διαφθορά, με συχνά τραγικές ανθρώπινες συνέπειες. Θα συνεχίσουμε φυσικά να τα καλύπτουμε όλα αυτά - από το Ισλαμικό Κράτος και την Μπόκο Χάραμ, την αλλαγή του κλίματος, τον ιό του Έμπολα, την ανεργία των νέων, μέχρι τις αυξανόμενες εισοδηματικές ανισότητες-. Αλλά ακόμα και σε αυτές τις ιστορίες η εικόνα που παρουσιάζεται πρέπει να είναι ολοκληρωμένη. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι ανταποκρίνονται, ανοίγονται στους γείτονές τους και ανταπεξέρχονται στο ύψος των περιστάσεων μένει απέξω.

Όταν δεν δίνουμε στο κοινό την πλήρη εικόνα, αυτό μας κοστίζει με παραπάνω από έναν τρόπους: με αυξανόμενο κυνισμό, παραίτηση, απαισιοδοξία, και τελικά απελπισία ως προς τη δυνατότητα να λύσουμε τα προβλήματα. Όταν όμως δίνουμε στο κοινό την πλήρη εικόνα, η ανταπόκριση του δείχνει πόσο πολύ το έχει ανάγκη. Ο Sean Dagan Wood είναι ο ιδρυτής των Positive News, μια online και έντυπη έκδοση στο Ηνωμένο Βασίλειο με το μότο «Έμπνευση για την αλλαγή». Στο TED Talk του,έθεσε τις αρχές του:

«Μια πιο θετική μορφή της δημοσιογραφίας δεν θα ωφελήσει μόνο την ευημερία μας, αλλά θα μας κάνει να συμμετάσχουμε στην κοινωνία και θα βοηθήσει στην εύρεση καταλυτικών λύσεων στα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε».

Ανάλογες προσπάθειες αφθονούν, από το ενημερωτικό δελτίο της Washington Post «The Optimist» και τη στήλη «Fixes» των New York Times μέχρι το Solutions Journalism Network και sites όπως το Upworthy και το NationSwell.

Όπως μου είπε ο αντιπρόεδρος του Twitter, Chris Moody:

«Βλέπουμε αμέτρητες αποδείξεις στο Twitter ότι τα θετικά μηνύματα έχουν μεγαλύτερο engagement και reach στην παγκόσμια πλατφόρμα μας, απ' ό, τι τo αρνητικό περιεχόμενο. Θα δημοσιεύσουμε σύντομα στοιχεία που αποδεικνύουν αυτό ακριβώς το πράγμα. Οι επιπτώσεις των ευρημάτων μας θα είναι εξαιρετικά σημαντικές στο πώς σκεφτόμαστε για το δημιουργικό και το δημοσιογραφικό περιεχόμενο, καθώς και για το πώς σκέφτονται οι εταιρείες αναφορικά με τη συμμετοχή του κοινού και την εξυπηρέτηση πελατών».

Το να αποκατασταθεί η αίσθηση του μέτρου στις ειδήσεις, αντανακλώντας με ακρίβεια την πραγματικότητα του κόσμου, σίγουρα δεν σημαίνει το να μιλάμε για τον κόσμο μέσα από ροζ γυαλιά. Ο όρος «κόπωση συμπόνιας» (compassion fatigue) έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τον τρόπο που αντιδρούν οι αναγνώστες σε μια αποκλειστική «διατροφή» με αρνητικές εικόνες και ιστορίες- τους αναγκάζει να «αποχωρήσουν» συναισθηματικά. Όπως το έθεσε η Lisa Williams, κοινωνική ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία,

«Όσο πιο πολύ ακούμε για γεγονότα βασανιστικά και τραυματικά που μας επηρεάζουν ψυχολογικά, τόσο πιο πιθανό είναι να οδηγηθούμε σε "συναισθηματική απεμπλοκή", αναχωρητισμό και απουσία κινητοποίησης για βοήθεια».

Και στο βιβλίο της«Compassion Fatigue: How the Media Sell Disease, Famine, War and Death», που κυκλοφόρησε το 1999 η Susan D. Moeller κατηγορεί ξεκάθαρα, όπως φαίνεται και από τον τίτλο της, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης:

«Η «συμπόνια κόπωσης» είναι η μη αναγνωρισμένη αιτία ενός μεγάλου μέρους της αποτυχίας της διεθνής ειδησεογραφίας σήμερα. Αποτελεί τη βάση πολλών από τα παράπονα για την απουσία συγκέντρωσης του κοινού, για την "περιπατητική δημοσιογραφία" των ΜΜΕ, την πλήξη του κοινού με τις διεθνείς ειδήσεις και την ενασχόληση των ΜΜΕ με την κάλυψη της κρίσης».

Και δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο ιστορίες που εστιάζουν σε αυτά που λειτουργούν και πάνε καλά, δεν θα πρέπει να επιλέγονται για τις υψηλότερες δημοσιογραφικές τιμές. Το 1943 για παράδειγμα, το Βραβείο Πούλιτζερ για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών κέρδισε η εφημερίδα Omaha World - Herald για την πρωτοβουλία και την πρωτοτυπία στον σχεδιασμό παν-πολιτειακών εκστρατειών για τη συλλογή των απορριμμάτων μετάλλων για την πολεμική προσπάθεια. Το σχέδιο Νεμπράσκα υιοθετήθηκε κατόπιν σε εθνική κλίμακα από τις ημερήσιες εφημερίδες, με αποτέλεσμα μια ενωμένη προσπάθεια που πέτυχε στην παροχή των απαραίτητων υλικών θραυσμάτων για τις πολεμικές βιομηχανίες μας». Το έργο της Herald ήταν μια τέλεια ενσάρκωση του τι λειτουργεί: εν μέσω της παγκόσμιας κρίσης, η δημοσιογραφία ένωσε μια ολόκληρη πόλη μαζί για να συλλέξει τόνους παλιοσίδερα για την πολεμική προσπάθεια, και ξεκίνησε μια θετική εξάπλωση σε άλλες εφημερίδες σε όλη την η χώρα. Η εφημερίδα έφτιαξε κι ένα διαγωνισμό για το μάζεμα από παλιοσίδερα, δίνοντας ακόμα και παράσημα ανάλογα με αυτά των προσκόπων στους νεαρούς συμμετέχοντες.

Ένα άλλο παράδειγμα από τα βραβεία Pulitzer έρχεται σχεδόν μισό αιώνα αργότερα. Το 1997 η πόλη του Γκραντ Φορκς ,στη Βόρεια Ντακότα, υπέστη τη χειρότερη φυσική καταστροφή στην ιστορία της Πολιτείας: μαζικές πλημμύρες, χιονοθύελλες και φωτιά. Για την κάλυψη των γεγονότων η Grand Forks Herald κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1998 για τις δημόσιες υπηρεσίες που παρείχε, όχι μόνο για την κάλυψη της καταστροφής, αλλά γιατί κατάφερε να μεταδώσει ολόκληρη την εικόνα. Υπάρχουν ιστορίες για εθελοντές που ταξίδεψαν μίλια μακριά για να βοηθήσουν στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Βόρειας Ντακότας, της οποίας τα υλικά απειλήθηκαν από πλημμύρες, το Δημαρχείο μετακόμισε στο τοπικό ξενοδοχείο Comfort Inn, ενώ το Πανεπιστήμιο πρόσφερε στέγαση, χώρο και ημερήσια φροντίδα σε άτομα των οποίων τα σπίτια είχαν καταστραφεί. Όπως έγραψανο Mike Jacobs και ο Mike Maidenberg:

«Αναρωτηθήκαμε όλοι μας, αν οποιαδήποτε κοινότητα οπουδήποτε είχε ποτέ υποφέρει τόσο πολύ, κι ας γνωρίζαμε την απάντηση. Ως εκ θαύματος, δεν θρηνήσαμε ανθρώπινες απώλειες. Με θαυμαστό τρόπο βρήκαμε καινούργιες φιλίες όταν ξένοι ήρθαν να μας βοηθήσουν, μας τηλεφώνησαν για να προσφέρουν στέγη, ή μας άπλωσαν το χέρι για να μας προσφέρουν βοήθεια».

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον αρχίζουμε μια συνεργασία με τον Global Citizen για να προσθέσουμε ένα Action Button σε ιστορίες σε όλη την HuffPost προσανατολισμένες προς το "What's Working", βοηθώντας τους αναγνώστες μας να αναλάβουν δράση σε θέματα που κυμαίνονται από την φτώχεια μέχρι την εκπαίδευση. Και ενώ το What's working είναι μια παγκόσμια πρωτοβουλία, θέλουμε κάθε μία από τις διεθνείς εκδόσεις μας να φέρει τη δική της ευαισθησία και εμπειρία στην κάλυψη των λύσεων. Γι' αυτό κάθε έκδοση θα έχει το δικό της όνομα - για παράδειγμα, στο Le Huffington Post στη Γαλλία θα είναι Ça Marche! Και μεταφράζοντας τη δουλειά καθεμίας από τις εκδόσεις μας, θα φέρνουμε ειδήσεις των λύσεων αυτών σε όλο τον κόσμο για να ξεκινήσει μια ευρύτερη συζήτηση σχετικά με το τι λειτουργεί.

Όλο αυτό δεν μπορούμε να το καταφέρουμε μόνοι μας. Αυτός είναι ο λόγος που συνεργαζόμαστε με τη Σχολή Επικοινωνίας και Δημοσιογραφίας του USC (University of Southern California) Annenberg, για να μας βοηθήσει εκπαιδεύοντας την επόμενη γενιά δημοσιογράφων να καλύψει την πλήρη εικόνα των ανθρώπινων ιστοριών. Κατά τη διάρκεια του εαρινού εξαμήνου του 2015, οι δημοσιογράφοι μας θα συνεργαστούν με τους φοιτητές του USC Annenberg σε ένα What's Working Challenge, ενθαρρύνοντάς τους να εφαρμόσουν την ίδια δημοσιογραφική αυστηρότητα, ουσία και δημιουργικότητα για να καλύψουν το What's Working, όπως κάνουν στα καλύτερα ρεπορτάζ τους. Θα βοηθήσουμε τους μαθητές να εντοπίσουν και να διαμορφώσουν αυτά τα είδη των ιστοριών, και να πλαισιώσουν τα ρεπορτάζ τους έτσι ώστε να έχουν το μέγιστο αντίκτυπο. Θα μοιραστούμε την καλύτερη δουλειά τους - σε κείμενο, βίντεο και πολυμέσα - σε όλες τις πλατφόρμες της Huffington Post. Όπως λέει και η Willow Bay, διευθύντρια του Τμήματος Δημοσιογραφίας του Annenberg και συντάκτρια της HuffPost:

«Θέλουμε οι μαθητές μας να αλλάξουν τον κόσμο με τη δημοσιογραφία τους, αλλά και να αλλάξουν τον κόσμο της δημοσιογραφίας. Η πρόκληση του What's working μας προσφέρει μια ευκαιρία να κάνουμε και τα δύο».

Όπως πάντα σας παρακαλούμε να χρησιμοποιήσετε το τμήμα σχολίων για να μας πείτε τη γνώμη σας.