Τα πιθανά σενάρια για την απόφαση Τραμπ για την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν- και οι επιπτώσεις τους

Εξετάζοντας (και) το απευκταίο σενάριο της πολεμικής σύγκρουσης
Stringer Iran / Reuters

Καθώς αναμένονται οι ανακοινώσεις σχετικά με την απόφαση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, όσον αφορά στην παραμονή των ΗΠΑ στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, οργιάζει η σεναριολογία, ενώ παράλληλα εντείνονται οι προβληματισμοί για το φάσμα μιας επικίνδυνης κλιμάκωσης στην περιοχή: Από τα σκληρά διαπραγματευτικά παιχνίδια διπλωματικού «πόκερ» και τις κυρώσεις μέχρι τον ενδεχόμενο μιας πολεμικής σύρραξης, το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν βρίσκεται αναπόφευκτα στο επίκεντρο της διεθνούς επικαιρότητας, καθώς η ήδη διαταραγμένη ισορροπία στη Μέση Ανατολή απειλείται εκ νέου.

Πέντε πιθανά σενάρια σχετικά με το τι θα ακολουθήσει μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου, όποια και αν είναι αυτή, παρουσιάζει η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz σε δημοσίευμά της. Ο Τραμπ θα μπορούσε να ακολουθήσει μία από μια σειρά «οδών» πάνω στο ζήτημα, και, ανάλογα με το πώς θα αντιδράσουν οι άλλες χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία (Ρωσία, Κίνα, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία και Ιράν) θα μπορούσαν να προκύψουν διαφορετικά αποτελέσματα. Υπενθυμίζεται πως ο Τραμπ έχει περάσει τα δύο τελευταία χρόνια χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία (Joint Comprehensive Plan of Action- JCPOA) ως τη «χειρότερη δυνατή», οπότε και δεν αναμένεται ξαφνικά να κάνει πίσω και να επικυρώσει πλήρως τη συμφωνία.

JIM WATSON via Getty Images

Ακολουθούν τα 5 πιο πιθανά σενάρια:

α) Θα υπογράψει την παράταση της συμφωνίας «με αστερίσκους»: Παρά τον θόρυβο των τελευταίων εβδομάδων, ο Τραμπ βάζει την υπογραφή του όσον αφορά στην παράταση της συμφωνίας άρσης κυρώσεων στο Ιράν (όπως έχει κάνει κάθε φορά ανά 4 μήνες από τότε που ανέλαβε- αν και είχε πει τον Ιανουάριο πως θα ήταν η τελευταία φορά). Ωστόσο, θα υπάρχουν πολλοί «αστερίσκοι», όπως πχ μικρότερη χρονική περίοδος για επανεξέταση (πχ 120 ημέρες). Ο Τραμπ θα πει ότι είναι ακόμα εναντίον της JCPOA, ωστόσο δίνει στους Ευρωπαίους ηγέτες που του ζητούν να συνεχίσει άλλη μια τελευταία ευκαιρία για να επιτευχθούν βελτιώσεις οι οποίες δεν θα έχουν απλά «διακοσμητικό» χαρακτήρα. Κάτι τέτοιο, όπως αναφέρει η Haaretz, θα μείωνε την πίεση προς την Ουάσινγκτον, η οποία επιθυμεί να επικεντρωθεί στη σύνοδο με τον Βορειοκορεάτη ηγέτη, Κιμ Γιονγκ Ουν. Επίσης, αυτό πιθανότατα δεν θα έσωζε τη συμφωνία, απλά θα της έδινε παράταση ζωής, κάτι που δεν θα ενοχλούσε ιδιαίτερα τον Τραμπ και τους Πομπέο και Μπόλτον (νέος ΥΠΕΞ και σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας αντίστοιχα) αν είναι όντως αποφασισμένοι να της δώσουν τέλος αργά.

β) Δεν υπογράφει την παράταση και δεν προβαίνει σε κάποια ενέργεια: Ένας άλλος τρόπος να μειώσει την πίεση προς την Ουάσινγκτον και να την στρέψει αλλού είναι να μην υπογράψει την παράταση της συμφωνίας άρσης κυρώσεων, αλλά παράλληλα να μη σπεύσει να επιβάλει κυρώσεις εκ νέου. Οι κυρώσεις που στοχεύουν την κεντρική τράπεζα του Ιράν, και έχουν στόχο να δυσχεραίνουν τις διεθνείς συμφωνίες πώλησης πετρελαίου, δεν τίθενται σε ισχύ για άλλες 180 ημέρες- δίνοντας χρονικό περιθώριο μηνών για την επίτευξη συμβιβασμού. Οι Ευρωπαίοι σε αυτή τη φάση θα ψάχνουν να βρουν μια λύση που θα έκανε τον Τραμπ να κάνει πίσω και να υπογράψει την παράταση της άρσης των κυρώσεων, ενώ ταυτόχρονα θα κρατά το Ιράν εντός JCPOA. Σε αυτό το σημείο σημειώνεται πως το Ιράν δεν θα βιαζόταν να αποσυρθεί, καθώς κάτι τέτοιο θα ενεργοποιούσε αυτόματα τις κυρώσεις, αλλά έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει πως δεν θα ανεχτεί υπεκφυγές και ασάφειες από τους άλλους υπογράφοντες.

γ) Δεν υπογράφει την παράταση και επιβάλλει άμεσα νέες κυρώσεις: Ό,τι και αν στοχεύουν οι νέες κυρώσεις- τομείς που σχετίζονται με το πυρηνικό πρόγραμμα ή άλλες ιρανικές δραστηριότητες- η Τεχεράνη θα διαμαρτυρηθεί και θα διακηρύξει ότι η συμφωνία έχει τελειώσει. Ωστόσο, θα μπορούσε να αφήσει «παραθυράκι» ανοιχτό για μια «συμφωνία αποζημίωσης» με τους άλλους υπογράφοντες. Η Ρωσία και η Κίνα θα το δέχονταν, αλλά αυτό θα ήταν ένα τεράστιο διπλωματικό δίλημμα για την ΕΕ. Μπορεί η ΕΕ να είναι μεταξύ των υπογραφόντων, αλλά η Φεντερίκα Μογκερίνι, επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, δεν θα μπορεί να κάνει κάτι εάν οι ηγέτες της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Γερμανίας δεν συμφωνήσουν σε μια κοινή πολιτική. Οι Μέι, Μακρόν και Μέρκελ θα πρέπει να αποφασίσουν ανεξάρτητα ο καθένας αν θέλουν να αψηφήσουν τις ΗΠΑ και να μπουν σε μια νέα συμφωνία χωρίς τους Αμερικανούς, ή να ακολουθήσουν τον Τραμπ. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλα ρήγματα εντός ΕΕ, ειδικά δεδομένου του επικείμενου Brexit- που φέρνει τη βρετανική κυβέρνηση σε ακόμα πιο δύσκολη θέση, καθώς θα πρέπει να επιλέξει ποιες σχέσεις της θα ήθελε να επιδεινώσει, ενώ ούτως ή άλλως είναι καθ’οδόν προς την έξοδο από την ΕΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα ρήγμα στις σχέσεις ΗΠΑ- Ευρώπης θα ήταν ευχής έργον για τη Ρωσία, την Κίνα και το ίδιο το Ιράν, δημιουργώντας αμφιβολίες για τη συνοχή του ΝΑΤΟ.

δ) Το Ιράν επανεκκινεί συμβολικά τον εμπλουτισμό ουρανίου: Ανάλογα με την αυστηρότητα των νέων κυρώσεων και την ευρωπαϊκή αντίδραση, το Ιράν θα πρέπει να αποφασίσει αν θα πρέπει να συνεχίσει με απειλές αποχώρησης από τη συμφωνία (ενώ παραμένει εντός της), ή αν θα πρέπει να αποχωρήσει στα αλήθεια. Αλλά υπάρχει και μια μέση οδός: Βασικός πυλώνας της συμφωνίας είναι οι περιορισμοί στον εμπλουτισμό ουρανίου. Με το ένα τρίτο των συνολικά 19.000 συσκευών φυγοκέντρησης ακόμη λειτουργικούς, αλλά είτε ανενεργούς, είτε να εμπλουτίζουν σε ποσοστό μόλις 3,67%, η επιστροφή στα προ της συμφωνίας επίπεδα (20%) ή η επαναενεργοποίησή αυτών που προβλέπεται από τη συμφωνία να λειτουργούν για ερευνητικούς σκοπούς στις εγκαταστάσεις του Φόρντο, δεν θα ήταν κάτι που θα χρειαζόταν πολύ χρόνο. Δορυφορικές λήψεις έχουν δείξει αυξημένη δραστηριότητα στο Φόρντο, κάτι που υποδεικνύει ενδεχομένως ότι υπάρχουν τέτοιοι σχεδιασμοί. Μια τέτοια ενέργεια θα παραβίαζε τους όρους της συμφωνίας, αλλά το Ιράν θα μπορούσε να κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι την έσπασαν πρώτες. Επίσης, ο εμπλουτισμός του ουρανίου δεν θα έφτανε (ακόμα) τα απαιτούμενα επίπεδα για πυρηνικά όπλα, οπότε η Τεχεράνη θα μπορούσε να ισχυριστεί πως είναι ακόμα εντός του πλαισίου της Συνθήκης για τη μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων- αλλά θα παρέμενε λίγα βήματα πριν τη δημιουργία πυρηνικού όπλου. Μια τέτοια κίνηση από το Ιράν θα μπορούσε ίσως να κλιμακώσει την κρίση, αλλά θα είχε όμως και το πλεονέκτημα ότι είναι αναστρέψιμη, κάνοντας όλες τις πλευρές να κάνουν παύση και να το ξανασκεφτούν. Παρόλα αυτά, υπάρχουν πάντα κίνδυνοι, όπως το τι θα κάνουν οι πιο σκληροπυρηνικές φράξιες στο Ιράν (που παρουσιάζονται ενισχυμένες έναντι των μετριοπαθών του προέδρου Ρουχανί), ποια θα είναι η αντίδραση της κυβέρνησης Τραμπ, εάν θα υπήρχαν κλιμακώσεις στην αντιπαράθεση Ιράν- Ισραήλ στη Συρία κ.α.

ε) Και οι δύο πλευρές στα πρόθυρα: Η συμφωνία ήταν το αποτέλεσμα επίτευξης αλληλοκατανόησης και διπλωματικού συμβιβασμού μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, που απομάκρυνε το φάσμα μιας πολεμικής σύγκρουσης. Ακόμα και αν ο Ομπάμα είπε επανειλημμένα πως «όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι», λίγοι είναι αυτοί στη Μέση Ανατολή που πίστευαν πραγματικά πως θα έκανε την επιλογή χρήσης στρατιωτικής ισχύος, ενώ παράλληλα το Ιράν, αν και διαλαλούσε προς πάσα κατεύθυνση τα «πυρηνικά δικαιώματά» του, ήταν πρόθυμο να προβεί σε συμβιβασμούς, με αντάλλαγμα άρση κυρώσεων. Ωστόσο, αυτές οι θέσεις άλλαξαν με την εκλογή Τραμπ και τη ενίσχυση της σκληροπυρηνικής πλευράς στην Τεχεράνη, που ποτέ δεν ήταν υπέρ της JCPOA. Από εκεί και πέρα, αρχίζουν τα σενάρια ολέθρου: Οι ΗΠΑ ετοιμάζονται για πόλεμο στον απόηχο των κυρώσεων, αυξάνοντας τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στη Μέση Ανατολή- κάτι που θα συνέβαινε εάν το Ιράν αποφάσιζε να «απασφαλίσει» και θέσει το πυρηνικό του πρόγραμμα σε πλήρη εξέλιξη. Αυτό θα οδηγούσε σε μια κούρσα για να εμποδιστεί το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό όπλο, και κατά πάσα πιθανότητα έναν πόλεμο που θα ενέπλεξε τη Σαουδική Αραβία, τη Συρία, τον Λίβανο και το Ισραήλ.

Πώς θα έμοιαζε μια πολεμική αναμέτρηση

Ho New / Reuters

Όσον αφορά στο αναπόφευκτο ερώτημα πώς θα έμοιαζε μια πολεμική σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν, υπάρχουν κάποιες (θεωρούμενες) βασικές αρχές: Το σενάριο αμερικανικής εισβολής στο Ιράν και ανατροπής του καθεστώτος (όπως στο Ιράκ) φαίνεται μάλλον απίθανο. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανάλυση του National Interest, οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν επαρκείς βάσεις στην περιοχή για να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις που θα χρειαζόταν ένας γενικευμένος πόλεμος (γιατί για αυτό ακριβώς μιλάμε) τέτοιας κλίμακας, που θα προϋπέθετε ήττα και καταστροφή των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων, ανατροπή του καθεστώτος και κατοχή του, υποστηρίζοντας μια νέα κυβέρνηση. Το σενάριο της χρήσης του Ιράκ ως βάσης είναι μάλλον απόμακρο, καθώς θα πυροδοτούσε εκ νέου αστάθεια (και ίσως άλλον έναν πόλεμο) στη χώρα- ενώ μια αμφίβια επιχείρηση θα καθιστούσε ευάλωτες τις αμερικανικές δυνάμεις στο πυραυλικό οπλοστάσιο του Ιράν. Οπότε, το πιο πιθανό σενάριο μιας επίθεσης των ΗΠΑ στο Ιράν θα ήταν ένας συνδυασμός ενεργειών που θα είχαν ως απώτερο στόχο την κατάρρευση του καθεστώτος, εκ των οποίων οι στρατιωτικές ενέργειες θα ήταν μόνο ένα κομμάτι: Ειδικότερα, θα μιλούσαμε για μια στρατηγική στρατιωτικού και πολιτικού/ οικονομικού στραγγαλισμού, με αεροπορικά και πυραυλικά πλήγματα, ευρεία χρήση Ειδικών Δυνάμεων και κατεξοχήν στοχοποίηση των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Ως προς τον οικονομικό στραγγαλισμό, πέρα από τα οικονομικά μέτρα, θα περιλαμβανόταν και αποκλεισμός του Ιράν με χρήση στρατιωτικής ισχύος ώστε να μην λαμβάνει απαραίτητα φορτία- ειδικά τεχνικού εξοπλισμού.

Σε μια πρώτη φάση πάντως, η στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν θα είχε ως στόχο τις πυρηνικές εγκαταστάσεις και στρατιωτικές υποδομές του, περιλαμβανομένων αεροπορικών και ναυτικών βάσεων και βάσεων πυραύλων, καθώς και της ιρανικής αεράμυνας. Οι επιθέσεις αυτές θα εξαπολύονταν από βάσεις των ΗΠΑ στους συμμάχους τους στον Περσικό Κόλπο (περιλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, αν και το κατά πόσον οι Σαουδάραβες θα υποστήριζαν μια μακράς διάρκειας πολεμική επιχείρηση κατά του Ιράν είναι ένα ερώτημα από μόνο του). Παράλληλα, οι ΗΠΑ θα υπονόμευαν τη στήριξη προς την ιρανική κυβέρνηση, πλήττοντας την ιρανική οικονομία (μεταφορές, πετρελαϊκή βιομηχανία) και υποστηρίζοντας ενεργά αντικαθεστωτικές/ αντικυβερνητικές ομάδες και οργανώσεις- αλλά αυτό θα απαιτούσε πολύ χρόνο, προκειμένου αυτές να εξελιχθούν σε δυνάμεις ικανές να αντιμετωπίσουν τις ιρανικές ένοπλες δυνάμεις (όσο και αν οι δυνατότητες αυτών υποβαθμίζονταν από τα αμερικανικά πλήγματα).

Reuters Photographer / Reuters

Όσον αφορά στην αντίδραση του Ιράν, θεωρείται βέβαια η ευρύτατη χρήση του μεγάλου ιρανικού πυραυλικού οπλοστασίου εναντίον των δυνάμεων και των συμμάχων των ΗΠΑ στην περιοχή, ενώ παράλληλα θα κλιμάκωνε τις προσπάθειες αποσταθεροποίησης σε Ιράκ και Αφγανιστάν μέσω «εκπροσώπων» και υποστήριξης των δυνάμεων που μάχονται τις ΗΠΑ στις χώρες αυτές. Πάντως, δεν μπορεί να αποκλειστεί το σενάριο το Ιράν να κρατήσει σε έναν βαθμό μια στάση αναμονής, επιδιώκοντας να περισώσει όσο μεγαλύτερο τμήμα των στρατιωτικών του δυνάμεων και των υποδομών του μπορεί, ενώ περιμένει η διεθνής κοινή γνώμη σταδιακά να στρέφεται εναντίον της αμερικανικής επιχείρησης- μέχρι η συνέχισή της να παύσει να είναι βιώσιμη. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας σύγκρουσης θα ήταν αδύνατον να προβλεφθούν, καθώς μια επίθεση κατά του Ιράν θα μπορούσε να πυροδοτήσει πιθανώς μια έξαρση εθνικισμού, ενισχύοντας την κυβέρνηση (και απομακρύνοντας το φάσμα της ανατροπής/ αντεπανάστασης), ενώ επίσης δεν γίνεται να παραβλεφθεί πως οι ΗΠΑ θα χρειάζονταν ευρεία στήριξη σε αυτή την οδό- και ακόμα και σύμμαχοι όπως το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία μπορεί να δίσταζαν μπροστά στην προοπτική μιας γενικευμένης, μακράς διάρκειας σύγκρουσης, ενώ στην Ευρώπη η κοινή γνώμη θα στρεφόταν κατά των ΗΠΑ, πιθανώς αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να πάρουν αποστάσεις από την Ουάσινγκτον. Είναι σημαντικό να κατανοεί κανείς πως το Ιράν δεν είναι το Ιράκ των αρχών της δεκαετίας του 1990 ή των αρχών του 2000, ούτε οι ΗΠΑ έχουν την ίδια διεθνή στήριξη- και εάν οι ΗΠΑ δεν κατάφερναν να ανατρέψουν το καθεστώς σύντομα, θα έπρεπε είτε να κάνουν πίσω (κάτι που θα αποτελούσε ήττα) είτε να βρεθούν αντιμέτωπες με τις ορθάνοιχτες «πύλες του φρενοκομείου». Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως υπάρχει πάντα και το σενάριο ενός πιθανού αμερικανικού «χειρουργικού» πλήγματος εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, με σκοπό να τερματιστούν οι πυρηνικές του φιλοδοξίες, ωστόσο τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά σε σχέση με τις αντίστοιχες αεροπορικές επιχειρήσεις του Ισραήλ στον ιρακινό αντιδραστήρα Όσιρακ το 1981 και της συριακής εγκατάστασης στη Ντέιρ εζ Ζορ το 2007: Οι επιχειρήσεις εκείνες ήταν εναντίον μεμονωμένων στόχων, ενώ το ιρακινό πυρηνικό πρόγραμμα έχει μεγάλο αριθμό εγκαταστάσεων, διεσπαρμένων σε μεγάλο μέρος της επικράτειάς του και πολύ καλά προστατευμένων, οπότε αν οι ΗΠΑ ετοίμαζαν κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μεγάλο αριθμό δυνάμεων στην περιοχή, εγκαταλείποντας σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο του όποιου αιφνιδιασμού και μειώνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας.

AFP Contributor via Getty Images

Εξετάζοντας το κομμάτι αυτό, δεν γίνεται να παραλειφθεί το σενάριο μιας ανοικτής σύγκρουσης Ισραήλ- Ιράν, στο ενδεχόμενο ενός πιθανού μαζικού ισραηλινού αεροπορικού πλήγματος εναντίον των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων: Αν μη τι άλλο, η ισραηλινή πολεμική αεροπορία βρίσκεται κοντά και έχει το «know-how» για τέτοιες επιχειρήσεις (αλλά, όπως προαναφέρθηκε, ο βαθμός δυσκολίας εδώ θα ήταν πολύ μεγαλύτερος). Σε αυτή την περίπτωση, η αντίδραση του Ιράν στην ευρεία επίθεση μιας από τις ισχυρότερες πολεμικές αεροπορίες του κόσμου θα γινόταν μέσω της ευρείας χρήσης του πυραυλικού του οπλοστασίου, και της χρήσης της Χεζμπολάχ του Λιβάνου- σε μια σύγκρουση που επίσης θα είχε παντελώς άγνωστα αποτελέσματα, και που θα αναδείκνυε τα τρωτά σημεία και τις αδυναμίες και των δύο χωρών, προκαλώντας μια ολοκαίνουρια νέα «θύελλα» στη Μέση Ανατολή.

Δημοφιλή